Οι αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες αποφάσεις Δικαστηρίων σε Ελλάδα και ΗΠΑ περιπλέκουν ακόμη περισσότερο την υπόθεση της Eletson, συμφερόντων του Βασίλη Κέρτσικωφ και της Λασκαρίνας Καρασταμάτη, για το ποιος τελικά διοικεί την ναυτιλιακή εταιρεία.

Η τελευταία εξέλιξη είναι ότι αύριο Δευτέρα, η Oaktree Capital Management και το καναδικό hedge fund Murchinson, θα επιχειρήσουν να ξεπεράσουν τις διαφωνίες και μέσω της Διαιτησίας να άρουν την κατάσχεση που έχει επιβληθεί στο πλοίο «Κύθνος» χωρητικότητας 12.200 κυβικών μέτρων, με ελληνική σημαία, το οποίο ναυπηγήθηκε το 2016 και βρίσκεται ακινητοποιημένο σε λιμάνι των ΗΠΑ, από τον περασμένο Φεβρουάριο.

1

Να θυμίσουμε ότι για το πλοίο M/T Kithnos, είχαν εκδώσει κοινή ανακοίνωση των ναυτικά σωματεία της Πανελλήνιας Ένωσης Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού και «Στέφενσων» στις 17 Ιουλίου το τρέχοντος έτους και με την οποία ζητούσαν από το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, απαιτούσαν «τον επαναπατρισμό του συνόλου των ναυτεργατών του πλοίου».

Τα δύο σωματεία είχαν ενημερώσει με την ανακοίνωση τους την κατάσταση που επικρατούσε στο πλοίο:

«Από επικοινωνία που είχαν τα σωματεία με τους ναυτεργάτες του πλοίου Μ/Τ “KITHNOS” της ναυτιλιακής εταιρείας “Eletson Corporation”, προκύπτει ότι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα λόγω κατάσχεσης του πλοίου.

Συγκεκριμένα οι ναυτεργάτες αιφνιδιαστικά ενημερώθηκαν ότι άλλαξε η διαχειρίστρια εταιρεία, με τη ναυτιλιακή εταιρεία “Eletson Corporation” να επικαλείται ότι η καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών, οι προβλεπόμενες αποζημιώσεις και ο επαναπατρισμός τους θα επιβαρύνουν τη νέα διαχειρίστρια εταιρεία.

Η ναυτιλιακή εταιρεία “Eletson Corporation” στην πράξη έχει εγκαταλείψει τους ναυτεργάτες, χωρίς να αναλαμβάνει τις ευθύνες που προβλέπονται στη ΣΣΕ, στις συμβάσεις που έχει συνάψει με τους ναυτεργάτες και στη διεθνή νομοθεσία. Από πληροφορίες μας σε παρόμοια κατάσταση βρίσκονται και άλλα πλοία της εταιρείας. Το πλοίο βρίσκεται αγκυροβολημένο στο λιμάνι του Houston των ΗΠΑ, ενώ το πλήρωμα αποτελείται από 22 ναυτεργάτες (6 Έλληνες, 4 Ουκρανοί και 12 Φιλιππινέζοι)».

Ωστόσο, στις 14 Ιουλίου 2025, εκδόθηκε απόφαση από το Δικαστήριο των ΗΠΑ για την υπόθεση Eletson Gas LLC εναντίον A & Ors [2025] EWHC 1855 (Comm). Η υπόθεση αφορά αίτηση που υποβλήθηκε βάσει του άρθρου 32 του Νόμου περί Διαιτησίας του 1996 για την επίλυση διαφοράς μεταξύ δύο αντίπαλων επιχειρηματικών πλευρών (τους τέταρτους έως όγδοους εναγόμενους και τους ένατους και δέκατους εναγόμενους).

