• Κοινωνία

    Ολομέλεια ΣτΕ: «Όχι» στα πολλαπλά πρόστιμα από ποινικά και διοικητικά δικαστήρια για την ίδια υπόθεση λαθρεμπορίας

    Το εξωτερικό του κτηρίου του ΣτΕ


    «Κανείς δεν διώκεται, ούτε τιμωρείται δυο φορές για το ίδιο αδίκημα» έκρινε και η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, υιοθετώντας την αρχή «ne bis in idem» και για τις υποθέσεις λαθρεμπορίας, όπου επιβάλλονται παράλληλα πολλαπλά τέλη από διοικητικά και ποινικά δικαστήρια.

    Η Ολομέλεια του ΣτΕ κατέληξε στην ίδια κρίση που στο παρελθόν είχαν καταλήξει Τμήματα του ίδιου Δικαστηρίου, κλείνοντας οριστικά το θέμα των πολλαπλών τελών και τις διπλής τιμωρίας από την ποινική και τη διοικητική Δικαιοσύνη.

    Σύμφωνα με την απόφαση, όταν κατηγορούμενος για λαθρεμπορία έχει αμετάκλητα αθωωθεί από τα ποινικά δικαστήρια, δεν μπορεί να συνεχιστεί η δίκη του στα διοικητικά δικαστήρια και να επιβληθούν πρόστιμα. Ακόμα κι αν έχει καταδικαστεί από τα ποινικά δικαστήρια και του έχει επιβληθεί χρηματική ποινή, ούτε τότε μπορεί να συνεχιστεί η δίκη στα διοικητικά δικαστήρια για να του επιβληθεί νέο πρόστιμο για την ίδια πράξη.

    Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο με τη σημερινή απόφαση του, δικαίωσε μια επιχειρηματία, η οποία είχε αθωωθεί αμετάκλητα από τα ποινικά δικαστήρια για υπόθεση λαθρεμπορίας. Τώρα το ΣτΕ ακύρωσε τα πρόστιμα που της είχαν επιβληθεί για την ίδια υπόθεση λαθρεμπορίας.

    Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται:

    «Σε υπόθεση τελωνειακής παραβάσεως λαθρεμπορίας δεν δικαιολογείται η εξακολούθηση της διοικητικής δίκης περί της επιβολής πολλαπλού τέλους, μετά την έκδοση αμετάκλητης αθωωτικής απόφαση ποινικού δικαστηρίου, ενόψει και του ότι (i) οι δύο επίμαχες «ποινικές» διαδικασίες επιδιώκουν, κατ’ αρχήν, κοινούς (και όχι πρόσθετους) σκοπούς και δεν αφορούν σε διαφορετικές όψεις της ίδιας παράνομης συμπεριφοράς και (ii) το οικείο νομοθετικό πλαίσιο δεν περιέχει κανόνες (εκτός της δεσμεύσεως του διοικητικού δικαστηρίου από αμετάκλητη καταδικαστική ποινική απόφαση, όσον αφορά την ενοχή του δράστη), οι οποίοι να διασφαλίζουν συντονισμό των δύο διαδικασιών, προκειμένου να μειωθεί στο απολύτως αναγκαίο η πρόσθετη επιβάρυνση που συνεπάγεται για τους καθ’ ών η σώρευση «ποινικών» διώξεων και κυρώσεων».

    Με την υπ’ αριθμόν 359/2020 απόφαση, οι σύμβουλοι Επικρατείας ερμηνεύουν τα άρθρα 26, 94 και 96 του Συντάγματος, συνδυαστικά με το άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της αρχής ne bis in idem κατά το ενωσιακό δίκαιο, τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Και κατέληξαν για την κρινόμενη υπόθεση της επιχειρηματίας:

    «Προβάλλεται λόγος αναιρέσεως ότι το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο εφάρμοσε, εν προκειμένω, τη ρύθμιση του Τελωνειακού Κώδικα (ν. 1165/1918) περί αυτοτέλειας της διοικητικής διαδικασίας και δίκης περί επιβολής πολλαπλού τέλους σε σχέση με την αντίστοιχη ποινική δίκη για το αδίκημα της λαθρεμπορίας και, περαιτέρω, έλαβε υπόψη του την προαναφερόμενη αμετάκλητη αθωωτική απόφαση του Β΄ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς κατά τρόπο που παραβιάζει την αρχή ne bis in idem, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 παρ. 1 του 7ου Π.Π. της ΕΣΔΑ και στο πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο. Ο παραπάνω λόγος κρίνεται βάσιμος και, συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί, κατά το μέρος της που αφορά στον καταλογισμό εις βάρος της αναιρεσείουσας του επίμαχου πολλαπλού τέλους λαθρεμπορίας».



    ΣΧΟΛΙΑ