array(0) {
}
        
    
Menu
0.17%
Τζίρος: 454.93 εκατ.

Nετανιάχου για χώρες που αναγνωρίζουν το Παλαιστινιακό κράτος: Ανταμείβουν την τρομοκρατία

Αφιέρωμα - Γυναίκα

Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στην αρχαιότητα Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας: Γράφει η αρχαιολόγος Χριστίνα Μερκούρη

Επιμέλεια: Μαρία Θερμού

Το mononews κάλεσε διευθυντές, επιμελητές και προϊσταμένους Μουσείων και Εφορειών Αρχαιοτήτων της χώρας να γνωρίσουν στο κοινό εκθέματα των συλλογών τους, που σχετίζονται με τον κόσμο της γυναίκας στην αρχαιότητα και το Βυζάντιο. Αντικείμενα που αναφέρονται στην γυναίκα ως σύζυγο, μητέρα και κόρη ως ιέρεια, ποιήτρια, εταίρα, ιερόδουλη, δούλη.

Βασικός στόχος να διευρυνθεί η γνώση για τον ρόλο της γυναίκας στην Ελλάδα πριν από αιώνες και ταυτόχρονα να αναδειχθεί ο πλούτος κάθε μουσείου.

1

 

Ακολουθεί το κείμενο της αρχαιολόγου Χριστίνας Μερκούρη

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας, η είσοδος
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας, η είσοδος

Το μουσείο βρίσκεται εντός του αρχαιολογικού χώρου Ελευσίνας, σε υπερυψωμένη θέση στη νότια πλευρά του λόφου της ακροπόλεως. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα μουσεία στον ελλαδικό χώρο και η κατασκευή του ανάγεται στο 1890. Περιορισμένες κτηριακές επισκευές και εκθεσιακές αλλαγές πραγματοποιήθηκαν το 1930, το 1947, το 1960 και μετά τον μεγάλο σεισμό του 1999, που έπληξε τόσο το μουσείο, όσο και τον αρχαιολογικό χώρο. 

Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής ανέλαβε από την ίδρυσή της, το 2018 το έργο της επανέκθεσης του αρχαιολογικού μουσείου. Οι υφιστάμενες περιορισμένες χωρικές και κατά συνέπεια λειτουργικές δυνατότητες του κτηρίου, η πεπαλαιωμένη μουσειολογικά και μουσειογραφικά παρουσίαση του υλικού της συλλογής, η ανακήρυξη της Ελευσίνας σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2021 αρχικά, που μετατέθηκε το 2023, λόγω της πανδημίας ήταν οι κύριοι λόγοι, που επέβαλαν τον επανασχεδιασμό της μόνιμης έκθεσής του, ώστε να εκσυγχρονιστεί, σύμφωνα με τις νέες μουσειολογικές αντιλήψεις. 

Συνολικά ο νοηματικός σχεδιασμός της επανέκθεσης υπηρετεί την ιδέα, ότι η Ελευσίνα, τόσο στο παρελθόν όσο και στη νεότερη εποχή καταγράφηκε στη μνήμη των ανθρώπων ως ο τόπος μιας ιδιαίτερης μυστηριακής λατρείας, η απήχηση της οποίας τον ανέδειξε σε ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κέντρα του αρχαίου ελληνικού κόσμου συμβάλλοντας στη δημιουργία μιας διακριτής υπερτοπικής ταυτότητας. Υπό αυτή την οπτική, επιλέχθηκε να δοθεί έμφαση στην αφήγηση του θέματος των Ελευσίνιων Μυστηρίων, χωρίς ωστόσο να παραβλέπεται η ανασύνθεση ευρύτερων νοηματικών και ιστορικών πλαισίων για την κατανόησή του. 

Η «Φεύγουσα» Κόρη, εμβληματικό έκθεμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Ελευσίνας και στην ίδια αίθουσα η επιγραφή για την γεφύρωση της λίμνης των Ρειτών (σήμερα λίμνη Κουμουνδούρου
Η «Φεύγουσα» Κόρη, εμβληματικό έκθεμα του Αρχαιολογικού Μουσείου Ελευσίνας και στην ίδια αίθουσα η επιγραφή για την γεφύρωση της λίμνης των Ρειτών (σήμερα λίμνη Κουμουνδούρου)

Η κεντρική ιδέα της νέας έκθεσης οργανώθηκε σε δύο θεματικούς άξονες: «Ελευσίνα: η πόλη γύρω από το Ιερό» και «Τα Μεγάλα Μυστήρια». Ο πρώτος άξονας είναι αφιερωμένος στη γνωριμία με την πόλη και τους παράγοντες που συνέβαλαν στη γένεση και ανάπτυξή της. Ο δεύτερος, και μεγαλύτερος είναι αφιερωμένος στη μυστηριακή λατρεία της Δήμητρας και Κόρης. Μέσα από τη διαλογική σύνθεση πρωτότυπων αντικειμένων με σχόλια αρχαίων συγγραφέων  εικονογραφείται ο ιδρυτικός μύθος της λατρείας, οι δημόσιες λατρευτικές τελετές, το τυπικό της τελετής της μύησης. 

Τα αρχαιολογικά εκθέματα χρονολογούνται από τους προϊστορικούς έως και τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους και περιλαμβάνουν ευρήματα, που προέρχονται κυρίως από τις ανασκαφές στο χώρο του Ιερού της Δήμητρας και Κόρης και δευτερευόντως ταφικό υλικό από το λεγόμενο Δυτικό Νεκροταφείο και από το Νότιο Νεκροταφείο. 

Η Δήμητρα (Δη/Γη-μήτηρ), σύμφωνα με την ετυμολογία του ονόματός της, είναι η ΓΗ-ΜΗΤΕΡΑ, η οποία με την ευφορία και την ευκαρπία της εξασφαλίζει την ευημερία στις αγροτικές κοινωνίες των ανθρώπων και βάζει τα θεμέλια για την κοινωνική και πολιτική ανάπτυξη. Είναι όμως, και η μητέρα της Περσεφόνης, η οποία πολύ συχνά αναφέρεται μόνο με το προσηγορικό Κόρη. Η Κόρη έχει διφυή υπόσταση ως σύζυγος του Πλούτωνα, άρα βασίλισσα του Κάτω Κόσμου αλλά και θεά της βλάστησης, ταυτιζόμενη με την κόρη της Δήμητρας. Πολλοί μελετητές υποστηρίζουν ότι πρόκειται για την ίδια θεότητα, με την ωριμότερη και τη νεανικότερη εκδοχή της. Δήμητρα και Κόρη αποτελούν αναμφίβολα αρχετυπική εικόνα της μητέρας και κόρης και στην πραγματικότητα αποτελούν ένα σύνολο, αφού η κόρη δεν υπάρχει χωρίς τη μητέρα και η τελευταία δεν θα ήταν μητέρα χωρίς την κόρη.

Η αίθουσα με τα ταφικά ευρήματα από τα νεκροταφεία της Ελευσίνας
Η αίθουσα με τα ταφικά ευρήματα από τα νεκροταφεία της Ελευσίνας

Οι ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των δυο θεαινών παρουσιάζονται στον σωζόμενο Ομηρικό Ύμνο «Εις Δήμητρα» που χρονολογείται στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. Στον ύμνο περιγράφεται ο μύθος της αρπαγής της Περσεφόνης, που θα αποτελέσει την ιδρυτική παράδοση των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Η απώλεια της πολυαγαπημένης της κόρης οδηγεί τη Δήμητρα, έπειτα από εννέα ημέρες συνεχούς αναζήτησης στην πόλη της Ελευσίνας, όπου μεταμφιεσμένη σε γηραιά ξένη βρίσκει καταφύγιο στην οικία του βασιλιά Κελεού.

Ευγνώμων από τη φιλοξενία η θεά αποφάσισε να χαρίσει την αθανασία στον γιο του Κελεού  αλλά η βασίλισσα τρόμαξε και διέκοψε τη σχετική τελετή. Τότε η Δήμητρα φανερώθηκε και διέταξε να της κτίσουν ναό πάνω από το Καλλίχορο φρέαρ. Οργισμένη με θεούς και ανθρώπους κλείστηκε εκεί και δεν άφηνε τη γη να βλαστήσει. Μάταια εστάλη η αγγελιοφόρος των θεών Ίριδα να της αλλάξει γνώμη. Με τα πολλά μεσολάβησε ο Δίας και παρήγγειλε να ανέβει η Περσεφόνη στον Επάνω Κόσμο για να συναντήσει τη μητέρα της. Όμως πριν φύγει, ο Άδης/Πλούτων σκόπιμα της έδωσε να γευτεί ένα σπυρί ροδιού, που συμβολίζει τον παντοτινό γαμήλιο δεσμό. Έτσι η Περσεφόνη, βασίλισσα πια του Κάτω Κόσμου συμφωνήθηκε να ανεβαίνει για να συναντά τη μητέρα της τα δύο τρίτα του έτους. Μετά από αυτό, γαληνεμένη η θεά Δήμητρα άφησε τη γη πάλι να καρπίσει. 

Προτού επιστρέψει στον Όλυμπο προσέφερε στους Ελευσίνιους δύο δώρα, την καλλιέργεια της γης και τα ιερά Μυστήρια, εξίσου απαραίτητα για τον άνθρωπο, για το σώμα και την ψυχή του. Με την καλλιέργεια της γης οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τη νομαδική ζωή και ζούσαν οργανωμένα σε οικισμούς, οι οποίοι μετασχηματίσθηκαν σε πόλεις-κράτη δημιουργώντας λαμπρά πολιτιστικά επιτεύγματα. Με τη μύησή τους καλλιεργούσαν την ψυχή και το πνεύμα τους ξεπερνώντας τον φόβο του θανάτου. 

Αίθουσα με ευρήματα από τα ιερά άλλων θεοτήτων στην Ελευσίνα, όπως της Κυβέλης (στο κέντρο)
Αίθουσα με ευρήματα από τα ιερά άλλων θεοτήτων στην Ελευσίνα, όπως της Κυβέλης (στο κέντρο)

Η λατρεία είναι ένας από τους λιγοστούς τομείς στους οποίους οι γυναίκες μπορούσαν να έχουν αισθητή παρουσία, επειδή επιτρεπόταν να συμμετέχουν στις περισσότερες από τις επίσημες θρησκευτικές γιορτές της πόλης και επίσης το ιερατείο αρκετών θεοτήτων το αποτελούσαν γυναίκες. Γυναίκες με ιερατικά αξιώματα απαντούν στην ελληνική γραμματεία και σε κάθε κατηγορία της τέχνης κατέχοντας ενίοτε σημαντική κοινωνική και πολιτική εξουσία. Οι ιέρειες αμείβονταν με μισθούς σε χρήμα και σε είδος και ορισμένες απολάμβαναν επιπλέον ειδικά προνόμια και δημόσιες τιμές. 

Στους λειτουργούς της λατρείας στο ελευσινιακό ιερό περιλαμβάνονταν αναμφισβήτητα και γυναίκες με ευγενική καταγωγή, που για μεγάλο διάστημα υπηρέτησαν τις θεές διαδραματίζοντας κεντρικό ρόλο στην εκτέλεση και τη διατήρηση των τελετουργιών – ως μητέρες, σύζυγοι και θεματοφύλακες των παραδοσιακών πρακτικών – και ως διαμεσολαβητές μεταξύ της κοινότητας των ανθρώπων και των θεών τους.  

