• Most Popular

    Η Οδύσσεια ενός μπαμπά


    Όσοι από εσάς έχετε παιδιά σε σχολική ηλικία σίγουρα με καταλαβαίνετε όταν λέω ότι το πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου είναι ίσως η πιο δύσκολη περίοδος της χρονιάς. Είναι εκείνες οι μέρες που όλοι οι δύσμοιροι γονείς πηγαίνουν από μαγαζί σε μαγαζί κρατώντας τα παιδιά από το χέρι για να τους αγοράσουν όλα τα απαραίτητα για τη νέα σχολική χρονιά που ξεκινά.

    Όταν ήμασταν κι εμείς παιδιά, αυτή η περίοδος ήταν φανταστική: ζητούσαμε τον ουρανό με τ’ άστρα, και οι γονείς μας έκαναν τα πάντα για να μας τον φέρουν. Έτσι κι εμείς τώρα, ως γονείς, θέλουμε το καλύτερο για τα παιδιά μας. Πόσο εφικτό είναι όμως αυτό; Και τι πρέπει να κάνει ένας γονιός για να έχει το παιδί του όλα τα απαραίτητα για το σχολείο, χωρίς να καταστραφεί οικονομικά;

    Η Οδύσσεια ενός μπαμπά

    Θα σας διηγηθώ πρώτα την περσινή μου, τραυματική εμπειρία. Η κόρη μου θα πήγαινε στην Α’ Δημοτικού, και η αλήθεια είναι πως όταν έφτασε η 1η Σεπτεμβρίου δεν είχα προετοιμαστεί για αυτό που θα συνέβαινε. Στο νηπιαγωγείο δε χρειάζονταν και πολλά πράγματα: μερικοί μαρκαδόροι, ξυλομπογιές, μία μικρή τσαντούλα για να τα βάζει μέσα, τέλος.

    Όμως το σχολείο είναι αλλιώς. Κασετίνα, μολύβια, γόμες, ξύστρες, τετράδια, ζελατίνες, σχολική τσάντα, και φυσικά βιβλία, για όσους τουλάχιστον κάναμε το… λάθος να στείλουμε τα παιδιά μας σε ιδιωτικό σχολείο, συνθέτουν το εφιαλτικό σκηνικό για κάθε γονιό αυτές τις μέρες. Νομίζω ότι δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι πέρυσι ξόδεψα περισσότερα χρήματα για τα σχολικά της κόρης μου, παρά για τον ΕΝΦΙΑ.

    Σε αυτό βέβαια “βοηθούν” και οι διάφοροι αετονύχηδες που μάλλον βρίσκουν στη σχολική περίοδο το μήνα που θρέφει τους έντεκα, και κοιτάζουν μόνο το πώς θα βγάλουν το μέγιστο κέρδος, χρεώνοντας ό,τι θέλουν, με το σκεπτικό ότι στα ψώνια για τα σχολικά είναι τα παιδιά που κάνουν κουμάντο, και οι γονείς θα τους αγοράσουν ό,τι θέλουν προκειμένου να είναι χαρούμενα. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να πληρώσει τα διπλά ή τα τριπλά για ένα μολύβι ή μία κασετίνα, απλά επειδή έχει πάνω ένα σχέδιο που αρέσει στα παιδιά.

    Και εκτός από τα έξοδα, είναι και η ταλαιπωρία: πρέπει να πας σε χαρτοπωλείο για τα χαρτικά, σε βιβλιοπωλείο για τα βιβλία, σε παιχνιδάδικο για την τσάντα – όλα αυτά φυσικά με τη μικρή στο χέρι, να ζητάει τα πιο ακριβά και τα πιο πολυδιαφημισμένα στην πρωινή ζώνη της τηλεόρασης πράγματα και να γκρινιάζει που δεν μπορεί να τα πάρει ΟΛΑ. Άσε που τα έβλεπε όλα ως παιχνίδια, αφού δεν είχε καταλάβει ακόμα το concept του σχολείου.

    (ρώτησα τη μητέρα μου αν ήμουν κι εγώ έτσι όταν ήμουν μικρός, και μου απάντησε ότι ήμουν ακόμα χειρότερος. Όλα εδώ πληρώνονται, μου είπε.)

