
Ότι δεν εκπλήρωσε την υπόσχεση του να τερματίσει τον πόλεμο Ουκρανίας-Ρωσίας σε μία ημέρα, ουδόλως απασχολεί τον Τραμπ.
Κι αυτό δεν πρέπει να εκπλήσσει. Γράφοντας στις 17/2 αυτή η στήλη είχε επισημάνει ότι « Ακόμη κι αν, ως δια θαύματος, η Ε.Ε. αποφάσιζε σήμερα, τούτην την εβδομάδα, να αποκτήσει κοινή αμυντική και εξωτερική πολιτική, το χρονικό διάστημα από την λήψη της απόφασης μέχρι την υλοποίηση της είναι πάνω από τέσσερα χρόνια. Ως τότε ο Τραμπ και o Πούτιν θα έχουν φτιάξει την Ευρώπη σύμφωνα με τα τωρινά γεωπολιτικά τους συμφέροντα. Αυτό δεν σημαίνει πως ξαφνικά οι ΗΠΑ έπαψαν να θεωρούν την Ρωσία ως απειλή. Στόχος τους, όμως, είναι να έρθουν σε ένα προσωρινό modus vivendi με τον Putin, προκειμένου να στρέψουν την προσοχή τους στην Κίνα.»
Οι εξελίξεις δικαιώνουν την στήλη. Η…απόσυρση των ΗΠΑ από τις διαπραγματεύσεις αφήνει το πεδίο ελεύθερο στον Πούτιν να εκμεταλλευτεί τους καλοκαιρινούς μήνες προκειμένου να επιβάλει τους όρους της εκεχειρίας. Η Ευρώπη μπορεί να βρυχάται για κυρώσεις και να τις ανακοινώνει με έπαρση και δραματικούς τόνους αλλά είναι ανίκανη να επιβάλλει οτιδήποτε στην Ρωσία – πολύ περισσότερο μία ειρήνη που έστω να σώζει τα προσχήματα για τον Ζελένσκι.
Γράφοντας πριν από κοντά ένα χρόνο (στις 28/6) είχα υποστηρίξει ότι «Αν εκλεγεί ο Τραμπ, η Ευρώπη θα βρεθεί αντιμέτωπη με το δίλημμα της συνέχισης της στήριξης κόντρα σε μία Αμερική που θα επιδιώξει να επιβάλλει ειρήνη με βάση τις αξιώσεις της Ρωσίας ή της αποδοχής μίας ειρήνης που θα θυμίζει το Μόναχο του 1938; Στο τέλος της φετινής χρονιάς, δηλαδή, η Ευρώπη θα πρέπει να πάρει την πιο σοβαρή, την πιο θεμελιακή απόφαση της ιστορίας της για την ταυτότητα της και το μέλλον της.» Σήμερα, τον Μάιο του 2025 η Ευρώπη ψελλίζει για εξοπλισμούς, καταφεύγει στις αναποτελεσματικές οικονομικής κυρώσεις για να σώσει τα προσχήματα και αναζητά όραμα και ταυτότητα.
Είναι σαφές ότι ο Τραμπ δεν θα παρεκκλίνει από τον δρόμο που χάραξε. Δύο είναι τα κύρια μελήματά του. Πρώτο και κυριότερο να αλλάξει το πολιτισμικό αποτύπωμα της ίδιας της Αμερικής, μαχόμενος με κάθε μέσο (κυρίως αυταρχικό) κατά της woke culture. Θα ήταν λάθος να θεωρηθεί πως αυτό περιορίζεται στον τομέα DEI – διαφορετικότητα, ισότητα, συμπεριληπτικότητα. Επεκτείνεται στον τομέα της παιδείας-μάθησης όπου θέλει να ελέγξει ποιος διδάσκει, τι και σε ποιους στα πανεπιστήμια και φτάνει μέχρι την επιστροφή πολλών αρμοδιοτήτων της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης στις πολιτείες. Το θέμα δεν η αποκέντρωση, όπως αφελώς νομίζουν μερικοί, αλλά η αναγνώριση εκ μέρους του Τραμπ του γεγονότος ότι οι τοπικές κοινωνίες είναι κατά κανόνα πολύ πιο συντηρητικές από τις πρωτοποριακές πρωτοβουλίες που συχνά αναλαμβάνει η κεντρική κυβέρνηση. Θέλει την Αμερική πιο παραδοσιακά συντηρητική – μία επιστροφή στο πλαίσιο ηθικών αξιών της δεκαετίας του 1950 – και μάλλον θα το καταφέρει.
