• bloomberg
    Sponsored by

    Bloomberg

    H Revolut δοκιμάζει τα όρια του χρηματοπιστωτικού τομέα

    • Bloomberg


    Στον αγώνα του να χτίσει αυτό που ο ίδιος ονομάζει «Uber των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών», ο Nikolay Storonsky πιστεύει ότι δεν πρέπει να αφήσει στιγμή το γκάζι. Και οι αρμόδιες αρχές αρχίζουν να το προσέχουν.

    Ο Storonsky παίρνει μια γεύση από τον έλεγχο που βρίσκεται εν όψει, καθώς προσπαθεί να ανατρέψει τον κόσμο των τραπεζών με τη Revolut, τη startup του που μετρά 3,5 χρόνια ζωής. Η χρηματοπιστωτική ρυθμιστική αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου εξετάζει γιατί η ψηφιακή τράπεζα το περασμένο καλοκαίρι απενεργοποίησε προσωρινά ένα σύστημα σχεδιασμένο να αποκλείει αυτόματα τις ύποπτες συναλλαγές.

    «Πάντα έλεγαν “πρέπει να συμμορφωνόμαστε“. Αλλά πόσο; Αυτό είναι ένα άλλο πράγμα, έτσι;», δήλωσε ο Storonsky σε συνέντευξή του στο γραφείο του στο Canary Wharf, το χρηματοπιστωτικό κέντρο του Λονδίνου, όπου διοικεί την ταχύτερα αναπτυσσόμενη εταιρεία χρηματοοικονομικών τεχνολογιών (fintech) της Ευρώπης.

    Ίσως περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ο 34χρονος δοκιμάζει το αν η στάση των επιχειρηματιών της Silicon Valley που συνοψίζεται στη φράση «καλύτερα να ζητάς συγχώρεση παρά να ζητάς άδεια» μπορεί να επιτύχει στον αυστηρά ρυθμιζόμενο κόσμο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

    Ο Storonsky έχει παρομοιάσει τη Revolut με την Uber Technologies και έχει αναφερθεί με θαυμασμό στην Airbnb, αμφότερες γνωστές για τη λογική τους «whatever it takes» και την προθυμία τους να παρακάμψουν ή να αγνοήσουν τους άβολους κανονισμούς. Μία ταμπέλα νέον σε έναν τοίχο του γραφείου της Revolut προτρέπει τους υπαλλήλους να «κάνουν πράγματα», μια αντανάκλαση της πεποίθησης του Storonsky ότι το μέλλον της του χρηματοπιστωτικού τομέα λιανικής είναι ένας αγώνας όπου ο νικητής τα παίρνει όλα.

    Οι δυνητικοί κίνδυνοι της ταχείας επέκτασης φάνηκαν όταν η Αρχή Χρηματοοικονομικής Συμπεριφοράς του Ηνωμένου Βασιλείου ανέφερε ότι εξετάζει ισχυρισμούς που δημοσίευσε στις 28 Φεβρουαρίου η βρετανική εφημερίδα The Telegraph, σύμφωνα με τους οποίους η Revolut απενεργοποίησε πέρυσι το καλοκαίρι, για τρεις μήνες, ένα βασικό λογισμικό συμμόρφωσης.

    Την ίδια μέρα, το τεχνολογικό περιοδικό Wired επικαλέστηκε πρώην υπαλλήλους και υποψηφίους για εργασία που μιλούσαν για συνθήκες εργασίας που προκαλούν εξάντληση, διευθυντές που απειλούν και ενδεχομένως παράνομες πρακτικές πρόσληψης. Νωρίτερα τον Φεβρουάριο, η Revolut διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιούσε ψεύτικα στατιστικά στοιχεία σε μια διαφημιστική καμπάνια.

    Αρκετοί από τους ανταγωνιστές του Storonsky ανησυχούν ότι εάν χειροτερέψει η κατάσταση, θα μπορούσε να στιγματίσει ολόκληρο τον τομέα με τον ίδιο τρόπο όπως το σκάνδαλο του 2016 στην LendingClub Corp. στις ΗΠΑ προκάλεσε υποψίες για τον κλάδο δανεισμού peer-to-peer. Υποστηριζόμενη από επενδυτές, συμπεριλαμβανομένου του Ρώσου δισεκατομμυριούχου Yuri Milner, η Revolut έχει αναπτυχθεί γρηγορότερα από ό,τι οι αντίπαλες τράπεζες που βασίζονται σε εφαρμογές, Monzo και Starling.

