Στην εποχή των σκληρών αφηγήσεων περί «νόμου και τάξης», το Αλκατράζ επιστρέφει στο προσκήνιο. Ο Ντόναλντ Τραμπ, σε μία από τις πιο αιφνιδιαστικές του εξαγγελίες, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να μετατρέψει ξανά το εμβληματικό νησί του κόλπου του Σαν Φρανσίσκο σε ομοσπονδιακή φυλακή υψίστης ασφαλείας. Το ίδιο Αλκατράζ, που έκλεισε το 1963 ως σύμβολο της αποτυχίας ενός απάνθρωπου σωφρονιστικού μοντέλου, επιστρατεύεται τώρα ως «σύμβολο αποφασιστικότητας», εν μέσω της σκληρής μεταναστευτικής και ποινικής πολιτικής του δεύτερου όρου του Τραμπ.

Το νέο αφήγημα: «REBUILD AND OPEN ALCATRAZ!»

Μέσω ανάρτησης στο Truth Social, ο αμερικανός πρόεδρος προανήγγειλε την «ανακατασκευή και επαναλειτουργία» της φυλακής, η οποία θα προορίζεται –κατά τα λεγόμενά του– για τους «πιο αδίστακτους και βίαιους εγκληματίες» της Αμερικής. Το σχέδιο προβλέπει τη συνεργασία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Φυλακών, του FBI και του Υπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας.

1

«Όταν ήμασταν μια σοβαρή χώρα, δεν διστάζαμε να απομονώσουμε τους επικίνδυνους. Αυτό θα κάνουμε ξανά», δήλωσε χαρακτηριστικά. Σε μια προσπάθεια να επαναπροσδιορίσει την έννοια της κρατικής ισχύος, ο Τραμπ φαίνεται να στοχεύει όχι μόνο στους εγκληματίες, αλλά και σε δικαστές που –όπως είπε– «φοβούνται να κάνουν τη δουλειά τους».

Αλκατράζ: Από θρύλος του παρελθόντος σε εργαλείο πολιτικής

Το Αλκατράζ υπήρξε για δεκαετίες κάτι περισσότερο από μια φυλακή. Από στρατιωτικό φρούριο και χώρος εγκλεισμού ιθαγενών και ανταρτών, μετατράπηκε το 1933 σε υψίστης ασφαλείας ομοσπονδιακό σωφρονιστικό ίδρυμα. Στέγασε διαβόητους εγκληματίες, από τον Αλ Καπόνε μέχρι τον Τζορτζ Κέλι Μπαρνς. Οι αποδράσεις ήταν σχεδόν αδύνατες – 36 κρατούμενοι προσπάθησαν, οι περισσότεροι πνίγηκαν ή σκοτώθηκαν.

Κι όμως, παρά τον μύθο, το Αλκατράζ έκλεισε το 1963 λόγω υψηλού κόστους και φθοράς. Η λειτουργία του κόστιζε τριπλάσια από άλλες φυλακές, αφού ακόμη και το νερό έπρεπε να μεταφέρεται με πλοία. Από το 1972 και μετά, υπό την εποπτεία του National Park Service, το νησί έγινε τουριστικό αξιοθέατο με πάνω από 1 εκατομμύριο επισκέπτες τον χρόνο.

Το Αλκατράζ στον κινηματογράφο

Πριν ο Ντόναλντ Τραμπ επιχειρήσει να επαναφέρει το Αλκατράζ ως φυλακή, το νησί είχε ήδη επιστρέψει θριαμβευτικά στη συλλογική φαντασία μέσα από τον κινηματογράφο, δύο φορές, με δύο διαφορετικές όψεις: την απόδραση και την ανακατάληψη.

“Escape from Alcatraz”: Η φυλακή ως μεταφορά για την ελευθερία

Η ταινία Escape from Alcatraz του 1979, σε σκηνοθεσία του Ντον Σίγκελ, είναι κάτι παραπάνω από ένα δραματοποιημένο χρονικό απόδρασης. Είναι μια αργή, υπόγεια και μεθοδικά χτισμένη καταγγελία του ποινικού αυταρχισμού, που φωτίζει την αληθινή ιστορία του Φρανκ Μόρις και των αδελφών Άνγκλιν, οι οποίοι εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς από το νησί-φρούριο το 1962. Ο Κλιντ Ίστγουντ, με το χαρακτηριστικά σιωπηλό και εσωστρεφές παίξιμό του, ενσαρκώνει τον Μόρις όχι ως ηρωική φιγούρα αλλά ως σύμβολο ψυχραιμίας, πνευματικής αντοχής και αλύγιστης ελπίδας απέναντι σε ένα σύστημα που συνθλίβει.

