Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος
Περιεχόμενα
H συμβολή της ιδιωτικής ασφάλισης στην οικονομική ανάπτυξη και στη βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας επιτυγχάνεται μέσα από δύο αλληλοσυνδεόμενες λειτουργίες τις οποίες επιτελούν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αναφέρει σε άρθρο γνώμης η υποδιοικήτρια της Τράπεζας της Ελλάδος, Χριστίνα Παπακωνσταντίνου.
Η κ. Παπακωνσταντίνου αναφέρει στην εφημερίδα New Deal πως, κατ’ αρχάς, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, μέσω των ασφαλίσεων κατά ζημιών και των ασφαλίσεων ζωής, προσφέρουν στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις ασφαλιστικά προϊόντα και καλύψεις ως προστασία έναντι βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων κινδύνων.
Κατά δεύτερον, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις αντλούν σημαντικά κεφάλαια από τους ασφαλισμένους, τα οποία διοχετεύουν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αναλαμβάνοντας παράλληλα τους συναφείς ασφαλιστικούς και χρηματοοικονομικούς κινδύνους.
Με αυτόν τον τρόπο, ο ασφαλιστικός κλάδος καθίσταται ένας από τους σημαντικότερους θεσμικούς επενδυτές και μάλιστα με αρκετά μακροχρόνιο επενδυτικό ορίζοντα.
Απαραίτητη η εμπιστοσύνη των πολιτών
Συμπληρώνει δε, πως προκειμένου η ιδιωτική ασφάλιση να επιτελέσει τον σημαντικό της ρόλο, είναι απαραίτητη η εμπιστοσύνη των πολιτών προς την ασφαλιστική αγορά. Η εμπιστοσύνη αυτή εδραιώνεται, μεταξύ άλλων, με την υψηλή φερεγγυότητα των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν έδρα στην Ελλάδα διαθέτουν, σύμφωνα με στοιχεία του 2022, 84% περισσότερα κεφάλαια από αυτά που απαιτεί το ευρωπαϊκό πλαίσιο φερεγγυότητας. Περαιτέρω, το συνολικό τους ενεργητικό ανέρχεται σε 18,7 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων 12,5 δισεκ. περιλαμβάνονται στο επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο, που αποτελείται κυρίως από ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης, κρατικά (38% του χαρτοφυλακίου) και εταιρικά (15%).
Χαρακτηριστικό είναι ότι το 95% των κρατικών και το 88% των εταιρικών ομολόγων αντίστοιχα είναι πιστοληπτικής διαβάθμισης ΒΒ- και άνω. Εν γένει οι επενδύσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων μπορούν να χαρακτηριστούν ως συντηρητικές, καθώς επιλέγονται με γνώμονα υψηλά πρότυπα συντονισμένης διαχείρισης ενεργητικού και υποχρεώσεων (asset-liability management).
Η κ. Παπακωνσταντίνου τονίζει πως η αξιοπιστία της ασφαλιστικής αγοράς και συνακόλουθα η εδραίωση της εμπιστοσύνης των πολιτών σε αυτήν συναρτώνται εξίσου και με τον βαθμό κατά τον οποίο τα προσφερόμενα προϊόντα εξασφαλίζουν εύλογη σχέση ποιότητας-τιμής (value for money) και ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες των ασφαλισμένων.
Μάλιστα, η διαδικασία επίβλεψης και διακυβέρνησης προϊόντων (Product Oversight and Governance – POG) απαιτεί η αξία των προϊόντων για τον ασφαλισμένο να λαμβάνεται υπόψη σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής τους. Η διάσταση αυτή καθώς και οι καλές επιχειρηματικές πρακτικές ευρύτερα αποτελούν ύψιστη προτεραιότητα για τις εποπτικές αρχές των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μεταξύ των οποίων είναι και η Τράπεζα της Ελλάδος.
Αδυναμία του κράτους
Προσθέτει πως τα περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης της ιδιωτικής ασφάλισης στην Ελλάδα είναι σημαντικά. Η πανδημία καθώς και οι πρόσφατες φυσικές καταστροφές ανέδειξαν το έλλειμμα ιδιωτικής ασφάλισης στην ελληνική αγορά.
Το έλλειμμα αυτό εν μέρει οφείλεται στις αντιλήψεις των Ελλήνων καταναλωτών για την ιδιωτική ασφάλιση, αλλά και σε μια αδυναμία του κράτους να αναγνωρίσει την ιδιωτική ασφάλιση ως μέσο προστασίας από τις οικονομικές επιπτώσεις που συνεπάγονται προσωπικοί ή επιχειρηματικοί κίνδυνοι, και μάλιστα συμπληρωματικό, και όχι ανταγωνιστικό, των υφιστάμενων κρατικών και κοινωνικών μηχανισμών.