Κάθε πλευρά ισχυριζόταν ότι ήταν το «αληθινό» διοικητικό συμβούλιο της Eletson Gas LLC («Eletson Gas») όπως είχε συσταθεί νόμιμα και η καθεμία ισχυρίστηκε ότι είχε διορίσει έγκυρα έναν διαιτητή εκ μέρους της εταιρείας. Ο HJJ Pelling KC (δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου) έκρινε τη διαφορά υπέρ του τέταρτου από τους οκτώ εναγόμενους. Η απόφαση διευκρινίζει σημαντικά σημεία σε σχέση με την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων στην Αγγλία και την Ουαλία.

Τα αντίπαλα διοικητικά συμβούλια

Το διοικητικό συμβούλιο της Eletson Gas αποτελούνταν από διευθυντές που διορίζονταν από δύο ομάδες μετόχων. Ο κάτοχος των κοινών μετοχών (κάτι που αποτελούσε κοινό έδαφος ήταν η Eletson Holdings) είχε το δικαίωμα να διορίσει έως δύο διευθυντές. Ο κάτοχος των προνομιούχων μετοχών είχε το δικαίωμα να διορίσει έως και τέσσερις διευθυντές. Καθένας από τους D4-D8 και D9-D10 ισχυρίστηκε ότι τα συνδεδεμένα συμφέροντα έλεγχαν όλες τις μετοχές και, ως εκ τούτου, είχαν το δικαίωμα να διορίσουν το πλήρες διοικητικό συμβούλιο της Eletson Gas και, κατά συνέπεια, το δικαίωμα να διορίσουν και να απολύσουν τα στελέχη της εταιρείας.

Οι D4-D8 υποστήριξαν ότι είχαν τον έλεγχο της Eletson Holdings (και επομένως των κοινών μετοχών) ως αποτέλεσμα του Σχεδίου Κεφαλαίου 11 και ότι η Levona κατείχε τις προνομιούχες μετοχές. Οι D9-D10 υποστήριξαν ότι παρέμειναν στον έλεγχο της Eletson Holdings παρά το Κεφάλαιο 11 και ότι οι προνομιούχες μετοχές είχαν μεταβιβαστεί στους εκπροσώπους τους.

Το ζήτημα του ποιο από τα δύο αντίπαλα διοικητικά συμβούλια της Eletson Gas είχε διορίσει έγκυρα διαιτητή εκ μέρους της εταιρείας έδωσε αφορμή για μια σειρά από ερωτήματα πραγματικών περιστατικών, διαδικαστικών και αλλοδαπών νομικών εμπειρογνωμόνων που αφορούσαν τουλάχιστον τρεις ξένες δικαιοδοσίες (τις ΗΠΑ, τη Λιβερία και το Ηνωμένο Βασίλειο).

Επιπλέον, η απόφαση διευκρινίζει σημαντικά σημεία αρχής σχετικά με την προσέγγιση στην Αγγλία και την Ουαλία όσον αφορά την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων βάσει της Σύμβασης της Νέας Υόρκης.

Συγκεκριμένα, είναι πλέον σαφές ότι, προτού ένα μέρος μπορεί να επικαλεστεί μια αλλοδαπή διαιτητική απόφαση σε διαδικασίες ενώπιον του Εμπορικού Δικαστηρίου, η απόφαση πρέπει να αναγνωριστεί βάσει της Σύμβασης της Νέας Υόρκης (μέσω του άρθρου 101 του Νόμου περί Εμπορικής Διαιτησίας).

Ελλείψει αναγνώρισης, ένα μέρος δεν θα δικαιούται να επικαλεστεί αυτήν την απόφαση χρησιμοποιώντας τις εγχώριες αρχές – και σε περίπτωση που ένα μέρος ζητήσει αναγνώριση, μπορεί να ικανοποιηθεί με μία ή περισσότερες από τις νομοθετικές υπερασπίσεις του άρθρου 103.

Υποστηρίζεται ότι τα συμπεράσματα του HHJ Pelling KC σχετικά με την αλληλεπίδραση της αναγνώρισης θα ενδιαφέρουν όχι μόνο τους επαγγελματίες στην Αγγλία και την Ουαλία, αλλά και τους επαγγελματίες διεθνούς διαιτησίας στις ΗΠΑ και σε άλλα κράτη που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση της Νέας Υόρκης.

Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά στα Δικαστήρια των ΗΠΑ, εξεδόθη από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, στις 30 Ιουλίου η υπ’αριθμόν 272/2025 απόφαση, με την οποία απέρριψε την αίτηση του hedge fund Murchinson, με έδρα το Τορόντο, για τον έλεγχο της εταιρείας.

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών απέρριψε την αίτηση με την αιτιολογία ότι, σύμφωνα με σχετικό Πρότυπο Νόμο για διασυνοριακές πτωχεύσεις της Επιτροπής Εμπορίου του ΟΗΕ που ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με τον Ν. 3858/2010, η αίτηση κατατέθηκε από αναρμόδιο πρόσωπο αλλά, και κυρίως, λόγω του ότι η πτωχευτική απόφαση προσβάλλει την ελληνική δημόσια τάξη που δεν αναγνωρίζει την πτώχευση ομάδας εταιρειών.

Η εξέλιξη αυτή σημαίνει ότι η ως άνω πτωχευτική απόφαση δεν έχει καμία έννομη συνέπεια στην ελληνική δικαιοδοσία και η συνέχεια θα συνεχιστεί στα Δικαστήρια των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ελλάδας.

Kithnos

Ιστορικό της εταιρείας και της υπόθεσης

Το 1993,η Eletson έγινε η πρώτη ευρωπαϊκή ναυτιλιακή εταιρεία που τοποθέτησε ομόλογο υψηλής απόδοσης στην αγορά δημόσιου χρέους των ΗΠΑ, ύψους 140 εκατ. δολαρίων, με τιμή 9,25%. Τα οποία αποπληρώθηκαν πριν από τη λήξη τους.

Το έτος 2006, υπό την ηγεσία πλέον της δεύτερης γενιάς των ιδρυτικών οικογενειών, η ναυτιλιακή διαφοροποιήθηκε κάνοντας άνοιγμα στην αγορά των πλοίων μεταφοράς υγραερίου, με την παραγγελία τεσσάρων LPG/ammonia carriers. Αυτό φαινόταν να συμβαδίζει με το τολμηρό παρελθόν της, όπως και δύο ακόμη συμφωνίες-ορόσημα που σφραγίστηκαν το 2013. Μία από αυτές ήταν η ίδρυση της Eletson Gas με εταίρο το fund Blackstone Tactical Opportunities, της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας Blackstone. Η κίνηση αυτή συνδυάστηκε με την παραγγελία οκτώ ακόμη νεότευκτων πλοίων, LPG και LEC, πλοία που μεταφέρουν υγροποιημένο αιθυλένιο.

Η Eletson επέστρεψε στην αγορά ομολόγων με μια νέα έκδοση ενυπόθηκων γραμματίων λήξης το έτος 2022. Αυτή τη φορά, το ποσό ήταν 300 εκατ. δολάρια και το κουπόνι του επιτοκίου ήταν υψηλότερο, στο 9,625%. Τα επόμενα έτη ήταν γενικά υποτονικά για τις αγορές των δεξαμενόπλοιων μεταφοράς προϊόντων πετρελαίου και των πλοίων μεταφοράς υγραερίου.

Μέχρι το 2018, η Eletson δεν μπορούσε πλέον να ανταποκριθεί στις τοκοχρεολυτικές υποχρεώσεις, αλλά διαπραγματεύτηκε μια συμφωνία, με βάση την οποία οι κάτοχοι ομολόγων θα αντάλλασσαν τα χαρτιά τους με νέα ομόλογα, τα οποία καθυστερούσαν τις πληρωμές, αλλά είχαν ακόμη υψηλότερο κουπόνι 12%. Ωστόσο, η πρωτοβουλία αυτή αποδείχθηκε μη βιώσιμη και η Eletson παραχώρησε στους ομολογιούχους τον υποθηκευμένο στόλο των 12 δεξαμενόπλοιων της, σε μια γενικά φιλική και ομαλή διευθέτηση του ομολογιακού χρέους.

Αρκετά άλλα πλοία της Eletson κατασχέθηκαν από Κινέζους εκμισθωτές, δυστυχώς λίγους μήνες πριν από την απότομη άνοδο της αγοράς. Ωστόσο, φαίνεται ότι οι πιστωτές ικανοποιήθηκαν αργότερα.

Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, οκτώ χρόνια μετά την ίδρυση της κοινοπραξίας, η Blackstone αποχώρησε από την Eletson Gas. Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με τις οικογένειες που ίδρυσαν την Eletson, η αμερικανική εταιρεία αγνόησε τις λεπτομέρειες που προέβλεπε η συμφωνία της κοινοπραξίας. Και απέκτησαν ξαφνικά νέο εταίρο. Την Levona Holdings, μια εταιρεία που συνδέεται με το καναδικό hedge fund Murchinson, με επικεφαλής τον Marc Bistricer. Η Eletson δεν αποτέλεσε την πρώτη εμπλοκή του Bistricer στη ναυτιλία.

Η ναυτιλιακή αγορά τον γνώριζε ήδη από την Kalani Investments, ένα αρχικά ασαφές “ επενδυτικό όχημα” που επένδυσε σε αρκετές ελληνικών συμφερόντων ναυτιλιακές, μεταξύ των οποίων και η Dryships του Γιώργου Οικονόμου, οι οποίες μετά από αλλεπάλληλες εκδόσεις νέων μετοχών οδήγησαν σε δραματική πτώση στις τιμές των μετοχών τους, προκαλώντας τις έντονες αντιδράσεις των μετόχων.

Ωστόσο, παρά τις πολυετείς έρευνες της SEC και τις αγωγές μετόχων, σε καμία από τις συγκεκριμένες ναυτιλιακές εταιρείες δεν επιβλήθηκαν κυρώσεις. Η αρχική εντύπωση των εταίρων της Eletson για το fund Murchinson, φαίνεται να ήταν καλή. Το μερίδιο της Blackstone που απέκτησε, ισοδυναμούσε με περίπου 40% της εταιρείας. Αλλά οι προνομιούχες μετοχές πωλήθηκαν από την Blackstone για μόλις 3 εκατ. δολάρια σύμφωνα με τα δικαστικά αρχεία, ένα ισχνό ποσό που ήταν άγνωστο στην Eletson για αρκετό καιρό.

Οι προνομιούχες μετοχές αντιπροσώπευαν την πλειοψηφία των οικονομικών συμφερόντων της Eletson Gas και παρείχαν τεράστιο έλεγχο μέσω της δυνατότητας διορισμού της πλειοψηφίας των μελών του διοικητικού συμβουλίου.

Όμως, αυτό δεν παραχωρούσε τον απόλυτο έλεγχο της εταιρείας. Η αρχική συμφωνία της κοινοπραξίας όριζε ότι οποιαδήποτε «θεμελιώδης ενέργεια» έπρεπε να έχει την υποστήριξη τουλάχιστον τεσσάρων μελών του διοικητικού συμβουλίου, ένα περισσότερο από αυτό που είχαν τη δυνατότητα να επιλέξουν οι κάτοχοι των προνομιούχων μετοχών.

Οι δύο πλευρές, κατέληξαν αμέσως σε συμφωνία, με βάση την οποία η Levona παρείχε δάνειο ύψους 10 εκατ. δολαρίων, ενώ η Eletson Gas παρέδωσε την κυριότητα δύο πλοίων μεταφοράς υγραερίου, η αξία των οποίων εκτιμάται σε περίπου 23 εκατ. δολάρια, με αντάλλαγμα την εξαγορά του μεριδίου της Murchinson μόλις αποπληρωθεί το δάνειο.

Επισημαίνεται ότι οι προνομιούχες μετοχές έχουν έκτοτε καταστεί ένα ιδιαίτερα καυτό θέμα της νομικής διαμάχης και καθοριστικό για την τύχη της Eletson.

