ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
H υπόθεση Έπσταϊν, ένα από τα πιο πολυσυζητημένα και σκοτεινά σκάνδαλα των τελευταίων δεκαετιών, επανήλθε δυναμικά στο προσκήνιο. Με τις νομικές διαδικασίες να επιταχύνονται και τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ (Donald Trump) να δίνει το «πράσινο φως», με την την υπογραφή του αναφέροντας πως «δεν έχουμε τίποτα να κρύψουμε». Αυτές οι νέες εξελίξεις ανοίγουν τον δρόμο για τη δημοσιοποίηση χιλιάδων εγγράφων, με το ενδιαφέρον να στρέφεται όχι μόνο στο εύρος των εγκλημάτων, αλλά και στα πρόσωπα, τις σχέσεις και τα ερωτήματα που συνδέονται.
Ο Έπσταϊν (Jeffrey Edward Epstein) δεν υπήρξε απλώς ένας καταδικασμένος δράστης σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων. Ήταν μια από τις πιο αινιγματικές φυσιογνωμίες της αμερικανικής ελίτ. Ένας αυτοδημιούργητος «στα χαρτιά» αλλά και χρηματοδότης με τεράστιο πλούτο χωρίς σαφή προέλευση. Ένας άνθρωπος, ο οποίος ελισσόταν με ευκολία στα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα, από πανεπιστήμια και think tanks μέχρι βασιλικές οικογένειες, υπουργικά γραφεία και κορυφαία επιχειρηματικά σαλόνια. Συχνά εμφάνιζε το προφίλ του διανοούμενου, φιλοξενούσε ακαδημαϊκούς και κορυφαίους επιστήμονες, και ταυτόχρονα συντηρούσε ένα προσεκτικά κρυμμένο δίκτυο εκμετάλλευσης.
Τα νέα έγγραφα φωτίζουν τις επαφές και τις επικοινωνίες του με προσωπικότητες που πρωταγωνιστούν στον επιχειρηματικό, πολιτικό και ακαδημαϊκό κόσμο. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται:
- ο Peter Thiel,
- ο Πρίγκιπας Andrew,
- ο Elon Musk,
- ο Bill Clinton,
- ο Ντόναλντ Τραμπ,
- ο πρώην πρωθυπουργό ςτου Ισραήλ Έχουντ Μπαράκ,
- ο Νόαμ Τσόμσκι.
Ωστόσο, δεν υπάρχει, μέχρι στιγμής, οποιαδήποτε νομικά τεκμηριωμένη ένδειξη εμπλοκής τους στις παράνομες δραστηριότητες για τις οποίες κατηγορήθηκε ο Έπσταϊν, παρά μόνο πως διατηρούσαν κάποια στενή επαφή. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η υπόθεση δεν ανήκει στο παρελθόν. Αφορά όχι μόνο ό,τι έκανε ο Έπσταϊν, αλλά το πώς ένα σύστημα γύρω του επέτρεψε να το κάνει και ίσως, να το συγκαλύψει.
Παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις, ο Τραμπ υπέγραψε τελικά τον νόμο που υποχρεώνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης να δημοσιοποιήσει όλα τα μη απόρρητα αρχεία του Έπσταϊν μέσα σε 30 ημέρες. Μια απόφαση που προκάλεσε αναταράξεις στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αλλά και επικρίσεις από επιζώσες, που τον κάλεσαν «να σταματήσει να πολιτικοποιεί την υπόθεση». Ο ίδιος εξακολουθεί να χαρακτηρίζει την πίεση για διαφάνεια «σχέδιο των Δημοκρατικών», ενώ ταυτόχρονα ζητά έρευνα για τις σχέσεις του Έπσταϊν με σημαίνοντες Δημοκρατικούς και χρηματοπιστωτικούς παράγοντες.