Το Αλκατράζ, όπως αποτυπώνεται στην ταινία, δεν είναι απλώς μια φυλακή. Είναι ένας εφιάλτης από πέτρα, μέταλλο και ομίχλη. Ένας τόπος όπου οι άνθρωποι δεν «εκτίουν ποινές», αλλά εξαφανίζονται κοινωνικά και ψυχικά. Κάθε λεπτομέρεια του εγκλεισμού, από τη σκληρότητα των δεσμοφυλάκων ως την έλλειψη ανθρώπινης επαφής, εντείνει την αίσθηση αποξένωσης. Και όμως, με απλά μέσα – ένα κουτάλι, χαρτόνια, πλαστικά ρούχα – ο Μόρις και οι συγκρατούμενοί του επιχειρούν το αδύνατο: την ελευθερία.

Η δύναμη της ταινίας έγκειται στην απόλυτη αποφυγή υπερβολών. Δεν υπάρχει μουσική υπόκρουση ηρωισμού, ούτε δραματικά ξεσπάσματα. Υπάρχει μόνο η σιωπή της απόφασης: ότι ο εγκλεισμός δεν είναι φυσική κατάσταση και η ελπίδα για διαφυγή είναι πράξη αντίστασης. Σε μια εποχή που η Αμερική της δεκαετίας του ’70 αμφισβητούσε έντονα τα κρατικά συστήματα εξουσίας, η ταινία λειτούργησε ως αλληγορία για κάθε φυλακισμένο πνεύμα – φυσικά και πολιτικά.

Σήμερα, η πρόθεση του Ντόναλντ Τραμπ να επαναλειτουργήσει το Αλκατράζ ως φυλακή υψίστης ασφαλείας ξυπνά τον εφιάλτη που η ταινία προσπάθησε να καταγγείλει: την ιδέα ότι η στέρηση της ελευθερίας είναι απλώς ένα εργαλείο εξουσίας. Η “απόδραση από το Αλκατράζ” δεν ήταν ποτέ μόνο μια ιστορία. Ήταν και παραμένει μια κραυγή ελευθερίας που σήμερα μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ.

“The Rock” του 1996

Η ταινία “The Rock” του Μάικλ Μπέι, ήταν ένα blockbuster της εποχής, γεμάτο καταιγιστική δράση, στρατιωτική πλοκή και μια υποβόσκουσα πολιτική κριτική, με φόντο το εγκαταλελειμμένο σωφρονιστικό ίδρυμα του Αλκατράζ.

Ο Σον Κόνερι, σε έναν από τους πιο εμβληματικούς ρόλους της ύστερης καριέρας του, υποδύεται τον Τζον Μέισον, έναν πρώην πράκτορα των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών που κρατήθηκε επί δεκαετίες χωρίς δίκη από την αμερικανική κυβέρνηση. Ο Μέισον είναι ο μόνος άνθρωπος που κατάφερε να αποδράσει από το Αλκατράζ και για αυτό καλείται να επιστρέψει, όταν μια ομάδα παραστρατιωτικών με αρχηγό τον στρατηγό Φράνσις Χάμελ (Έντ Χάρις) καταλαμβάνει το νησί και απειλεί το Σαν Φρανσίσκο με πυραύλους VX – ένα από τα πιο επικίνδυνα χημικά όπλα.

Η συνεργασία του Κόνερι με τον Νίκολας Κέιτζ, που υποδύεται έναν νευρικό αλλά ιδιοφυή χημικό του FBI, συνδυάζει χιούμορ, ένταση και συγκίνηση. Ο Κόνερι κουβαλάει στη φιγούρα του ολόκληρη την κληρονομιά του 007, αλλά με μια σκιά πιο σκοτεινή, πιο σπαρακτική. Ο χαρακτήρας του είναι ένας άνθρωπος που πλήρωσε το τίμημα της μυστικότητας του κράτους, που φυλακίστηκε σε ένα σύστημα χωρίς οίκτο και τώρα καλείται να το αντιμετωπίσει ξανά, για να σώσει ζωές.

