Ο πόλεμος ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν δεν είναι απλώς μια ακόμη στρατιωτική αντιπαράθεση στη φλεγόμενη Μέση Ανατολή. Είναι μια σύγκρουση που συνδυάζει σκληρή ισχύ, οικονομική εξάντληση και στρατηγικές επιδιώξεις με παγκόσμιες προεκτάσεις.

Από τη μία πλευρά, το Ισραήλ ξοδεύει καθημερινά εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για να διατηρήσει δύο ενεργά πολεμικά μέτωπα, σε Γάζα και Δυτική Ασία, αντιμετωπίζοντας πρωτοφανές δημοσιονομικό φορτίο. Από την άλλη, το Ιράν επιχειρεί με σημαντικά χαμηλότερο οικονομικό κόστος, χάρη στην αυτάρκειά του σε καύσιμα και οπλικά συστήματα, αλλά και στην ανθεκτικότητα ενός θεοκρατικού καθεστώτος που δεν λογοδοτεί εύκολα στο εσωτερικό του.

1

Πίσω όμως από τους αριθμούς και τις στρατηγικές, κρύβεται μια πολύ πιο επικίνδυνη πραγματικότητα: καμία από τις δύο χώρες δεν δείχνει διατεθειμένη να υποχωρήσει, την ώρα που οι μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη –ΗΠΑ, Κίνα και Ρωσία– πιέζουν για αποκλιμάκωση. Την ίδια στιγμή, η διεθνής οικονομία παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα, καθώς οι συνέπειες της σύγκρουσης απειλούν να επηρεάσουν τα πάντα – από τις αγορές ενέργειας μέχρι την ασφάλεια των διεθνών εμπορικών διαδρομών και την πολιτική σταθερότητα σε Ευρώπη και Ασία.

Ισραήλ: Στην δίνη του πιο δαπανηρού της πολέμου

Το Ισραήλ βρίσκεται στη δίνη της πιο δαπανηρής στρατιωτικής περιόδου στην ιστορία του, με τον κρατικό προϋπολογισμό να καταπονείται από τη διπλή εμπλοκή: εναντίον της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας και του Ιράν σε διάφορα μέτωπα της Δυτικής Ασίας. Ο ρυθμός δαπανών είναι τέτοιος που απειλεί να αναδιαμορφώσει το οικονομικό μέλλον της χώρας.

Σύμφωνα με το Ynet News και τον πρώην σύμβουλο των IDF, Re’em Aminach, το κόστος των πρώτων 48 ωρών της ισραηλινής επιχείρησης κατά του Ιράν ξεπέρασε τα 5,5 δισ. σέκελ (1,45 δισ. δολάρια), ενώ οι επιθετικές ενέργειες, μόνο, απορρόφησαν περίπου 600 εκατ. δολάρια.

Το κόστος όμως παραμένει στα ύψη. Η τρέχουσα καθημερινή δαπάνη αγγίζει τα 725 εκατ. δολάρια, σύμφωνα με το Τhe Economic Time (το Live News κάνει λόγο για 1 δισ. την ημέρα!) με 300 εκατ. να καταναλώνονται σε καύσιμα και οπλισμό.

Οι μαζικές επιστρατεύσεις έχουν πολλαπλό αντίκτυπο. Πάνω από 300.000 έφεδροι έχουν κληθεί, με 100.000 εξ αυτών να κοστίζουν καθημερινά έως και 27 εκατ. δολάρια σε μισθούς και υλικοτεχνική υποστήριξη. Η απώλεια παραγωγικότητας προσθέτει άλλα τόσα σε έμμεσες ζημιές.

Το Ταμείο Αποζημιώσεων έχει ήδη εκταμιεύσει 2,4 δισ. σέκελ για καταστροφές σε μη στρατιωτικές υποδομές το πρώτο πεντάμηνο του 2025, με τις συνολικές αναλήψεις να αγγίζουν τα 3 δισ. σέκελ. Αν και δεν καταγράφονται απευθείας στο κρατικό έλλειμμα, επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος.

