• Κοινωνία

    Επίδομα γέννας: Τι αλλάζει από τον Ιανουάριο

    Βουλή: Ξεκίνησε η επεξεργασία του νομοσχεδίου για την κακοποίηση ανήλικων

    Η υφυπουργός Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δόμνα Μιχαηλίδου


    Σε 61.500 οικογένειες θα χορηγηθεί το επίδομα των 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που θα γεννηθεί από τον Ιανουάριο του 2020.

    Η νομοθετική ρύθμιση με τα κριτήρια και τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για τους δικαιούχους θα ολοκληρωθεί τις επόμενες εβδομάδες από την αρμόδια υφυπουργό για θέματα πρόνοιας Δόμνα Μιχαηλίδου.

    Στον προϋπολογισμό για το 2020, που κατατέθηκε χθες  στη Βουλή, περιλαμβάνεται κονδύλι 123 εκατ. ευρώ για την χορήγηση του επιδόματος, ενώ έχουν εγγραφεί επιπλέον 12 εκατ. ευρώ για την μετάβαση στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ για όλα τα είδη βρεφικής ηλικίας και για τα κράνη ασφαλείας.

    Συγκεκριμένα, στις αναπτυξιακές και κοινωνικές δημοσιονομικές παρεμβάσεις του προσχεδίου του προϋπολογισμού περιλαμβάνονται μέτρα για το 2020 όπως:

    * Χορήγηση επιδόματος ύψους 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που θα γεννηθεί από την 1η Ιανουαρίου του 2020, με εξαιρετικά διευρυμένα εισοδηματικά κριτήρια που καλύπτουν το 90% των οικογενειών.

    * Μετάπτωση στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ του 13% των ειδών βρεφικής ηλικίας και των κρανών ασφαλείας.

    * Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων πλήρους απασχόλησης κατά περίπου μια μονάδα βάσης. Υπενθυμίζεται πως σύμφωνα με το σχέδιο η σταδιακή μείωση των εισφορών θα ξεκινήσει από το 2ο εξάμηνο του 2020, κατά το οποίο η μείωση θα φτάσει την μια ποσοστιαία μονάδα σωρευτικά για εργαζόμενους και εργοδότες.

    Με ενσωματωμένες τις εν λόγω προβλέψεις, το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του Κοινωνικού Προϋπολογισμού (ΕΦΚΑ, ΕΤΕΑΕΠ, ΟΑΕΔ, ΕΟΠΥΥ, ΟΠΕΚΑ και ΝΑΤ) προβλέπεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 1,84 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας βελτίωση σε σχέση με τις εκτιμήσεις του2019, κατά 174 εκατ. ευρώ.

    Τι προβλέπει ο προϋπολογισμός

    Σύμφωνα με τα στοιχεία του κοινωνικού προϋπολογισμού, τα έσοδα θα είναι αυξημένα κατά 106 εκατ. ευρώ, ενώ τα έξοδα θα παρουσιάσουν μείωση κατά 68 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2019.

    Ειδικότερα, προβλέπεται ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη θα είναι μειωμένη κατά 211 εκατ. ευρώ.

    Παράλληλα, αυξημένες κατά 100 εκατ. ευρώ αναμένεται να είναι οι κοινωνικές παροχές σε είδος εξαιτίας της θετικής αναπροσαρμογής του ορίου δαπανών του ΕΟΠΥΥ από την τιμαριθμοποίηση με βάση τον πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας.

    Για το 2019 το δημοσιονομικό αποτέλεσμα του κοινωνικού προϋπολογισμού εκτιμάται ότι θα είναι οριακά μειωμένο, κατά 3 εκατ. ευρώ, σε σχέση με τον στόχο του προϋπολογισμού 2019 και αναμένεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 1,66 δισ. ευρώ.

    Τα έσοδα εκτιμάται ότι θα παρουσιάσουν αύξηση κατά 1,522 δισ. ευρώ έναντι του στόχου, γεγονός που οφείλεται:

    * στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, συμπεριλαμβανομένων και των ρυθμίσεων οφειλών, κατά 386 εκατ. ευρώ και

    * στην αύξηση των μεταβιβάσεων κατά 1,074 δισ. ευρώ, κυρίως λόγω της επιχορήγησης προς τα ασφαλιστικά ταμεία για την καταβολή του επιδόματος που χαρακτηρίστηκε ως «13η σύνταξη».

    Αντίστοιχα, η συνταξιοδοτική δαπάνη εκτιμάται ότι θα είναι αυξημένη κατά 719 εκατ. ευρώ, γεγονός που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην καταβολή της «13ης σύνταξης».

    Το προσχέδιο του προϋπολογισμού προβλέπει περαιτέρω πτώση της ανεργίας στο 15,6% το 2020 με προοπτική το 2019 να κλείσει στο 17,4%.

    Ενδιαφέρον έχουν οι διαπιστώσεις του προσχεδίου για το πρώτο εξάμηνο του 2019 αναφορικά με τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας:  η εθνικολογιστική απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,1%, με την νέα εκτίμηση για το σύνολο του έτους να ανέρχεται σε 2,0%, υποδηλώνοντας πορεία επιτάχυνσης για τρίτο διαδοχικό έτος.

    Ως εκ τούτου, η νέα εκτίμηση για την ανεργία του 2019 είναι ευμενέστερη του Προγράμματος Σταθερότητας κατά 0,3%, στο 17,4% του εργατικού δυναμικού.

    Έναντι της συνολικής απασχόλησης, η απασχόληση μισθωτών αυξήθηκε ταχύτερα στο πρώτο εξάμηνο του 2019 (+4,1% έναντι του πρώτου εξαμήνου 2018), αντανακλώντας μία αρχικώς περιορισμένη επίπτωση της αύξησης του κατώτατου μισθού στην πορεία της απασχόλησης και του μέσου μισθού (+0,4% έναντι του πρώτου εξαμήνου 2018) αναφέρεται χαρακτηριστικά στο προσχέδιο.

    Σε κάθε περίπτωση, όμως, η συνέχιση παρακολούθησης των επιπτώσεων από την αύξηση του κατώτατου μισθού κρίνεται απαραίτητη, καθώς σε δεύτερο χρόνο είναι πιθανό – λέει το προσχέδιο – να φέρει απώλειες για τη δυναμική μείωσης της ανεργίας.

    Η ιδιωτική κατανάλωση το 2020 αναμένεται να αποτυπώσει τα οφέλη από τη συνεχιζόμενη αύξηση της απασχόλησης (+1,8% σε ετήσια βάση), τη σταθερή, έναντι του 2019, μείωση της ανεργίας ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού (κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες) και τον διπλάσιο ρυθμό αύξησης του μέσου μισθού έναντι του 2019 (+1,2%).



    ΣΧΟΛΙΑ