Η αναστολή λειτουργίας της Cetracore-Jetoil SA, σε ένα περιβάλλον αυστηρών ελέγχων για εταιρείες με ρωσική σύνδεση, δεν αποτελεί ένα μεμονωμένο επεισόδιο. Είναι το τελευταίο κεφάλαιο μιας μακράς, σύνθετης και συχνά δραματικής ιστορίας, που ξεκινά από την Κρήτη της μεταπολεμικής περιόδου, περνά από τη χρυσή εποχή της ελληνικής επιχειρηματικής εξωστρέφειας και καταλήγει στη σκληρή πραγματικότητα της κρίσης, της πτώχευσης και της γεωπολιτικής σύγκρουσης.

Η Jetoil δεν υπήρξε απλώς μια εταιρεία καυσίμων· υπήρξε για δεκαετίες σύμβολο φιλοδοξίας, ισχύος και τελικά υπέρβασης των ορίων.

1

Η απαρχή της ιστορίας βρίσκεται στην οικογένεια Μαμιδάκη, μια κρητική οικογένεια με έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα ήδη από τις δεκαετίες του 1940 και του 1950. Οι Μαμιδάκηδες είχαν αναπτύξει δραστηριότητες στον τουρισμό, στη ναυτιλία και στο εμπόριο, όμως ο τομέας της ενέργειας αποδείχθηκε εκείνος που θα καθόριζε το όνομά τους στην ελληνική οικονομική ιστορία.

Ο Γιώργος Μαμιδάκης, πατριάρχης της οικογένειας, διέβλεψε νωρίς ότι η ραγδαία αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας στη μεταπολεμική Ελλάδα θα δημιουργούσε τεράστιες ευκαιρίες. Σε μια εποχή όπου η ελληνική αγορά καυσίμων ελεγχόταν σχεδόν απόλυτα από πολυεθνικούς κολοσσούς, ο ίδιος αναζήτησε εναλλακτικές πηγές προμήθειας, αναπτύσσοντας σχέσεις με χώρες του ανατολικού μπλοκ και ιδιαίτερα με τη Σοβιετική Ένωση.

Iδρυση το 1968

Αυτές οι πρώιμες επαφές έθεσαν τα θεμέλια για την ίδρυση της Jetoil το 1968 από τους τρεις αδελφούς Κυριάκο, Γιώργο και Νίκο Μαμιδάκη. Η φιλοδοξία τους ήταν σαφής: να δημιουργήσουν έναν ελληνικό όμιλο πετρελαιοειδών που δεν θα περιοριζόταν στον ρόλο του μεσάζοντα, αλλά θα είχε δικές του υποδομές, δίκτυο λιανικής και διεθνή παρουσία. Το όνομα Jetoil άρχισε σύντομα να γίνεται γνωστό, καθώς η εταιρεία κινήθηκε επιθετικά σε έναν κλάδο όπου λίγοι τολμούσαν να αμφισβητήσουν τα κατεστημένα συμφέροντα.

Κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, η Jetoil αναπτύχθηκε με ταχύ ρυθμό. Η συγχώνευση και η συνύπαρξη με τη Mamidoil δημιούργησαν έναν ισχυρό επιχειρηματικό βραχίονα, ο οποίος επένδυσε σε αποθηκευτικές εγκαταστάσεις στρατηγικής σημασίας, με κορυφαίο παράδειγμα το Καλοχώρι Θεσσαλονίκης.

Οι εγκαταστάσεις αυτές δεν εξυπηρετούσαν μόνο την εγχώρια αγορά, αλλά λειτούργησαν ως πύλη εξαγωγών προς τα Βαλκάνια, σε μια εποχή που η περιοχή άνοιγε σταδιακά τις αγορές της. Παράλληλα, το δίκτυο πρατηρίων της Jetoil επεκτεινόταν διαρκώς, φτάνοντας κάποια στιγμή να αριθμεί εκατοντάδες σημεία σε ολόκληρη τη χώρα.

Η Jetoil έγινε συνώνυμο της ελληνικής πετρελαϊκής επιχειρηματικότητας. Δεν ήταν κρατικός όμιλος, ούτε θυγατρική πολυεθνικής. Ήταν μια οικογενειακή επιχείρηση που κατάφερε να σταθεί ισότιμα απέναντι σε κολοσσούς. Όμως η ανάπτυξη αυτή συνοδευόταν και από αυξανόμενο ρίσκο. Ο κλάδος των καυσίμων είναι κεφαλαιουχικός, με χαμηλά περιθώρια κέρδους και υψηλή εξάρτηση από τη φορολογία και τις διεθνείς τιμές. Η Jetoil, όπως και άλλες εταιρείες του χώρου, βρέθηκε εκτεθειμένη σε αυτές τις μεταβλητές.