Βασικές βοηθοί του Ιεροφάντη, ανώτατου θρησκευτικού άρχοντα, ήταν οι δύο Ιεροφάντιδες, η καθεμία αφιερωμένη στην υπηρεσία της Δήμητρας ή της Περσεφόνης. Προέρχονταν από το γένος των Ευμολπιδών, συμμετείχαν ενεργά στη διαδικασία της μύησης, το αξίωμά τους ήταν ισόβιο και απολάμβαναν το προνόμιο της ιερωνυμίας. Σε επιγραφές που σώζονται στον χώρο του Τελεστηρίου μνημονεύονται η Ιεροφάντις Πόση στις υπηρεσίες της Κόρης, και η Ιεροφάντις Καλλιστώ που έστεκε «κοντά στις θύρες της Δήμητρας και της Κόρης της δαδηφόρου» και φύλασσε με στοργή την ανάμνηση από τις βραδιές στο Τελεστήριο που «φωτίζονταν από ένα φως πιο λαμπερό από το φως της μέρας». Μια άλλη Ιεροφάντις, η Εισιδότις, περηφανευόταν επειδή είχε στέψει στην έναρξη της τελετής μύησης τους Ρωμαίους αυτοκράτορες, Αντωνίνο και Κόμμοδο.

Ευρήματα από το Τελεστήριο του ιερού με την Δήμητρα της Ελευσίνας (αριστερά) και τις αναθηματικές δάδες
Ευρήματα από το Τελεστήριο του ιερού με την Δήμητρα της Ελευσίνας (αριστερά) και τις αναθηματικές δάδες

Το αξίωμα της Ιέρειας της Δήμητρας και Κόρης ήταν ισόβιο και επώνυμο, το αρχαιότερο στον ελευσινιακό λατρευτικό κύκλο και κατείχε τη σημαντικότερη θέση στην επιτέλεση των λατρευτικών πράξεων, τη μύηση και την τελετή. Η ιέρεια προερχόταν από το γένος των Ευμολπιδών ή την οικογένεια των Φιλλειδών και ζούσε στην Ιερά Οικία ενώ λάμβανε έναν οβολό από κάθε μύστη στα Μικρά και στα Μεγάλα Ελευσίνια. Οι γνωστές κιστοφόρες Καρυάτιδες, που διακοσμούσαν τα Μικρά Προπύλαια του ιερού μεταφέρουν στην κεφαλή τους ιερές κίστες και θα μπορούσαν να συσχετισθούν όχι μόνο με τα Μεγάλα Μυστήρια αλλά και με άλλες μυστηριακές γιορτές της Δήμητρας, όπως τα Θεσμοφόρια και τα Αλώα, που γιορτάζονταν επίσης στο ελευσινιακό ιερό.

Οι «παναγείς ιέρειες», όπως λέγονταν ήταν ιερουργοί της λατρείας και πιθανόν ήταν υπεύθυνες για τη μεταφορά των ιερών αντικειμένων στην Αθήνα και για την επιστροφή τους στην Ελευσίνα κατά την πομπή των Μυστηρίων. 

Η λατρεία της Δήμητρας και της Κόρης στην Ελευσίνα είναι η σημαντικότερη μυστηριακή λατρεία που λειτούργησε ως υπόδειγμα για τη διαμόρφωση και άλλων μυστηριακών λατρειών του αρχαίου κόσμου. Τα Ελευσίνια Μυστήρια βρίσκουν τις απαρχές τους στις θρησκευτικές πρακτικές της Μυκηναϊκής περιόδου. Κατά την πρωτογεωμετρική περίοδο ο χώρος απέκτησε τον χαρακτήρα του ιερού με τελετές που συνδέονται με τη λατρεία της Περσεφόνης, βασίλισσας του Κάτω Κόσμου και προς τιμή της Δήμητρας  ευελπιστώντας στην ευόδωση του κόπου των γεωργών για καλή σοδειά. Συγκεράζουν πολλά διαφορετικά τελετουργικά στοιχεία που συναντώνται σε θρησκευτικές τελετές και παραδόσεις της Μεσογείου ενώ έχουν επίκεντρο ένα οικουμενικό μυθολογικό αρχέτυπο, το αρχέτυπο της μητέρας-γης. Οι τελετουργικές πυρές στο Τελεστήριο είχαν ευετηρικό σκοπό εξασφαλίζοντας την επιβίωση και ευημερία των κατοίκων, όπως επίσης τα τελετουργικά πολυσπόρια και τα «καταχύσματα», ο ραντισμός της γης δηλαδή, με καρπούς και σπόρους.

Στον πυρήνα των θρησκευτικών εκδηλώσεων βρίσκεται η αγωνία ενός κατά βάση αγροτικού πληθυσμού για τη γονιμότητα της γης και των ανθρώπων ενώ μετά την ενσωμάτωση της Ελευσίνας στην Αθήνα δόθηκε η ευκαιρία για την προβολή της ηγεμονικής πολιτικής της Αθήνας. Η σημασία του σίτου και γενικά των δημητριακών για τη διατροφική ασφάλεια και την ανάπτυξη της πόλης συνδέθηκε με την προσάρτηση της Ελευσίνας και την αναγωγή των Μυστηρίων ως την υψηλότερη έκφραση του ιερού, συνυφασμένη με την ίδια τη δημοκρατία.

Ταφικά ευρήματα στην αίθουσα των νεκροταφείων της Ελευσίνας
Ταφικά ευρήματα στην αίθουσα των νεκροταφείων της Ελευσίνας

Η Δήμητρα είχε αποκτήσει ιδιαίτερη πολιτική διάσταση στη συνείδηση των Ελλήνων, καθώς θεωρούσαν, ότι με την αποστολή του Τριπτόλεμου για τη διδασκαλία της καλλιέργειας της γης, η θεά διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις ώστε να επιτευχθεί η επιβίωση και η αρμονική συμβίωση των ανθρώπων. Μέσα από τη γνώση και την πρακτική της καλλιέργειας της γης που δημιουργεί τις προϋποθέσεις της μόνιμης εγκατάστασης σε έναν τόπο αναδύεται η μορφή της μητέρας-γης. Το θηλυκό αρχέτυπο συνδεόμενο με την καλλιέργεια των δημητριακών είναι η Κόρη, ο σπόρος που χάνεται στη γη το φθινόπωρο και ξεπροβάλει την άνοιξη ώσπου να ωριμάσει, να γίνει μητέρα και τροφός και πάλι από την αρχή. Στις τελετές της Δήμητρας και της Κόρης βρίσκουν έκφραση και οι τρεις φάσεις της θηλυκής ταυτότητας (κόρη, μητέρα, τροφός) με άξονα τον βιολογικό κύκλο. 

Τα δώρα του Κάτω Κόσμου, ο Πλούτος, είναι δώρα που έρχονται μέσα από τα σπλάχνα της γης και το Πλουτώνειο σπήλαιο, που η παράδοση συνδέει με την κάθοδο και την άνοδο της Περσεφόνης γίνεται χώρος ιερός, χώρος γένεσης και θανάτου, τέλους και αρχής, αέναος κύκλος αναγέννησης, συνδέοντας τη γη, τη φύση και το επέκεινα σε έναν ολοκληρωμένο κύκλο.

Οι γλυπτές απεικονίσεις, τα αναθήματα και οι επιγραφικές μαρτυρίες από τον αρχαιολογικό χώρο και το Μουσείο της Ελευσίνας μαρτυρούν και προβάλλουν τη διττή υπόσταση της Δήμητρας, καθώς και τον λατρευτικό συγκρητισμό της θεάς με γνωστές γονιμικές και χθόνιες θεότητες, όπως ήταν η Κόρη, η Εκάτη, η μητέρα των θεών-Κυβέλη. 

Μαρμάρινα αναθήματα στις θεές Δήμητρα και Κόρη
Μαρμάρινα αναθήματα στις θεές Δήμητρα και Κόρη

              

 Ιστορίες Γυναικών στο Αρχαιολογικό μουσείο Ελευσίνας

 

Μαρμάριες αναθηματικές δάδες από το Τελεστήριο και η Δήμητρα της Ελευσίνας
Μαρμάριες αναθηματικές δάδες από το Τελεστήριο και η Δήμητρα της Ελευσίνας

 

Η  «Φεύγουσα» Κόρη   

Μαρμάρινο άγαλμα γυναίκας, η «Φεύγουσα» Κόρη με χαρακτηριστική κίνηση (πρώτες δεκαετίες 5ου αιώνα π.Χ.)
Μαρμάρινο άγαλμα γυναίκας, η «Φεύγουσα» Κόρη με χαρακτηριστική κίνηση (πρώτες δεκαετίες 5ου αιώνα π.Χ.)

Το μικρό μαρμάρινο άγαλμα γυναικείας μορφής με έντονη και ορμητική κίνηση προς τα αριστερά, προέρχεται από το χαμένο αέτωμα ενός μικρού οικοδομήματος, πιθανότατα από το αρχαϊκό κτήριο στον περίβολο της λεγόμενης «Ιεράς Οικίας».  Η θεματολογία του αετώματος σχετίζεται εύλογα με τον ελευσινιακό μύθο,  πιθανότατα με την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα  ή την άνοδό της από το σκοτεινό βασίλειό του. 

 Το νεαρό κορίτσι με τον άζωστο πέπλο μπορεί να ταυτιστεί με την Περσεφόνη (Κόρη) που τρέχει με έντονη αγωνία να ξεφύγει από το απαγωγέα της ή με κάποια από τις φίλες της, τις Ωκεανίδες, που προσπαθούν να απομακρυνθούν από το θέαμα της βίαιης αρπαγής. Μία νεότερη θεωρία υποστηρίζει, πως απεικονίζεται η θεά Εκάτη, η οποία θα κρατούσε δύο ψηλές δάδες στα χέρια της για να φωτίσει τον δρόμο της Περσεφόνης, ώστε  εκείνη να  επιστρέψει όσο το δυνατόν γρηγορότερα από τον Κάτω Κόσμο. 

Η κίνηση του δεξιού ποδιού της μορφής σχηματίζει αλλεπάλληλες καμπύλες πτυχές στο ένδυμα ενώ το ιμάτιο είναι διπλωμένο στον δεξιό βραχίονα και θα τυλιγόταν στο αριστερό χέρι, το οποίο δεν έχει διασωθεί. Το διάδημα που στεφανώνει τα μαλλιά της είναι σημάδι υψηλής ή και θεϊκής καταγωγής. Στις οπές που διακρίνονται γύρω από την κόμη της ίσως να προσαρμόζονταν πρόσθετοι πλόκαμοι μαλλιών. Το ιδιαίτερα όμορφο και ήρεμο πρόσωπο της γυναικείας μορφής δικαιολογείται από την επιλογή του καλλιτέχνη να μην αποδώσει φυσιοκρατικά τα συναισθήματα του φόβου και της αγωνίας, αλλά να προβάλει τη νεανική ομορφιά της.