Η αρχική αίσθηση συνεργασίας και αρμονίας μεταξύ των στελεχών της Eletson και του Murchison διήρκεσε λίγους μόνο μήνες. Σύντομα, οι Έλληνες ιδιοκτήτες της Eletson άρχισαν να αντιλαμβάνονται μια σειρά από κινήσεις που πραγματοποιούσε το fund εν αγνοία τους.

Στο επίκεντρο της διαφωνίας βρέθηκε η μυστική διαπραγμάτευση για την πώληση του μεγαλύτερου μέρους του στόλου των πλοίων μεταφοράς υγραερίου της εταιρείας.

Αναλυτικότερα, η Levona, η οποία υποτίθεται ότι ενεργούσε προς το συμφέρον της Eletson, είχε υπογράψει μια μη δεσμευτική επιστολή προθέσεων με την Unigas, τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή της Eletson, για την πώληση εννέα από τα δώδεκα εναπομείναντα πλοία μεταφοράς υγραερίου.

Το προσφερόμενο τίμημα ανερχόταν σε 262 εκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, με αυτή τη συμφωνία, η Murchinson θα αποκόμιζε σημαντικά οφέλη, ενώ η Eletson υποστήριξε σθεναρά ότι η τιμή που είχε διαπραγματευτεί με την Unigas ήταν εξαιρετικά χαμηλή, σε σύγκριση με την πραγματική αγοραία αξία των πλοίων.

Αυτή η διαφορά στην αποτίμηση αποτέλεσε το σημείο έκρηξης στις σχέσεις των δύο πλευρών και ακολούθησε σφοδρή δικαστική διαμάχη, θέτοντας σε κίνδυνο τη συμφωνία και επιτείνοντας την ήδη τεταμένη σχέση μεταξύ των δύο πλευρών.

Η Eletson αμφισβήτησε το δικαίωμα της Levona να λαμβάνει τέτοιες αποφάσεις, υποστηρίζοντας ότι η ίδια είχε ήδη ανακτήσει τον έλεγχο της Eletson Gas μέσω της εξαγοράς των προνομιούχων μετοχών.

Το θέμα οδηγήθηκε σε διαιτησία στη Νέα Υόρκη και τον Σεπτέμβριο του 2023 επιδικάστηκε στην Eletson αποζημίωση ύψους 87 εκατ. δολαρίων συν τόκους και έξοδα, ανεβάζοντας το συνολικό ποσό σε σχεδόν 100 εκατ. δολάρια.

Όσον αφορά το φλέγον ζήτημα του ποιος ελέγχει τις προνομιούχες μετοχές και, συνεπώς, την Eletson Gas, η διαιτησία έκρινε ότι η Eletson είχε εκπληρώσει τους όρους της συμφωνίας για την επανάκτηση του ελέγχου, επομένως οι ενέργειες της Levona ήταν παράνομες.

Επίσης, έκρινε υπέρ της Eletson σε πολλά άλλα ζητήματα, όπως το γεγονός ότι το fund Murchinson δωροδοκούσε κρυφά τον οικονομικό διευθυντή της Eletson για εμπιστευτικές πληροφορίες τόσο πριν όσο και μετά την εξαγορά του ποσοστού από την Blackstone.

Ωστόσο, το καναδικό fund είχε εναλλακτικό σχέδιο σε περίπτωση που έχανε τη διαιτησία. Ένα άλλο όχημα της Murchinson, η Pach Shemen, ανέλαβε την πλειοψηφία των ανεξόφλητων ομολόγων της Eletson, ένα κομμάτι αρχικής αξίας 184 εκατ. δολαρίων.

Κατέθεσε αίτηση ακούσιας πτώχευσης κατά της Eletson Holdings στη Νέα Υόρκη, η οποία αργότερα μετατράπηκε σε εκούσια πτώχευση κατά το κεφάλαιο 11.

