• Πολιτισμός

    Θεόδωρος Γρηγοριάδης: Πόσο αποκαλυπτόμαστε από τα λόγια μας;

    Θεόδωρος Γρηγοριάδης: Πόσο αποκαλυπτόμαστε από τα λόγια μας;

    Θεόδωρος Γρηγοριάδης


    Τριάντα μία εξιστορήσεις περιλαμβάνονται στη Νοσταλγία της απώλειας (εκδ. Πατάκη). Εξιστορήσεις που φανερώθηκαν μέσα από καταχωνιασμένα σημειωματάρια, όπως εξηγεί ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης. Για αυτή του τη συλλογή τιμήθηκε με το βραβείο διηγήματος των λογοτεχνικών βραβείων του Αναγνώστη.

    «Καταστάσεις πραγματικές και φανταστικές, ανομολόγητες και παρανοημένες», εξηγεί ίδιος.

    Εύχεται όμως ο αναγνώστης να πρόκειται για αληθινές ιστορίες διότι τυχαίνει να συγκινούν βαθύτατα.

    Στενή πύλη

    Δεν βγαίνει ίδιος άνθρωπος τελειώνοντας κάθε μία από αυτές. Κάθε μία αποτελεί εμπειρία οραματική και συναισθηματική, πέρασμα από στενή πύλη όπως έγραφε ο Αντρέ Ζιντ δανειζόμενος μια φράση από το Κατά Λουκάν, από όπου πρέπει να εισέλθει κανείς για να ενωθεί με τη ζωή. Αν και τίποτα θρησκευτικό δεν αναφέρεται στις ιστορίες αυτές που γράφει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης. Ωστόσο, υπάρχει κάτι αρχετυπικό σε όλες αυτές τις μορφές που περιδιαβαίνουν στα αφηγήματά του, ειδικά όταν αναφέρεται στην Καστοριά, στο Παγγαίο, Στις Σέρρες, στον Έβρο, στην Καβάλα. Κάτι από την πανανθρώπινη μοίρα όπως διαγράφεται και στην Αγία Γραφή, που ασκεί ανυπέρβλητη γοητεία.

    Οι εξιστορήσεις του Θεόδωρου Γρηγοριάδη παραμένουν εντελώς κοσμικές και βουτηγμένες στην εμπειρία, φέτες βιωμένης ζωής. Καθώς φυλλομετράει ο αναγνώστης το βιβλίο, σκέφτεται ότι αποκλείεται η επόμενη ιστορία να αρέσει περισσότερο, Και κάθε φορά διαψεύδεται.

    Διαγωγή Κοσμία

    Ειδικά στο πρώτο μέρος όπου ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης επικεντρώνεται στις εμπειρίες του από τη διδασκαλία Αγγλικών σε δημόσια σχολεία της μέσης εκπαίδευσης. Όχι ότι απογοητεύει και στο δεύτερο μέρος όπου ανακαλεί τις εμπειρίες που έζησε με την κινητή μονάδα βιβλιοθήκης, τότε που συνεργαζόταν με τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σερρών διοργανώνοντας λογοτεχνικά σεμινάρια. Στο τρίτο μέρος αναφέρεται περισσότερο σε πρόσωπα των παιδικών του χρόνων, αν και δεν έχουν συνειδητά διαχωριστεί αυστηρά θεματικά οι τρεις ενότητες.

    Σε ποια ιστορία να πρωτοαναφερθεί κανείς; Στην Διαγωγή Κοσμία, αναφέρεται στα χρόνια όπου (είκοσι πέντε ετών ακόμη) υπηρετούσε σε σχολείο κάπου μακριά στον Βορρά. Επικεντρώνεται στον απροσάρμοστο αλλά ρωμαλέο μαθητή, αθεράπευτα ερωτευμένο με τη μυστηριώδη ωραία της τάξης. Η μητέρα του μαθητή δεν έχει εμφανιστεί ποτέ στο σχολείο και η συμμαθήτριά του ζει με έναν θείο της, οι γονείς βρίσκονται στο εξωτερικό. Οι δάσκαλοι αντιλαμβάνονταν τις δυσκολίες των παιδιών της περιοχής και προσπαθούσαν να τα βοηθήσουν. «Όμως ποτέ δεν υπολογίζαμε τον άλλο παράγοντα, την εσωτερική τους πλευρά, τη μοναξιά, την οικογένεια, τα ενδόμυχα συναισθήματα».

