• Uncategorized

    Το «χαστούκι» Μπάιντεν σε Ερντογάν στο Μπαλί και η αμηχανία του Τούρκου προέδρου

    • NewsRoom


    Την προβληματική θέση στην οποία έχει καταφέρει να οδηγήσει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την Τουρκία με την εξωτερική πολιτική που ακολουθεί σε σχέση με τη Ρωσία, ήρθαν να επιβεβαιώσουν τα όσα διεξήχθησαν στο περιθώριο της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής των G20.

    H φετινή σύνοδος κινήθηκε στους ρυθμούς των πολεμικών επιχειρήσεων της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της Συνόδου, η Ρωσία επέλεξε να πραγματοποιήσει μια νέα σφοδρή πυραυλική επίθεση κατά ουκρανικών πόλεων, πλήττοντας κυρίως ενεργειακές υποδομές. Ωστόσο, το βράδυ της 15ης Νοεμβρίου, δύο πύραυλοι οι οποίοι έπεσαν στο έδαφος της Πολωνίας, μέλος του NATO, προκαλώντας τον θάνατο δύο πολιτών, ανέβασε στο κατακόρυφο την αγωνία.

    Καθώς αρχικά θεωρήθηκε πως οι πύραυλοι ήταν μεταξύ αυτών που η Ρωσία εξαπέλυσε κατά της Ουκρανίας, οι χώρες του NATO άρχισαν να κινητοποιούνται.  Μάλιστα, στο τραπεζι έπεσε το σενάριο για την εφαρμογή του άρθρου 4, που προβλέπει μια  έκτακτη συνάντηση των ηγετών.

    Το πρωί της 16ης Νοεμβρίου, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, αποφάσισε να πραγματοποιήσει μια έκτακτη συνάντηση στο ξενοδοχείο που διέμενε, καλώντας όσους ηγέτες και αντιπροσώπους βρίσκονταν στην πόλη με αφορμή τη σύνοδο των G20, και οι οποίοι ανήκαν σε χώρες-μέλη του NATO ή σε χώρες συμμάχους του. Μάλιστα, στη σχετική δήλωση που εξέδωσε ο Λευκός Οίκος μετά το πέρας της συνάντησης, η έκτακτη αυτή σύσκεψη έφερε τον τίτλο «Κοινή δήλωση των ηγετών του ΝΑΤΟ και της G-7 στο Μπαλί στο πλαίσιο της G-20».

    Εκτός από τις ΗΠΑ, στη σύσκεψη συμμετείχαν ο Καναδάς, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιαπωνία, η Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.  Στη συνάντηση προσκλήθηκαν επίσης η Ισπανία, η οποία συμμετέχει σε όλες τις Συνόδους Κορυφής των G20 ως μόνιμα ειδική προσκεκλημένη χώρα και η Ολλανδία, η οποία είχε προσκληθεί από την Ινδονησία στη συνάντηση.

    Ωστόσο, από τη συνάντηση έλειπε μία χώρα μέλος των G20 και του NATO. Πρόκειται για την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, για τον οποίο ο Τζο Μπάιντεν αποφάσισε πως δεν θα έπρεπε να βρίσκεται παρόν σε μια τόσο κρίσιμη συνάντηση, η οποία εξέταζε ακόμα και το αν θα έπρεπε να υπάρξει μια ενεργοποίηση των άρθρων 4 και 5 του καταστατικού του NATO.

    Η απουσία της Τουρκίας υποδηλώνει μια έντονη, αλλά σιωπηλή,  δυσαρέσκεια που υπάρχει στο εσωτερικό του NATO με την στάση της χώρας, η οποία εμποδίζει την είσοδο της Σουηδίας και της Φινλανδίας στον οργανισμό, αρνείται να ακολουθήσει τις υπόλοιπες χώρες μέλη στις κινήσεις κατά της Ρωσίας, συνεργάζεται με την Μόσχα, επιτίθεται με κάθε ευκαιρία κατά της «Δύσης» και συνεχίζει να απειλεί την Ελλάδα, επίσης χώρα μέλος του NATO.

    Πάντως, ο πρόεδρος Ερντογάν, χωρίς να μπορεί να κρύψει την αμηχανία του, επιχείρησε να υποβαθμίσει τη σημασία της συνάντησης κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε στο Μπαλί.  Όπως δήλωσε σε ανταποκριτή του France-24, θεώρησε πως ενδέχεται να… μην υπήρχε δυνατότητα να τον καλέσουν εκείνη τη στιγμή.

    Υποστήριξε δε πως στη συνάντηση συζητήθηκαν τεχνικές λεπτομέρειες, όπως ο τύπος του πυραύλου, ενώ χαρακτήρισε ήσσονος σημασίας το γεγονός ότι η Τουρκία δεν προσκλήθηκε.

    Υπενθυμίζεται πως ο Τζο Μπάιντεν ήταν αυτός που κατάφερε να ρίξει τους τόνους της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία κατά τη διάρκεια της έκτακτης συνάντησης, αποκαλύπτοντας μάλιστα πως οι πύραυλοι άνοικαν στην ουκρανική αεράμυνα.



    ΣΧΟΛΙΑ