Το μικρό αυτό άγαλμα με την χαρακτηριστική κίνηση χρονολογείται στις πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ., στη μετάβαση από την γλυπτική των αρχαϊκών χρόνων στην τέχνη της Κλασικής εποχής.

 

Η αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα   

Ερυθρόμορφος σκύφος με την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα και με το όνομα της αναθέτριας (5ος π.Χ. αιώνας). Η μία όψη της παράστασης
Ερυθρόμορφος σκύφος με την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα και με το όνομα της αναθέτριας (5ος π.Χ. αιώνας). Η μία όψη της παράστασης

Στον μεγάλο ερυθρόμορφο σκύφο του αττικού εργαστηρίου (5ος αιώνας π.Χ.) απεικονίζεται η αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα. Η επιγραφή «Ανθίππη ανέθηκεν» στο κάτω τμήμα του αγγείου δηλώνει το όνομα της αναθέτριας.

Στην παράσταση ο Πλούτωνας γενειοφόρος και γυμνός στέκεται όρθιος στο άρμα του έχοντας αγκαλιάσει την όμορφη νεαρή Περσεφόνη, που μόλις έχει αρπάξει. Η κοπέλα που φοράει χιτώνα έχει περάσει το δεξί χέρι της στον λαιμό του απαγωγέα της σε μία προσπάθεια να συγκρατηθεί μέσα στην απρόσμενη και βίαιη φυγή ενώ απλώνει το αριστερό της χέρι σε μία κίνηση απελπισίας και έκκλησης για βοήθεια. Πάνω από τα άλογα του άρματος ίπταται ο υπαίτιος της απαγωγής, ο Έρωτας, την ταυτότητα του οποίου επιβεβαιώνει μία μικρή επιγραφή με λευκά γράμματα στα αριστερά του προσώπου του. Ο φτερωτός θεός κρατάει στο δεξί του χέρι ένα στεφάνι και στο αριστερό του μία δάδα, σύμβολο του Κάτω Κόσμου, στον οποίο βασιλεύει ο Πλούτωνας και εκεί θα οδηγήσει την Περσεφόνη. Στα δεξιά της παράστασης, μπροστά από το άρμα στέκει ο θεός Ερμής, ο οποίος, αφού συνόδευσε το ζευγάρι στην πύλη του Άδη, τους αποχαιρετά και φεύγει για τον Όλυμπο. Στα αριστερά του άρματος, οι δύο όμορφες γυναικείες μορφές ταυτίζονται με τις φίλες της Περσεφόνης που ήταν παρούσες στην απαγωγή της. 

 Ο ερυθρόμορφος σκύφος την δεύτερη όψη του
Ο ερυθρόμορφος σκύφος την δεύτερη όψη του

Η πιο αμφιλεγόμενη ταύτιση είναι εκείνη της γυναικείας μορφής, που απεικονίζεται στο κέντρο περίπου της παράστασης, επάνω από τους ίππους του άρματος. Η μορφή  μοιάζει να κρατάει σκήπτρο και για τον λόγο αυτό ταυτίστηκε με τη θεά Δήμητρα, κάτι το οποίο είναι παράταιρο, καθώς στον Ομηρικό Ύμνο δεν αναφέρεται ότι η μητέρα Δήμητρα ήταν παρούσα στην απαγωγή της κόρης της. Το πιο πιθανό είναι, η γυναικεία μορφή να ταυτίζεται με την θεά Εκάτη, που ήταν παρούσα στο γεγονός και η  οποία, όταν τελικά η Περσεφόνη επέστρεψε από τον Κάτω Κόσμο έγινε η αγαπημένη συνοδός της.

   

Η αγγελιοφόρος των θεών   

Μελανόμορφο αγγείο (τμήμα) του 5ου αιώνα π.Χ. με απεικόνιση της Ίριδας
Μελανόμορφο αγγείο (τμήμα) του 5ου αιώνα π.Χ. με απεικόνιση της Ίριδας

Στο σωζόμενο τμήμα από μελανόμορφο αγγείο του 5ου αιώνα π.Χ. απεικονίζεται η Ίριδα, η γυναικεία θεότητα που είχε αναλάβει τον ρόλο της αγγελιοφόρου των θεών, όπως ακριβώς και ο θεός Ερμής.  Στην παράσταση η νεαρή γοργοπόδαρη Ίριδα φοράει κοντό χιτώνα, έχει τα μαλλιά δεμένα και στους ώμους απλωμένες τις μεγάλες χρυσές φτερούγες της, σε μία προσπάθεια απόδοσης της έντονης κίνησής της, καθώς χρειάζεται να τρέξει γρήγορα για να φτάσει άμεσα στη Δήμητρα. Στο χέρι της κρατάει το κηρύκειο, που αποτελεί το σύμβολο του αγγελιοφόρου των θεών. 

Η Ίριδα στην αρχαιότητα ήταν μία δευτερεύουσα θεότητα του Ολύμπου, αναφερόμενη και ως μία από τις Άρπυιες. Ήταν φτερωτή και ορμητική σαν θύελλα, γνωστή ως πιστή και γοργοπόδαρη αγγελιοφόρος των θεών και πάντα απεικονίζεται με μεγάλες χρυσές φτερούγες. Μετέφερε το  «ιερό ύδωρ» από τις πηγές της Στύγας μέσα σε μία χρυσή υδροδόχη και στη διαδρομή που ακολουθούσε προς τον ουρανό εμφανίζονταν τα «χρώματα της Ίριδας», δηλαδή το ουράνιο τόξο, σύμβολο της ελπίδας και της αισιοδοξίας.

Στον μύθο της Δήμητρας, ο Δίας της αναθέτει να μεταπείσει την οργισμένη θεά και να σταματήσει τον λιμό, δυστυχώς όμως, η Ίριδα δεν κατάφερε να της αλλάξει γνώμη και έτσι ο Δίας στέλνει διαδοχικά τον έναν θεό μετά τον άλλο, επίσης χωρίς αποτέλεσμα.  Αναγκάζεται τότε να δώσει εντολή στον Ερμή, τον άνδρα-αγγελιοφόρο των θεών να κατέβει στο έρεβος του βασιλείου του Πλούτωνα και να επιστρέψει την Περσεφόνη στη μητέρα της.

 

Η επανένωση μητέρας – κόρης    

Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο Δήμητρας και Κόρης (μέσα 5ου π.Χ. αιώνα)
Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο Δήμητρας και Κόρης (μέσα 5ου π.Χ. αιώνα)

Στο μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο, που βρέθηκε στην περιοχή με τις οικίες των ιερέων στο ελευσινιακό ιερό από τον αρχαιολόγο Δ. Φίλιο το 1894 απεικονίζεται στα αριστερά η  Δήμητρα, επιβλητική να κάθεται σε θρόνο με υποπόδιο φορώντας χιτώνα, ιμάτιο και ψηλό πόλο στα μαλλιά και κρατώντας στο ένα της χέρι σκήπτρο και στο άλλο μία δέσμη με στάχυα.  Τα λυτά της μαλλιά πέφτουν στους ώμους ως ένδειξη της θλίψης της για τη χαμένη κόρη της. Προς την καθισμένη θεά προσέρχεται μία νεαρή γυναίκα που φοράει πέπλο και ιμάτιο, με τα μαλλιά επιμελώς δεμένα σε έναν κεφαλόδεσμο. Στα χέρια της κρατάει δύο δάδες, η μία σε οριζόντια θέση και η άλλη όρθια. Για τους περισσότερους μελετητές η όμορφη αυτή κοπέλα ταυτίζεται με την Περσεφόνη (Κόρη), που ανεβαίνει από το σκοτεινό βασίλειο του Άδη με τις δάδες της για να συναντηθεί με τη μητέρα της σε μία συγκινητική σκηνή επανένωσης.   Για κάποιους άλλους, η θλίψη που αποτυπώνεται στο πρόσωπο της Δήμητρας δεν ταιριάζει με τη χαρά της συνάντησης και θεωρούν, ότι η νεαρή μορφή είναι μία άλλη γυναικεία θεότητα που έχει θέση στον μύθο. 

Εκτός από τις δύο θεές στο δράμα, όπως περιγράφεται στον «Ομηρικό Ύμνο στη Δήμητρα» εμφανίζεται και η Εκάτη. Είναι εκείνη που άκουσε τις κραυγές της Περσεφόνης, εκείνη που συνάντησε τη Δήμητρα, της αποκάλυψε ό,τι γνώριζε και την βοήθησε στην αναζήτηση και στην εύρεση. Είναι η πρώτη, που συμμερίστηκε τη χαρά της επανένωσής τους και η πρώτη που αγκάλιασε την Περσεφόνη, όταν γύρισε από τον Κάτω Κόσμο. Από εκείνη τη χρονική στιγμή πήρε τον ρόλο του οδηγού της στο ταξίδι της μεταξύ των δύο κόσμων, καθώς και την ιδιότητα της χθόνιας θεότητας. Στην εικονογραφία συχνά παρουσιάζεται να κρατάει αναμμένες δάδες, όπως και στο συγκεκριμένο ανάγλυφο, όπου πλησιάζει τη σεβάσμια θεά Δήμητρα με ευλάβεια, κρατώντας τη μία από τις δύο δάδες χαμηλωμένη.

Εκτός από τη ταυτότητα της δαδοφόρου γυναίκας, διχογνωμία υπάρχει και για την χρονολόγηση του αναθηματικού αναγλύφου, καθώς άλλοι το εντάσσουν στον λεγόμενο «Αυστηρό Ρυθμό» (480/475 π.Χ.) και άλλοι στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. ως ένα επαρχιακό έργο, που δεν υιοθετεί τους νεωτερισμούς της εποχής.                                

 Πήλινος ερυθρόμορφος πίνακας με παράσταση της Δήμητρας και της Κόρης (4ος αιώνας π. Χ.)
Πήλινος ερυθρόμορφος πίνακας με παράσταση της Δήμητρας και της Κόρης (4ος αιώνας π. Χ.)

Το ιδιαίτερα αγαπητό θέμα της συνάντησης της μητέρας με την κόρη απεικονίζεται, επίσης, και στον πήλινο ερυθρόμορφο πίνακα με παράσταση της Δήμητρας και της Κόρης  που χρονολογείται στον 4ο αιώνα  π. Χ.   Στο δεξί τμήμα του πίνακα η θεά Δήμητρα κρατώντας στο χέρι σκήπτρο είναι καθισμένη στην «Αγέλαστο Πέτρα», με το κεφάλι στραμμένο και με έντονη την έκφραση της θλίψης στο πρόσωπό της. Τα μαλλιά της είναι λυτά σε ένδειξη πένθους για την απώλεια της πολυαγαπημένης της κόρης.

Στην αριστερή πλευρά του πίνακα προβάλλει μία νεανική μορφή με πιο ελαφριά ενδυμασία, φορώντας στεφάνι με λουλούδια στα μαλλιά και κρατώντας στα χέρια της δάδες. Πιθανότατα ταυτίζεται με την Περσεφόνη που φωτίζει τη διαδρομή της από το βασίλειο του Κάτω Κόσμου τρέχοντας να συναντήσει τη μητέρα της.

