ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Μπορεί πάνω από τις μισές επιχειρήσεις να δηλώνουν ότι θα προχωρήσουν σε αυξήσεις μισθών το 2025 –σύμφωνα με έρευνα της MRB για τον ΣΕΒ–, ωστόσο η παραδοχή ότι οι μισθοί στην Ελλάδα παραμένουν χαμηλοί ήρθε με σαφήνεια από τον πρόεδρο του Συνδέσμου και επικεφαλής της Bespoke, Σπύρο Θεοδωρόπουλο.
«Οι μισθοί στην Ελλάδα είναι πραγματικά χαμηλοί, αλλά για να λέμε αλήθειες, είναι χαμηλοί γιατί έχουμε χαμηλή παραγωγικότητα», επεσήμανε χαρακτηριστικά. Ο ίδιος εξήγησε πως το βασικό πρόβλημα δεν είναι τόσο το επίπεδο των τιμών όσο η πολύ χαμηλή αγοραστική δύναμη που έχουν οι πολίτες.
Δεν φταίνε τα κέρδη των επιχειρήσεων για την ακρίβεια
«Δεν είναι αλήθεια ότι οι τιμές είναι ακριβότερες στην Ελλάδα απ’ ό,τι στο εξωτερικό. Σοβαροί φορείς όπως το ΙΕΛΚΑ ή το Οικονομικό Πανεπιστήμιο δείχνουν ότι δεν είμαστε ακριβότεροι. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι οι Έλληνες βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις στην Ευρώπη σε μονάδες αγοραστικής δύναμης», τόνισε, μετατοπίζοντας τη συζήτηση από τις τιμές στα εισοδήματα.
Αναφέρθηκε μάλιστα και στον δημόσιο λόγο γύρω από το επιχειρείν σημειώνοντας ότι «η γνώμη μου είναι ότι δεν φταίνε οι τιμές και όλη αυτή η λάσπη που έχει πέσει στους επιχειρηματίες με συνεχείς φράσεις όπως καρτέλ, υπερκέρδη, ή η συζήτηση μέχρι πού φτάνουν τα κέρδη φράσεις που… πουλάνε… αλλά δεν απεικονίζουν την αλήθεια».
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ αναγνώρισε ότι η ανάγκη για αύξηση των μισθών είναι υπαρκτή, αλλά ξεκαθάρισε πώς «δεν μπορούν να αυξηθούν σε πραγματικούς όρους οι μισθοί, παρόλο που το αναγνωρίζουμε, παρόλο που θα προσπαθήσουμε να κάνουμε ότι είναι δυνατόν».
Αν δεν μεγαλώσει η πίτα δεν λύνεται το πρόβλημα της χαμηλής αγοραστικής δύναμης
Ανέφερε δε ότι η Ελλάδα καταγράφει παραγωγή μόλις 38 ευρώ ανά ώρα εργασίας, έναντι 80 ευρώ στη Γερμανία και 151 ευρώ στη Δανία, υπογραμμίζοντας πως «αν δεν αυξηθεί η παραγωγικότητα, θα προσπαθούμε να μοιράσουμε μια πίτα η οποία δεν είναι αρκετή».
Όπως τόνισε, το πρόβλημα της χαμηλής αγοραστικής δύναμης ή της ακρίβειας λύνεται μόνο με βελτίωση της παραγωγικής βάσης. «Πρέπει να επενδύσουμε πρώτα εμείς οι επιχειρήσεις, που είμαστε ο βασικός παράγοντας, και οι εργαζόμενοι –που δεν είναι ο βασικός παράγων– να μας δώσουν μορφές ευελιξίας. Κι εμείς, με τη σειρά μας, να τους δώσουμε καλύτερες αμοιβές», κατέληξε.
Εκανε δε επίκληση στα αίτια που οδήγησαν στη μνημονιακή κρίση. «Τα αίτια της κρίσης ήταν το δημοσιονομικό, παραγωγικότητα, ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Το ένα αναγνωρίζουμε όλοι ότι το έχουμε πάει καλά. Πρέπει να λύσουμε και τα άλλα δύο και να ασχοληθούμε σοβαρά. Δεν θα βελτιωθεί το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αν δεν βελτιωθεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μας ώστε να κάνουμε εξαγωγές. Και για το πετύχουμε αυτό δεν μπορούμε να έχουμε χαμηλότερη παραγωγικότητα από τους ανταγωνιστές μας.
