• Άρθρα

    Γερμανία: Το τέλος μίας εποχής;

    Στην κρίση, ηγεσία σημαίνει φυγή προς τα εμπρόςσύγκρουση ΕΚΤ- Επιτροπής και ΕΜΣ;

    Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος


    Έγραφα χθες για τον «σαδιστικό μονεταρισμό» της Γερμανίας, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ιδιαίτερα μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όπου η επιβολή αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων οδήγησε την ευρωπαϊκή οικονομία σε ιδιαιτέρα χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και το κοινωνικό κράτος σε ιδιαίτερα επικίνδυνη υποβάθμιση.

    Είναι πολύ πιθανό ότι οι εκλογές του Σεπτεμβρίου θα φέρουν στην εξουσία την συμμαχία των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) με τους Πράσινους – και μαζί την προοπτική πως για πρώτη φορά στον τελευταίο μισό αιώνα η Γερμανική οικονομική ορθοδοξία ίσως αλλάξει.

    Ήδη οι Πράσινοι πιέζουν να εγκαταλειφθεί το περίφημο «φρένο χρέους» (debt break) και να αντικατασταθεί από το «πράσινο φρένο» (carbon brake). Δηλαδή, να μην είναι το ύψος του χρέους προς το ΑΕΠ που να επηρεάζει καθοριστικά την οικονομική πολιτική, αλλά η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της κλιματικής αλλαγής.

    Πράγματι, η πορεία της Γερμανίας στην μεταπολεμική περίοδο δημιουργεί πολλά ερωτηματικά. Έχοντας αποτύχει την επιβολή με στρατιωτικά μέσα, μετέτρεψε το μάρκο σε ευρώ και πέτυχε αρχικά την οικονομική και στην συνέχεια με την επανένωση το 1990 και την πολιτική κυριαρχία στην Ευρώπη.

    Στην διαδρομή αυτή, όπως παρατηρεί ο Oliver Nachtwey στο βιβλίο του «Germany’ Hidden Crisis: Social Decline in the Heart of Europe» ο Γερμανός εργάτης δεν προσβλέπει πλέον στην αντικατάσταση του Volkswagen με Audi, διότι η κοινωνική κινητικότητα έχει παγώσει, έχουν δημιουργηθεί δύο τάξεις εργαζομένων (των ελίτ και αυτών που ζουν με το φάσμα της αβεβαιότητας – precariat) και το κοινωνικό κράτος λειτουργεί με τεράστια ελλείματα ως προς την κάλυψη που προσφέρει—καθώς από την εποχή του Gerhard Schröder, ο αριθμός των φτωχών έχει διπλασιαστεί.

    Οι Γερμανοί μετατράπηκαν σε κατ’ εξοχήν πιστούς των αρχών του νεοφιλελευθερισμού, διότι στόχος του ήταν πάντα οι εξαγωγές. Κάποια στιγμή, ανάμεσα στο τέλος του 19ου και την αρχή του 20ου αιώνα απέκτησαν την πρωτοκαθεδρία στην βιομηχανική παραγωγή –και ειδικά στα μηχανήματα. Έκτοτε –και με εξαίρεση την οικονομική αυτονομία που επέβαλαν οι Ναζί – η Γερμανία ασκεί επιρροή μέσω των εξαγωγών.

    Σε άρθρο του ο καθ. Quinn Slobodian υπενθυμίζει την φράση του Keynes για την Γερμανία ότι είναι «μία μηχανή, η κορυφή της οποίας πρέπει να γυρνά ολοένα και πιο γρήγορα προκειμένου να μην χάσει την ισορροπία της».  Στην ίδια λογική ο καθηγητής του Stanford Julian Germann, υποστηρίζει ότι αυτή η μανία της Γερμανίας με τις εξαγωγές είναι που πρωταρχικά εξηγεί την συμπεριφορά της.

    Είναι θέση με λογική. Η Γερμανία φοβάται τον πληθωρισμό γιατί υπονομεύει τις εξαγωγές. Η δική της αγορά δεν επαρκεί για να αποκτήσει το μέγεθος των εξωτερικών οικονομιών που συνάδουν με την παγκοσμιοποίηση – γι’ αυτό και στράφηκε άμεσα να κατακτήσει την αγορά της Κίνας—που είναι σήμερα η 3η σε μέγεθος εξαγωγική αγορά της. Σχεδόν ταυτόχρονα με την ανάληψη των καθηκόντων του από τον Joe Biden, η Γερμανία υπέγραφε νέα επενδυτική συμφωνία με την Κίνα. Και ανθίσταται σθεναρά στην πίεση των ΗΠΑ να μην υλοποιηθεί ο αγωγός Nord Stream 2.

    Αλλά, και η Γερμανική επανένωση βοήθησε – καθώς η παραγωγική μηχανή της Δυτικής Γερμανίας απέκτησε πρόσβαση στο φτηνό αλλά καταρτισμένο εργατικό δυναμικό της Ανατολικής Γερμανίας.

    Σε όλα αυτά προέδρευσαν ο Helmut Kohl και η Angela Merkel –με όραμα την Γερμανική επικυριαρχία. Τι κι αν ο Ευρωπαϊκός Νότος υπέφερε; Σημασία είχε η νομισματική σταθερότητα, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εξαγωγική επιτυχία.

    Διόλου τυχαία, λοιπόν, ο Germann χαρακτηρίζει την Γερμανία ως τον ανυποψίαστο (αθέλητο) αρχιτέκτονα του νεοφιλελευθερισμού. Θέλοντας να συγκρατήσει τα κόστη παραγωγής χαμηλά, επέλεξε να υποβαθμίσει το κοινωνικό κράτος, να περιορίσει δραστικά στην έκταση της κρατικής παρέμβασης ώστε να μειώσει το διοικητικό κόστος και να στηρίξει με κάθε τρόπο την μάχη κατά του πληθωρισμού.

    Οι νέα εποχή των πανδημιών, όμως, θέτει νέα ερωτήματα και νέα διλήμματα. Η Γερμανία της περιόδου 1945-2021 δεν είχε άλλο όραμα από την οικονομική της πρωτοκαθεδρία. Γι’ αυτό και η Μerkel πάντα αντιδρούσε με καθυστέρηση και μόνο όταν δεν έχει εναλλακτικό δρόμο—π.χ. όπως με το NGEU.

    Το ερώτημα είναι αν η νέα εκκολαπτόμενη ηγεσία θα έχει το όραμα και την θέληση να αλλάξει ρότα; Ο μεγάλος κίνδυνος είναι ότι θα προσπαθήσει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα των κορονοϊών και της κλιματικής αλλαγής χωρίς να επιδείξει την ανάλογη ελαστικότητα στην οικονομική πολιτική. Αν αυτό συμβεί το μέλλον της Ε.Ε. θα είναι αβέβαιο.

    Διαβάστε επίσης:

    Ο Σαδιστικός Μονεταρισμός της Γερμανίας

    Ό,τι χάθηκε δεν ανακτάται

    Ο Μεγάλος Αγώνας και η μικρή προσωπική ευθύνη



    ΣΧΟΛΙΑ