Έτσι, η υπόθεση Έπσταϊν έγινε σημείο αναφοράς για μια ευρύτερη κρίση εμπιστοσύνης: από την αποτελεσματικότητα του κράτους δικαίου μέχρι τη διαφάνεια της πολιτικής και τη λογοδοσία των ελίτ. Δεν είναι πλέον απλώς μια ιστορία ενός ανθρώπου που διέπραξε φρικτά εγκλήματα, αλλά ένας καθρέφτης που αντανακλά τα όρια και τις αδυναμίες των θεσμών απέναντι στην ισχύ του πλούτου και των διασυνδέσεων.
Η αποτυχία μετά την αποτυχία που οδήγησε στην επιτυχία
Γεννημένος στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, Τζεφρι Έπσταϊν ήταν γιος δύο γονιών της εργατικής τάξης, εβραϊκής καταγωγής. Φοίτησε στο Cooper Union College, ένα μικρό σχολείο στο Μανχάταν, γνωστό για το ότι προσφέρει σπουδές χωρίς δίδακτρα. Παρότι ο Επσταϊν δεν αποφοίτησε ποτέ, κατάφερε βρει εργασία ως καθηγητής μαθηματικών σε ένα από τα πιο φημισμένα ιδιωτικά σχολεία του Μανχάταν, ένα σχολείο για τα παιδιά της ελίτ, που μπορούσαν να πληρώνουν δίδακτρα αντίστοιχα με 50.000 δολάρια τον χρόνο.
Ο Τζεφρι Έπσταϊν, ως καθηγητής δεν έμοιαζε με τον παραδοσιακό δάσκαλο των ελίτ. Κυκλοφορούσε με γούνες, χρυσές αλυσίδες και ανοιχτά πουκάμισα, στους διαδρόμους προκαλώντας απορίες και συχνά ανησυχία. Η παρουσία του σε πάρτι μαθητών και η αλλόκοτη συμπεριφορά του οδήγησαν τελικά στην απόλυσή του.

Ωστόσο, στη δική του περίπτωση, η πτώση λειτούργησε ως εκτόξευση… Μέσα σε λίγους μήνες, ο δάσκαλος χωρίς πτυχίο, κατάφερε να εισέλθει στον τραπεζικό και χρηματοοικονομικό τομέα, κατακτώντας θέση στην επενδυτική εταιρία Bear Stearns, χάρη στη σύσταση εύπορου γονέα και στην αδυναμία του CEO.
Σε χρόνο ρεκόρ κατάφερε να ανελιχθεί στην εταιρία, καταγράφοντας μια πορεία που ακόμη και σήμερα αφήνει αναπάντητα ερωτήματα. Ωστόσο, ακόμη κι όταν αναγκάστηκε να δηλώσει την παραίτησή του εξαιτίας μιας έρευνας της SEC για inside trading (συναλλαγές βασισμένες σε πληροφορίες που δεν έχουν ανακοινωθεί στο κοινό) η καριέρα του δεν εκτροχιάστηκε. Αντιθέτως, η αποχώρησή του από τη Bear Stearns αποδείχθηκε η απαρχή της «αυτοκρατορίας» του. Σχεδόν αμέσως ίδρυσε την πρώτη του εταιρεία, την Intercontinental Assets Group, και στη συνέχεια τη Epstein & Co., μέσω της οποίας θα διείσδυε σε κύκλους υπερπλούτου και υψηλής εξουσίας.
Από αυτό το σημείο και μετά, η πορεία του Έπσταϊν αλλάζει κλίμακα. Η καθοριστική στροφή θα έρθει με τον δισεκατομμυριούχο Λες Γουέξνερ (Leslie Wexner), τον ιδιοκτήτη της Victoria’s Secret και έναν από τους πλουσιότερους άνδρες της Αμερικής. Η σχέση αυτή, χαρακτηρίζεται ως σκοτεινή και περίπλοκη μέχρι σήμερα, μια σχέση που λειτούργησε ως «κλειδί». Ένα «πολύτιμο κλειδί» που παραχωρούσε στον Έπσταϊν να διαχειριστεί περιουσίες άλλα και πρόσβαση που δύσκολα αποκτάει κάποιος δίχως ισχυρούς «φίλους».