Η πυρκαγιά

Η μεγάλη πυρκαγιά του 1986 στο Καλοχώρι αποτέλεσε ένα από τα πρώτα καμπανάκια κινδύνου. Αν και η εταιρεία συνέχισε να λειτουργεί, το περιστατικό ανέδειξε τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στην ανάπτυξη και την καταστροφή σε έναν τόσο ευαίσθητο τομέα. Παρ’ όλα αυτά, για πολλά χρόνια, η Jetoil κατάφερε να διατηρήσει την πορεία της, επεκτείνοντας δραστηριότητες και ενισχύοντας την παρουσία της στη ναυτιλιακή τροφοδοσία και στο διεθνές εμπόριο.

Η πραγματική ανατροπή ήρθε μετά το 2008. Η παγκόσμια οικονομική κρίση και, κυρίως, η ελληνική κρίση χρέους χτύπησαν καίρια τον κλάδο των καυσίμων. Η κατανάλωση μειώθηκε δραστικά, η φορολογία εκτοξεύθηκε και η πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό έγινε ολοένα και πιο δύσκολη. Η Jetoil, επιχειρώντας να διατηρήσει μερίδια αγοράς, προχώρησε σε κινήσεις που επιβάρυναν τον ισολογισμό της. Εξαγορές και επενδύσεις που είχαν σχεδιαστεί για μια διαφορετική οικονομική συγκυρία αποδείχθηκαν δυσβάσταχτες.

Σταδιακά, τα προβλήματα ρευστότητας έγιναν μόνιμα. Οι οφειλές προς τράπεζες και προμηθευτές αυξάνονταν, ενώ το δίκτυο πρατηρίων άρχισε να συρρικνώνεται. Το 2016, η Jetoil βρέθηκε στο σημείο μηδέν. Η υπαγωγή σε διαδικασία προπτωχευτικής προστασίας δεν ήταν απλώς μια νομική κίνηση· ήταν η παραδοχή ότι το μοντέλο που είχε στηρίξει την ανάπτυξη της εταιρείας επί δεκαετίες είχε πλέον καταρρεύσει.

Η αυτοκτονία

Η αυτοκτονία του Κυριάκου Μαμιδάκη το καλοκαίρι του 2016 σφράγισε με τον πιο τραγικό τρόπο το τέλος της παλιάς Jetoil. Ο άνθρωπος που είχε ταυτίσει τη ζωή του με την εταιρεία του δεν άντεξε το βάρος της κατάρρευσης. Ο Μαμιδάκης, πέθανε σε ηλικία 84 ετών. Βρέθηκε στο σπίτι του στο Διόνυσο λίγες ώρες μετά τη δημοσιοποίηση της είδησης ότι ο όμιλος Mamidoil Jetoil τέθηκε υπό καθεστώς προσωρινής προστασίας.

Για πολλούς, εκείνη η στιγμή έκλεισε οριστικά το κεφάλαιο της οικογένειας Μαμιδάκη στον κλάδο των πετρελαιοειδών.

Ωστόσο, η ιστορία της Jetoil δεν τελείωσε εκεί. Το 2017 ξεκίνησε μια από τις πιο κρίσιμες και αμφιλεγόμενες διαδικασίες στην ιστορία της εταιρείας: η πώληση και μεταβίβαση των βασικών περιουσιακών της στοιχείων σε νέο επενδυτή. Οι τράπεζες και οι πιστωτές, επιδιώκοντας να διασώσουν ό,τι μπορούσε να διασωθεί, αναζήτησαν λύση που θα εξασφάλιζε συνέχιση της λειτουργίας και μερική αποπληρωμή των οφειλών. Η λύση βρέθηκε στη Cetracore Energy.

