ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Mικρή, έκοβε απ’ τα περιοδικά εικόνες και έκανε κολλάζ, με ένα θέμα, που έλεγαν μια ιστορία, με σχήματα και χρώματα. Έφτιαχνε μεγάλες επιφάνειες με κομμένες φωτογραφίες, μόνο με μάτια, ή μόνο με εκείνα τα εξωγήινα σούπερ-μόντελ της χρυσής τους εποχής, ή μόνο θάλασσες. Έπαιρνε τις εικόνες. Έβρισκε κάτι κοινό, έφτιαχνε ένα νοητό νήμα σύνδεσης και ταίριαζε όλα εκείνα, που στην αρχή, μόνο, στο δικό της βλέμμα είχαν νόημα.
Στο μέλλον της μικρούλας με τα μεγάλα καστανά σαν ελαφιού μάτια, αυτά όλα, θα γίνουν δικά της prints και αβγά Φαμπερζέ, γυάλινα μπουκάλια παλιών αρωμάτων, πίνακες του 18ου αιώνα, χάρτες παλιοί, υπερμεγέθη κοσμήματα πάνω σε φανελένια φορέματα, ή σαν το Ceci n’est pas une chambre, φτιάχνει παιχνίδια αντίληψης και πραγματικότητας, από τα έργα του Ρενέ Μαγκρίτ, ή με σελίδες από vintage τεύχη των Architectural Digest και World of Interiors, μετατρέποντας το ρούχο σε αρχιτεκτονικό ψευδαισθητικό τοπίο.
Δεν είναι ένα δωμάτιο. Είναι ιδέα. Είναι αφήγηση. Είναι τρισδιάστατο σχεδόν, ένδυμα. Και πολύχρωμα λογιών σχήματα, με αρχιτεκτονική λογική και συμμετρία αρμονίας, θα μπουν σε υφάσματα και θα γίνουν μοναδικότητα.
Με φόντο κλωστοϋφαντουργίας, διακόσμησης, τη Σπορτέξ και τον Κατράντζου
Μα η μικρή μας, ακόμα αφήνεται στις επιρροές της. Οι Σπέτσες, που περνά τα ειδυλλιακά παιδικά, αργόσυρτα σα μεσημέρια που κοιμούνται οι μεγάλοι, καλοκαίρια. Το φως, η θάλασσα, οι ήχοι από τα κύματα και τα τζιτζίκια. Μετά, η μαμά της! Η Κατερίνα. Διακοσμήτρια. Οι όγκοι, οι διαστάσεις, οι εντυπώσεις, το φως και οι σκιές, γίνονταν η εμπειρική αισθητική της καθημερινότητας, οικεία όσο ο χώρος που υπήρχε.
Και στο ίδιο παιδικό σύμπαν, που όλα είναι μεγάλα, καθοριστικά και διαρκούν αργόσυρτα πολύ, υπήρχε και ο μπαμπάς, ο Βλάσης, που ασχολούταν με κλωστοϋφαντουργία και υπήρχαν υφές, αφές, θροΐσματα, δροσιές ή ζεστασιές και υφάσματα σα φτερουγίσματα ή αγκαλιές.
Στο μεγάλο φόντο τα πολυκαταστήματα «Κατράντζος Σπορ», πρώτα στη Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη και μετα στη Σταδίου, στην Αθήνα, που όλοι, εκεί, θα πέρναγαν για κάθε τι που αφορούσε στα σπορ.

Α! Και η Σπορτέξ, παίζει στις οικογενειακές της καταβολές, που σημάδεψε μια – δυο γενιές και που, για δεκαετίες ονομάζαμε όλα τα αθλητικά παπούτσια και δε πα να ήτανε ΝΙΚΕ ή Adidas, τι μας ένοιαζε εμάς!
Άλλωστε, ο παππούς της, ο Νίκος Κατράντζος, που δημιούργησε όλα αυτά, ήξερε καλά το κλάδο, αφού ήταν θρυλικός τερματοφύλακας του Άρη και μετά προπονητής. Όλοι -και η ίδια- καταλάβαινα από πολύ νωρίς, πως η αυτή η μικρή είναι γεννημένη για να κάνει μόδα. Μα στην Ελλάδα αυτό δεν ήταν κάνα σοβαρό επάγγελμα!