Το ενδιαφέρον της παράστασης, που εμφανώς τη διαφοροποιεί από τις αντίστοιχες της συνάντησης μητέρας-κόρης είναι ότι αποτυπώνει τη στιγμή ακριβώς πριν η Δήμητρα στρέψει το βλέμμα της στο άκουσμα της φωνής της Περσεφόνης και την αντικρύσει. Φαίνεται σαν να έχουμε δύο σκηνές του δράματος: την προηγούμενη απελπισία και την τεράστια θλίψη της μάνας που, ξαφνικά, μετατρέπεται στην απόλυτη χαρά της επανένωσης.

 

Η αποστολή του Τριπτόλεμου   

Μαρμάρινο ανάγλυφο σε μορφή ναΐσκου με την «Αποστολή του Τριπτόλεμου» (4ος π.Χ. αιώνας)
Μαρμάρινο ανάγλυφο σε μορφή ναΐσκου με την «Αποστολή του Τριπτόλεμου» (4ος π.Χ. αιώνας)

Η απεικόνιση της Δήμητρας και της Κόρης είναι πολύ συνηθισμένη σε αναθηματικά ανάγλυφα από τον 4ο αιώνα π.Χ. και μετά. Σε πολλά από αυτά το κεντρικό θέμα είναι η «Αποστολή του Τριπτόλεμου», μ ενός ήρωα, γιου του βασλιά της ελευσίνας Κελεού που συνδέεεται με τον μύθο της Δήμητρας και την διάδοση της καλλιέργειας της γης. Το μαρμάρινο ανάγλυφο έχει τη μορφή ενός ναΐσκου με στέγη, που στηρίζεται στα δύο άκρα με παραστάδες. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο τοποθετείται η σύνθεση. Ο Τριπτόλεμος σε νεαρή ηλικία, κρατώντας προφανώς ένα σκήπτρο με το υψωμένο αριστερό χέρι του είναι καθισμένος σε ένα άρμα σε σχήμα θρόνου, το οποίο σέρνουν φτερωτοί δράκοντες.

Η Δήμητρα, που φοράει χιτώνα και κοντό ιμάτιο με καλύπτρα κεφαλής στέκεται μπροστά από τον ήρωα και η Περσεφόνη πίσω του κρατώντας ψηλά αναμμένες δάδες. Είναι αδύνατο να προσδιορίσουμε εάν κρατάει κάτι η μητέρα της, ίσως όμως, να είχε στα χέρια της ένα λατρευτικό αγγείο, που θα χρησιμοποιούσε για να του δώσει την ευλογία της. 

Τις δύο θεές προσεγγίζουν τέσσερεις λατρευτές, πιθανότατα μέλη της οικογένειας, η οποία ανέθεσε το ανάγλυφο. Απεικονίζονται σε μικρότερη κλίμακα από τις άλλες μορφές, οι τρείς πρώτοι είναι άνδρες που φορούν ιμάτιο και ακολουθεί μία γυναίκα που φοράει χιτώνα και ιμάτιο. Πλησίον των πρώτων ανδρών απεικονίζεται και ένα μικρό παιδί.

Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε και πάλι την αντίθεση στην εμφάνιση των δύο θεαινών, της ώριμης Δήμητρας και της κομψότερης νεαρής Περσεφόνης, τα ατομικά χαρακτηριστικά και τη χωριστή διευθέτηση, καθώς και τις προφανείς διαφορές στην ποιότητα, που παρουσιάζουν τα ενδύματά τους.  Ο Τριπτόλεμος επίσης, παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα αντίθεση με τις γενειοφόρες απεικονίσεις του κυρίως σε αγγεία. Εδώ παρουσιάζεται σε νεαρή ηλικία, όπως και στο «Μεγάλο Ελευσινιακό Ανάγλυφο» και η νεανική του εμφάνιση θα μπορούσε να θεωρηθεί επιχείρημα, ότι απεικονίζεται η στιγμή της αναχώρησής του για την πραγμάτωση της υψηλής αποστολής.

 

Η ανάθεση της Νίννιον 

Πήλινος πίνακας με πομπή μυστών, ανάθημα της Νίννιον του 370 π.Χ. (αντίγραφο)
Πήλινος πίνακας με πομπή μυστών, ανάθημα της Νίννιον του 370 π.Χ. (αντίγραφο)

Ο πίνακας με πομπή μυστών (αντίγραφο), γύρω στο 370 π.Χ. έχει τη μορφή ναΐσκου με αέτωμα και οι πολυπρόσωπες ερυθρόμορφες παραστάσεις απεικονίζονται τόσο στο αέτωμα, όσο και στο κεντρικό ορθογώνιο πλαίσιο του. Στη βάση κάτω από την κεντρική παράσταση είναι χαραγμένη  η επιγραφή «Νίννιον τοĩν θεοĩν ἀνέθηκεν»  ( χαρακτηριστική η χρήση του δυϊκού αριθμού «τοĩν θεοĩν»).

Η κύρια παράσταση παρουσιάζεται σε δύο επίπεδα: Στο ανώτερο, στο δεξί άκρο  εικονίζεται μία καθισμένη γυναικεία μορφή, που κρατά σκήπτρο και ταυτίζεται με θεότητα. Προς αυτήν προσέρχεται μία άλλη θεϊκή γυναικεία μορφ,ή που κρατάει δύο δάδες ενώ την ακολουθεί ομάδα ανθρώπων στεφανωμένων με κλαδιά μυρτιάς και με επικεφαλής μία γυναίκα που έχει προσαρμοσμένο στο κεφάλι της το αποκλειστικό σκεύος της ελευσινιακής λατρείας τον λεγόμενο «κέρνο» ή «πλημμοχόη». Στο κατώτερο επίπεδο μία άλλη θεϊκή γυναικεία μορφή είναι καθισμένη και κρατάει σκήπτρο και φιάλη (αγγείο καθαρμών). Προς αυτήν προσέρχεται ένας δαδοφόρος νέος και μία ομάδα ανθρώπων (άνδρες, γυναίκες και παιδιά) με επικεφαλής πάλι μία γυναίκα που μεταφέρει επίσης «κέρνο» ή «πλημμοχόη». Τέλος στο αέτωμα απεικονίζεται ακόμα μία γυναίκα με τον ίδιο τύπο λατρευτικού  αγγείου, πλαισιωμένη από έναν άνδρα, μία γυναίκα και δύο έφηβους.

Παρά τις πολλές και διαφορετικές ερμηνείες των μελετητών, οι περισσότεροι συμφωνούν, ότι  ο πίνακας απεικονίζει την πέμπτη  ημέρα των Μεγάλων Ελευσίνιων Μυστηρίων, όταν φτάνουν στο Ιερό οι μύστες και τους υποδέχονται οι δύο θεές της Ελευσίνας: Η  Μητέρα-Δήμητρα στο άνω τμήμα και η Κόρη-Περσεφόνη στο κάτω.  Οι δύο δαδοφόρες μορφές ταυτίζονται με την Εκάτη και τον Ίακχο, που είχε την ιδιότητα του μυσταγωγού, δηλαδή του λειτουργού που προετοίμαζε και καθοδηγούσε τους υποψήφιους μύστες.

Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία πολλών γυναικών και η θέση τους είτε να ηγούνται της ιερής πομπής προς τις θεές είτε να βρίσκονται στο κέντρο της ομάδας των πιστών.

Η ταυτότητα της αναθέτριας έχει εγείρει επίσης, διάφορες υποθέσεις, καθώς η χρήση του ονόματός της σε ουδέτερο (το Νίννιον) χωρίς πατρωνυμικό, παραπέμπει σε υποκοριστικό που χρησιμοποιούσαν οι εταίρες. Το γεγονός, ότι συμμετείχαν εταίρες στις εορτές της Δήμητρας, τόσο στις αποκλειστικά γυναικείες, όπως τα Θεσμοφόρια, τα Αλώα, κ.ά., όσο και στα Ελευσίνια Μυστήρια, σε συνδυασμό με τη επιλογή του θέματος που προβάλλει τη γυναικεία μορφή ενισχύουν την πιθανότητα αυτής της θεωρίας. (Το πρωτότυπο έργο εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ως «Πίνακας της Νίννιον» ). 

 

Η πομπή των μυστών     

Μελανόμορφη λουτροφόρος με πομπή μυστών (τέλη 6ου αιώνα π.Χ.)
Μελανόμορφη λουτροφόρος με πομπή μυστών (τέλη 6ου αιώνα π.Χ.)

Η απεικόνιση της πομπής μυστών με την παρουσία γυναικών υπάρχει σε αρκετά, αττικά κυρίως, αγγεία, που αποκαλύφθηκαν στο ελευσινιακό ιερό. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι τελετές ήταν μυστηριακές και υπήρχε απαγόρευση για την κοινοποίηση του τελετουργικού τους. Οι απεικονίσεις λοιπόν, που παρατηρούμε σχετίζονται με κάποιες προκαταρκτικές τελετουργίες, που δεν καλύπτονταν από άκρα μυστικότητα, δεδομένου ότι η κοινοποίηση στοιχείων των Μυστηρίων επέσυρε όχι μόνο την οργή της θεάς αλλά και αυστηρές ποινές της αθηναϊκής πολιτείας.

Σε κάθε όψη του λαιμού αυτής της μελανόμορφης λουτροφόρου του τέλους του 6ου αιώνα  π.Χ. εικονίζεται πομπή τεσσάρων μορφών με προεξάρχοντα κάθε φορά έναν ιερέα. Η ιδιότητα του ιερέα, συγκεκριμένα Δαδούχου αναγνωρίζεται από την ενδυμασία του, έναν μακρύ, ζωσμένο στη μέση ερυθρό χιτώνα, καθώς και από τη δάδα που κρατά  στο αριστερό του χέρι.  Πίσω από τον ιερέα της μίας όψης ακολουθούν μία γυναικεία μορφή, μία ανδρική και ένα παιδί ενώ πίσω από τον ιερέα της άλλης όψης, δύο γυναίκες και ένα παιδί.                                

Η σκηνή της πομπής αποτυπώνει πιθανά μία ιεροπραξία, που προηγείται της μυστικής και απαγορευμένης στην απεικόνιση, διαδικασίας της μύησης ή απλά την άφιξη των υποψηφίων μυστών από την Αθήνα στο ελευσινιακό ιερό, διαμέσου της Ιεράς Οδού. Η ταύτιση των μορφών με μύστες ενισχύεται ιδιαίτερα από την γυναικεία μορφή που προχωρά με αργό, σεβάσμιο βηματισμό, φορώντας εορταστική ενδυμασία και στεφάνι από μυρτιά στο όμορφα μαλλιά της που πέφτουν στην πλάτη και στο στήθος. Στο δεξί της χέρι κρατάει ένα λεπτό ραβδί που ερμηνεύτηκε ως λατρευτικός «βάκχος» (δέσμη κλαδιών με κλιματόφυλλα), τον οποίον κρατούσαν οι συμμετέχοντες στα Μυστήρια.