Η Cetracore Energy εμφανίστηκε ως επενδυτικό σχήμα με έδρα στο εξωτερικό, όμως πίσω από την εταιρική δομή υπήρχε σαφής σύνδεση με ρωσικά ενεργειακά συμφέροντα. Η Cetracore συνδεόταν επιχειρηματικά με κύκλους που είχαν σχέση με τη Rosneft, τον ρωσικό κρατικό πετρελαϊκό κολοσσό, έναν από τους μεγαλύτερους παίκτες στην παγκόσμια αγορά ενέργειας. Η συμφωνία του 2017 προέβλεπε την απόκτηση σχεδόν του συνόλου των λειτουργικών περιουσιακών στοιχείων της Jetoil: εγκαταστάσεις αποθήκευσης, δίκτυο πρατηρίων, συμβάσεις και το ίδιο το εμπορικό σήμα.

Η διαδικασία δεν ήταν απλή. Χρειάστηκαν εγκρίσεις από δικαστήρια, συμφωνίες με τράπεζες και αναδιάρθρωση χρεών. Τελικά, το σχέδιο εξυγίανσης εγκρίθηκε και η Jetoil πέρασε σε νέα εποχή, υπό την επωνυμία Cetracore-Jetoil SA. Η παλιά οικογενειακή επιχείρηση είχε πλέον αντικατασταθεί από μια εταιρεία με διεθνή, και κυρίως ρωσική, αναφορά.

Οι νέοι ιδιοκτήτες επεδίωξαν να παρουσιάσουν τη συμφωνία ως διάσωση. Και πράγματι, μέρος των δραστηριοτήτων συνεχίστηκε, θέσεις εργασίας διατηρήθηκαν και το brand Jetoil παρέμεινε ζωντανό στην ελληνική αγορά. Όμως η αλλαγή ήταν βαθιά. Η εταιρεία δεν ήταν πια ελληνική οικογενειακή υπόθεση. Ηταν μέρος ενός ευρύτερου γεωοικονομικού πλέγματος, σε έναν κλάδο όπου η πολιτική και η ενέργεια είναι άρρηκτα συνδεδεμένες.

Για κάποια χρόνια, η Cetracore-Jetoil προσπάθησε να σταθεροποιηθεί, αξιοποιώντας τις υποδομές και το δίκτυο που είχε κληρονομήσει. Όμως η κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, και ιδιαίτερα μετά το 2022, έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα των ρωσικών συμφερόντων στον ευρωπαϊκό ενεργειακό τομέα. Οι έλεγχοι έγιναν αυστηρότεροι, οι κυρώσεις πιο εκτεταμένες και οι εταιρείες με έστω και έμμεση ρωσική σύνδεση βρέθηκαν στο μικροσκόπιο.

Murtaza Ali LAKHANI, Δικαιούχος της Cetracore Jetoil Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία Πετρελαιοειδών
Murtaza Ali LAKHANI, Δικαιούχος της Cetracore Jetoil Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία Πετρελαιοειδών

Ιδιοκτήτης ο Murtaza Ali Lakhani ο οποίος εμφανίζεται ως χαμηλών τόνων επιχειρηματίας, αποφεύγει τη δημοσιότητα, δίνοντας προτεραιότητα στη διαπραγμάτευση και στη στρατηγική ανάπτυξη των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων. Το όνομά του, ωστόσο, συνδέεται με σημαντικές κινήσεις στον ενεργειακό τομέα, σε μια περίοδο που το πετρέλαιο και τα καύσιμα παραμένουν κομβικής σημασίας για την παγκόσμια οικονομία.

Η αναστολή λειτουργίας της Cetracore-Jetoil έρχεται έτσι να αναδείξει τη διαχρονική ειρωνεία της ιστορίας της εταιρείας. Η Jetoil ξεκίνησε, δεκαετίες πριν, με επαφές στην Ανατολή, τότε τη Σοβιετική Ένωση, ως μέσο επιχειρηματικής ανεξαρτησίας. Πολλά χρόνια αργότερα, αυτή η ανατολική σύνδεση επανήλθε, αυτή τη φορά όχι ως επιλογή ανάπτυξης, αλλά ως παράγοντας κινδύνου.

Η ιστορία της Jetoil είναι τελικά κάτι πολύ περισσότερο από μια επιχειρηματική αφήγηση. Είναι ένα χρονικό της ελληνικής οικονομίας, των ορίων της οικογενειακής επιχειρηματικότητας, της σύγκρουσης ανάμεσα στην τοπική φιλοδοξία και τις παγκόσμιες δυνάμεις. Από το όραμα των Μαμιδάκηδων μέχρι τη ρωσική εποχή της Cetracore, η Jetoil υπήρξε καθρέφτης μιας χώρας που προσπάθησε να παίξει σε μεγάλα ενεργειακά τραπέζια – και πλήρωσε το τίμημα.