Ο πατέρας της ανησυχώντας και ενώ εκείνη πήγαινε, ακόμα, σχολείο την έφερε μπροστά στον ιδιοφυή Γιάννη Τσεκλένη. Να μην την εμποδίσουν και πως έχει μεγάλο ταλέντο, είχε αποφανθεί εκείνος και η μικρή μας έφυγε απ το ατελιέ του λαμπερή απ την ικανοποίηση σαν το άστρο που ήταν! Ναι! Βέβαια και μιλάμε για την πιο διάσημη, πετυχημένη, σημαντική, διεθνή σχεδιάστρια μόδας της χώρας, τη Μαίρη Κατράντζου, που έπλασε κάτι, που δεν υπήρχε, αποδεικνύοντας στη μόδα, τον απόλυτο ορισμό του Κλοντ Ντεπισσί, πως «η αληθινή δημιουργία ξεκινά εκεί που τελειώνει η μίμηση».

Οι απίθανες κορυφές μιας παγκόσμιας δημιουργού
Η Μελάνια Τραμπ, φόραγε ένα υπέροχο, σαν κυβιστικό έργο τέχνης, φόρεμα της Ελληνίδας Μαίρης Κατράντζου, δίπλα στον Ντόναλντ Τραμπ, την ώρα, που πανηγύριζε για τα αμερικανικά προϊόντα! Έντυσε, πιο ανανεωτικά, χρωματιστά, επαναστατικά νεανικά τους Άγγελους της Victoria’s Secret σε θρυλικό θεαματικό τους σόου στη Νέα Υόρκη. Έντυσε πέρα απ το χρόνο, φτάνοντας στην ίδια της ουσίας της σκηνικής πράξης, το χορό σε μουσική Βαγγέλη Παπαθανασίου, του έργου The Thread, του Russell Maliphant στο πιο επιβλητικό, αρχαϊκό, αιώνιο θεατρικό χώρο της ανθρωπότητας, στην Επίδαυρο.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Έκλαψε, όταν στην άκρη της Αττικής γης, όπου ο βράχος γέρνει σιωπηλά προς το αιώνιο μπλε, στο Ιερό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, στο θαύμα συμμετρίας και φωτός έκανε φιλανθρωπική επίδειξη για Σύλλογο Φίλων Παιδιών με Καρκίνο ΕΛΠΙΔΑ, με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου, για άλλη μια φορά, να επιμελείται μουσικά την εκδήλωση. Έκανε πρωταγωνιστικά κοστούμια στον Δον Κιχώτη του Γερμανοβραζιλιάνου σταρ χορογράφου Τιάγκο Μπορντίν, στη Λυρική Σκηνή.

Μα έχει σχεδιάσει κοστούμια για την Όπερα της Νέας Υόρκης και την Όπερα του Παρισιού, ενώ δημιουργίες της έχουν εκτεθεί στο θρυλικό Metropolitan Museum of Art της Νέας Υόρκης, του εμβληματικού χώρου της παγκόσμιας πολιτιστικής μνήμης. Στις συνεργασίες της περιλαμβάνονται capsule συλλογές με Swarovski, Longchamp, Moncler, Topshop, Cowshed και Adidas Originals, με την δημιουργικότητα, τη φαντασία, το αχαλίνωτο ταλέντο, με μια κουβέντα, να μη περιορίζεται ούτε στο ύφασμα ούτε στην εποχή. Από τη Vogue, που σε όλες τις εκδόσεις της στα μήκη και τα πλάτη της γης, την αποθεώνει, έχει χρισθεί ως «Βασίλισσα των Prints», με τον τίτλο να ακολουθεί τη φήμη της σαν παραδείσιων, κρυστάλλινων φωνών αντίλαλος σε κάθε της δημιουργίας.

