Θετικές παραμένουν οι εκτιμήσεις της Ambrosia Capital και του Osman Memisoglu για τον τραπεζικό κλάδο Ελλάδας και Κύπρου, με τον οίκο να διατηρεί σύσταση «Buy» για όλες τις συστημικές ελληνικές τράπεζες, ενώ εισάγει για πρώτη φορά κάλυψη στην Τράπεζα Κύπρου, επίσης με σύσταση αγοράς.

Η Τράπεζα Κύπρου ξεχωρίζει για το χαμηλότερο κόστος καταθέσεων και τον υψηλότερο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, στοιχεία που ενισχύουν τη δυνατότητα για ελκυστικές διανομές. Η Ambrosia θέτει τιμή στόχο στα 8,20 ευρώ, που συνεπάγεται άνοδο 33% από τα τρέχοντα επίπεδα.

1

Για την Alpha Bank, η τιμή στόχος διαμορφώνεται στα 3,90 ευρώ (περιθώριο ανόδου 40%), με τη χρηματιστηριακή να υπογραμμίζει τη χαμηλή ευαισθησία της στις μειώσεις επιτοκίων και την πολιτική επαναγοράς του 75% των καθαρών κερδών ως βασικά πλεονεκτήματα. Σημειώνεται και το έντονο ενδιαφέρον της Unicredit για μετοχική εμπλοκή.

Για τη Eurobank, η τιμή στόχος ορίζεται στα 3,60 ευρώ, με περιθώριο ανόδου 33%. Η δυναμική της τράπεζας ενισχύεται από την επιτυχημένη ενσωμάτωση της Ελληνικής Τράπεζας.

Για την Εθνική Τράπεζα, η Ambrosia δίνει τιμή στόχο στα 13,10 ευρώ, που αντιστοιχεί σε άνοδο 24% από τα τρέχοντα επίπεδα, ενώ για την Τράπεζα Πειραιώς η τιμή στόχος είναι στα 7,35 ευρώ, με ανοδικό περιθώριο 26%.

Ο αναλυτής Osman Memisoglu αναφέρει στην έκθεση ότι οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται σε τροχιά επαναξιολόγησης, με το θετικό momentum να ενισχύεται από πέντε βασικούς παράγοντες: τον περιορισμένο αντίκτυπο από την οικονομία των ΗΠΑ, τις ισχυρές επιδόσεις στον τουρισμό, τη βελτίωση της ποιότητας κεφαλαίων μέσω απομείωσης DTC, την αναβάθμιση της χώρας από την S&P και την ευρύτερη αναδιάρθρωση του τραπεζικού κλάδου στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με την Ambrosia, η αύξηση των δανείων διαμορφώθηκε στο 12% σε ετήσια βάση για το πρώτο τρίμηνο του 2025, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (περίπου 2%), ενώ η διοίκηση των τραπεζών εκφράζει αισιοδοξία για διατήρηση των θετικών τάσεων το υπόλοιπο του έτους. Τα καθαρά έσοδα από τόκους δείχνουν αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, καθώς η όποια πίεση από την επανατιμολόγηση των καταθέσεων περιορίζεται.

Η απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoTE) εκτιμάται ότι θα κινηθεί σταθερά πάνω από το 14% την περίοδο 2025-2027, χάρη στα ισχυρά καθαρά έσοδα από τόκους, την αυξανόμενη δραστηριότητα στις προμήθειες, κυρίως λόγω αύξησης των περιουσιακών στοιχείων υπό διαχείριση και τις χαμηλότερες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια. Η βελτιωμένη κεφαλαιακή επάρκεια επιτρέπει την αύξηση των διανομών προς τους μετόχους, με τη συνολική απόδοση (μέρισμα και επαναγορά μετοχών) να προβλέπεται στο 7,2% για το 2025, στο 8,3% για το 2026 και στο 9,8% για το 2027.

Η χρηματιστηριακή επισημαίνει ότι, ακόμη και με πιθανή μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, ο αντίκτυπος στα καθαρά κέρδη του 2026 περιορίζεται μόλις στο 1-2%, με τη θετική πορεία των χορηγήσεων και των προμηθειών να λειτουργεί εξισορροπητικά. Το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες διατηρούν χαμηλούς δείκτες δανείων προς καταθέσεις βοηθά στην απορρόφηση των επιτοκιακών διακυμάνσεων.

Παρά την πρόοδο, οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να διαπραγματεύονται με έκπτωση έναντι των ομολόγων τους στην Ιταλία και την Ισπανία. Η μέση αποτίμηση για το 2025 φθάνει στη μια φορά σε όρους P/TBV, με αναμενόμενη απόδοση ιδίων κεφαλαίων 14,2% για το 2026, όταν οι ιταλικές και ισπανικές τράπεζες διαπραγματεύονται σε 1,2 φορές και 1,3 φορές αντίστοιχα, με αντίστοιχες ή και χαμηλότερες αποδόσεις. Αυτή η απόκλιση θεωρείται αδικαιολόγητη, δεδομένων των ισχυρότερων ρυθμών πιστωτικής ανάπτυξης στην Ελλάδα και της προοπτικής για υψηλότερες διανομές. Οι θετικές δηλώσεις από αεροπορικές, όπως η Ryanair και η Jet2, για τη ζήτηση τουρισμού προς την Ελλάδα ενισχύουν περαιτέρω την επενδυτική επιχειρηματολογία για τον κλάδο.

Διαβάστε επίσης

ΔΕΣΦΑ: Απαραίτητο το ApolloCO2 για την απανθρακοποίηση της ηλεκτροπαραγωγής Τέλος 2026 η επενδυτική απόφαση

Γιάννης Βασιλάκος: Από την Κωτσόβολος στο «τιμόνι» της Fourlis – Το παρασκήνιο της ηχηρής μεταγραφής

Δ. Γιαννακόπουλος (ΒΙΑΝΕΞ): Παγκόσμιος «παίκτης» στην παραγωγή ηπαρινών – Η συνεργασία με τη LEO