 

Μητέρα και Κόρη

Πήλινος μελανόμορφος πίνακας (τμήμα) με δύο γυναικείες μορφές, Δήμητρα και Κόρη (μέσα 6ου π.Χ. αιώνα)
Πήλινος μελανόμορφος πίνακας (τμήμα) με δύο γυναικείες μορφές, Δήμητρα και Κόρη (μέσα 6ου π.Χ. αιώνα)

Στα τέλη του 8ου και τον 7ο αιώνα π.Χ. τοποθετούνται οι πρώτες ασφαλείς αρχαιολογικές μαρτυρίες για τη λατρεία της θεάς στην Ελευσίνα. Πρόκειται για ειδώλια, πινακίδια, αγγεία και άλλες προσφορές που ρίχτηκαν σε τελετουργικές πυρές (εναγισμούς). Αυτές οι συμβολικές «θυσίες» γίνονταν σε κοινή θέα στο χώρο του ιερού, για να φροντίσει η χθόνια θεά για τη γονιμότητα της γης και των γυναικών. Σταμάτησαν σταδιακά στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., όταν η λατρεία είχε αποκτήσει πλέον μυστηριακό χαρακτήρα και έδινε έμφαση στη μυστικότητα της μύησης και στην ιδέα της μετά θάνατον ευτυχίας.  Η προέλευση των προσφορών δείχνει ότι η ελευσινιακή λατρεία είχε από νωρίς απήχηση σε γειτονικές περιοχές της Αττικής.

Στο σωζόμενο τμήμα του πήλινου μελανόμορφου πίνακα απεικονίζονται δύο όρθιες, αντιμέτωπες γυναικείες μορφές, που σώζονται περίπου έως τη μέση. Φορούν και οι δύο πέπλο με απόπτυγμα στη μέση, περιδέραιο στον λαιμό, υψηλό πόλο στο κεφάλι και τα μακριά μαύρα μαλλιά τους πέφτουν στους ώμους και την πλάτη σε ξεχωριστούς βοστρύχους. Η αριστερή μορφή κοιτάζει χαμογελαστή και έχει τα χέρια κατεβασμένα προς τα εμπρός ενώ η δεξιά υψώνει το δεξί χέρι ενώ το αριστερό είναι λυγισμένο στη μέση της. Οι εγχαράξεις των μορφών είναι ελαφρές, τα γυμνά μέρη του σώματος δηλώνονται με  έντονο  επίθετο λευκό χρώμα, οι πέπλοι με ιώδες και οι πόλοι με ταινίες λευκού και ιώδους.

Ο αρχικά καστανέρυθρος πηλός του πίνακα έχει αποκτήσει ένα τεφρό χρώμα, το οποίο οφείλεται στο γεγονός ότι βρέθηκε μέσα σε μία από τις τελετουργικές πυρές θυσιών. Η θέση εύρεσης σε συνδυασμό με τους υψηλούς πόλους που φορούν οι μορφές στο κεφάλι, οι οποίοι σχετίζονται με θεϊκές ιδιότητες ενισχύουν την ταύτισή τους με τη Δήμητρα και την Περσεφόνη.  Η μορφή με το ένα χέρι λυγισμένο και το άλλο υψωμένο σε χειρονομία χαιρετισμού ή μητρικής συμβουλής πιθανότατα είναι η θεά Δήμητρα ενώ η άλλη,  με τα κατεβασμένα χέρια και το μειδίαμα είναι η νεαρή Κόρη. 

Ο πίνακας, που αποδίδεται στο εργαστήριο του Ζωγράφου της Ελευσίνας χρονολογείται στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. και αποτελεί μία από τις αρχαιότερες απεικονίσεις των δύο θεοτήτων μαζί, ως μητέρα και κόρη ή ως γυναίκα στη νεαρή και στην ώριμη ηλικία της.

 

Αφιερώματα, πράξη πίστης

Πήλινο επίνητρο με παράσταση αμαζόνων (5ος αιώνας π.Χ.)
Πήλινο επίνητρο με παράσταση αμαζόνων (5ος αιώνας π.Χ.)

 

Η προσφορά αναθημάτων (αφιερωμάτων) στις θεές ήταν μια πράξη πίστης. Μεμονωμένα άτομα, ομάδες ή και ολόκληρες πόλεις ζητούσαν τη βοήθειά τους ή εξέφραζαν ευγνωμοσύνη για την έκβαση της σοδειάς, της γέννας, μιας ασθένειας, του πολέμου κ.ά. Ανάλογα με το κίνητρο και τη δυνατότητα καθενός, το ανάθημα μπορεί να ήταν ένα μικρό αγγείο, ένα ειδώλιο ή ένα μαρμάρινο άγαλμα, ένα ανάγλυφο, ακόμη και ένας ολόκληρος ναός. Πολλά ήταν από ξύλο, ύφασμα ή δέρμα, που σπάνια διατηρούνται. Άλλα πάλι, από μέταλλα και πολύτιμες ύλες, τα μεταποιούσαν και τα χρησιμοποιούσαν οι μεταγενέστεροι λόγω της αξίας τους.

Πιο ανθεκτικά ήταν τα λίθινα αναθήματα, που ήταν και πολυδάπανα, λόγω της ύλης και της τέχνης τους. Τα αρχαιότερα λίθινα αναθήματα που βρέθηκαν στο ιερό είναι της Αρχαϊκής περιόδου (6ο αιώνας  π.Χ.). Καθώς βρέθηκαν όμως, κατά τα πρώτα χρόνια των ανασκαφών, προτού κατασκευαστεί το μουσείο, μεταφέρθηκαν στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (τμήματα από επτά μαρμάρινες Κόρες και μία ανδρική κεφαλή). 

Τα γλυπτά, ολόγλυφα αγάλματα και ανάγλυφα θα πρέπει να τα φανταστούμε να στέκονται στον υπαίθριο χώρο του ιερού, δεξιά και αριστερά από την Πομπική Οδό  και στην αυλή του Τελεστηρίου επιδεικνύοντας έτσι και την κοινωνική τάξη του αναθέτη.

Η πλειονότητα των μαρμάρινων αναθηματικών αναγλύφων χρονολογούνται στον 4ο αιώνα π.Χ. Το γεγονός αυτό αντανακλά τη γενικότερη τάση της εποχής να ανατίθενται αφιερώματα αυτού του είδους σε ιερά θεών, η οποία ενδεχομένως συνδέεται με μια αύξηση της θρησκευτικότητας στην Αττική μετά τον οδυνηρό Πελοποννησιακό πόλεμο. Αντανακλά όμως, και την αυξημένη αίγλη του Ιερού της Δήμητρας εκείνη την εποχή.

Τα πήλινα αφιερώματα συχνά προσφέρονταν για το περιεχόμενό τους ή είχαν συμβολική και αισθητική αξία. Νικητές των Παναθηναϊκών αγώνων αφιέρωσαν έτσι,στις θεές τα ακριβά έπαθλα τους, αμφορείς με λάδι. Αρκετά επίσης προέρχονταν από τον γυναικείο κόσμο, όπως οι πυξίδες, κουτιά για είδη καλλωπισμού,  τα επίνητρα, που τα ακουμπούσαν στο μηρό για να ξαίνουν το μαλλί, οι λουτροφόροι και οι γαμικοί λέβητες, που τους χρησιμοποιούσαν σε γαμήλιες τελετές.

Πήλινο επίνητρο (δεύτερη όψη) με παράσταση αμαζόνων (5ος αιώνας π.Χ.)
Πήλινο επίνητρο (δεύτερη όψη) με παράσταση αμαζόνων (5ος αιώνας π.Χ.)

Στο πήλινο αυτό επίνητρο απεικονίζεται ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον και ασυνήθιστο θέμα. Στο μακρόστενο μέρος του διακρίνονται τρεις οριζόντιες ζώνες. Η μεσαία κοσμείται με φολίδες και οι πλαϊνές με Αμαζόνες, που ετοιμάζονται για πολεμική εξόρμηση.  Η μία από αυτές έχει ζωστεί το ξίφος της, κρατά στο ένα χέρι δύο δόρατα και στο άλλο σάλπιγγα με την οποία παιανίζει, πιθανότατα ένα πολεμικό τραγούδι για να ενισχύσει τις συμπολεμίστριες της. Τα γράμματα γύρω από τις Αμαζόνες θεωρείται ότι αποδίδουν τη μουσική του εμβατηρίου.  Το επίνητρο χρονολογείται στον 5ο αιώνα π. Χ. και αποδίδεται στον λεγόμενο «Ζωγράφο της Σαπφούς».

Είναι σίγουρα αξιοσημείωτο πάντως, πώς ένα αντικείμενο που σχετίζεται αποκλειστικά με τη γυναικεία οικιακή εργασία είναι διακοσμημένο με γυναίκες – Αμαζόνες, έτοιμες να ριχτούν στη μάχη. Ίσως η λειτουργία του αντικειμένου αποκλειστικά ως ανάθημα (αφιέρωμα) σε ένα ισχυρό γυναικείο ιερό, όπως ήταν το Ελευσινιακό, να αποτελεί την απάντηση σε αυτό το ερώτημα ή απλά ο καλλιτέχνης να θαύμαζε την ικανότητα των γυναικών σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς.

 

Γυναικεία σύναξη

Μελανόμορφος γαμικός λέβητας (6ος αιώνας π.Χ.)
Μελανόμορφος γαμικός λέβητας (6ος αιώνας π.Χ.)

Στο σωζόμενο τμήμα του αττικού μελανόμορφου γαμικού λέβητα που χρονολογείται στον 6ο αιώνα π. Χ., απεικονίζονται πέντε γυναικείες μορφές που έχουν χωριστεί σε δύο ομάδες των τριών και των δύο μορφών αντίστοιχα.  Στην πρώτη ομάδα οι τρεις γυναίκες είναι καθιστές και συνομιλούν με χαρακτηριστικές χειρονομίες. Στη δεύτερη ομάδα, η μία είναι καθιστή ενώ η άλλη έχει σηκωθεί από το κάθισμά της και στέκεται όρθια μπροστά της. H μορφή αυτή διαφοροποιείται από τις άλλες, καθώς φοράει διαφορετικό ένδυμα, έναν ζωσμένο χιτώνα και έχει διαφορετική κόμμωση. Πιθανότατα απεικονίζει μία γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, που καταγίνεται με το γνέψιμο του μαλλιού και μαθαίνει στις νεότερες τη διαδικασία.

Αρκετοί μελετητές πιστεύουν, πως η σκηνή  δεν διαδραματίζεται  σε κάποια οικία αλλά σε ένα ιερό (Θεσμοφόριο) και πως η γυναικεία σύναξη παραπέμπει στα λεγόμενα  Θεσμοφόρια.  Επρόκειτο για μία κατεξοχήν γυναικεία εορτή της θεάς Δήμητρας, κατά τη διάρκεια της οποίας οι γυναίκες έμεναν τρεις ολόκληρες ημέρες εκτός του οίκου τους και της κυριαρχίας των συζύγων τους, έκαναν συγκεκριμένες τελετουργίες και ασχολούνταν μόνο με γυναικεία θέματα. 

Οι έντονες χειρονομίες των μορφών του αγγείου παραπέμπουν, ίσως στα σκωπτικά πειράγματα, που ελεύθερα και χωρίς κοινωνικούς περιορισμούς αντάλλασσαν μεταξύ τους οι γυναίκες που συμμετείχαν στην εορτή των Θεσμοφορίων. Ο αποκλεισμός των αντρών από τη γιορτή σχολιάστηκε από τον Αριστοφάνη στη γνωστή του κωμωδία  «Θεσμοφοριάζουσαι».