Η Ελληνίδα που έντυσε τον κόσμο
Όταν ήταν παιδάκι, λοιπόν, η μητέρα της είχε στη τεράστια βιβλιοθήκη της, ένα λεύκωμα την ιστορία του οίκου Bulgari, με τις ελληνικές ρίζες, από τον ιδρυτή του, τον Σωτήρη Βούλγαρη από την Ήπειρο, που μεταμόρφωσε τη ρωμαϊκή πολυτέλεια σε παγκόσμιο σύμβολο στιλ. Η γεννημένη, μόλις, το 1983 μικρούλα μας, ξεφύλλιζε μαγεμένη τις σελίδες και μπορούσε να παρατηρεί στα αντικείμενα την αρχαία γεωμετρία, τις πολύτιμες πέτρες και το ιταλικό εξωστρεφές στιλ, αλλά και την τολμηρή χρωματική παλέτα και την αίσθηση διαχρονικής αρχοντιάς που φέρει κάθε του δημιουργία.
Έφυγε από την Ελλάδα στα 19 της και ουσιαστικά δεν την έζησε ως ενήλικας. Μα την κουβαλάει πάντα μαζί της άρρηκτα δεμένη με τη δημιουργία της. Και αφού παράτησε σπουδές αρχιτεκτονικής στο Rhode Island School of Design, πήρε στο Central Saint Martins College of Art and Design το πτυχίο της και έκανε το μεταπτυχιακό της.

Ο πατέρας της, τότε, στο τέλος των σπουδών της, της έκανε δώρο ένα κομψό και αγαπημένο της μετά ρολόι Bulgari. Σημαδιακό; Σίγουρα πάντως, μοιάζει όλο αυτό να προ οικονομούσε το ότι σήμερα θα γινόταν η καλλιτεχνική διευθύντρια δερμάτινων ειδών της Bulgari, επιβάλλοντας με τους όρους της, επαναπροσδιορισμό στα όρια ανάμεσα στην τέχνη και τη μόδα. Μα, η Μαίρη Κατράντζου έκανε αίσθηση από την πρώτη της εμφάνιση στην παγκόσμια σκηνή, όταν το 2008 παρουσίασε την απολυτήρια συλλογή της.
Τα έντονα, πολύχρωμα τυπώματα που καλύπτουν ολόκληρη την επιφάνεια των ρούχων της έγιναν η υπογραφή της, σαν έργα τέχνης που φοριούνται. Η συλλογή της εκείνης της χρονιάς ξεχώρισε αμέσως, προτάθηκε για το Harrods Award και το L’Oréal Professional Award, ενώ έκανε το ντεμπούτο της στη London Fashion Week. Η επιτυχία ήταν ακαριαία με το New Gen του Βρετανικού Συμβουλίου Μόδας της παρείχε χορηγία για έξι συνεχόμενες σεζόν, προετοιμάζοντας το έδαφος για μια καριέρα που επρόκειτο να γίνει εμβληματική.
Και ενώ είναι οι χονδρέμποροι υφασμάτων, που διαμορφώνουν τις περισσότερες τάσεις της μόδας, η Κατράντζου, σχεδιάζει τα δικά της prints και τα ρούχα της, από το σχήμα, τις ραφές, το σχέδιο, το χρώμα, τα υφάσματα της, είναι 100% δικές της δημιουργίες. Και είναι τα δικά της ρούχα, που έχουν φορεθεί από τις διασημότερες γυναίκες του καιρού, όπως η Μισέλ Ομπάμα, η Ναόμι Κάμπελ, η Τζέιν Φόντα, η Κέιτ Μπλάνσετ, η Σάλµα Χάγιεκ, η Κλόντια Σίφερ και η Μπιγιονσέ, που ασπάζονται το αισθητικό της δόγμα και πως στα χέρια της, γίνεται έκφραση για τις απελευθερωμένες σύγχρονες Εστιάδες, που κρατούν άσβεστη τη φωτιά στον ιερό βωμό του στιλ, της φινέτσας και της μοναδικότητας. Με μια κουβέντα όπως την είπε -περίπου- ο Πολ Κλέε, η Κατράντζου κάνει μόδα – τέχνη, που δεν αντιγράφει το ορατό, αλλά κάνει ορατό το αόρατο.