Παρόλο που η απόφαση της διαιτησίας καταδίκαζε τη συμπεριφορά του Murchinson, δεν σήμανε το τέλος της πολύπλοκης αυτής υπόθεσης. Αντίθετα, αποτέλεσε την έναρξη ενός νέου κεφαλαίου, γεμάτου νομικές μάχες και ανατροπές. Τον τελευταίο χρόνο, η απόφαση της διαιτησίας αμφισβητήθηκε μέσω εφέσεων.

Ο ομοσπονδιακός δικαστής Lewis Liman, στη νότια περιφέρεια της Νέας Υόρκης επιβεβαίωσε αρχικά μέρος της απόφασης πέρυσι. Ωστόσο, προχώρησε στην ακύρωση αποζημιώσεων ύψους αρκετών εκατομμυρίων δολαρίων.

Το δικαστήριο διαπίστωσε επίσης ότι ο διαιτητής υπερέβη την εξουσία του καθιστώντας τις Murchinson και Pach Shemen, ως alter-ego της Levona.

Ταυτόχρονα, το επενδυτικό σχήμα Murchinson πέτυχε μια σημαντική νίκη στο αμερικανικό πτωχευτικό δικαστήριο, όταν εγκρίθηκε το σχέδιο αναδιοργάνωσης της Pach Shemen για την Eletson Holdings, ενώ απορρίφθηκε μια ανταγωνιστική πρόταση που υπέβαλε η Eletson.

Τον περασμένο Νοέμβριο, η «νέα ηγεσία» της Eletson Holdings, με επικεφαλής το συνδεδεμένο με την Murchinson στέλεχος, Adam Spears, έκανε τις πρώτες δημόσιες δηλώσεις της. Αυτές περιλάμβαναν τη δέσμευση «να επικεντρωθεί στην επόμενη φάση της εξέλιξης της Eletson με την ενίσχυση των λειτουργιών και την προώθηση της ανάπτυξης».

Η Eletson αμφισβήτησε την εξουσία «των υποτιθέμενων νέων ιδιοκτητών» να διορίσουν νέους διαχειριστές ή διευθυντές πριν από την σχετική έγκριση από τα ελληνικά δικαστήρια και τα δικαστήρια της Λιβερίας, όπου οι νομικές διαδικασίες βρίσκονται σε εξέλιξη. Ο νομικός πόλεμος μεταξύ των δύο πλευρών συνεχίστηκε και στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους.

Η μάχη για τον έλεγχο πέρασε σε μία κρίσιμη φάση, που περιελάμβανε μια ακρόαση για την διαιτητική απόφαση στη Νέα Υόρκη και μια ακρόαση σε δικαστήριο στην Ελλάδα για την διαχείριση της εταιρείας.

Οι αποφάσεις αυτές εξεδόθησαν χωρίς να δίνουν οριστική απάντηση για τον έλεγχο της εταιρείας.

Το διακύβευμα δεν είναι μόνο ο έλεγχος ενός στόλου 14 πλοίων μεταφοράς υγραερίου και τεσσάρων δεξαμενόπλοιων μεταφοράς προϊόντων. Η Eletson παλεύει επίσης να διατηρήσει την ιστορική της κληρονομιά και την θέση της στη ναυτιλιακή βιομηχανία.

Η Eletson Corporation ιδρύθηκε το 1966 από τον Βασίλη Χατζηελευθεριάδη και ισχυροποιήθηκε στη συνέχεια με την καθοριστική συμβολή των δύο γιων του, Απόστολου και Γρηγόρη, καθώς και των γαμπρών του, Γιάννη Καρασταμάτη και Ερρίκου Κέρτσικωφ, που θήτευσαν όλοι ως καπετάνιοι στα πλοία της.

Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 η διαχείριση της πέρασε στα χέρια της επόμενης γενιάς, με επικεφαλής τους Βασίλη Κέρτσικωφ και Λασκαρίνα Καρασταμάτη. H έδρα της είναι στον Πειραιά, ενώ τα περισσότερα πλοία της ταξιδεύουν με την ελληνική σημαία.