• Οικονομία

    Η Ελλάδα χορεύει ξανά στους ρυθμούς των αγορών – Πώς η «καθαρή έξοδος» κατάντησε η νέα «αυταπάτη» του Τσίπρα

    Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας


    Τον περασμένο Αύγουστο, τα στελέχη του επικοινωνιακού επιτελείου της κυβέρνησης, έχοντας «τραυματιστεί» από την πρόσφατη μεγάλη τραγωδία της Ανατολικής Αττικής, επέλεγαν την Ιθάκη ως το μέρος που ο πρωθυπουργός θα ανακήρυσσε την πολυπόθητη «έξοδο της χώρας από τα μνημόνια». Με ένα διάγγελμα με πολλές αναφορές στην Οδύσσεια, το οποίο σχολιάστηκε πολιτικά ως «διχαστικό», ο Αλέξης Τσίπρας ανήγγειλε την επιστροφή του «καραβιού» της ελληνικής οικονομίας στην… Ιθάκη της κανονικότητας. Λίγους μήνες αργότερα, το «καράβι» της Ελληνικής οικονομίας βρίσκεται ξανά να παλεύει με νέες φουρτούνες, σε συνθήκες που θυμίζουν την περίοδο πριν την έναρξη του… «πρώτου ταξιδιού» και με το αφήγημα περί «καθαρής» εξόδου να έχει καταλήξει ως η νέα μεγάλη «αυταπάτη» της κυβέρνησης. Η Ελλάδα παραμένει να χορεύει στους ρυθμούς των αγορών, εγκλωβισμένη στα μεγάλα προβλήματα της πραγματικής οικονομίας της.

    Ένα από τα κυριότερα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το πόσο προβληματικά έχει εξελιχθεί η «μεταμνημονιακή» περίοδος σε οικονομικό επίπεδο είναι το γεγονός πως η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου δεν κατάφερε να υποχωρήσει, σε καμία στιγμή μετά την 21η Αυγούστου, κάτω από το όριο του 4%. Στοιχείο που από μόνο του ακυρώνει την ρητορική της κυβέρνησης για «καθαρή έξοδος» στις Αγορές, αφού οι υψηλές αποδόσεις (αντίστοιχα υψηλές παραμένουν και οι αποδόσεις του 5ετούς και του 7ετούς ομολόγου) καθιστούν απαγορευτική προς το παρόν κάθε συζήτηση για έκδοση ομολόγων.

    Όσο κι αν η εξήγηση που δίνει η ελληνικής κυβέρνηση είναι πως η υψηλή απόδοση έχει να κάνει με τις διεθνείς εξελίξεις (Ιταλία, Τουρκία, εμπορικός πόλεμος, κτλ..), κανείς δεν μπορεί να μην αναφέρει πως η Ελλάδα είχε προειδοποιηθεί για την κατάσταση αυτή από την ΕΚΤ. Ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε, ωστόσο, να μην ακούσει την εναλλακτική πρόταση του Γιάννη Στουρνάρα και του Μάριο Ντράγκι για πιστοληπτική γραμμή, προτιμώντας την λύση του δημοσιονομικού μαξιλαριού και την ενισχυμένη εποπτεία, αδιαφορώντας για το ρίσκο της επιλογής του. Ο πρωθυπουργός ευελπιστούσε για μια ακόμα φορά σε πολιτικές λύσεις από την Ευρώπη στις κρίσιμες στιγμές που πιθανότατα θα έρχονταν, έχοντας πίστη στις διαπραγματευτικές του δυνατότητες, παρά το γεγονός πως είχε αποτύχει σε προηγούμενες περιπτώσεις, με χαρακτηριστικότερες την επιβολή του τρίτου μνημονίου αλλά και την επιβολή των περικοπών στις παλαιές συντάξεις και το αφορολόγητο όριο. Τα δύο τελευταία μέτρα, άλλωστε, αποτελούν σημείο αναφοράς στην πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η κυβέρνηση έχει στρέψει όλες τις δυνάμεις στις προσπάθειες για την ακύρωσή τους.

    Ένα δεύτερο στοιχείο που είχε φανεί από τις πρώτες ημέρες ήταν το αρνητικό κλίμα των αγορών απέναντι στις τράπεζες. Η επιλογή της κυβέρνησης να μην ακολουθήσει την πρόταση για πιστοληπτική γραμμή, έφερε το τέλος του waiver, δυσκολεύοντας τον δανεισμό των τραπεζών. Οι ελληνικές τράπεζες άλλωστε ήδη είχαν να αντιμετωπίσουν την απροθυμία των ξένων θεσμικών επενδυτών καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, οι οποίοι αποχωρούσαν με σταθερούς ρυθμούς από αυτές, παρά την επιτυχία τους στα αυστηρά stress tests στις αρχές του χρόνου. Τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο δύσκολα μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εξαμήνου, τα οποία αν και έδειξαν πως κινούνταν εντός των στόχων, παρουσίαζαν μια κάμψη στον ρυθμό αύξησης των κερδών. Το κύριο πρόβλημα εντοπίστηκε στον ρυθμό αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων, καθώς παρά τις επιτυχημένες προσπάθειες τους να είναι εντός των στόχων που είχαν θέσει, η κατάσταση στην πραγματική οικονομία γεννά συνεχώς νέα προβλήματα.

