• Οικονομία

    Κόλαφος η έκθεση Κομισιόν: Δυσφορία για το κόστος των παροχών Τσίπρα – Μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 6 δισ. ευρώ

    • NewsRoom

    Ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Valdis Dombrovskis


    Αν και θα περίμενε κανείς οι Βρυξέλλες να επιλέξουν πιο ήπιους τόνους εν μέσω προεκλογικής περιόδου, τελικά η Κομισιόν χτύπησε το «καμπανάκι» για την ελληνική οικονομία, στην τρίτη έκθεση των θεσμών στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας, καθώς οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν κρύβουν την δυσφορία τους για τις προεκλογικές εξαγγελίες Τσίπρα και τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν στα δημοσιονομικά μεγέθη.

    «Η έκθεση αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα έκανε ένα εύλογο ξεκίνημα στο μεταπρογραμματικό περιβάλλον από τον Αύγουστο του 2018. Ωστόσο διαπιστώνεται ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων στη χώρα έχει επιβραδυνθεί τους τελευταίους μήνες και ότι ορισμένα από τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί δεν διασφαλίζουν συνέπεια με τις δεσμεύσεις προς τους πιστωτές, ενώ θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων», όπως επισημαίνεται από την Κομισιόν.

    Ειδικότερα, η έκθεση επισημαίνει ότι η Ελλάδα μπήκε «με σύνεση» στη μεταμνημονιακή περίοδο από τον Αύγουστο του 2018, ωστόσο διαπιστώνει ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων «έχει επιβραδυνθεί τους τελευταίους μήνες» και ότι ορισμένα μέτρα που έχουν εφαρμοστεί δεν είναι «συνεπή» και δεν διασφαλίζουν τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί έναντι των Ευρωπαίων εταίρων, ενώ ενέχουν «κινδύνους» για την επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων.

    Την ίδια ώρα μιλώντας για την Ελλάδα, ο αντιπρόεδρος Ντομπρόφσκις υπογράμμισε ότι η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε περισσότερες μεταρρυθμίσεις από κάθε άλλη χώρα, αναφερόμενος, όμως, στο πακέτο μέτρων που εξήγγειλε τον Μάιο ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, το χαρακτήρισε «δαπανηρό και δεν κινείται στην σωστή κατεύθυνση, ενώ υπογράμμισε ότι δημιουργεί κινδύνους για τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019 και τις επόμενες χρονιές».

    Από τη μεριά του ο επίτροπος Οικονομικών Π. Μοσκοβισί τόνισε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παρακολουθήσει στενά τους επόμενους μήνες την πορεία του πλεονάσματος και ότι, όποια κι αν είναι η επόμενη κυβέρνηση, θα συνεχίσει να στηρίζει την ανάκαμψη της χώρας και θα διατηρήσει τον εποικοδομητικό διάλογο.

    Αναλυτικά η έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα ανεβάζει το κόστος των μέτρων ακόμη και στο 1,4% του ΑΕΠ όταν η ελληνική πλευρά βλέπει κόστος μόλις 0,6%. Η μεγάλη διαφορά υπάρχει λόγω των διαφορετικών εκτιμήσεων για τη δημοσιονομική επίπτωση των ρυθμίσεων των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Οι δύο αυτές διαφωνίες όμως, φτάνουν να ποσοτικοποιούνται ακόμη και πάνω από 1% του ΑΕΠ.

    Μάλιστα, σε ειδικό πίνακα που δημοσιεύει η Κομισιόν, αναδεικνύεται το «χάσμα» μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών και εκτιμάται ότι το κόστος των παροχών Τσίπρα για τη διετία 2019-2020 μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 6 δισ. ευρώ.

    H  έκθεση αποτυπώνει την διαφωνία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τόσο με την πρόβλεψη της ελληνικής κυβέρνησης για τον φετινό δημοσιονομικό χώρο όσο και με την κοστολόγηση των μέτρων.

    Η Κομισιόν βλέπει το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα (πριν τα μέτρα που νομοθετήθηκαν στις 15 Μαΐου για ΦΠΑ και συντάξεις) στο 3,6% του ΑΕΠ και όχι στο 4,1% όπως υποστηρίζει η ελληνική πλευρά (με τις σχετικές προβλέψεις να αποτυπώνονται στο πρόγραμμα Σταθερότητας που κατατέθηκε τον Απρίλιο στην Κομισιόν).

    Όσον αφορά στην κοστολόγηση των μέτρων:

    1. Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά όσον αφορά στην μέτρηση της επίπτωσης από τις ρυθμίσεις των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία. Για την ρύθμιση των ασφαλιστικών ταμείων, οι θεσμοί βλέπουν «τρύπα» η οποία θα κυμαίνεται από 0,3% έως και 0,6% του ΑΕΠ σε αντίθεση με την ελληνική πλευρά η οποία βλέπει θετική επίδραση της τάξεως του 0,2% του ΑΕΠ για το 2019 και 0,3% για το 2020.

    Αναλυτικά, οι θεσμοί βλέπουν ότι η ρύθμιση στα ασφαλιστικά ταμεία θα δημιουργήσει δημοσιονομικό κενό 0,1-0,2% και για το 2019 και για το 2020 ενώ η ελληνική πλευρά βλέπει θετικό δημοσιονομικό χώρο 0,1%. Όσον αφορά στην ρύθμιση της εφορίας, το άνοιγμα εκτιμάται από 0,2% έως 0,4% για φέτος και από 0,1% έως 0,3% για του χρόνου με την κυβέρνηση να βλέπει θετική επίδραση 0,1% για το 2019 και 0,2% για το 2020.

    2. Για τα μέτρα του ΦΠΑ φαίνεται να υπάρχει συμφωνία ως προς τη δημοσιονομική επίπτωση: 0,3% για το 2019 και 0,4% για το 2020.

    Βέβαια, ο «λογαριασμός» έτσι όπως αποτυπώνεται στην έκθεση της Κομισιόν είναι πιο βαρύς συγκριτικά με τα όσα είχαν γίνει γνωστά μέχρι τώρα από την κυβέρνηση (η οποία μιλούσε για επίπτωση 440 εκατ. ευρώ για το 2019

    3. Σύμπτωση υπάρχει και για τις συντάξεις. Η καταβολή της 13ης σύνταξης και των ευνοϊκών διατάξεων για τις συντάξεις χηρείας θα κοστίσουν 0,5% του ΑΕΠ.

    Με αυτά τα δεδομένα, ο συνολικός λογαριασμός των μέτρων ανεβαίνει από το 1,1% έως το 1,4% του ΑΕΠ με βάση τις εκτιμήσεις των θεσμών για το 2019 και στο 1,2-1,5% για το 2020 έναντι 0,6% που είναι η πρόβλεψη της Ελλάδας. Άρα, υπάρχει διαφορά η οποία κυμαίνεται από 0,5% (περίπου 900 εκατ. ευρώ) έως και 0,9% (δηλαδή κοντά στα 1,6 δισ. ευρώ).



    ΣΧΟΛΙΑ