Ο Γουέξνερ έδωσε στον Έπσταϊν την πληρεξουσιότητα να διαχειρίζεται μεγάλο μέρος της περιουσίας του, μεταβιβάζοντας του ακόμη και την περίφημη έπαυλη του στο Μανχάταν, ένα ακίνητο που έγινε το νέο «στρατηγείο» του. Εκεί αρχίζει να χτίζεται το δίκτυο επιρροής που τον συνέδεσε με ακαδημαϊκούς, πολιτικούς, επιστήμονες, επιχειρηματίες και διάσημους. Ένα δίκτυο που αργότερα θα βρεθεί στο επίκεντρο της παγκόσμιας κατακραυγής.
Το «νησί» εξουσίας και κακοποίησης
Ο Έπτσαϊν, σύμφωνα με αστυνομικές και ομοσπονδιακές έρευνες, είχε δημιουργήσει, έναν από τους πιο σκοτεινούς μηχανισμούς εκμετάλλευσης της σύγχρονης αμερικανικής ιστορίας. Η υπόθεση ξεκινά το 2005, όταν η αστυνομία του Palm Beach εξετάζει την καταγγελία μίας 14χρονης. Μία έρευνα που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου. Δεκάδες μαρτυρίες, φωτογραφικό υλικό που εντοπίστηκε στο σπίτι του, σημειώσεις και προσωπικά αντικείμενα ανήλικων κοριτσιών, κρυφές κάμερες, και ένα μοτίβο στρατολόγησης που φαινόταν να επαναλαμβάνεται σχεδόν «βιομηχανικά». Σύμφωνα με τις δικογραφίες, ο μηχανισμός του Έπσταϊν ήταν απλός αλλά αποτελεσματικός… Νεαρά κορίτσια στρατολογούσαν άλλα κορίτσια. Ώσπου, το δίκτυο άνοιξε και το FBI τεκμηρίωσε περισσότερες από 80 πιθανές ανήλικες σε μια τεράστια δικογραφία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε πολυετή κάθειρξη.
Παράλληλα, οι κατοικίες του Epstein από το πολυτελές ακίνητο στο Palm Beach μέχρι το ιδιωτικό του νησί στις Παρθένους Νήσους (Ανατολικά του Πουέρτο Ρίκο στην Καραϊβική) αποκτούν σταδιακά κακή φήμη. Το νησί χαρακτηρίζεται από ντόπιους ως «pedophile island», ενώ το ιδιωτικό του αεροπλάνο βαφτίζεται «Lolita Express» (περιττό να εξηγήσουμε γιατί… καθώς όσοι έχουν δει την ταινία θα καταλάβουν), εξαιτίας των συχνών πτήσεων με νεαρά κορίτσια και συνοδούς που κατέγραφαν οι εργαζόμενοι στα αεροδρόμια της περιοχής. Όλα αυτά συνθέτουν, σύμφωνα με τις αρχές, ένα κλειστό και πολυεπίπεδο σύστημα εκμετάλλευσης.

Παρ’ όλα αυτά, το 2008, στην πιο αμφιλεγόμενη στιγμή του φακέλου. Ο Έπσταϊν κατάφερε να εξασφαλίσει μια συμφωνία με τον ομοσπονδιακό εισαγγελέα Άλεξ Ακόστα: καμία ομοσπονδιακή δίωξη, πλήρης νομική ασπίδα για «αγνώστους συνεργούς», και μια «ποινή» 18 μηνών στην κομητεία, από την οποία πέρασε το μεγαλύτερο μέρος εκτός φυλακής, σε «εργασιακή άδεια» 12 ωρών τη μέρα.
Η υπόθεση εμφανίζεται στην επιφάνεια μία δεκαετία αργότερα, όταν μια δημοσιογράφος θα αποκαλύψει το εύρος των θυμάτων και την ακραία επιείκεια που είχε απολαύσει ο Έπσταϊν. Το αποτέλεσμα ήταν η σύλληψή του το 2019 και η κατάσχεση χιλιάδων φωτογραφιών από το σπίτι του στο Manhattan, υλικό που επιβεβαίωνε πως οι πράξεις του δεν είχε σταματήσει ποτέ.