Η Μαίρη και η Σοφία
Μια άλλη ευφάνταστη, καταλυτικά ταλαντούχα Ελληνίδα έζησε, δημιούργησε και κυρίευσε το μητροπολιτικό κέντρο της ευρωπαϊκής μόδας, στο Λονδίνο, όπως και η Μαίρη. Ήταν η Σοφία Κοκοσαλάκη, που διεθνώς της αποδόθηκε ο όρος που δημιουργήθηκε για εκείνη, το Grecian chic και που με το που αποφοίτησε, επίσης απ το Central Saint Martins, η παγκόσμια μόδα της υποκλίθηκε, πλήρως γοητευμένη.
Μαζί της, σαν κάρμα δημιουργικότητας, βρέθηκε μια αυθεντική ελληνική αισθητική ομάδα, μια dream team με κοινές αναφορές και παλμό. Οι Bill Georgoussis, Πέτρος Πετρόχειλος, Γιώργος Βαμβακίδης, Πάνος Γιαπάνης και Βένυα Πολυχρονάκη ήταν παιδιά μιας εποχής που μεγάλωσε με τη βελγική σχολή μόδας, λάτρεψε την club culture του Λονδίνου και ξενύχτησε χαζεύοντας τα ριζοσπαστικά layouts του The Face και του Self Service.
Στις βεγγέρες των warehouse parties και στα backstage των πρώτων shows, αυτή η παρέα δεν έντυνε απλώς με όμορφα ρούχα, αλλά έπλαθε μια νέα αισθητική γλώσσα, όπου η ελληνική τόλμη συναντούσε την avant-garde του βρετανικού fashion underground. Κάποτε οι σπλαχνικά, σχεδόν αφόρητα ταλαντούχες Σοφία Κοκοσσαλάκη και Μαίρη, που έδωσαν στην ελληνική μόδα διεθνή υπόσταση, θα συναντηθούν.

Η Μαίρη συνεργαζόταν με την Σοφία Κοκοσαλάκη το 2006, ενώ, πολύ νέα, πολύ ορμητική, πολύ σε όλα, προσπαθούσε, ακόμη, να δημιουργήσει έναν προσωπικό πορτφόλιο για το μεταπτυχιακό πάνω στα Fashion Textiles στο Central Saint Martins. Και όταν η Σοφία, που κουβαλούσε τη Κρήτη μαζί της σ όλο το κόσμο, που λάτρευε τη μυρωδιά απ το θυμάρι και το άγριο κερί στις εκκλησίες, τις παπαρούνες και τα πρωτομαγιατικά στεφάνια, νικηθεί από τον καρκίνο, στα 47 της χρόνια, η Μαίρη θα χάσει εκείνο το άλλο μισό, που πάρα τις διαφορές ηλικίας ή τις μικρές συναντήσεις στους μεγάλους δρόμους τους, έμοιαζαν τόσο σε ταλέντο, φήμη, αναγνώριση, φαντασία, κάνοντας μας κάποτε, να τις μπερδεύουμε, ακόμα και οι δουλειές τους δε σήκωναν τέτοια.
«Σε ευχαριστούμε Σοφία που μας έκανες όλους να νιώθουμε περήφανοι που είμαστε Έλληνες» έγραψε η Μαίρη, «που επικοινώνησες τις αξίες του πολιτισμού μας πέρα από τα σύνορά μας με το απίστευτο ταλέντο, την ευφυΐα και το χάρισμά σου. Στο σύντομο διάστημα που είχα την τιμή να σε γνωρίσω, μου έδειξες, πριν καν γνωρίσω εγώ τον εαυτό μου, τι σημαίνει αληθινή δύναμη και την αφοσίωση που χρειάζεται στην βιομηχανία μας.
Ανέκαθεν θαύμαζα την αποφασιστικότητα και τις αξίες που κυριαρχούσαν στη ζωή σου, πάντα με τους δικούς σου όρους. Τα νέα με σόκαραν και είναι δύσκολο να το αποδεχθώ… Είναι πολύ θλιβερό». Μα η συνέχεια υπάρχει και ο δρόμος έχει φανερωθεί. Η Μαίρη κουβαλάει, μόνη, πια, τη μεγάλη φήμη της υπερ ταλαντούχας της εθνικότητας μας, με το δικό της όνομα, το δικό της βλέμμα και πιο μοναχικά, ίσως.
Σαρωτική αναγνώριση, βραβεύσεις και πολύ Vogue
Οι δημιουργίες της Μαίρης Κατράντζου διατίθενται σήμερα σε πάνω από 200 κορυφαία σημεία πώλησης ανά τον κόσμο, από τα Selfridges και Harvey Nichols, μέχρι τα Barneys, Neiman Marcus, Colette, 10 Corso Como, Joyce, Luisa via Roma, Mytheresa, Opening Ceremony και Net-a-Porter, ενώ το δίκτυο της επεκτείνεται σε 47 χώρες.
Η συλλογή που σχεδίασε για το Topshop, παρουσιάστηκε στην Εβδομάδα Μόδας του Λονδίνου το Φθινόπωρο του 2010 και εξαφανίστηκε από τα ράφια εντός ημερών, επιβεβαιώνοντας τη δυναμική της και σημαίνοντας την αρχή της μεγάλης αναγνώρισης της. Η αισθητική της, πολυσχιδής και αναγνωρίσιμη, έχει αναλυθεί και αποθεωθεί σε έντυπα όπως τα Vogue, Dane & Confused, Ell ή Gratia.
Μια σειρά από βραβεία, όπως αυτό της Swiss Textiles, διαδεχόμενη τον Alexandra Wang, ακολούθησαν τη πορεία της, ενώ το όνομά της συνδέθηκε και με το πρωτοποριακό Project Città dell’arte. Ακόμη, έχει σχεδιάσει φουλάρια και γραβάτες για την Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας, που δίνονται ως δώρα σε εθιμοτυπικές επισκέψεις σημαντικών προσώπων, όπου η γαλανόλευκη σημαία, κομμάτια της Ελλάδας πάνω στον χάρτη και σχέδια απ τον Μινωικό πολιτισμό, ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο, κομμάτια που κουβαλούν ιστορία, αλλά δε πάσχουν από αρχαιολατρία.
Μαύρα και αυτογνωσία
Ένα από τα πιο γοητευτικά παράδοξα της Μαίρης Κατράντζου είναι πως, ενώ ντύνει τις γυναίκες όλου του κόσμου με εκρηκτικά χρώματα, μοτίβα-ψηφιδωτά και περίτεχνα τυπώματα, η ίδια προτιμά σχεδόν αποκλειστικά το μαύρο. Από τα δεκαπέντε της, όπως λέει, φορά πάντα μαύρα, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς στιλιστικά άγχη.
Δεν νιώθει την ανάγκη να προβάλλει τη δουλειά της μέσα από την προσωπική της εικόνα, ούτε να «παίξει» το ρόλο της λαμπερής δημιουργού, μα ούτε και να χάσει χρόνο για συνδυασμούς στον εαυτό της, όταν έχει δουλειά να κάνει. Προτιμά την άνεση, την απλότητα, ακόμα και σε στιγμές που όλοι οι προβολείς πέφτουν πάνω της. Έτσι, μένει πιστή στον εαυτό της. Και ίσως αυτή η αθόρυβη συνέπεια να είναι το πιο δυνατό της statement.
Με ταπεινότητα και απλότητα, σημειώνει στο Χ, πως «the only real knowledge, is in knowing you know nothing», την Σωκρατική ρήση του «εν οίδα ότι ουδέν οίδα», αφήνοντας όλους εμείς, να αναλύουμε και να βρίσκουμε επίθετα για το έργο της, όταν σε εκείνη πηγαία, σχεδόν φυσικά, απλώς συμβαίνει.
Όταν έχει χρόνο, απολαμβάνει τα καλοκαίρια στο κλασικό, οικογενειακό καπετανόσπιτο του 1860, στο Παλιό Λιμάνι των Σπετσών. Ζει στο Λονδίνο, μα δεν χορταίνει Ελλάδα και τη θέλει πιο πολύ στη ζωή της. Δουλεύει κάποιες περιόδους πυρετώδους δημιουργικότητας για τις κολεξιόν της, νύχτα – μέρα, χωρίς σταματημό, κάνει συναντήσεις αλλεπάλληλες, χαίρεται που δεν έχει πια, να φροντίσει μόνη της τα οικονομικά, ταξιδεύει πολύ από Παρίσι σε ΗΠΑ και από Ινδία στο Αμπού Ντάμπι. Δίνει συνεντεύξεις στα μεγαλύτερα περιοδικά και ΜΜΕ του κόσμου.
Και αφού έχει κατακτήσει τις κορυφές της, τις απροσπέλαστες και απρόσιτες για τους περισσότερους, κόβει ταχύτητα και όπως πάντα πιάνει το παλμό του κόσμου της. Ενός κόσμου που δεν χρειάζεται τόσα ρούχα ικανά να πνίξουν πια τον πλανήτη, ούτε τόσες σπάταλες κολεξιόν, μα μόδα με ηθική, βιωσιμότητα, καμία εκμετάλλευση, με φιλοσοφία και ουσιαστικές αξίες. Τα δικά της fashion shows, πια, είναι πολιτισμός και πάντα συνυφασμένα με κοινωνικούς σκοπούς που ευαισθητοποιούν και προβάλλουν το καλό και το ουσιώδες.
Τα 19 χρόνια σχέσης, ο γάμος με τον σοφό dr. Μάριο Πολίτη και μια βάφτιση υπόδειγμα αισθητικής
Στο σπίτι της οικογένειας Κατράντζου στο Παλαιό Ψυχικό και όχι στις αγαπημένες της Σπέτσες, μια Πέμπτη, με 30 αγαπημένους φίλους, καλεσμένους, παντρεύεται με ένα απλό λευκό φόρεμα και τα μαλλιά σηκωμένα απ τα μάτια με ένα λιτό κοριτσίστικο κορδελάκι, τον Μάριο Πολίτη, καθηγητή Νευρολογίας και επί 18 χρόνια σύντροφό της.

Σε παλαιότερη συνέντευξη της είχε πει, πως ναι, αυτός, είναι ο συνοδοιπόρος της ζωής της, που ουσιαστικά μεγάλωσαν μαζί. Ο σεβασμός, η εκτίμηση και ο χώρος που δίνουν ο ένας στον άλλος, με την τεράστια αφοσίωση και των δυο στη δουλειά τους, τους ενώνουν για το πάντα τους. Η κατανόηση και η ομοιότητας του χαρακτήρα, σφραγίζουν την σχέση.
Γνωρίστηκαν όταν και οι δυο τους ήταν ακόμα μαθητές στο Κολλέγιο Αθηνών, σε αυτό το σπίτι του Παλαιού Ψυχικού όπου έγινε ο γάμος τους, γι’ αυτό και η βραδιά ήταν συγκινητική και όλο γλύκα και συναισθηματικά. Το ζευγάρι αστειεύονταν πως τελικά, βιάστηκαν να παντρευτούν πριν τα 20 χρόνια σχέσης τους.
Ο Μάριος Πολίτης είναι καθηγητής Νευρολογίας και Αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ έχει χαράξει μια σημαντική πορεία στη Νευροαπεικονιστική και τις κινητικές διαταραχές, με επίκεντρο τη νόσο του Πάρκινσον. Απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, με μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στο Imperial College του Λονδίνου, έχει διδάξει και στο King’s College, ενώ σήμερα διευθύνει το πρωτοποριακό Mireille Gillings Neuroimaging Centre.
Οι διακρίσεις του είναι πολλές και διεθνώς αναγνωρισμένες, όχι όμως περισσότερο από τη συνεισφορά του στην κατανόηση και τη βελτίωση της διάγνωσης και θεραπείας σοβαρών νευροεκφυλιστικών παθήσεων. Χαμηλών τόνων, αλλά υψηλής επιρροής, ένα σοφός, που σώζει ζωές και αλλάζει τον κόσμο, ο καθηγητής Πολίτης είναι κεφαλαιώδης στην Ιατρική επιστήμη. Ήταν το ένα απ τα καλοκαίρια του κορονοϊού όταν έγινε ο γάμος, με κουμπάρα την αξέχαστη Μαριάννα Βαρδινογιάννη και όλα ήταν μαγικά και αισθητικά, ραφιναρισμένα απλά τόσο που άγγιζαν το τέλειο.
Ο Βλάσσης Κατράντζος άνοιξε τη σαμπάνια Dom Perignon, που φυλούσε από την ημέρα που γεννήθηκε η Μαίρη για τον γάμο της! Λίγους μήνες αργότερα, απέκτησαν το πρώτο τους παιδάκι, που βάφτισαν στις Σπέτσες, με 180 διακεκριμένους καλεσμένους απ όλο τον κόσμο και διήμερη γιορτή.
Νονοί του μικρού Μιχάλη, ήταν οι fairy godmothers Ευγενία Νιάρχου, Σαμπίν Γκετί, Μαρί Σαντάλ και ο Παύλος Ντε Γκρες, ο οποίος κατά τη προσφιλή του συνήθεια αποθανατίστηκε να ρίχνει κάτι ζεϊμπέκικα. Γιγαντιαία διεθνή περιοδικά, ανάμεσα τους, τα «Tatler», βρετανική και αμερικανική «Vogue», το «Vanity Fair», διεκδίκησαν μετα μανίας φωτογραφίες απ το διήμερο γλέντι, τόσο για τους jetsetters καλεσμένους, όσο και για την υψηλή, υποδειγματική αισθητική της νύφης, που οργάνωσε ένα πάρτι, σημείο αναφοράς.
«Αποκριάτικες στολές Αρχαίοι Έλληνες και καλό καρναβάλι»: μια ιστορία κανιβαλισμού αλά social media
Είναι Μάρτιος του 2024 και τα social media βρυχώνται στο τριήμερο θαύμα τους, με μουσικολογική, στιχουργική άποψη για τη Μαρίνα Σάττι και την εμφάνιση της στην Eurovision ζητώντας το κεφάλι επί πίνακι, για το πως δείχνει την Ελλάδα στο μουσικό video clip, ενώ κρίνουν το ποπ – ραπ κομμάτι της, με αέρα γνώσεων τουλάχιστον Δημήτρη Μητρόπουλου, στην καταξίωση του, εποχές της όπερας της Νέας Υόρκης.
Την εμμονική προσήλωση στο θέμα, θα ανατρέψει η παρουσίαση των νέων ενδυμασιών των Ιερειών στις Τελετές της Ολυμπιακής Φλόγας, που ζητήθηκαν από τον Πρόεδρο της ΕΟΕ Σπύρο Καπράλο και σχεδιάστηκαν από την Μαίρη Κατράντζου, η οποία, αντίθετα απ ότι καταμετριόταν στη Σάττι, παρουσίαζε πάντα μια ιδανική οπτική της Ελλάδας μέσα απ τη δουλειά της, στο κόσμο όλο.

Πριν καλά – καλά, οι γνώστες και οι μελετητές της μόδας ή ακόμα και της Ιστορίας εκφράσουν άποψη, τα social media ορμάνε με την παντογνωσία επί του στιλ, τουλάχιστον μιας Κάθριν Χορν, που οι σχεδιαστές τη φοβούνταν αλλά και τη διάβαζαν με δέος, ενός Αντρέ Λεόν Τάλεϊ, βαθύτατου γνώστη της μόδας και της ιστορίας της, της θρυλικής Νταϊάνα Βρίλαντ, που άλλαξε την αντίληψη για τη μόδα στον 20ό αιώνα ή έστω της Άννα Γουίντουρ, που με την αλαζονική παντοδυναμία της, μπορεί να εκτοξεύσει ή να εξαφανίσει καριέρες.
Η μουσικολογία μπαίνει στην άκρη και οι παντογνώστες των πληκτρολογίων ρίχνονται μετά ανθρωποφαγικής διάθεσης στο fashion criticism με αέρα τουλάχιστον ειδικών σε πανεπιστημιακά προγράμματα και πολιτισμικές μελέτες. Τα social media παραβγαίνουν στο ποιος χρήστης θα γράψει την πιο φαρμακερή ατάκα για τις ενδυμασίες, τις εμπνευσμένες από ιωνικούς κίονες της Μαίρης Κατράντζου και τα σάιτ τις επαναλαμβάνουν, απολαυστικά.
Οι φωτογραφίες των άβολων -στα αλήθεια- μοντέλων στην παρουσίαση των ενδυμασιών, συνοδεύονται με σχόλια τύπου «Όταν παραγγέλνεις στολή για ρωμαϊκό όργιο από το Temu», ή «Αποκριάτικες στολές: Αρχαίοι Έλληνες – Καλές Απόκριες σε όλους» ή «Επόμενο βήμα μετα τις στολές της Κατράντζου είναι να αναλάβει την καμπάνια του ΕΟΤ η Νία Βαρντάλος» και πάει λέγοντας.

Σε άλλο χρόνο η Κατράντζου είχε πει πως ναι διαβάζει έπειτα από κάθε συλλογή καθετί που γράφεται από κριτικούς αλλά και από bloggers και πως κοιτάζει τις αδυναμίες που µπορεί να διακρίνουν και µε κάθε συλλογή προσπαθεί να εξελιχθεί. Για τις ενδυμασίες της Τελετής Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας η Μαίρη Κατράντζου δεν απάντησε, αυτές λειτούργησαν άψογα στο φυσικό τους χώρο στην Αρχαία Ολυμπία και η τελετουργία, που συμβαίνει κάθε τέσσερα χρόνια με τις εμφανίσεις που δεν είχαν απασχολήσει κανέναν μας, ποτέ, ξεχάστηκαν.
Ξαναγυρίσαμε στη Σάττι λοιπόν. Και η Κατράντζου συνέχισε την θριαμβική της πορεία στον κόσμο, μια γητεύτρα της trompe l’oeil, της οφθαλμαπάτης, στη µόδα, ειδική της πολυτέλειας του υφάσματος, που πλάθει το γυναικείο σώμα και αφηγείται ιστορίες με την γυναικεία σιλουέτα στη τελειότητα της. «Όσο µπορώ να σχεδιάζω prints που να είναι σύγχρονα και επιθυμητά τόση διάρκεια θα έχει και η δουλειά µου» λέει, κάποτε στη Σάντυ Τσαντάκη και έτσι γίνεται! Οι δημιουργίες της αυξάνονται, πληθαίνουν κυριεύουν και ομορφαίνουν τον κόσμο της μόδας, που ποτέ δε θυμίζει πιο πολύ υψηλή τέχνη, κάνοντας πράξη το απόφθεγμα του μέγα Όσκαρ Ουάιλντ πως «κάποιος πρέπει είτε να είναι έργο τέχνης, είτε να φορά έργο τέχνης».
Διαβάστε επίσης:
Νικόλας Σταύρος Νιάρχος: Επιστροφή στη Σπετσοπούλα και το νέο κοσμικό έπος
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Τσικαλάκης: Τα αιτήματα της ΠΝΟ από την διήμερη απεργία που αρχίζει αύριο στα πλοία της Αδριατικής
- Baja Greece 2025: Nικητές οι Reis και Fiuza
- ΕΚΤ: Έτοιμη για την 8η μείωση των επιτοκίων – Διάσταση απόψεων για το «αγκάθι» δασμοί Τραμπ
- Όμιλος Πουκαμισάς – Πανελλαδικές: Τα θέματα και οι απαντήσεις σε Αρχαία Ελληνικά, Μαθηματικά και Βιολογία
