• Οικονομία

    DBRS: Μάννα εκ Βρυξελλών για την Ελλάδα το Ταμείο Ανάκαμψης-Τα 3 «κλειδιά» για να μη χαθούν κονδύλια

    • Της Ελευθερίας Αρλαπάνου
    Σήμα στις αγορές για την Ελλάδα από την DBRS

    DBRS


    Τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και οι δημόσιες επενδύσεις που θα πυροδοτήσουν είναι κλειδί για την ανάκαμψη των οικονομιών του ευρωπαϊκού Νότου και την αντιμετώπιση χρόνιων δομικών αδυναμιών, ειδικά δε για χώρες όπως είναι η Ελλάδα και η Πορτογαλία.

    Ενδεικτικό της μεγάλης απόστασης που πρέπει να διανύσει η χώρα μας για να συγκλίνει με την ΕΕ, καλύπτοντας παράλληλα και την ζημιά της πανδημίας, αλλά και της μεγάλης ευκαιρίας που έρχεται μαζί με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι το στοιχείο που αναφέρεται σε έκθεση του καναδικού οίκου αξιολόγησης DBRS Morningstar για το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ελλάδας.

    Ξεκινώντας από το 89% του κοινοτικού μέσου όρου το 2000, υποχώρησε κατά 22 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ αντίστοιχα μεγάλη ήταν η υποχώρηση και στην Ιταλία η οποία όμως ξεκίνησε από υψηλότερη βάση, δηλαδή σχεδόν από το 120% του κοινοτικού μέσου όρου το 2000 για να υποχωρήσει κατά 24 ποσοστιαίες μονάδες.

    Όπως εξηγεί ο διεθνής οίκος, σε σημερινή ανάλυση με τίτλο «Public Investment Key to the Southern EU COVID-19 Recovery», τρία είναι τα κλειδιά που θα καθορίσουν πόσο αποτελεσματικοί θα αποδειχθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης για την επιτάχυνση της ανάκαμψης και την ενίσχυση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών ανάπτυξης σε όλες τις χώρες και ειδικά στις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου: Οι αποφάσεις των κυβερνήσεων για το που θα τοποθετηθούν τα κεφάλαια της ΕΕ, η ποιότητα των νέων project που θα δρομολογηθούν στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και η δυναμική που θα έχει η κάθε χώρα για να υλοποιήσει εν τέλει τα συγκεκριμένα έργα.

    Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο ο οποίος αναμένεται να επαναξιολογήσει την ελληνική οικονομία την Άνοιξη, πολλές χώρες στην ΕΕ, ειδικά μάλιστα οι χώρες στον Ευρωπαϊκό Νότο περιόρισαν τις επενδυτικές δαπάνες μετά το 2009 προκειμένου να διορθώσουν τα δημόσια οικονομικά τους. Ειδικά στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου οι δημόσιες επενδύσεις μειώθηκαν σχεδόν στο μισό και παρέμειναν συμπιεσμένες τόσο εξαιτίας των δημοσιονομικών περιορισμών όσο όμως και ανεπαρκειών και προβλημάτων γραφειοκρατικού χαρακτήρα.

    Για παράδειγμα, η Ελλάδα και η Πορτογαλία κατέγραψαν ένα μέσο όρο δημοσίων επενδύσεων ως ποσοστού του ΑΕΠ σχεδόν στο 5% και 4% στην περίοδο 2000 – 2008.

    Στα επόμενα δέκα χρόνια όμως το αντίστοιχο ποσοστό υποχώρησε στο 3,6% και στο 2,6% αντιστοίχως. Όπως επισημαίνεται στην έκθεση αυτή η τάση παραμένει πηγή ανησυχίας στην Νότια Ευρώπη με δεδομένη την βαρύτητα που έχουν οι δημόσιες επενδύσεις στην αύξηση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής προοπτικής. Ωστόσο Ελλάδα και Πορτογαλία είναι οι δύο χώρες που αναμένεται να επωφεληθούν περισσότερο από τις επιχορηγήσεις των 155 δις. ευρώ που θα διατεθούν συνολικά στην ΕΕ.

    Όχι “φθηνές” λύσεις – Μεταρρυθμίσεις για βιώσιμη ανάπτυξη και προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων

    Ο διεθνής οίκος προειδοποιεί ωστόσο πως τα σοβαρότερα εμπόδια για να επιτευχθούν υψηλότερες επενδύσεις μέσω του Ταμείου θα μπορούσαν να προκύψουν από την αδυναμία των κυβερνήσεων, όλων των χωρών, να απορροφήσουν τα κεφάλαια και να συντονιστούν με εγχώριους φορείς για να εκτελεστούν τα έργα.

    Είναι σημαντικό πως οι κυβερνήσεις θα πρέπει να επιτυγχάνουν συγκεκριμένους στόχους και ορόσημα για να εκταμιεύονται τα κονδύλια ενώ θα αναμένεται να επιτυγχάνουν πρόοδο και σε συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις. “Ορισμένες κυβερνήσεις ίσως αποφασίσουν να χρηματοδοτήσουν την αύξηση των επενδύσεων με φθηνή χρηματοδότηση από την αγορά αντί να αντιμετωπίσουν πολιτικά επώδυνα μεταρρυθμιστικά ζητήματα» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Carlo Capuano Vice President, Global Sovereign Ratings.

    Προειδοποιεί όμως πως αυτός ο δρόμος ειδικά εάν συνοδεύεται από την υλοποίηση έργων χαμηλής ποιότητας, θα μπορούσε να υπονομεύσει την δυνητική ανάπτυξη.

    Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο η συνολική μεταρρυθμιστική προσπάθεια αποκτά ιδιαίτερη αξία καθώς οι διαδικασίες εταιρικής διακυβέρνησης και η ποιότητα σε θεσμικό επίπεδο είναι πολύ σημαντικές ως προς τα προσδοκώμενα οφέλη των δημοσίων επενδύσεων ενώ επηρεάζουν και την δυνατότητα προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων. «Ένα ασταθές ρυθμιστικό περιβάλλον ή/και ο αδύναμος συντονισμός σε διαφορετικά επίπεδα μέσα σε μια κυβέρνηση θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ικανότητα να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη των επενδύσεων» αναφέρεται χαρακτηριστικά.

    Διαβάστε επίσης

    Ποιοι φόροι εκτροχίασαν τον προϋπολογισμό του 2020

    Eurobank: Δοκιμάζει τις αγορές η Ελλάδα – Ελκυστικές οι αποτιμήσεις των μετοχών

    Ανοίγει ξανά η πλατφόρμα για την Επιστρεπτέα 5 – Γιατί απορρίπτονται 4 στις 10 αιτήσεις



    ΣΧΟΛΙΑ