    Από το χαρτοπωλείο στο βιβλιοπωλείο, από το βιβλιοπωλείο στο παιχνιδάδικο, από το παιχνιδάδικο στην καφετέρια για έναν καφέ και μία πορτοκαλάδα χωρίς ανθρακικό, κι από εκεί στο σπίτι χωρίς να έχουμε τελειώσει, γιατί στο ένα μαγαζί είχε τελειώσει η Χ κασετίνα, στο βιβλιοπωλείο δεν είχε έρθει ακόμα το Υ βιβλίο, και ούτω καθεξής. Αυτό δεν ήταν ψώνια, ήταν η Οδύσσεια ενός μπαμπά.

    Φτάνοντας στην Ιθάκη

    Φέτος, λοιπόν, ήμουν αποφασισμένος να μην τραβήξω τα ίδια με πέρσι. Το έψαξα. Έκανα έρευνα στο Internet, μελέτησα διαφημιστικά φυλλάδια, ρώτησα πιο έμπειρους γονείς. Έκανα, με άλλα λόγια, αυτό που έπρεπε να είχα κάνει από πέρυσι. Και έμαθα από τα λάθη μου.

    Η έρευνα αγοράς με οδήγησε κατευθείαν στα Public. Η αλήθεια είναι ότι πέρυσι δεν είχα σκεφτεί να πάω με τη μικρή στα Public, γιατί τα είχα στο μυαλό μου περισσότερο ως κατάστημα με ηλεκτρονικά είδη. Όμως έκανα λάθος, καθώς ειδικά αυτές τις μέρες τα Public είναι ο… παράδεισος του γονιού.

    Εκεί βρήκαμε συγκεντρωμένα όλα όσα χρειαζόταν η μικρή για τη Β’ Δημοτικού, χωρίς να τρέχουμε από το ένα μαγαζί στο άλλο. Φέτος τα ψώνια μας ήταν πιο “μαζεμένα”, χωρίς ταλαιπωρία, και με μεγάλη ποικιλία, μεγαλύτερη απ’ όση βρήκαμε πέρυσι που πήγαμε σε περισσότερα καταστήματα. Αυτή τη φορά δεν υπήρχε καμία κασετίνα και κανένα βιβλίο που να μη βρήκαμε.

    Και το καλύτερο; Ήταν πολύ πιο φτηνά. Βρήκαμε επώνυμη σχολική τσάντα με 5 ευρώ (που πέρυσι 5 ευρώ δεν έκανε ούτε το λουρί της τσάντας που αγόρασα για την κόρη μου), γόμες, ξύστρες και μολύβια που τα παίρναμε με τις χούφτες γιατί έκαναν λιγότερο από 1 ευρώ, τα κλασικά μπλε τετράδια έκαναν 1 ευρώ τα τέσσερα, και με την ευκαιρία πήραμε κι ένα λεξικό για να μπει από μικρή στα… βάσανα (δικηγόρο θα την κάνω, λέω) και ένα καινούργιο παγούρι, γιατί το άλλο το είχε από το νηπιαγωγείο.

    Και αφού τελικά καταφέραμε να ξοδέψουμε λιγότερα απ’ όσα υπολόγιζα, είπα να της κάνω μία έκπληξη: της αγόρασα και το πρώτο της tablet, που επίσης βρήκα σε πολύ καλή τιμή, και είναι ενθουσιασμένη – μου θυμίζει εμένα όταν μου πήραν οι γονείς μου το Game Boy όταν είχε πρωτοβγεί, το 1991 πρέπει να ήταν. Καιρός ήταν να μπει κι αυτή στον κόσμο της τεχνολογίας, γιατί σε λίγα χρόνια θα είναι όλα ηλεκτρονικά, οπότε καλό είναι να εξοικειωθεί.

    Οπότε, ο “πονοκέφαλος” για τα σχολικά πάει, πέρασε. Να δούμε τώρα πώς θα περάσει και ο “πονοκέφαλος” του ΕΝΦΙΑ, αλλά αυτή είναι μία άλλη, πονεμένη ιστορία…



    ΣΧΟΛΙΑ