• Business

    Πόλεμος δίχως τέλος Αγγελόπουλων-Μυλωνά για τη Χαλυβουργική: Κάνουν λόγο για «εγκλήματα»

    Χαλυβουργκική


    «Ανεπάρκεια ή σκοπιμότητα οδηγεί τις επιλογές της Εθνικής Τράπεζας;», αναρωτιέται σε νέα ανακοίνωσή της η διοίκηση της Χαλυβουργικής, απαντώντας στην πρόσφατη ανακοίνωση της τράπεζας, σχετικά με το πώς οδηγήθηκε στην επιλογή της αίτησης ειδικής εκκαθάρισης.

    Σημειώνει ότι η Χαλυβουργική είχε υποβάλει πρόταση επανεκκίνησης τον Δεκέμβριο του 2017 στην οποία δεν έλαβε απάντηση από την τράπεζα.

    Όπως αναφέρει τα πρώτα 5 χρόνια της αναδιάρθρωσης του δανεισμού που είχε προτείνει η εταιρεία στην τράπεζα δεν προβλεπόταν καμιά μείωση της ονομαστικής αξίας του δανεισμού της.

    Τονίζει ότι έχει θέσει σε γνώση της τράπεζας εμπεριστατωμένη γνωμοδότηση ότι στην περίπτωση της ειδικής διαχείρισης, θα χαθούν οι άδειες για τη χρήση του αιγιαλού και των λιμενικών εγκαταστάσεων και ότι η λύση αυτή θα έπρεπε να αποκλειστεί για να μην απαξιωθούν τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας.

    Επίσης δεν έλαβε απάντηση στο αίτημα για συνάντηση τον Ιανουάριο του 2021.

    Τέλος, σημειώνει η εταιρεία ότι η μόνη απάντηση που έχει πάρει η εταιρεία από τον Διευθύνοντα  Σύμβουλο της Εθνικής κ. Παύλο Μυλωνά είναι ότι η χώρα δεν χρειάζεται τη Χαλυβουργική και καταλήγει ότι η διοίκηση και οι φορείς της εταιρείας είναι αποφασισμένοι να αποτρέψουν το έγκλημα που έχουν απεργαστεί ορισμένα στελέχη του σήμερα και του χθες σε συνεργασία με την PwC.

    Ολόκληρη η ανακοίνωση της Χαλυβουργικής :

    Η αλήθεια για τη στάση της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ στην υπόθεση της ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗΣ: Ανεπάρκεια ή Σκοπιμότητα;

    Σε απάντηση σειράς δημοσιευμάτων που είτε αναπαράγουν άκριτα ανακριβείς πληροφορίες που διακινεί η ίδια η ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ μέσω της πρόσφατης δημόσιας απάντησής της, είτε δρουν κατ’ εντολή επιχειρηματικών συμφερόντων που, ημέρα με την ημέρα, αποκαλύπτονται, είμαστε υποχρεωμένοι να αποσαφηνίσουμε τα ακόλουθα:

    1. Η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ από τον Δεκέμβριο του 2017 έχει υποβάλει στην Εθνική Τράπεζα τεκμηριωμένη και αναλυτική πρόταση Επανεκκίνησης, στην οποία προβλέπονταν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

    * Η εκ νέου εισφορά δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ από την πλευρά των μετόχων (πλέον δηλαδή των 250 και περισσότερων εκατομμυρίων Ευρώ που έχουν επενδύσει από το 2003 μέχρι σήμερα). Τα νέα κεφάλαια, μάλιστα, προβλεπόταν ότι δεν θα είχαν καμμία απολύτως απόδοση επί 10 έτη, καθώς όλα τα κέρδη της εταιρείας προορίζονταν για την εξόφληση του δανεισμού της. Μεγαλύτερη απόδειξη για την πίστη της εταιρείας και των μετόχων της στη βιωσιμότητα της Πρότασης Επανεκκίνησης και του επιχειρηματικού σχεδίου (business plan) που τη συνόδευε δεν μπορεί να υπάρξει στην επιχειρηματική και τραπεζική πρακτική.

    * Μετά την ως άνω 10ετία, η πρόταση της εταιρείας ήταν οι δανείστριες τράπεζες να εξακολουθούν να συμμετέχουν στα κέρδη έναντι των οφειλών προς αυτές (profit sharing).