    Το τραπεζικό sell off αυτής της εβδομάδας ήταν το απλά η κορυφή του παγόβουνου. Οι τραπεζικές μετοχές από την ημέρα του τέλους του μνημονίου μέχρι εκείνη την ώρα είχαν ήδη χάσει ένα τεράστιο μέγεθος της αξίας τους, μέσα σε μια αγορά η οποία αντιδρά ακραία σε κάθε αρνητική είδηση και σχεδόν με αδιαφορία σε κάθε θετική. Την Τετάρτη, η μετοχή της Πειραιώς, για την οποία ο SSM ζήτησε να αυξήσει μέχρι το τέλος της χρονιάς την κεφαλαιακή επάρκεια της, ήταν ο αρνητικός πρωταγωνιστής. Σήμερα, στο επίκεντρο βρίσκεται η Εθνική τράπεζα, τις προηγούμενες ημέρες η μεγάλη πίεση είχε ασκηθεί στην Eurobank και πιο πριν στην Alpha…

    Όσο κι αν η κυβέρνηση έσπευσε να ρίξει το βάρος της ευθύνης στα funds και τα κερδοσκοπικά παιχνίδια, το πρόβλημα παραμένει εδώ. Η επιλογή της να δοκιμάσει να βγει «ξυπόλυτη στα αγκάθια» των αγορών, προκαλώντας μάλιστα με την τύχη της φλερτάροντας με την παροχολογία – ενόψει μιας μακράς προεκλογικής περιόδου που άτυπα ξεκίνησε με το  διάγγελμα Τσίπρα από την Ιθάκη – αποδεικνύεται πολύ «δυσκολότερη» από όσο την υπολόγιζε. Η προσπάθεια της για να απαλλαγεί από τους νόμους που η ίδια ψήφισε για την περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις παλαιές συντάξεις, δεν φαίνεται πως θα μπορέσει να έχει τον ίδιο αντίκτυπο στις αγορές, όπως  – πιθανών – στους πολιτικούς θεσμούς της Ευρώπης. Ειδικά όταν η υλοποίηση των συγκεκριμένων δεσμεύσεων έχει συνδεθεί με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, για τα οποία ο Αλέξης Τσίπρας και οι βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ πανηγύριζαν στο Ζάππειο, στη… «φιέστα της γραβάτας».

    Η ελληνική κυβέρνηση τρέχει τώρα, για μια ακόμα φορά εκ των υστέρων, να σχεδιάσει παρεμβάσεις για να αποσοβήσει τα χειρότερα και να δώσει λύση στο πρόβλημα. Μόνο που η λύση πρέπει να είναι «εδώ και τώρα». Χωρίς ροή χρήματος στον επιχειρηματικό κόσμο, η μάχη για την ανάπτυξη μοιάζει χαμένη υπόθεση. Όσο τα «κόκκινα δάνεια» συνεχίζουν να ταλαιπωρούν τις τράπεζες, το πρόβλημα απλά διαιωνίζεται, δημιουργώντας έναν «φαύλο κύκλο».

    Η πρόταση του ΤΧΣ που φαίνεται πως προκρίνει η κυβέρνηση μπορεί να φέρει μια λύση. Ωστόσο, χρειάζεται χρήμα και κυρίως χρόνο, καθώς θα πρέπει να μη φανεί ως κρατική ενίσχυση προς τις τράπεζες. Χρόνος που μοιάζει, όμως, να έχει ήδη εξαντληθεί για τις τράπεζες. Και όλο αυτό, χωρίς να υπολογίζεται η αντίδραση των αγορών, αν η κυβέρνηση αναγκαστεί, όπως υποστηρίζουν μερικοί (αν και μοιάζει σχεδόν αδύνατο), να «βάλει χέρι» στο δημοσιονομικό «μαξιλάρι», στο οποίο βάσισε την τακτική της για το αφήγημα περί καθαρής εξόδου. Άλλωστε – και μόνο πολιτικά, μιλώντας – από μόνη της μια τέτοια παρέμβαση στο δημοσιονομικό «μαξιλάρι», μόλις 2 μήνες μετά την έξοδο, θα  αποτελούσε παραδοχή της αποτυχίας της στρατηγικής που αποφάσισε να ακολουθήσει το Μαξίμου.

    Τον περασμένο Μάρτιο, σε μια εκδήλωση του ΙΟΒΕ στο Χρηματιστήριο Αθηνών, ο Γιάννης Στουρνάρας και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, βρέθηκαν να διαφωνούν για τη μετάβαση στη νέα εποχή και τον ρόλο των τραπεζών σε αυτή. Τότε ο υπουργός Οικονομικών είχε δηλώσει για τον παλιό του συμφοιτητή πως «θα τρίζουν τα κόκαλα των καθηγητών» του. Σήμερα, ο Γιάννης Στουρνάρας θα μπορούσε να πει πως πήρε την εκδίκησή του, αν οι στιγμές δεν ήταν τόσο κρίσιμες.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Τραπεζίτες στο mononews: Δεν υπάρχει χρόνος για… ασκήσεις ισορροπίας. Λύση «εδώ και τώρα»

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πώς ο Γιάννης Στουρνάρας (ΤτΕ) παίρνει την εκδίκησή του από την κυβέρνηση

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Το πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών σε 6 απλές ερωταπαντήσεις



    ΣΧΟΛΙΑ