Ο θάνατός του λίγες εβδομάδες μετά, τον Αύγουστο του 2019, επισήμως αποδόθηκε σε αυτοκτονία. Όμως οι συνθήκες γύρω από το περιστατικό —«χαλασμένες» κάμερες, φρουροί που είχαν αποκοιμηθεί, παραβιάσεις πρωτοκόλλων ασφαλείας και προηγούμενη ανεξήγητη απόπειρα αυτοτραυματισμού— προκάλεσαν μια άνευ προηγουμένου καταιγίδα καχυποψίας. Το σύνθημα «Ο Έπσταϊν δεν αυτοκτόνησε» εξαπλώθηκε αστραπιαία και μετατράπηκε σε σύμβολο δυσπιστίας απέναντι στους θεσμούς. Για πολλούς Αμερικανούς, ο θάνατος του Έπσταϊν δεν ήταν απλά το τέλος ενός ανθρώπου, αλλά η απόδειξη ότι το σύστημα δικαιοσύνης λειτουργεί διαφορετικά για όσους κατέχουν ισχύ, χρήμα και πρόσβαση.
Η εμπλοκή του Ντόναλντ Τραμπ στα αρχεία
Τα πρόσφατα έγγραφα περιλαμβάνουν πολυάριθμες αναφορές στον Ντόναλντ Τραμπ που δείχνουν ότι ο Έπσταϊν ασχολούνταν επίμονα με την πολιτική του πορεία και το περιβάλλον του. Σε ορισμένα emails, ο Έπσταϊν ισχυρίζεται πως ο Τραμπ «ήξερε για τα κορίτσια», διευκρινίζοντας όμως ότι «δεν έκανε μασάζ» και δεν εμφανίζεται κάποια κατηγορία για άμεση συμμετοχή σε παράνομες πράξεις. Σε άλλα μηνύματα, ο Έπσταϊν τον περιγράφει ως «τον σκύλο που δεν γάβγισε» και σημειώνει ότι ο τότε επιχειρηματίας «πέρασε ώρες» στο σπίτι του, παρέα με άτομο που στα έγγραφα αναφέρεται ως «θύμα».
Αναλυτικά τα email:


Η σχέση των δύο ανδρών χρονολογείται από τις δεκαετίες του 80 και 90, προτού ψυχρανθούν στις αρχές των 2000s, όταν ο Τραμπ ισχυρίστηκε ότι απέκλεισε τον Έπσταϊν από το Mar-a-Lago επειδή «φαινόταν να συμπεριφέρεται περίεργα» προς νεαρές εργαζόμενες. Ο Λευκός Οίκος έχει επαναλάβει πως ο Τραμπ «τον πέταξε έξω από το κλαμπ για ύποπτη συμπεριφορά».

Τα νέα έγγραφα που βλέπουν το φως της δημοσιότητας δεν αναμοχλεύουν μόνο το παρελθόν, αλλά επαναφέρουν στο προσκήνιο κρίσιμα ερωτήματα για το ποιοι ήξεραν, ποιοι σώπασαν και ποιοι προστατεύτηκαν. Και κυρίως, αν ένα σύστημα που επέτρεψε σε έναν άνθρωπο όπως ο Έπσταϊν να ακμάσει για δεκαετίες μπορεί τελικά να εξασφαλίσει ότι η αλήθεια «ολόκληρη» θα έρθει στο φως.
Διαβάστε επίσης
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Κυριάκος Μητσοτάκης: Το 2026 θα έχουμε ισχυρή ανάπτυξη 2,4% – Από αύριο η μόνιμη ενίσχυση των 250 ευρώ στους συνταξιούχους
- Versace υπό νέα ηγεσία: Πώς ο διάδοχος της Prada σχεδιάζει την επιστροφή του θρυλικού οίκου
- Σήμερα οι εσωκομματικές εκλογές της Νέας Δημοκρατίας – Που θα ψηφίσει ο πρωθυπουργός
- Νέος κύκλος εξαγορών και συγχωνεύσεων στα σούπερ μάρκετ – Στα 2,2 δισ. ευρώ οι επενδύσεις το 2020-2025