    Ο έφηβος απελπίζεται όταν εκείνη, στην τρίτη λυκείου, εμφανίζεται με βέρα στο δάχτυλο. Και βρίσκει τέλος αντάξιο μιας τραγωδίας.

    Ο μικρός κομμωτής

    Ή μήπως να αναφερθεί κανείς στην ιστορία μυθοπλασίας με τίτλο Ο μικρός κομμωτής;

    Το γυφτάκι που κάνει παρέα στη μητέρα του αφηγητή, ενός μικρού αγοριού, όταν εγκαταλείπουν τον πατέρα και το χωριό τους… «Με τον καιρό πίστευα ότι μου έκλεβε τη μάνα, η οποία αδιαφορούσε για μένα όλο και πιο πολύ. Μια μέρα πήγα στο ψιλικατζίδικο να μιλήσω στον πατέρα μου. Έβηχε νευρικά, νέος άνδρας. Με χάιδεψε αμήχανα, με ρώτησε πώς ήμουν, μου έδωσε μια τσάντα πράγματα. Όμως δεν τόλμησα να του πω για τον νεαρό φίλο της μαμάς. Δεν μπορούσα καν να του εξηγήσω. Πνιγόμουν και εγώ στον βήχα μόλις πήγαινα να του τα πω».

    Πώς λοιπόν ο μικρός κομμωτής θα βοηθήσει τον αφηγητή να σκαλίσει βαθιά τον δικό του εαυτό;

    Και η ποίηση

    Τα αφηγήματα του Θεόδωρου Γρηγοριάδη αναφέρονται σε γεγονότα αλλόκοτα, από τα καθημερινά μικρά παράξενα της ζωής που δεν χωράνε ούτε στα ψιλά γράμματα. Μαρτυρούν όμως το ανείπωτο για τα ελατήρια της ανθρώπινης ψυχής -αυτό που λέγεται ποίηση…

    Αυτό το παραξένισμα, άλλοτε πικρό, άλλοτε αστείο και άλλοτε απλά φοβερό, προέρχεται από την διεισδυτική παρατήρηση. Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης μελετάει την ανθρώπινη φύση με την προσοχή στη λεπτομέρεια ενός εντομολόγου. Από το ελάχιστο συλλαμβάνει το μέγιστο και από το πολύ ειδικό και ανθρώπινο συλλαμβάνει τους γενικούς ορίζοντες. Και βέβαια την ζωή στις παρυφές της χώρας, την άγνωστη γεωγραφία. Και όλα αυτά με γλώσσα λιτή, με υποβλητική δύναμη και εξαιρετική οικονομία, αφαιρετικότητα στην αφήγηση. Περισσότερα αποκαλύπτει με όσα αφήνει να εννοηθούν.

    Τέλεια παρά κάτι

    Μια μικρή παράλειψη μόνο υπάρχει σε αυτήν την καθόλα τέλεια συλλογή.

    Ότι παρά τον αυτοβιογραφικό της άξονα, απουσιάζει το στοιχείο της δική του ιδιωτικής, ερωτικής ζωής. Ερμητικά κλειστή εδώ η πρόσβαση. Παρότι σημειώνει στον πρόλογο και αναρωτιέται: «Άραγε πόσο αποκαλυπτόμαστε μέσα από τα λόγια και τις ιστορίες μας;». Και λίγο και πολύ. Διότι ναι μεν ανοίγει διάπλατα τα παραθυρόφυλλα της μνήμης για να δει ο αναγνώστης ό,τι υπάρχει μέσα και να συγκινηθεί, να λυτρωθεί. Ναι, ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης κοιτάζει με λαιμαργία τη ζωή γύρω του, και με τη μνήμη ζωντανεύει φαντάσματα από την καμένη γη του χρόνου, έρωτες αλλονών και απώλειες, μυστικά και ψέματα, απολαυστικά ευτράπελα. Όμως, ούτε μιλιά ούτε λαλιά για τα δικά του κρυφά, ανομολόγητα πάθη. Άκρα του τάφου σιωπή, όπως ίσως θα έγραφε ο ιδιος…

    Ίσως την επόμενη φορά. Μεγάλες οι προσδοκίες.



    ΣΧΟΛΙΑ