Καθώς η κλιματική αλλαγή αποτελεί την νέα εν δυνάμει απειλή για τον χρηματοπιστωτικό τομέα η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ζητήσει από τις ελληνικές τράπεζες να ταξινομήσουν τα δάνεια τους και να τα κατατάξουν ανάλογα με το πόσο κινδυνεύουν από την κλιματική κρίση και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην εξυπηρετηση τους.

Αν και αυτά τα stress test γίνονται επί υποθετικών κινδύνων αθέτησης πληρωμής, ωστόσο δίνουν μία πρώτη εικόνα και χαρτογραφούν τις αντοχές των τραπεζών στην αντιμετώπιση τους.

1

Αλλά και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσανατολίζεται στην κατευθυνση να ενσωματωθούν και οι κίνδυνοι της κλιματικής κρίσης στα stress test που πραγματοποιεί στις συστημικές τράπεζες της ευρωζώνης.

Την ίδια ώρα αυξάνεται η ζήτηση για «πράσινη» χρηματοδότηση έχει αυξηθεί όπως υπογράμμισε ο Frank Elderson, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ και αντιπρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της. Όπως είπε η Ευρώπη θερμαίνεται με διπλάσια θερμοκρασία από τον παγκόσμιο μέσο όρο, και ότι για την επίτευξη του ενδιάμεσου δεσμευτικού στόχου της ΕΕ για μείωση των εκπομπών κατά 55% ως το 2030 απαιτούνται περί τα 1,2 τρισεκατομμύρια ευρώ επενδύσεων κάθε χρόνο.

Μάλιστα όπως επισημαίνεται στην Έκθεση Διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος:

Η ανεπαρκής προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή μπορεί να επηρεάσει μεταξύ άλλων την οικονομική ανάπτυξη, τη σταθερότητα των τιμών και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, δημιουργώντας προκλήσεις για τις κεντρικές τράπεζες και τις εποπτικές αρχές.

Για παράδειγμα, αν από φυσικές καταστροφές διαταραχθεί η ισορροπία στις αλυσίδες εφοδιασμού και υπάρξουν ζημιές στις υποδομές, οι εξελίξεις αυτές μπορεί να επηρεάσουν τον πληθωρισμό, αλλά και να μειώσουν το παραγόμενο προϊόν και το διαθέσιμο εισόδημα.

Απαιτούνται λοιπόν επενδύσεις στην προσαρμογή αλλά και να αυξηθεί η ασφαλιστική κάλυψη έναντι φυσικών κινδύνων, που αποτελούν αναχώματα για να περιοριστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, επιταχύνοντας την ανάκαμψη μετά από μια φυσική καταστροφή, μειώνοντας τη δημοσιονομική επιβάρυνση και βελτιώνοντας την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της οικονομίας.

Όπως έχει αναφέρει επανειλημμένα ο Διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας: οι φυσικές καταστροφές μπορούν να οδηγήσουν σε αυξημένες επισφάλειες λόγω ζημιών σε περιουσίες και επιχειρήσεις και απομείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών, ωστόσο έχει υπογραμμίσει πως «η χρηματοδότηση της μετάβασης σε μια οικονομία μηδενικών καθαρών εκπομπών άνθρακα, η υιοθέτηση πράσινων πρακτικών, οι τεχνολογικές εξελίξεις, αλλά και οι μεταβολές στις προτιμήσεις των επενδυτών και των καταναλωτών, αποτελούν πρόκληση».

Σύμφωνα με την ΤτΕ οι τράπεζες απαιτείται να κατανοήσουν αυτούς τους κινδύνους και σταδιακά να τους ενσωματώσουν στη διακυβέρνηση, στο πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων και στην πιστοδοτική πολιτική τους.

Θα πρέπει ακόμα να καταρτίσουν συγκεκριμένα σχέδια μετάβασης προς μία κλιματικά ουδέτερη οικονομία μέχρι το 2050, τα οποία θα τους επιτρέψουν να διαχειριστούν τους κινδύνους, αλλά και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που θα προκύψουν από αυτή τη διαδικασία προσαρμογής.

Να σημειωθεί ότι την ώρα που ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτηρίζει την κλιματική απειλή ως «μεγάλη απάτη», με τις ΗΠΑ να αποχωρούν από την Συμφωνία των Παρισίων και η FED από το Δίκτυο Κεντρικών Τραπεζών και Εποπτικών Αρχών για ένα Πράσινο Χρηματοοικονομικό Σύστημα, οι μελέτες δείχνουν ότι τα επόμενα πέντε χρόνια, τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα μπορούσαν να ευθύνονται για απώλεια έως και 5% της οικονομικής παραγωγής της ζώνης του ευρώ. Αυτό ισοδυναμεί με ισχυρό οικονομικό σοκ ανάλογο με αυτό της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008.

Μάλιστα σύμφωνα με την ασφαλιστική εταιρεία Munich Re το 2024 οι ζημιές από φυσικές καταστροφές ανήλθαν σε 320 δισ δολάρια, από τα 130 δις δολάρια που κυμαίνονταν κατά μέσο όρο τα τελευταία 30 χρόνια.

Διαβάστε επίσης:

Τι «βλέπουν» οι αναλυτές για Alter Ego Media, Jumbo, Aegean Airlines και Coca Cola HBC

OPEC+: Κοντά σε νέα μικρή αύξηση παραγωγής τον Νοέμβριο

Ευρωπαϊκές τράπεζες: H αύξηση της ανάληψης κινδύνου ενισχύει την κερδοφορία τους