 

Τα αναθηματικά ανάγλυφα στον τύπο των «νεκρόδειπνων»  

Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο με παράσταση Πλούτωνα και Περσεφόνης (4ος π.Χ. αιώνας)
Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο με παράσταση Πλούτωνα και Περσεφόνης (4ος π.Χ. αιώνας)

Τα δύο μαρμάρινα αναθηματικά ανάγλυφα απεικονίζουν το βασιλικό ζευγάρι του Κάτω Κόσμου, τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη και χρονολογούνται στον 4ο αιώνα π.Χ.

Στο πρώτο ανάγλυφο ο γενειοφόρος συμποσιαστής, που ταυτίζεται με τον Πλούτωνα κρατά στο υψωμένο δεξί χέρι το κέρας της αφθονίας, το χαρακτηριστικό του σύμβολο ενώ με το αριστερό στηρίζεται στο προσκέφαλο του ανάκλιντρου. Η γυναικεία μορφή που κάθεται απέναντι του και ταυτίζεται με την Περσεφόνη σηκώνει με το χέρι της το πέπλο, που καλύπτει το κεφάλι της, σε μία κίνηση αποκάλυψης. Πίσω τους απεικονίζεται ένας υπηρέτης – οινοχόος και στο άκρο της παράστασης ο αναθέτης, ο οποίος προσέρχεται προς το θεϊκό ζευγάρι κρατώντας ένα θεατρικό προσωπείο που δηλώνει την ιδιότητά του.

Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο με τον Πλούτωνα, την Περσεφόνη και ικέτες (4ος π.Χ. αιώνας)
Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο με τον Πλούτωνα, την Περσεφόνη και ικέτες (4ος π.Χ. αιώνας)

Στο δεύτερο ανάγλυφο ο γενειοφόρος συμποσιαστής, ο Πλούτωνας εικονίζεται μισοξαπλωμένος στο ανάκλιντρο να κρατά το κέρας της αφθονίας στο υψωμένο δεξί χέρι και μία φιάλη (αγγείο καθαρμού) στο αριστερό. Στο κεφάλι του φορά πόλο, που υποδηλώνει τη βασιλική και θεϊκή του ιδιότητα. Η γυναικεία μορφή, η σύζυγός του Περσεφόνη βρίσκεται καθισμένη απέναντι του  και κρατά στα χέρια ένα κιβωτίδιο. Ακολουθούν, σε μικρότερη κλίμακα σεβίζοντες (με κεκλιμένη κεφαλή)  ιματιοφόροι ικέτες ενώ ένας νεαρός οινοχόος παριστάνεται ανάγλυφα πάνω στην παραστάδα να προσφέρει οίνο στον Πλούτωνα από έναν μεγάλο κρατήρα.

Το ενδιαφέρον στα ανάγλυφα αυτά είναι, ότι η Περσεφόνη παρουσιάζεται ως βασίλισσα του Κάτω Κόσμου, σύζυγος πια του Πλούτωνα, δεμένη σε ιερό γάμο. Το νεαρό κορίτσι, η κόρη που ήταν αχώριστη με τη μητέρα της έχει πλέον αποκτήσει και τη χθόνια θεϊκή ιδιότητα, που της επιτρέπει να κινείται μεταξύ του Πάνω και του Κάτω Κόσμου. 

 

Η Καρυάτιδα των Μικρών Προπυλαίων       

 Η Καρυάτιδα «Κιστοφόρος», άγαλμα των Μικρών Προπυλαίων (δεύτερο μισό 1ου αιώνα π.Χ.)
Η Καρυάτιδα «Κιστοφόρος», άγαλμα των Μικρών Προπυλαίων (δεύτερο μισό 1ου αιώνα π.Χ.)

Το υπερφυσικού μεγέθους άγαλμα Κόρης είναι η μία από τις δύο Καρυάτιδες του οικοδομήματος των Μικρών Προπυλαίων του Ελευσινιακού Ιερού. Με βάση την επιγραφή στο επιστύλιο του εξωτερικού (βόρειου) προστώου βεβαιώνεται η ανάθεση των Μικρών Προπυλαίων από τον πλούσιο ρωμαίο συγκλητικό  Άπιους Κλάουντιους Πούλκερ και η ολοκλήρωση της κατασκευής τους στο δεύτερο ήμισυ του 1ου αιώνα π.Χ.  Οι δύο Καρυάτιδες στήριζαν τη μαρμάρινη φατνωματική οροφή του εσωτερικού (νότιου) προστώου και λειτουργούσαν ως ενσωματωμένα δομικά στοιχεία με διακοσμητικό ρόλο, μιας και τα νώτα τους εφάπτονταν στις απολήξεις παραστάδων που ξεκινούσαν από το θυραίο άνοιγμα.

Η μία Καρυάτιδα που εκτίθεται σήμερα στο μουσείο του αρχαιολογικού χώρου απεικονίζει μία νεαρή γυναίκα που φέρει στο κεφάλι της την ιερή κίστη, το κιβώτιο στο οποίο φυλάσσονταν και μεταφέρονταν τα ιερά αντικείμενα της ελευσινιακής λατρείας, και για τον λόγο αυτό είναι γνωστή και με την ονομασία «Κιστοφόρος». Επάνω στην κίστη απεικονίζονται ανάγλυφα τα σημαντικότερα λατρευτικά σύμβολα: Στάχυα, ρόδακες και το χαρακτηριστικό αγγείο με την ονομασία «κέρνος» στο κέντρο. Η μορφή φορά χιτώνα ζωσμένο σταυρωτά στο στήθος με ιμάντες, στο κέντρο των οποίων υπάρχει ένα γοργόνειο ( κεφάλι Μέδουσας), στοιχείο αποτροπαϊκό εναντίον κάθε κακού. 

Για το τι απεικόνιζαν οι δύο Καρυάτιδες έχουν διατυπωθεί αρκετές υποθέσεις από τους μελετητές. Η πιο πιθανή εκδοχή είναι, ότι στις μορφές τους αποτυπώνονται μέλη του  ιερατικού προσωπικού, που είχαν επιφορτιστεί να μεταφέρουν τις κίστες με τα ιερά λατρευτικά αντικείμενα κατά τη μυστηριακή πομπή.  Σε επίπεδο σκηνογραφίας και τελετουργικής εμπειρίας, η θέση τους στα Προπύλαια που διαχώριζαν τον ιερό χώρο του Τελεστηρίου από την κοσμική ζωή, την οποία θα συνέχιζαν οι μύστες μετά την ολοκλήρωση της μύησης λειτουργούσε ως μία τελευταία υπενθύμιση της ιεροπραξίας που προηγήθηκε, καθώς και του όρκου για τη διαφύλαξη της μυστικότητας.

 

 Η κλεμμένη Καρυάτιδα της Ελευσίνας

Καρυάτιδα «Κιστοφόρος» (δεύτερο μισό 1ου αιώνα π.Χ.), όπως εκτίθεται στο Μουσείο Φιτζγουίλιαμ
Καρυάτιδα «Κιστοφόρος» (δεύτερο μισό 1ου αιώνα π.Χ.), όπως εκτίθεται στο Μουσείο Φιτζγουίλιαμ

Για πολλά χρόνια το γλυπτό της Καρυάτιδας πεσμένο στο χώμα ήταν ορατό μέσα στο χωριό της Ελευσίνας, που κτίστηκε πάνω στα ερείπια του αρχαίου ιερού. Ήταν τρεις φορές περίπου το μέγεθος του ανθρώπου, σωζόταν μέχρι τη μέση, είχε το πρόσωπο φθαρμένο από τις λεηλασίες και έφερε πάνω στο κεφάλι την «κίστη» με τα ελευσινιακά σύμβολα. Οι κάτοικοι, βοσκοί και γεωργοί οι περισσότεροι το είχαν ενσωματώσει στη ζωή τους, το λάτρευαν, καθώς θεωρούσαν ότι ευλογούσε τη γη και τα ζώα τους και το ονόμαζαν «Αγία Δήμητρα». 

Το 1801 ο Βρετανός Edward D. Clarke έχοντας φτιάξει τη δική του επιχείρηση συλλογής αρχαιοτήτων ήρθε στην Ελευσίνα και παρά τις αντίθετες διαθέσεις των κατοίκων θέλησε να το μεταφέρει στην Αγγλία. Ο ίδιος ο Ε. Κλαρκ περιγράφει : «Αφού γυρίσαμε από τον Μοριά, βρήκα τη θεά θαμμένη σ’ ένα σωρό κοπριά μέχρι τ’ αφτιά. Οι βοσκοί της Ελευσίνας και μόνο που έλεγα ότι θα τη μεταφέρω, με κοιτούσαν σαν να επρόκειτο να βγάλω το φεγγάρι από την τροχιά του. Τι θα γινόταν το καλαμπόκι τους, έλεγαν, αν έπαιρναν τη γριά με το καλάθι της; Πήγα στην Αθήνα και έκανα αίτηση στον Πασά και βοήθησα το αίτημά μου γλιστρώντας ένα εγγλέζικο τηλεσκόπιο στα δάχτυλά του. Η δουλειά έγινε και ξεκίνησα για την Ελευσίνα, με τη συνοδεία ενός Τούρκου αξιωματούχου».

Το προηγούμενο βράδυ της μεταφοράς συνέβη ένα ατύχημα, που παρά λίγο να βάλει τέλος στο εγχείρημα. Ξαφνικά ένα βόδι που είχε λυθεί από τον ζυγό του ήρθε και στάθηκε μπροστά στο άγαλμα και αφού το χτύπησε για λίγη ώρα με τα κέρατά του, έφυγε τρέχοντας και μουγκρίζοντας προς τον κάμπο της Ελευσίνας. 

Για τους ντόπιους αυτό ήταν ένα προειδοποιητικό σημάδι, ότι θα έπαυε η γονιμότητα της γης τους. Στη συνέχεια πάντως, αυτοί οι ενδοιασμοί κάμφθηκαν και, έπειτα από το πρώτο χτύπημα που δόθηκε από τον ιερέα της Ελευσίνας, η Καρυάτιδα βγήκε από το χώμα και μεταφέρθηκε στο λιμάνι. 

Στο δρόμο της επιστροφής, σ΄ ένα παράξενο παιχνίδι της τύχης, το πλοίο βούλιαξε λίγο έξω από τις ακτές της Αγγλίας. Το γλυπτό ανασύρθηκε και την 1η Ιουλίου του 1803 τοποθετήθηκε στη Βιβλιοθήκη του Μουσείου Φιτζγουίλιαμ του Κέιμπριτζ.

 

Η Περσεφόνη εξαγνίζει νεαρό μύστη

Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο με απεικόνιση της Περσεφόνης ως ιέρειας με την ιδιότητα της Υδρανού (τέλος 5ου αιώνα π.Χ.)
Μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο με απεικόνιση της Περσεφόνης ως ιέρειας με την ιδιότητα της Υδρανού (τέλος 5ου αιώνα π.Χ.)