    Η αποτίμησή της στον τελευταίο γύρο άντλησης χρημάτων ήταν στα 1,7 δισεκατομμύρια δολάρια και τώρα έχει πάνω από 4 εκατομμύρια πελάτες, αφού οι νέοι λογαριασμοί τριπλασιάστηκαν το 2018. Αυτό είναι περίπου τρεις φορές πάνω από τους άλλους δύο δανειστές μαζί, και ο ίδιος αριθμός πελατών με την TransferWise, η οποία είναι τέσσερα χρόνια παλαιότερη στην αγορά του συναλλάγματος.

    Έξι στελέχη της αγοράς fintech που μίλησαν στο Bloomberg με την προϋπόθεση της ανωνυμίας ανέφεραν ότι υπάρχουν ανησυχίες πως τα προβλήματα στη Revolut θα μπορούσαν να ανατρέψουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην αγορά. Πουθενά δεν είναι αυτός ο κίνδυνος περισσότερο αισθητός από ό,τι στο Λονδίνο, το οποίο έχει κάνει τα πάντα για να ενθαρρύνει τους επιχειρηματίες των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών να πειραματιστούν με νέα επιχειρηματικά μοντέλα.

    «Υπάρχουν ενδείξεις υπέρμετρα επιθετικής επέκτασης», δήλωσε ο Giles Andrews, συνιδρυτής και πρόεδρος της ψηφιακής τράπεζας Zopa Ltd., κατά τη διάρκεια συζήτησης σε συνέντευξη τύπου σε συνέδριο fintech στο Λονδίνο τη Δευτέρα, χωρίς να κατονομάζει κανέναν. «Αναρωτιέται κανείς τι θα βρει αν κοιτάξει κάτω από το καπό».

    Η ωμή προσέγγιση της Revolut αντικατοπτρίζει τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα του Storonsky. Γεννημένος στη Ρωσία, γυμναστής και πρωταθλητής της κολύμβησης, πέρασε επτά χρόνια δουλεύοντας ως χρηματιστής παραγώγων μετοχών στη Lehman Brothers και στην Credit Suisse Group, προτού ξεκινήσει τη Revolut. Δημιούργησε την εταιρεία, λέει, επειδή απογοητεύθηκε από τις υπερβολικές χρεώσεις των πιστωτικών καρτών με τις οποίες χρεώνονται οι πελάτες ενώ ταξιδεύουν. Η λύση του: μια προπληρωμένη χρεωστική κάρτα χωρίς τέλη συναλλαγής στο εξωτερικό.

    Ήταν μία άμεση επιτυχία και έδωσε σε αυτόν και τον συνιδρυτή της Revolut, τον Vlad Yatsenko, τη δυναμική να επεκταθούν γρήγορα σε άλλες υπηρεσίες: διεθνείς μεταφορές χρημάτων, εργαλεία προϋπολογισμού, ασφάλιση ταξιδιών και κινητών τηλεφώνων και συναλλαγές κρυπτονομισμάτων. Μέσα σε μήνες θα λανσάρει λογαριασμούς καταθέσεων και τρεχούμενους, δάνεια και διαπραγμάτευση μετοχών χωρίς προμήθειες.

    «Το ερώτημα είναι, μήπως τρέχουν τόσο γρήγορα ώστε να παραβλέπονται ορισμένα πράγματα», δήλωσε ο Tom Keatinge, διευθυντής του Κέντρου Οικονομικού Εγκλήματος και Μελετών Ασφάλειας στο think tank RUSI με έδρα το Λονδίνο. «Η γενική ανησυχία μου είναι ότι οι εταιρείες fintech θα επιλέξουν να ξοδέψουν χρήματα για το μάρκετινγκ και την τεχνολογία, παρά για τη συμμόρφωση κατά του οικονομικού εγκλήματος».