Είναι ένας φαύλος κύκλος και πρέπει να κλείσουμε και τα άλλα δύο όλοι μαζί. Και η κυβέρνηση και οι επιχειρηματίες και οι εργαζόμενοι» πρόσθεσε.
Πάντως με βάση την πανελλαδική έρευνα του ΣΕΒ το 52,4% των επιχειρήσεων απαντά «ναι» στην ερώτηση αν σχεδιάζουν αυξήσεις, ενώ το 30,4% δηλώνει αρνητικό και το 17,2% επιφυλάσσεται (ΔΞ/ΔΑ).
Η βιομηχανία πρώτη ως προς την πρόθεση αυξήσεων μισθών
Σε επίπεδο κλάδων, τα υψηλότερα ποσοστά καταγράφονται στον δευτερογενή τομέα. Η βιομηχανία εμφανίζεται πρώτη, με το 79,4% των επιχειρήσεων να δηλώνει ότι θα αυξήσει τους μισθούς. Ακολουθούν οι κατασκευές, με 66,7%, και οι υπηρεσίες με 60,2%. Πάνω από τον μέσο όρο κινούνται επίσης οι κλάδοι μεταφορών/αποθήκευσης/ενέργειας, με 54,2%, καθώς και η ξενοδοχειακή και η εστίαση με 52,0%.
Στον αντίποδα, χαμηλότερα ποσοστά αυξήσεων αναμένονται στο εμπόριο (38,8%) και κυρίως στον κλάδο των πολύ μικρών επιχειρήσεων, που φαίνεται να αντιμετωπίζουν περισσότερες δυσκολίες προσαρμογής.
Αναφορικά με το μέγεθος των επιχειρήσεων, προκύπτουν σημαντικές διαφοροποιήσεις:
-Στις μεγάλες επιχειρήσεις (άνω των 100 εργαζομένων), 8 στις 10 (80%) θα δώσουν αυξήσεις.
-Αντίθετα, στις μεσαίες επιχειρήσεις (50–99 άτομα), μόλις 1 στις 4 (25,1%) δηλώνει πρόθεση για αυξήσεις, με 42,3% να απαντά «Δεν ξέρω/Δεν απαντώ».
-Οι μικρές επιχειρήσεις (10–49 άτομα) βρίσκονται πιο κοντά στον μέσο όρο, με 35,8% θετικές απαντήσεις και 39,1% αρνητικές.
-Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (1–9 άτομα) φτάνουν το 54,7% στο «ναι».
Αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους σχεδιάζουν αυξήσεις στους μισθούς (σ.σ. η έρευνα πραγματοποιήθηκε το διάστημα Φεβρουαρίου–Μαρτίου, πριν από την αύξηση του κατώτατου μισθού από 1ης Απριλίου), πρώτος λόγος με διαφορά είναι η επιβράβευση της απόδοσης των εργαζομένων, την οποία επικαλείται το 62,3% των επιχειρήσεων. Ακολουθεί η ανάγκη διατήρησης προσωπικού ώστε να μη χαθεί στο πλαίσιο του ανταγωνισμού (47,4%), ενώ μόλις το 17,6% των επιχειρήσεων αναφέρει ως αιτία την αυξημένη παραγωγικότητα και την ενισχυμένη κερδοφορία.
Ποσοστό 16,4% δηλώνει ότι θα δώσει αυξήσεις επειδή υποχρεούται λόγω συλλογικών συμβάσεων, ενώ το 15,7% επικαλείται την ανάγκη να προσελκύσει νέα στελέχη ή ειδικότητες που απαιτούνται για τη λειτουργία της επιχείρησης.
Διαβάστε επίσης
Σπύρος Θεοδωρόπουλος: Επενδυτικό «πισωγύρισμα» ο νέος αναπτυξιακός
Pirelli: Εξαγωγικό ρεκόρ και «bonus» μισού εκατομμυρίου από το ελληνικό Δημόσιο
Πόλεμος στο Ελληνοαμερικανικό: Οι εκλογές, τα δημοσιεύματα και η απάντηση Σαρακάκη
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Capital Clean Energy Carriers (Βαγγέλης Μαρινάκης): Ναύλωσε δύο δεξαμενόπλοια LNG υπό κατασκευή
- Ολοκλήρωση του Έργου ERATOSTHENES: Η DBC diadikasia στην Πρωτοπορία της Ασφάλειας για το Διαδίκτυο των Πραγμάτων
- Viohalco: Με ποια προϊόντα δραστηριοποιείται στην αμυντική βιομηχανία
- Protergia: Οι πιο φωτεινές στιγμές της ζωής δεν μετριούνται με χρόνια
