• Πολιτική

    Κυριάκος Μητσοτάκης: Η Ελλάδα σήμερα δανείστηκε με τη χαμηλότερη απόδοση στην ιστορία της

    • NewsRoom

    Ανακοινώσεις αναμένονται την ερχόμενηεβδομάδα, πιθανότατα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό


    Την ικανοποίησή του για την άκρως επιτυχημένη νέα έξοδο της Ελλάδας στης αγορές με το νέο άνοιγμα του 10ετούς ομολόγου εξέφρασε με ανάρτησή του στο Twitter o Κυριάκος Μητσοτάκης.

    «Η Ελλάδα σήμερα δανείστηκε με τη χαμηλότερη απόδοση στην ιστορία της σε οποιαδήποτε λήξη ομολόγων. Στο νέο άνοιγμα του 10ετους ομολόγου άντλησε 2,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο γύρω στο 1,2%. Ενάντια σε μια παγκόσμια πανδημία, χαιρετίζουμε την ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελληνική Δημοκρατία», αναφέρει ο πρωθυπουργός.

    Το βιβλίο προσφορών έκλεισε στο  ιστορικώς χαμηλότερο επιτόκιο του 1,22%, ενώ οι προσφορές  έφτασαν σε ύψος ρεκόρ, ξεπερνώντας τα 18 δισ. ευρω.

    Η μεγάλη ζήτηση που έκδηλώθηκε από θέσμικους επενδυτές, σε συνδυασμό με το ευνοικό κλίμα που επικρατεί στην ευρωζώνη, είχαν ως αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού για τα 2,5 δισ. ευρω που άντλησε το Ελληνικό Δημόσιο, δηλαδή το επιτόκιο των ομολόγων, να παραμείνει σχεδόν στο χαμηλό επίπεδο που διαπραγματεύονταν το 10ετές ομόλογο στη δευτερογενή αγορά τις τελευταίες ημέρες.

    Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της νέας εξόδου του Δημοσίου στις αγορές, επεσήμανε ότι η Ελλάδα κατέγραψε άλλη μία σημαντική επιτυχία στον στίβο των αγορών, η οποία συνιστά ισχυρή έμπρακτη απόδειξη ότι οι αγορές αναγνωρίζουν το συνεκτικό οικονομικό σχέδιο της Κυβέρνησης και την αποτελεσματική εφαρμογή του για την αντιμετώπιση των δυσμενών οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών της πανδημίας. Και επικροτούν την ολιστική στρατηγική που χαράσσει για την ταχύτερη δυνατή ανάταξη της οικονομίας, ώστε η χώρα να επιτύχει ισχυρή, βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη ανάπτυξη.

    Στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος (ΗΔΑΤ) καταγράφηκαν συναλλαγές 40 εκατ. ευρω εκ των οποίων μόνον τα 6 εκατ. ευρω αφορούσαν σε εντολές αγοράς. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς διατηρήθηκε στο 1,13% έναντι 0,47% του αντίστοιχου γερμανικού με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,60% από 1,54%.



    ΣΧΟΛΙΑ