Ο Υδρανός ήταν αξιωματούχος επιφορτισμένος με τον καθαρμό των πιστών.  Ο Ησύχιος τον αποκαλεί «καθαρτήρα των Ελευσίνιων Μυστηρίων». Στα πρώτα χρόνια, όταν ο αριθμός των πιστών ήταν σχετικά μικρός είναι πιθανό η διαδικασία του καθαρμού να γινόταν προσωπικά από τον Υδρανό, ο οποίος θα ράντιζε με νερό τους μύστες. Όταν ο αριθμός των πιστών αυξήθηκε, θα ήταν πρακτικά δύσκολο ή αδύνατο να υπάρχει ατομικός καθαρμός. Τότε ίσως, να έγινε η επιλογή του μαζικού καθαρμού στη θάλασσα, που αποτελούσε τη βασική τελετουργία κατά τη δεύτερη ημέρα των Μυστηρίων. Η Έλασις (πορεία),  που τελούνταν εκείνη τη μέρα περιλάμβανε τη μετάβαση των μυστών («Άλαδε μύσται») στη θάλασσα του Φαλήρου ή του Πειραιά. Εκεί εξαγνίζονταν με καθαρτήριο λουτρό, οι ίδιοι και τα ζώα που επρόκειτο να θυσιάσουν. 

Στο μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο του τέλους του 5ου αιώνα  π.Χ. απεικονίζεται η ίδια η Περσεφόνη ως ιέρεια, με την ιδιότητα της Υδρανού να εξαγνίζει νεαρό μύστη. Η θεά, μεγαλόπρεπη στέκεται όρθια, κατ’ ενώπιον και είναι ενδεδυμένη με μακρύ χιτώνα, που αφήνει ακάλυπτο τον δεξιό ώμο, καθώς και με ιμάτιο, που πέφτει από τον αριστερό ώμο και καλύπτει την αντίστοιχη πλευρά του στήθους. Με το δεξί χέρι της κρατάει  μια φιάλη με την οποία ραντίζει με νερό ένα γυμνό νεαρό. Η φιάλη, ένα ρηχό αγγείο χρησιμοποιούμενο ιδίως για λατρευτικές σπονδές ήταν κατασκευασμένο από ένα διαφορετικό κομμάτι μαρμάρου ή από κάποιο άλλο υλικό και έχει χαθεί.  Ο μύστης δίπλα της εικονίζεται σε μικρή κλίμακα όπως αρμόζει σε ένα θνητό. 

Αυτή η διαφορά κλίμακας στην απόδοση των μορφών μειώνει σχετικά τη χάρη της σύνθεσης. Το ενδιαφέρον του ανάγλυφου έγκειται σαφέστατα στις πληροφορίες, που παρέχει σχετικά με την τελετή του καθαρμού, η οποία ήταν ιδιαίτερα σημαντική για την επακόλουθη διαδικασία της μύησης.

 

Οι Κόρες  της Ελευσίνας

Άγαλμα λεκανηφόρου Κόρης από την είσοδο του Τελεστηρίου (4ος αιώνας π.Χ.)
Άγαλμα λεκανηφόρου Κόρης από την είσοδο του Τελεστηρίου (4ος αιώνας π.Χ.)

Στις εισόδους  του Τελεστηρίου, του ιερότερου οικοδομήματος του Ελευσινιακού Ιερού, εντός του οποίου γινόταν η λατρευτική διαδικασία της μύησης ήταν τοποθετημένα ζεύγη αγαλμάτων Κορών, που φέρουν ενσωματωμένες λεκάνες και  λειτουργούσαν ως περιρραντήρια. Η βασική χρήση των περιρραντηρίων στα ιερά ήταν  η «περίρρανσις», δηλαδή η ύγρανση των χεριών και του προσώπου με ύδωρ, με σκοπό την κάθαρση και την απομάκρυνση κάποιου μιάσματος. Η διαδικασία αυτή ήταν καθαρά συμβολική και άμεσα συνδεδεμένη με την κάθαρση της ψυχής των συμμετεχόντων στις ιεροπραξίες. Αυτές οι γυναικείες ιστάμενες μορφές ίσως απεικόνιζαν τις θεές, πιο πιθανό όμως, είναι να απεικονίζουν ιέρειες, οι οποίες ήταν επιφορτισμένες με τη φροντίδα του καθαρμού και του εξαγνισμού των πιστών.

Άγαλμα λεκανηφόρου Κόρης της Ρωμαϊκής εποχής
Άγαλμα λεκανηφόρου Κόρης της Ρωμαϊκής εποχής

Το άγαλμα λεκανηφόρου Κόρης που χρονολογείται στον 4ο αιώνα  π.Χ. σώζεται ελλιπές ως προς το κεφάλι, τον λαιμό και τα χέρια, τα οποία ήταν ένθετα από διαφορετικό τμήμα μαρμάρου. Μία μεγάλη οπή, που διακρίνεται στο κέντρο του σώματος χρησίμευε για την τοποθέτηση της μαρμάρινης λεκάνης.  Η επιτήδευση στην απόδοση των πτυχών και κάποια άλλα στοιχεία καταδεικνύουν μία σκόπιμη αρχαϊστική απόδοση. Στη βάση του αγάλματος – περιρραντηρίου σώζεται επιγραφή που μας πληροφορεί ότι αποτελεί ανάθημα (αφιέρωμα) του Δήμου των Αθηναίων στις δύο θεές.                          

Το δεύτερο άγαλμα λεκανηφόρου Κόρης χρονολογείται σαφέστατα στη Ρωμαϊκή περίοδο. Η αρχαϊστική εκζήτηση, σε μια προσπάθεια μίμησης του παλαιού είναι ιδιαίτερα φανερή στην έντονη πτυχολογία του ενδύματος, στην αναδίπλωση του ιματίου που περνά διαγώνια πάνω από το στήθος, καθώς και στην απόδοση των βοστρύχων των μαλλιών.

Η Δήμητρα της Ελευσίνας  

Άγαλμα της θεάς Δήμητρας υψηλής καλλιτεχνικής αξίας (δεύτερο μισό 5ου π.Χ. αιώνα)
Άγαλμα της θεάς Δήμητρας υψηλής καλλιτεχνικής αξίας (δεύτερο μισό 5ου π.Χ. αιώνα)

Μαρμάρινο άγαλμα της θεάς Δήμητρας, που στέκεται όρθια και στηρίζεται στο δεξί σκέλος της ενώ το αριστερό φαίνεται λυγισμένο από το γόνατο και προς τα πίσω. Είναι ενδεδυμένη με πέπλο ζωσμένο στη μέση και ιμάτιο. Προφανώς εικονιζόταν να σηκώνει με το αριστερό της χέρι την άκρη του ιματίου πάνω από τον αριστερό της ώμο ενώ το δεξί της χέρι πρέπει να εκτεινόταν κατά μήκος της πλευράς του σώματος και ίσως με αυτό να κρατούσε την άκρη του ιματίου της. Από το σωζόμενο τμήμα του λαιμού φαίνεται, ότι το κεφάλι ήταν στραμμένο ελαφρώς προς τα αριστερά και ότι η θεά είχε τα μαλλιά της δεμένα.

Η «Δήμητρα της Ελευσίνας», όπως είναι γνωστό το άγαλμα θεωρείται χαρακτηριστικό  έργο της γλυπτικής του δευτέρου μισού του 5ου αιώνα  π.Χ., την εποχή που ακμάζει ο λεγόμενος «Πλούσιος Ρυθμός». Ο τρόπος με τον οποίο πέφτει ο πέπλος κάτω από τη μέση σε βαθιές παράλληλες αυλακώσεις, που έρχονται σε αντίθεση με τη λεπτή απόδοση των πτυχών πάνω στο στήθος, η άνετη στάση και η ανάσα ζωής που φαίνεται να ζωντανεύει το μάρμαρο, η ποιότητα του πέπλου, ο οποίος δεν είναι διαφανής και όμως επιτρέπει να διαφανεί η πλαστικότητα του σώματος, ανήκουν στα χαρακτηριστικά αυτού του ρυθμού.

Το άγαλμα, λόγω της υψηλής καλλιτεχνικής του αξίας  αποδόθηκε αρχικά στον γλύπτη Αγοράκριτο από  την Πάρο, μαθητή του Φειδία. Το πιθανότερο, όμως είναι, ότι δεν πρόκειται για δημιουργία του ίδιου αλλά κάποιου γλύπτη που ανήκε στο εργαστήριο του.

Η πίσω όψη του αγάλματος δεν είναι ιδιαίτερα καλά δουλεμένη. Έτσι εικάζεται ότι ήταν τοποθετημένο σε κάποια κόγχη και φυσικά δεν αποτελούσε το κεντρικό λατρευτικό άγαλμα της θεάς στο ελευσινιακό ιερό. Τέλος, κάποιοι μελετητές υποστηρίζουν, ότι ήταν ανάθημα, ίσως των Αθηναίων για κάποια νίκη τους στον Πελοποννησιακό Πόλεμο.

 

Η γεφύρωση της λίμνης των Ρειτών   

Μαρμάρινο ανάγλυφο με το ψήφισμα της γεφύρωσης των Ρειτών (421 π.Χ.)
Μαρμάρινο ανάγλυφο με το ψήφισμα της γεφύρωσης των Ρειτών (421 π.Χ.)

Το 421 π.Χ. οι Αθηναίοι αποφάσισαν να κατασκευάσουν λίθινη γέφυρα στους  Ρειτούς (σημερινή λίμνη Κουμουνδούρου) για την ασφαλή μεταφορά των ιερών αντικειμένων της λατρείας. Το ψήφισμα για τη γεφύρωση των Ρειτών διασώθηκε σε μαρμάρινο ανάγλυφο. Το κείμενο επιστέφεται με ανάγλυφη παράσταση που απεικονίζει στα αριστερά τη θεά Δήμητρα να σηκώνει με χάρη τον πέπλο της πάνω από τον αριστερό της ώμο, ακολουθούμενη από την Περσεφόνη που κρατά δάδες. Στα δεξιά απεικονίζεται η θεά Αθηνά, η θεά της πόλης της Αθήνας, η οποία πάνοπλη και με το χαρακτηριστικό κράνος της, δίνει το δεξί της χέρι σε νεαρό άνδρα, πιθανότατα τον Τριπτόλεμο ή την προσωποποίηση του δήμου των Ελευσίνιων.

Τα Ελευσίνια Μυστήρια και η λατρεία της Δήμητρας  έδεναν στενά το άστυ, την Αθήνα, με τον δήμο της Ελευσίνας. Τα ιερά αντικείμενα, που φυλάσσονταν στο Τελεστήριο της Ελευσίνας, μεταφέρονταν σε κίστη (κιβώτιο) στην Αθήνα για να καθαγιάσουν το άστυ και φιλοξενούνταν προσωρινά στο «εν άστει Ελευσίνιο», ένα μικρό ιερό στη βόρεια πλαγιά της Ακρόπολης.Η θεά Αθηνά επίσης, είχε στον χαρακτήρα της στοιχεία συγγενή με τη θεά Δήμητρα. Εκείνη χάρισε στην Αθήνα την άλλη βασική τροφή  για την επιβίωση των ανθρώπων, την ελιά. Κυρίως όμως, γέννησε μέσα από τη γη της Αθήνας τον Εριχθόνιο, τον γενάρχη των Αθηναίων, με χαρακτηριστικά φιδιού, ο οποίος, στις παλαιότερες παραδόσεις ταυτιζόταν με τον Ερεχθέα.  Στην πόλη της Αθήνας, όμως, κυριάρχησε η λατρεία της Αθηνάς, γιατί  προσανατολίσθηκε περισσότερο στην προστασία της πόλης-κράτους και η θεά προβλήθηκε ως  Πρόμαχος της πόλης.