    * Στην περίπτωση που η αγορά θα πήγαινε καλύτερα από τις προβλέψεις, προβλεπόταν μηχανισμός cash sweep πάλι υπέρ των τραπεζών.

    * Περαιτέρω, για τα πρώτα 5 έτη της αναδιάρθρωσης του δανεισμού που προτείναμε δεν προβλεπόταν καμμία μείωση της ονομαστικής αξίας του δανεισμού της εταιρείας.

    * Ταυτόχρονα, επισημαινόταν ότι από το 2010 η εταιρεία έχει ενισχυθεί με αυξήσεις κεφαλαίου ύψους 102,5 εκ. Ευρώ, τα οποία έχουν αναλωθεί σε πληρωμές τόκων. Είναι πράγματι εντυπωσιακό το γεγονός ότι η εταιρεία από την αρχή της οικονομικής κρίσης (2008) που έπληξε τη Χώρα έχει καταβάλει σε τόκους το ποσό των 109,6 εκ. Ευρώ (σε ΕΤΕ και Τρ. Πειραιώς).

    * Εντούτοις, μόνο από το 2015 μέχρι σήμερα η εταιρεία μας επιβαρύνθηκε από την ΕΤΕ με επιπλέον τόκους 103 εκ. Ευρώ (!!). Την ίδια χρονική περίοδο, δηλαδή, κατά την οποία είχαν αρχίσει και διεξάγονταν οι μεταξύ μας συζητήσεις και διαπραγματεύσεις για την αναδιάρθρωση του δανεισμού μας. Με τέτοιες καταχρηστικές πρακτικές, όμως, δεν θα μείνει όρθια στο τέλος καμμία επιχείρηση στην Ελλάδα της παρατεταμένης κρίσης και των κόκκινων δανείων.

    * Στην ίδια πρόταση Επανεκκίνησης, τονιζόταν, επίσης, η κομβική σημασία της βιομηχανίας μας για την Εθνική Οικονομία και επισημαίνονταν τόσο η έλλειψη ενεργειακής πολιτικής της Χώρας που εξακολουθεί να ταλανίζει την Ελληνική βιομηχανία, όσο και οι στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό λόγω της ευνοϊκής αντιμετώπισης του εγχώριου ανταγωνισμού από εταιρείες με μετόχους που αναδιάρθρωναν τον δανεισμό των εταιρειών τους χωρίς δική τους συνεισφορά (π.χ. μέσω σκανδαλώδους ανατίμησης παγίων στοιχείων ύψους 114εκ. Ευρώ).

    2. Στην παραπάνω Πρόταση Επανεκκίνησης, η οποία υποβλήθηκε σε πλαίσιο καλής πίστης και συνεργασίας και με την τήρηση κάθε τεχνοκρατικού και ουσιαστικού κριτηρίου, ΟΥΔΕΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ λάβαμε. Καμμία παρατήρηση, καμμία πρόταση υποβολής βελτιώσεων, καμμία αντιπρόταση. Καμμία έστω προσχηματική εξήγηση για την εκκωφαντική αυτή σιωπή.

    3. Την ίδια εχθρική αντιμετώπιση βρήκαν οι διαρκείς απόπειρές μας να συνεργαστούμε με την ΕΤΕ και να αναζητήσουμε από κοινού λύση για την επόμενη ημέρα της βιομηχανίας μας σε μία σειρά εξειδικευμένων, πλην καθόλα κρίσιμων ζητημάτων.

    4. Ουδεμία απάντηση ή παρατήρηση λάβαμε στην εμπεριστατωμένη Γνωμοδότηση που θέσαμε υπόψη της τράπεζας με την οποία τεκμηριωνόταν ότι σε περίπτωση που επιχειρηθεί «λύση» Ειδικής Διαχείρισης θα χαθούν οι άδειες για τη χρήση του αιγιαλού και κατ’ επέκταση των λιμενικών εγκαταστάσεων της Χαλυβουργικής και, ακολούθως, ότι η δυνατότητα αυτή πρέπει να αποκλεισθεί προκειμένου να μην απαξιωθεί η αξία των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης.

    5. Καμμία απάντηση επίσης στην πρότασή μας για την από κοινού σύνταξη της αναγκαίας περιβαλλοντικής μελέτης.