Σημειώνεται ακόμα, πως οι συντάξεις, η υγεία, η προστασία έναντι του κινδύνου θανάτου και η κάλυψη φυσικών καταστροφών αποτελούν τομείς στους οποίους δραστηριοποιούνται οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Τα θέματα αυτά είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητα για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Αποτελούν όμως περιοχές που μπορούν να ωφεληθούν από τη σύμπραξη μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Μια τέτοια συνεργασία, για να είναι επιτυχημένη, θα πρέπει να εντάσσεται σε ένα μακρόπνοο πλαίσιο εθνικής πολιτικής και οι όροι της θα πρέπει να είναι σαφείς και διαφανείς σε όλους τους συμμετέχοντες.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική ασφαλιστική αγορά συνδέονται, μεταξύ άλλων, με την κλιματική αλλαγή και την τεχνολογική ανάπτυξη και καινοτομία.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλουν με διττό τρόπο
Όπως σημειώνει η κ. Παπακωνσταντίνου, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει επανειλημμένως τονίσει τη σημασία της συμβολής της ιδιωτικής ασφάλισης στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλουν με διττό τρόπο: (α) αναλαμβάνοντας κινδύνους που σχετίζονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής (π.χ. πλημμύρες, πυρκαγιές) και απορροφώντας ζημιές, που σε διαφορετική περίπτωση θα επιβάρυναν είτε φυσικά και νομικά πρόσωπα είτε τον κρατικό προϋπολογισμό, και (β) ως θεσμικοί επενδυτές, επιλέγοντας επενδύσεις που προστατεύουν το περιβάλλον και προάγουν την πράσινη οικονομία (π.χ. πράσινα ομόλογα, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας).
Παράλληλα, η ελληνική ασφαλιστική αγορά έχει σημαντικό περιθώριο για την αξιοποίηση των νέων διαθέσιμων τεχνολογιών και καινοτόμων εργαλείων ώστε οι επιχειρήσεις να αναβαθμίσουν τις λειτουργίες, τα προϊόντα τους και την εμπειρία του πελάτη και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Τα οφέλη αυτά συνδέονται με την πληρέστερη εκτίμηση κινδύνων, την καλύτερη τιμολόγηση ασφαλιστικών προϊόντων, τη μείωση του κόστους μέσω αυτοματοποίησης ορισμένων εργασιών, την καταπολέμηση της ασφαλιστικής απάτης και, τέλος, την καλύτερη και προσωποποιημένη εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων.
Δύο σημαντικά εργαλεία από την ΤτΕ
Στο πλαίσιο της προώθησης της χρηματοοικονομικής καινοτομίας, συνεχίζει η κ. Παπακωνσταντίνου, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει αναπτύξει δύο σημαντικά εργαλεία.
Το πρώτο είναι ο Κόμβος Καινοτομίας (Innovation Hub). Λειτουργεί από το 2019 και μέσω αυτού οι επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται να εισαγάγουν καινοτόμα χρηματοοικονομικά προϊόντα, υπηρεσίες ή επιχειρηματικά μοντέλα θέτουν ερωτήματα και ενημερώνονται σχετικά με τις απαιτήσεις του κανονιστικού πλαισίου.
Το δεύτερο είναι το Προστατευμένο Κανονιστικό Περιβάλλον (Regulatory Sandbox). Το εργαλείο αυτό δίνει τη δυνατότητα., υπό προϋποθέσεις, στις επιχειρήσεις να δοκιμάσουν σε αυτό καινοτόμα χρηματοοικονομικά προϊόντα, υπηρεσίες ή επιχειρηματικά σχέδια βάσει συγκεκριμένου προγράμματος δοκιμών.
Δεδομένων όλων των παραπάνω, καταλήγει η κ. Υποδιοικήτρια, είναι σαφές ότι η ιδιωτική ασφάλιση στην Ελλάδα είναι σε θέση να επιτελέσει τον σημαντικό της ρόλο στην οικονομία και την κοινωνία και επίσης να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις μελλοντικές προκλήσεις, αξιοποιώντας πλήρως τις ευκαιρίες για περαιτέρω ανάπτυξη και εξέλιξη.
Διαβάστε επίσης:
Alpha Bank: Τι επιταχύνει την επιστροφή της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα