• Ενέργεια

    Ράλι στα δικαιώματα ρύπων: Έρχεται νέα άνοδος σε τιμές ενέργειας και πληθωρισμό – Τι σημαίνει για τη ΔΕΗ

    Κώστας Σκρέκας

    Κώστας Σκρέκας


    Νέο κύκλο ενεργειακής κρίσης προμηνύει το ράλι στις τιμές στα δικαιώματα ρύπων που είναι σε εξέλιξη, με τις τιμές να αγγίζουν ήδη στα 94 ευρώ/τόνος στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Δικαιωμάτων Ρύπων και ενώ οι αναλυτές βλέπουν ότι τα 100 ευρώ/τόνος πλέον να είναι θέμα χρόνου. Το αυξημένο κόστος δικαιωμάτων ρύπων, θα φέρει νέες αυξήσεις στα ορυκτά καύσιμα (άνθρακα, φυσικό αέριο) και επομένως στην τιμή της ενέργειας, στην οποία θα αποτυπωθούν τα αυξημένα κόστη. Ταυτόχρονα ανατρέπει τα δεδομένα για τη βιωσιμότητα νέων θερμικών μονάδων και αυξάνει κατακόρυφα τα κόστη για τις λιγνιτικές μονάδες, κάνοντας εντελώς αναχρονιστικό το υπάρχον ΕΣΕΚ του 2019.

    Επίσης, η εξάρτηση από την ενέργεια που παράγεται από ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα είναι μεγάλη τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, μέχρι να ολοκληρωθεί η ενεργειακή μετάβαση και κάθε νέα άνοδος των δικαιωμάτων ρύπων τροφοδοτεί νέο ράλι στις χονδρεμπορικές τιμές.

    Την ίδια στιγμή το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το κλίμα του 2019, έχει βασίσει τους υπολογισμούς του, στα 30 ευρώ/τόνος με μάξιμουμ σενάριο τα 60 ευρώ/τόνος, με αποτέλεσμα οι σημερινές τιμές ρύπων  να ανατρέπουν κάθε σχεδιασμό για τη βιωσιμότητα των θερμικών μονάδων ενέργειας, τόσο από φυσικό αέριο όσο και από λιγνίτη.  Με δεδομένο ότι τα δικαιώματα ρύπων θα επιβαρύνουν με βάση τη νέα νομοθεσία και τις μεταφορές η επίπτωσή τους στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό την επόμενη διετία θα είναι μόνιμη.

    Η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ που όπως ανέφερε χθες η Γενική Γραμματέας Ενέργειας κα Αλεξάνδρα Σδούκου πρόκειται να πραγματοποιηθεί το 2022, και λαμβάνοντας υπόψιν τα νέα δεδομένα θα διαφέρει πολύ από το σημερινό, επιβάλλοντας πολύ πιο γρήγορη μετάβαση προκειμένου να αποφευχθούν τα αυξημένα κόστη των ρυπογόνων μορφών ενέργειας. Το ερώτημα όμως είναι κατά πόσο θα είναι εφικτό να υλοποιηθεί ταχύτατα, ώστε να αποφευχθούν τα αυξημένα κόστη της θερμικής ενέργειας.

    Ο φαύλος κύκλος της ανόδου των τιμών ενέργειας και του πληθωρισμού

     Τα δικαιώματα ρύπων υπάρχουν για να εξασφαλίζουν ότι η καθαρότερη μορφή ενέργειας είναι και η οικονομικότερη εναλλακτική ενέργειας στην Ευρωπαϊκή αγορά  κάνοντας ακριβότερες τις ρυπογόνες μορφές ενέργειας. Στο πλαίσιο του Green Deal λειτουργούν ως μοχλός πίεσης για να επιταχυνθεί η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια. Όμως αυτό σημαίνει ότι μέχρι να πιαστούν οι στόχοι συμμετοχής των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα, η τιμή της ενέργειας και το κόστος των προϊόντων και ο πληθωρισμός θα αυξάνονται.

    Σημειώνεται ότι η μέση τιμή από €5 ανά που ήταν το 2017, έφθασε τα €15 το 2018, τα €24 τη διετία 2019/2020 και €52 το 2021, με τους αναλυτές να κάνουν λόγο για 100 ευρώ το 2022.

    Η ζήτηση για τα δικαιώματα ρύπων αυξάνεται όσο αυξάνεται η ζήτηση για ρυπογόνες μορφές ενέργειας, η οποία κινείται σταθερά ανοδικά, όσο ακόμη δεν παράγεται αρκετή ενέργεια από ΑΠΕ για να καλύψει τη ζήτηση. Λόγω της ραγδαίας αύξησης της τιμής του Φυσικού Αερίου, η Ευρωπαϊκή οικονομία καταναλώνει όσο το δυνατόν περισσότερο Άνθρακα (Coal) και, ως εκ τούτου, ακόμα περισσότερα δικαιώματα ρύπων χρησιμοποιούνται για τη χρήση του. Αναπόφευκτα, μειώνεται ο αριθμός των πεπερασμένων δικαιωμάτων ρύπων και αυξάνεται η τιμή τους. 

    Όμως, υπάρχει συγκεκριμένος αριθμός δικαιωμάτων ρύπων στην ΕΕ έως το 2030 και αυτός ο αριθμός αναμένεται να μειωθεί το 2022 λόγω του συστήματος της αυτοματοποιημένης ακύρωσης του 24% του πλεονασματικού αριθμού δικαιωμάτων (Κανονισμός “MSR 24%” – market stability reserve) και της αναμενόμενης Ευρωπαϊκής νομοθεσίας (διάθεση μικρότερου αριθμού δωρεάν δικαιωμάτων με αφαίρεση υποχρέωσης καταβολής δικαιωμάτων στα εξαγωγικά προϊόντα).  

    Τα τεχνικά υπέρ – πλεονάσματα δικαιωμάτων ρύπων που δημιουργήθηκαν κατά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, η εισαγωγή  στο Ευρωσύστημα μεγάλου αριθμού διεθνών δικαιωμάτων ρύπων αμφιβόλου ποιότητας και η πανδημία καθήλωναν τις τιμές δικαιωμάτων ρύπων μέχρι λόγω υπερπροσφοράς  μέχρι το 2020-2021. Όμως ακολούθησε η απόφαση για διαγραφή του 24%, ωθώντας την τιμή των δικαιωμάτων ρύπων να ισορροπήσει σε (υψηλά) επίπεδα δυνάμει των κανόνων ελεύθερης αγοράς. 

     Οι τιμές ενέργειας αυξάνουν τον πληθωρισμό

    Νέο άλμα του πληθωρισμού περιμένει η Eurostat για τον Ιανουάριο, με τις τιμές να συνεχίζουν το ράλι τους από το προηγούμενο έτος σημειώνοντας και νέα ρεκόρ στο ξεκίνημα του 2022.

    Ειδικότερα, ο ετήσιος πληθωρισμός της Ευρωζώνης αναμένεται να φτάσει το 5,1% τον Ιανουάριο του 2022 από 5,0% τον Δεκέμβριο και 4,9% τον Νοέμβριο, σύμφωνα με την αρχική εκτίμηση της ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας. Σημειώνεται ότι τον Ιανουάριο του 2021 ο πληθωρισμός ήταν μόλις 0,9%.

    Για την Ελλάδα η Eurostat περιμένει νέα ενίσχυση του πληθωρισμού στο 5,5% τον Ιανουάριο από 4,4% τον Δεκέμβριο και 4% τον Νοέμβριο. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Ιανουάριο του 2021 ο δείκτης ήταν στο -2,4%.

    Εξετάζοντας τα βασικά στοιχεία του πληθωρισμού, η ενέργεια αναμένεται να έχει τον υψηλότερο ετήσιο ρυθμό τον Ιανουάριο (28,6% σε σύγκριση με 25,9% τον Δεκέμβριο). Ακολουθούν τα τρόφιμα, αλκοόλ και καπνός (3,6% σε σύγκριση με 3,2% τον Δεκέμβριο), υπηρεσίες (2,4%, σταθερός σε σχέση με τον Δεκέμβριο) και τα βιομηχανικά αγαθά εκτός ενέργειας (2,3% σε σύγκριση με 2,9% τον Δεκέμβριο).

    Χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα, ο δομικός δείκτης αναμένεται να διαμορφωθεί στο 2,3% τον Ιανουάριο από 2,6% τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με την εκτίμηση της Eurostat.

    Τι σημαίνει για τη ΔΕΗ: Κατακόρυφη αύξηση κόστους

     Η κατακόρυφη άνοδος στην τιμή των δικαιωμάτων ρύπων αναδεικνύει τα μεγάλα κόστη που συνεπάγεται η λιγνιτική παραγωγή, αφού η μέση λιγνιτική μεγαβατώρα  επιβαρύνει με 1,5 τόνο εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα. 

     Η ΔΕΗ  το 2020 είχε εκπομπές 15,47 εκατ. τόνων CO2, έναντι 23,09 εκατ. τόνων το 2019 και περιόρισε έτσι τις δαπάνες για δικαιώματα εκπομπής CO2, στα 393,486 εκατ. ευρώ, έναντι 546,446 εκατ. ευρώ το 2019. Για το 2021 η διοίκηση της ΔΕΗ υπολόγιζε ετήσιες εκπομπές CO2  στα 14 εκατ. τόνους, όμως δεν περιόρισε και το κόστος τους λόγω της αύξησης της τιμής των ρύπων.

    Στο πρώτο τρίμηνο του 2021 η ΔΕΗ είχε αγοράσει 6,7 εκατ. τόνοι  με κόστος στα 30,96 ευρώ/τόνος και ακολούθως αγόρασε 7,3 εκατ. τόνοι δικαιωμάτων σε τιμές άνω των 50 ευρώ ο τόνος. Για κάθε 1 ευρώ επιπλέον στην τιμή των δικαιωμάτων, η σχετική δαπάνη της ΔΕΗ αυξάνεται κατά 7,3 εκατ. ευρώ περίπου.

    Η δαπάνη για δικαιώματα εκπομπών CO2 αυξήθηκε σε 539,4 εκατ. το εννεάμηνο του 2021 από 263,1 εκατ. την προηγούμενη χρονιά. Αποδίδεται κυρίως στην αύξηση της μέσης τιμής δικαιωμάτων εκπομπών CO2 από  24,3 / τόνο σε 44,3 / τόνο.

    Ειδικά στο τρίτο τρίμηνο η δαπάνη για δικαιώματα εκπομπών CO2 αυξήθηκε κατά 163,9% σε 242,5 εκατ. από 91,9 εκατ. στο αντίστοιχο περυσινό διάστημα.



    ΣΧΟΛΙΑ