    6. Καμμία απάντηση στο ύστατο αίτημά μας για συνάντηση τον Ιανουάριο του 2021.

    7. Η μόνη (έμμεση) και αδικαιολόγητα εχθρική απάντηση που έχουμε λάβει τα τελευταία 4 χρόνια ήταν η επιεικώς απαράδεκτη και από κάθε άποψη ελεγκτέα δημόσια τοποθέτηση του Διευθύνοντος Συμβούλου της Τράπεζας, Παύλου Μυλωνά τον Ιανουάριο του 2020, όταν και ατεκμηρίωτα αποφαινόταν ότι «η χώρα δεν χρειάζεται την ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ (!!)».

    8. Ήρθε όμως η στιγμή και οι εξηγήσεις για όσα παράδοξα αντιμετωπίζαμε δόθηκαν. Φαίνεται, δυστυχώς, ότι η ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ, άλλοτε στυλοβάτης της υγιούς επιχειρηματικότητας και της Εθνικής Οικονομίας, κατέληξε υπό τη Διοίκηση του Παύλου Μυλωνά να συνεργάζεται παρασκηνιακώς με συμφέροντα επιζήμια για την ίδια και τους μετόχους της και με κριτήρια αδιαφανή και, οπωσδήποτε, αμφιλεγόμενα.

    9. Πράγματι, μόνο στο πλέον δυστοπικό σενάριο θα πίστευε κανείς ότι η ΕΤΕ θα επιδίωκε αίφνης να μετατραπεί σε παλιοσίδερα προηγμένος βιομηχανικός εξοπλισμός ιδιαίτερα υψηλής κεφαλαιουχικής αξίας και να αντικατασταθεί η εθνική παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας από αποθήκες (!!). Όταν, μάλιστα, η τράπεζα γνωρίζει πολύ καλά ότι οι εγκαταστάσεις μας είναι εδώ και δεκαετίες αδειοδοτημένες αποκλειστικά για την παραγωγή χάλυβα.

    10. Στο ίδιο πλαίσιο, τουλάχιστον ύποπτος είναι και ο ρόλος της Pricewaterhouse Coopers (PWC), η οποία, προσέγγισε τον φορέα/μέτοχο της εταιρείας μας, χωρίς στοιχειώδη σεβασμό στην κατάσταση της υγείας του και ανέλαβε επ’ αμοιβή να του λύσει δήθεν τα ζητήματα της επιχείρησής του. Εντούτοις, ταυτόχρονα, φορώντας το προσωπείο του τεχνοκράτη, συμμετέχει και δρα για λογαριασμό της ΕΤΕ στο ξεπούλημα της επιχείρησής του, καθώς είναι αυτή που συνέταξε τη βεβαίωση για το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν οι απαιτήσεις της ΕΤΕ, η οποία και συνοδεύει την αίτηση της ειδικής διαχείρισης. Παράλληλα, είναι εδώ και χρόνια ο ορκωτός ελεγκτής της ίδιας της Τράπεζας. Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει, δηλαδή, σε τρία διαφορετικά επίπεδα. Αναμφίβολα, οι παραπάνω ενέργειες συνιστούν κατάφωρη παραβίαση των στοιχειωδών κανόνων δεοντολογίας και σύγκρουσης συμφερόντων που διέπουν τις ελεγκτικές εταιρείες και θα κριθούν αρμοδίως όπου και όταν χρειαστεί. Τα γνωρίζει και τα εγκρίνει αυτά το Audit Committee και το Risk Committee της Τράπεζας; Μάλλον όχι!

    11. Οι μεθοδεύσεις και τα σκοτεινά σημεία στη στάση της ΕΤΕ δεν έχουν τελειωμό. Η διοίκηση και οι φορείς της Εταιρείας μας είναι αποφασισμένοι να τα αναδείξουν και να αποτρέψουν το έγκλημα που έχουν απεργαστεί ορισμένα στελέχη του σήμερα και του χθες σε συνεργασία και με την PwC, αγνοώντας προκλητικά για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν κάθε αρχή νόμιμης, καλόπιστης και αμοιβαία επωφελούς επίλυσης των θεμάτων της εταιρείας μας.

     

     



    ΣΧΟΛΙΑ