Η πολιτισμική αλλαγή που επιδιώκει ο Τραμπ συμπληρώνεται, υποβασταζόμενη, από την οικονομική του πολιτική που παρουσιάζει βασικές αντινομίες αλλά έχει στην ουσία ενσωματώσει ένα δόγμα που βολεύει τις αγορές: το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν έχει σημασία. Έξη είναι οι πυλώνες του οικονομικού πιστεύω»– σε συνδυασμό των δύο: η μείωση των κανονισμών, νόμων και παρεμβάσεων της κεντρικής κυβέρνησης σε συνάφεια με την μείωση των φόρων θα προωθήσει την ανάπτυξη. Παράλληλα, η μείωση της δαπάνης και η αύξηση των εσόδων από τους δασμούς θα βελτιώσει την δημοσιονομική εικόνα. Ταυτόχρονα, οι εξοπλισμοί σε συνδυασμό με τις ξένες επενδύσεις θα φέρουν ανάπτυξη και θα διασφαλίσουν υψηλή ζήτηση για το δολάριο. Πουθενά στην εικόνα δεν μπαίνει ο πληθωρισμός. Ο Τραμπ είναι ο πρόεδρος των supply side economics— δεν το ενδιαφέρει ούτε η νομισματική πολιτική, ούτε η πολιτική οικονομία. Κι αν αύριο υποχρεώσει τον διοικητή της κεντρικής τράπεζας σε παραίτηση, θα το πράξει με την βεβαιότητα ότι οι όποιες αρνητικές αντιδράσεις των αγορών θα είναι παροδικές. Ίσως και να είναι τελικά.
Το δεύτερο μέλημα του Τραμπ είναι η Κίνα—όχι, όμως, υποχρεωτικά συγκρουσιακά όπως είναι η γενική πεποίθηση. Περισσότερες πιθανότητες έχει μία επίθεση στο Ιράν για τα πυρηνικά του, παρά μία θερμή διαμάχη με την Κίνα για την Ταϊβάν. Εξάλλου, ο ίδιος επιδιώκει να εξασφαλίσει για τις ΗΠΑ ένα τεράστιο πρόγραμμα εξοπλισμών – όχι για να πάει σε πόλεμο αλλά για να αποφύγει τον πόλεμο. Ο Τραμπ ενδέχεται να μείνει στην ιστορία ως ο πρόεδρος που αναβίωσε τον Ψυχρό Πόλεμο, τούτη την φορά ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Κίνα, βασιζόμενος στο δόγμα του φόβου της αμοιβαίας καταστροφής. Αν ο Τραμπ φέρει μία ισορροπία στις οικονομικές σχέσεις Αμερικής-Κίνας, η διαμάχη θα κοπάσει, με τις ΗΠΑ να εξοπλίζονται και ταυτόχρονα να αισθάνονται ασφαλείς κάτω από τον Χρυσό Θόλο – που θα κοστίζει μερικά τρισεκατομμύρια.
Σημεία τριβής και βέβαια θα υπάρξουν. Αλλά σ’ αυτά θα επιστρέψουμε την επόμενη φορά και, πάντως, δεν θα αποδειχθούν ικανά να ανατρέψουν την ανωτέρω εικόνα.
Διαβάστε επίσης
Από τη Novartis στα Τεμπη, από την αγυρτεία στην υποκρισία
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
