• Ναυτιλία

    H Top Ships εξαγόρασε νεότευκτα από θυγατρικές του CEO της, Ευάγγελου Πιστιόλη

    Πιστιόλης

    Ευάγελος Πιστιόλης, εφοπλιστής


    Η ναυτιλιακή Top Ships, προχώρησε στην εξαγορά δύο τάνκερ MR, τα οποία ανήκαν σε εταιρείες συμφερόντων του διευθύνοντος συμβούλου της Ευάγγελου Πιστιόλη.

    Ειδικότερα, η Top Ships κατέβαλε 14,35 εκατ. δολάρια για την απόκτηση των εταιρειών Santa Catalina και Santa Monica -συμφερόντων του εφοπλιστή- , με έδρα τα Νησιά Μάρσαλ, οι οποίες έχουν υπό κατασκευή δύο ΜR δεξαμενόπλοια χωρητικότητας 50,000 dwt, τα οποία θα είναι εξοπλισμένα με scrubbers. Τα πλοία κατασκευάζονται στο ναυπηγείο Hyundai Mipo Dockyard Co. Ltd. της Νοτίου Κορέας και είναι προγραμματισμένο να παραδοθούν το Φεβρουάριο 2020.

    Μετά την παράδοση τους τα τάνκερ θα ναυλωθούν στην Trafigura Maritime Logistics Pte Ltd. για διάρκεια τριών ετών, με option παράτασης της διάρκειας της ναύλωσης για δύο ακόμη χρόνια.

    Σε ανακοίνωση της η Top Ships επισημαίνει ότι οι εξαγορές εγκρίθηκαν από ειδική επιτροπή αποτελούμενη από ανεξάρτητα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της.

    Σχολιάζοντας τη συγκεκριμένη συναλλαγή ο CEO και πρόεδρος της Top Ships, Ευάγγελος Πιστιόλης δήλωσε: “Οι νέες προσθήκες στον στόλο μας είναι ευθυγραμμισμένες με τη στρατηγική μας για πλοία κατασκευασμένα με βάση την τελευταία τεχνολογία και θα αυξήσουν τα ακαθάριστα έσοδα μας για την περίοδο της ναύλωσης τους κατά 38,3 εκατ. δολάρια, τα οποία στις 30 Ιουνίου 2019 ανήλθαν στα 165,3 εκατ. δολάρια. Επιπλέον, η ποιότητα του ναυλωτή αποδεικνύει την ποιότητα των αποκτηθέντων πλοίων.”

    Η μετοχή της Top Ships, η οποία είναι εισηγμένη στην αγορά του Nasdaq, σημείωσε χθες άνοδο 7,10%, κλείνοντας στα 0,95 δολάρια. Ο τίλος της ναυτιλιακής κινείται και πάλι οριακά κάτω από το ένα δολάριο, που αποτελεί προαπαιτούμενο για την παραμονή της στο αμερικανικό χρηματιστήριο.

    Παρά το γεγονός ότι τον περασμένο Αύγουστο πραγματοποίησε reverse stock split με αναλογία 1 προς 20 προκειμένου να αυξήσει την τιμή της μετοχής της πάνω από το 1 δολάριο, τρεις μήνες μετά, υποχώρησε και πάλι κάτω από το κατώτατο επιτρεπτό όριο.

     

     



    ΣΧΟΛΙΑ