Οι θεμελιώδεις συγγένειες της λατρείας και στις δύο περιοχές, Αθήνα και Ελευσίνα, παρά τη διαμόρφωση διαφορετικής ιεράρχησης λειτούργησαν μέχρι το τέλος της αρχαιότητας ως ισχυρά ομογενοποιητικά στοιχεία των κατοίκων τους.    

  

Η Αθηνά μέσα από κάλυκα άνθους   

Μαρμάρινο γλυπτό της Ρωμαϊκής εποχής με την θεά Αθηνά να αναφύεται από κάλυκα άνθους
Μαρμάρινο γλυπτό της Ρωμαϊκής εποχής με την θεά Αθηνά να αναφύεται από κάλυκα άνθους

Το ιδιαίτερο αυτό γλυπτό που χρονολογείται στους ρωμαϊκούς χρόνους και πιθανότατα προέρχεται από κάποια επίστεψη απεικονίζει τη θεά Αθηνά να αναφύεται μέσα από τον κάλυκα ενός άνθους. Φορά αττικό κράνος και αιγίδα με γοργόνειο (κεφαλή Μέδουσας) στο κέντρο. Το κεφάλι της προτομής αποτελεί αντίγραφο έργο κλασικών χρόνων. Προτομές να βγαίνουν από λουλούδι είναι συνηθισμένο μοτίβο στην Ρωμαϊκή εποχή και το άνθος αποτελεί σύμβολο αιώνιας δύναμης και συνεχούς πνευματικής αναγέννησης.  

Το ενδιαφέρον εδώ είναι, ότι η απεικόνιση της Αθηνάς  με αυτό το μοτίβο τη συνδέει με τη Δήμητρα και την Κόρη, τις θεές της αναγέννησης της φύσης και της ζωής. Πιθανότατα εκφράζει και την αναγέννηση της πόλης της Αθήνας μέσα από τη σχέση της με την Ελευσίνα, καθώς είναι γνωστός ο θαυμασμός των ρωμαίων αυτοκρατόρων στο κλέος της Αθήνας.

 

Η Κυβέλη της  Ελευσίνας

 Μαρμάρινο άγαλμα Κυβέλης της Ρωμαϊκής εποχής
Μαρμάρινο άγαλμα Κυβέλης της Ρωμαϊκής εποχής

Η γυναικεία μορφή, από την οποία λείπουν το κεφάλι και οι βραχίονες κάθεται μετωπική σε θρόνο με ψηλό ερεισίνωτο (στήριγμα πλάτης) και υποπόδιο. Φοράει μακρύ χιτώνα ζωσμένο, καθώς και ιμάτιο. Πρόκειται για έναν  αγαλματικό τύπο, που αν και αποσπασματικός και χωρίς την παρουσία των χαρακτηριστικών συμβόλων, μας οδηγεί στην ταύτιση με την Κυβέλη.

Η αρχαία ελληνική θρησκεία ήταν πολυθεϊστική. Συχνά όμως, οι πόλεις δημιουργούσαν τοπικές μυθολογίες, που πρόβαλαν την ιδιαίτερη σχέση τους με μία θεότητα, την οποία τιμούσαν ως πολιούχο, προστάτιδα. Στην Ελευσίνα τη θέση αυτή είχε αναμφισβήτητα το ζεύγος της Δήμητρας και Κόρης, που λατρευόταν στο ιερό, το πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο της πόλης. Στον δήμο όμως, υπήρχαν ασφαλώς πολλά ακόμη μικρότερα ιερά και ναοί αφιερωμένοι σε άλλες  ανδρικές και γυναικείες θεότητες αλλά η θέση τους δεν μας είναι πάντα γνωστή. Επιγραφές και αφιερώματα των πιστών μαρτυρούν έτσι, τη λατρεία της Μητέρας Θεάς Κυβέλης, κυρίως κατά τη Ρωμαϊκή εποχή που χαρακτηρίζεται από έντονο θρησκευτικό συγκρητισμό.

Η Κυβέλη και η Δήμητρα ήταν θεότητες της γονιμότητας της γης, της φύσης και της μητρότητας, με κοινά στοιχεία που οδήγησαν σε ταύτιση ή αλληλεπίδραση. Η Δήμητρα ήταν η ελληνική θεά της γεωργίας ενώ η Κυβέλη ήταν μια φρυγική θεότητα, μία Μητέρα – Θεά που έφτασε στον ελληνικό κόσμο και ταυτίστηκε με τη Δήμητρα. Στο πέρασμα των αιώνων όμως, η Κυβέλη ως θεά της άγριας φύσης και των δημιουργικών δυνάμεων της γης λησμονήθηκε και επικράτησε η Δήμητρα, η θεά της γεωργίας και της καλλιέργειας των σιτηρών. Στην Ελευσίνα ωστόσο, παράλληλα με τη λατρεία της Δήμητρας διατηρήθηκε και η λατρεία της Κυβέλης ως μία μορφή σεβασμού στην αρχετυπική μορφή της Μητέρας Γης.

Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας εκτίθενται επίσης, ένα αγαλμάτιο Κυβέλης των ρωμαϊκών χρόνων, όπου η θεά κάθεται σε θρόνο μετωπική και στα πόδια της οκλάζει λιοντάρι, το οποίο αποτελεί το χαρακτηριστικό λατρευτικό της σύμβολο, δηλωτικό του άγριου και πρωτόγονου χαρακτήρα της.  Όπως και ένα ανάγλυφο ένθρονης Κυβέλης μέσα σε ναΐσκο, στο οποίο η θεά απεικονίζεται με τα χέρια μπροστά από το στήθος να κρατάει κάποιο αντικείμενο, πιθανότατα φιάλη (αγγείο καθαρμού), όπως συνηθίζεται στις περισσότερες απεικονίσεις της.

*Ευχαριστώ την Ευσταθία Ανέστη, αρχαιολόγο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής στον αρχαιολογικό χώρο και το Μουσείο Ελευσίνας για τη συνδρομή της στην επιλογή των παρουσιαζόμενων εκθεμάτων και τη συγγραφή των λημμάτων.

Αίθουσα του Αρχαιολογικού Μουσείου Ελευσίνας με τμήμα του Πεισιστράτειου Τελεστηρίου(6ος π.Χ. αιώνας) και την Καρυάτιδα της Ελευσίνας
Αίθουσα του Αρχαιολογικού Μουσείου Ελευσίνας με τμήμα του Πεισιστράτειου Τελεστηρίου(6ος π.Χ. αιώνας) και την Καρυάτιδα της Ελευσίνας

 

Βιογραφικό

Η αρχαιολόγος Χριστίνα Μερκούρη έχει διατελέσει Προϊσταμένη του Τμήματος Αρχείου Αναζήτησης και Ανάκτησης Αρχαίων στην Εφορεία Αρχαιοπωλείων και Ιδιωτικών Αρχαιολογικών Συλλογών από το 2008 έως και το 2010, Διευθύντρια της ΛΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων Πρέβεζας-Άρτας από το 2011 έως και το 2014,  Διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ζακύνθου από το 2014 έως το 2018, και από τις αρχές του 2018 έως σήμερα Διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής.

Απόφοιτος του Ιστορικού-Αρχαιολογικού Τμήματος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με τριετείς μεταπτυχιακές σπουδές στο Τμήμα Προϊστορίας και Πρωτοϊστορίας της Εθνικής Σχολής Αρχαιολογίας της Ρώμης. Έχει παρακολουθήσει σεμινάρια και επιμορφωτικά προγράμματα σχετικά με τον Πολιτισμό, την Αρχαιολογία, την Αρχειονομία και την Ιστορία, τη Μουσειακή Εκπαίδευση και τις Νέες Τεχνολογίες. Συμμετέχει σε ερευνητικά προγράμματα με σκοπό τη μελέτη της διαθαλάσσιας επικοινωνίας του Αιγαιακού κόσμου με τη νότια Ιταλία κατά τη μυκηναϊκή περίοδο. Για μια εικοσαετία δίδαξε στο Istituto Universitario Suor Orsola Benincasa στη Νεάπολη της Ιταλίας σε κύκλους μαθημάτων για θέματα του Μινωϊκού και Μυκηναϊκού πολιτισμού γενικότερα, και ειδικότερα της μυκηναϊκής κεραμικής.

Έχει ασχοληθεί τόσο με το επιστημονικό όσο και με το διοικητικό έργο των Υπηρεσιών όπου εργάστηκε και σε συνεργασία με τους εμπλεκόμενους φορείς μερίμνησε για τη διαχείριση, τον συντονισμό, την επίβλεψη  και ολοκλήρωση συγχρηματοδοτούμενων αρχαιολογικών έργων Πολιτισμού και υποέργων σε Τεχνικά Έργα Τρίτων φορέων, καθώς και για τη φυσική/ψηφιακή προβολή και ανάδειξη των αρχαιοτήτων.

Μέλος συλλογικών οργάνων και οργανωτικών επιτροπών για το σχεδιασμό και την υλοποίηση εκθέσεων, ημερίδων, συνεδρίων του υπουργείου Πολιτισμού έχει λάβει μέρος με εισηγήσεις και ανακοινώσεις σε διεθνή και ελληνικά συνέδρια και ημερίδες και έχει δημοσιεύσει άρθρα και μελέτες σχετικά με θέματα αρχειονομίας και αρχαιολογίας.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας και ο αύλειος χώρος του
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας και ο αύλειος χώρος του

 

Ανακαλύψτε το Αφιέρωμα «Η γυναίκα στο μουσείο»

Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στην αρχαιότητα Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών: Γράφει η δρ Αλεξάνδρα Χαραμή
Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στην αρχαιότητα Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης: Γράφει ο δρ Παναγιώτης Ιωσήφ
Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στο Βυζάντιο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης: Γράφει η δρ Ευαγγελία Αγγέλκου
Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στην αρχαιότητα Αρχαιολογικό Μουσείο Βραυρώνας: Γράφει η δρ Ελένη Ανδρίκου
Ο μυστικός κόσμος της γυναίκας στην αρχαιότητα Μουσείο Μπενάκη: Γράφει ο δρ Γιώργης Μαγγίνης
Μυτιλήνη: Επιτέθηκε και τραυμάτισε άγνωστη του γυναίκα και αφέθηκε ελεύθερος
Κρήτη-Ηράκλειο: Γυναίκα περιέλουσε το σπίτι της με εύφλεκτο υλικό για να το κάψει
Ιράν: Πως «φιμώνει» αντιφρονούντες σε ψυχιατρικά νοσοκομεία – Τι καταγγέλλει το Κέντρο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα
Η γυναίκα σε πρώτο πλάνο – Μεγάλη έκθεση από τη συλλογή έργων τέχνης της Alpha Bank
Ρέθυμνο: Γυναίκα βρέθηκε νεκρή σε παραλία – Δίπλα της ήταν ο μεθυσμένος σύντροφός της