Στα τάρταρα ο προϋπολογισμός

Σύμφωνα με το Τhe Economic Time, μέσα σε δύο μόλις χρόνια, οι αμυντικές δαπάνες σχεδόν διπλασιάστηκαν: από 60 δισ. σέκελ το 2023 σε 99 δισ. το 2024 και εκτιμώμενα 118 δισ. (περίπου 31 δισ. δολάρια) για το 2025. Το ποσοστό αυτό αντιστοιχεί στο 7% του ΑΕΠ – δεύτερο μόνο μετά την Ουκρανία παγκοσμίως.

Ο προϋπολογισμός κινείται ήδη κοντά στο όριο του επιτρεπτού ελλείμματος (4,9% του ΑΕΠ ή 27,6 δισ. δολάρια), ενώ τα αποθεματικά έχουν σχεδόν εξαντληθεί από την πολεμική δαπάνη στη Γάζα.

Αν και τα έσοδα από φόρους έχουν αυξηθεί (538,6 δισ. σέκελ το 2025 από 517,1 δισ.), η προβλεπόμενη ανάπτυξη μειώθηκε στο 3,6%, από προηγούμενη εκτίμηση 4,3%.

Οι επιπτώσεις στις δημόσιες υπηρεσίες είναι ορατές: η εκπαίδευση και η υγεία κινδυνεύουν να περάσουν σε δεύτερη μοίρα, με τους ειδικούς να προειδοποιούν ότι ακόμη και σε περίπτωση γρήγορης εκεχειρίας, η ζημιά είναι ήδη βαθιά.

Η ιδιωτική οικονομία δέχεται επίσης πιέσεις. Ο πρόεδρος των Εμπορικών Επιμελητηρίων, Shachar Turjeman, κάλεσε την κυβέρνηση να χαλαρώσει τους περιορισμούς στις επιχειρήσεις, επισημαίνοντας πως η συνέχιση της οικονομικής δραστηριότητας είναι κρίσιμη για την επιβίωση των μικρομεσαίων.

Ιράν: Λιγότερα τα εκατομμύρια

Ενώ το Ισραήλ δαπανά καθημερινά εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για να διατηρήσει δύο πολεμικά μέτωπα, το Ιράν φαίνεται να επιχειρεί με συγκριτικά ελάχιστο κόστος. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Τεχεράνη έχει δαπανήσει μόλις 200 εκατομμύρια δολάρια μέχρι στιγμής για τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις, εκμεταλλευόμενη ένα διαφορετικό σύνολο πλεονεκτημάτων.

Το Ιράν διαθέτει άφθονους φυσικούς πόρους, κυρίως καύσιμα, μειώνοντας δραστικά το λειτουργικό κόστος των πολεμικών επιχειρήσεων. Παράλληλα, οι κρίσιμες υποδομές του στρατού του – όπλα, εξαρτήματα, υποστήριξη – βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην εγχώρια βιομηχανία, γεγονός που μειώνει την εξάρτηση από εισαγωγές και το σχετικό κόστος.

Η γεωγραφική έκταση της χώρας λειτουργεί επίσης προς όφελός της: οι άμυνες μπορούν να είναι πιο επιλεκτικές και συγκεντρωμένες, χωρίς την ανάγκη ευρείας κινητοποίησης.

Σε αντίθεση με δυτικά ή δημοκρατικά κράτη, το θεοκρατικό καθεστώς της Τεχεράνης φαίνεται λιγότερο ευαίσθητο στο εσωτερικό κόστος ενός πολέμου – είτε αυτό αφορά ανθρώπινες απώλειες, είτε οικονομικές δυσκολίες.

Ωστόσο, πίσω από αυτή την ανθεκτικότητα κρύβεται μια οικονομία σε διαρκή ασφυξία. Οι πολυετείς δυτικές κυρώσεις έχουν περιορίσει την πρόσβαση του Ιράν στις διεθνείς αγορές, στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στον εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας. Γι’ αυτό και το ποσό των 200 εκατομμυρίων, αν και μικρό για τα δεδομένα ενός κράτους σε πόλεμο, αποτελεί σημαντικό βάρος για τον ιρανικό προϋπολογισμό.