Το “The Rock” δεν ήταν απλώς μια επιτυχημένη ταινία δράσης, αλλά υπήρξε κινηματογραφικό συμβάν. Αναζωπύρωσε το παγκόσμιο ενδιαφέρον για το Αλκατράζ, αναπαράγοντας με εντυπωσιακά σκηνικά την απειλητική γεωμετρία του νησιού και την αίσθηση απόλυτης απομόνωσης που αποπνέει. Από το μπουντρούμι των κρατουμένων μέχρι τους υπόγειους διαδρόμους που κρύβουν μυστικά, το Αλκατράζ δεν είναι απλώς σκηνικό — είναι πρωταγωνιστής.

Πολιτική στροφή με φόντο Γκουαντάναμο και μαζικές απελάσεις

Η πρόταση για την αναβίωση του Αλκατράζ δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Έρχεται ως συνέχεια μιας σειράς σκληρών μέτρων που περιλαμβάνουν την επαναφορά της θανατικής ποινής, τη διεύρυνση των εξουσιών της αστυνομίας, τη δρακόντεια μεταναστευτική πολιτική, με μαζικές απελάσεις – ακόμη και Αμερικανών πολιτών σε χώρες όπως το Ελ Σαλβαδόρ, τη λειτουργία νέου κέντρου κράτησης στο Γκουαντάναμο για «εγκληματίες αλλοδαπούς».

Στο φόντο όλων αυτών, η πρόταση για το Αλκατράζ μοιάζει με ένα συμβολικό αλλά πολιτικά εκρηκτικό βήμα προς έναν νέο ποινικό αυταρχισμό.

Αντιδράσεις, αμφισβητήσεις και ερωτήματα

Η ανακοίνωση προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Η εκπρόσωπος του Σώματος Ομοσπονδιακών Φυλακών απέφυγε να δώσει λεπτομέρειες για το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει ξανά μια φυλακή σε έδαφος υπό την εποπτεία της NPS. Οι πόροι έχουν ήδη μειωθεί λόγω περικοπών που υπέγραψε η ίδια η κυβέρνηση Τραμπ.

Η πρώην Πρόεδρος της Βουλής, Νάνσι Πελόζι, χαρακτήρισε την πρόταση «μη σοβαρή» και κατήγγειλε την υποκρισία του να υπονομεύεται η υπηρεσία πάρκων την ίδια στιγμή που της ζητείται να «φιλοξενήσει» ένα πειραματικό ποινικό μοντέλο.

Ένα πολιτικό τέχνασμα ή μια σκοτεινή πραγματικότητα;

Πίσω από την επικοινωνιακή υπερβολή, το ζήτημα είναι υπαρκτό: Ο Ντόναλντ Τραμπ επιχειρεί να επαναφέρει το Αλκατράζ όχι μόνο ως κτήριο, αλλά ως ιδεολογικό πρότυπο. Μια φυλακή-σύμβολο που απαντά στους φόβους της κοινωνίας με αποκλεισμό, όχι με μεταρρύθμιση. Μια στροφή από την αποκατάσταση στην τιμωρία.

Το αν αυτό θα υλοποιηθεί ή αν αποτελεί απλώς ένα ακόμα «πυροτέχνημα», μένει να φανεί. Προς το παρόν, πάντως, το Αλκατράζ βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο – όχι ως σκηνικό για ταινία, αλλά ως καθρέφτης των σκοτεινότερων μας ενστίκτων.

Διαβάστε επίσης :

Τραμπ: Δεν έχω σχέση με το φωτομοντάζ που με δείχνει ντυμένο Πάπα, η Μελάνια το βρήκε «χαριτωμένο»

Το «America First» απειλεί το παγκόσμιο Χρηματοπιστωτικό Σύστημα – Οι κρίσιμες 180 ημέρες

Η ψυχολογία του σοκ από τον Τραμπ: Πώς το βιβλίο του πριν από 38 χρόνια προβλέπει την εμπορική στρατηγική του το 2025!