    Πολλοί έλεγχοι φτάνουν σε μια στρατηγική που βρίσκεται στον πυρήνα του επιχειρηματικού μοντέλου της Revolut: βασίζεται κυρίως στις μηχανές, παρά στους ανθρώπους, για τον εντοπισμό ύποπτων συναλλαγών. Έχει περίπου 800 εργαζόμενους που εξυπηρετούν πελάτες σε 30 χώρες, περίπου 150 από τους οποίους είναι αναλυτές συμμόρφωσης – άτομα που είναι υπεύθυνα για τον έλεγχο νέων αιτούντων λογαριασμών ώστε να εντοπίσουν τυχόν ξέπλυμα χρήματος, απάτες ή κυρώσεις.

    «Αν δε λύσεις το οικονομικό έγκλημα και τα ζητήματα συμμόρφωσης μέσω της αυτοματοποίησης, η αγορά μας δεν θα αναπτυχθεί», δήλωσε ο Storonsky.

    Το πρόβλημα είναι ότι πολλές σημαντικές πηγές δεδομένων, όπως μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, έγγραφα σε χαρτί και αρχεία PDF, δεν ελέγχονται εύκολα από προγράμματα υπολογιστών, σύμφωνα με τον Peter Norris, ιδρυτή της Obiter Consult, μιας βρετανικής εταιρείας που ειδικεύεται στo να βοηθά επιχειρήσεις στην καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος. Η διεξαγωγή λεπτομερούς ελέγχου είναι ακόμη πιο δύσκολη όταν οι πληροφορίες ενός δυνητικού πελάτη είναι διάσπαρτες σε πολλές χώρες.

    «Η Revolut θα πρέπει να κάνει πολλά περισσότερα για να επιδείξει τους δικούς της αλγορίθμους μηχανικής μάθησης και μόνο 150 άνθρωποι μπορούν να χειριστούν τους κινδύνους», ανέφερε ο Norris.

    Ένας πρώην αναλυτής συμμόρφωσης της Revolut, ο οποίος παραιτήθηκε πέρυσι, δήλωσε ότι έπρεπε να ελέγχει 300 με 400 νέους λογαριασμούς ημερησίως και δεν υπήρχε αρκετός χρόνος για τον σωστό έλεγχο όλων των εγγράφων. Οι αναλυτές παρακινούνταν να ανοίξουν λογαριασμούς και στη συνέχεια να τους κλειδώσουν αργότερα, αν ανακαλύπτονταν τυχόν αδικήματα, είπε, αρνούμενος να κατονομασθεί επειδή υπέγραψε συμφωνία μη δημοσιοποίησης.

    Ο Storonsky χαρακτήρισε τη συμμόρφωση ως «ταξίδι» και επικαλέστηκε ένα στατιστικό στοιχείο όπου η Revolut τα πάει καλά: Χάνει λιγότερη από ένα σεντ ανά 100 λίρες που δαπανώνται με τις κάρτες πληρωμής της λόγω απάτης, αρκετά κάτω από την μέση ζημία των επτά σεντς στις χρηματοπιστωτικές εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου το 2017, σύμφωνα με την εμπορική ένωση UK Finance.

    Επίσης, υπερασπίστηκε την απόφαση να απενεργοποιήσει προσωρινά ένα στοιχείο του λογισμικού συμμόρφωσης που σχεδιάστηκε από την εταιρεία Regulatory DataCorp ή RDC που εδρεύει στη Νέα Υόρκη, το οποίο άρχισε να χρησιμοποιεί το προηγούμενο καλοκαίρι. Το σύστημα ελέγχει αυτόματα κατά πόσον οι αποδέκτες πληρωμών βρίσκονται σε καταλόγους διεθνών κυρώσεων και, αν εντοπίσει μια αντιστοίχιση, η συναλλαγή επισημαίνεται στους αναλυτές συμμόρφωσης και η πληρωμή διακόπτεται αυτόματα.

    Όμως, δήλωσε ο Storonsky, το λογισμικό παρήγαγε πάρα πολλές λανθασμένες ενδείξεις. Τα παράπονα σχετικά με τις μπλοκαρισμένες πληρωμές συσσωρεύονταν. Αντιδρώντας, είπε ο Storonsky, η Revolut αποφάσισε να διαφοροποιήσει το σύστημα, έτσι ώστε οι ύποπτες συναλλαγές να εξακολουθούν να επισημαίνονται, αλλά οι πληρωμές να επιτρέπονται εν τω μεταξύ. Είπε ότι η Revolut συνεργάστηκε με την RDC για να «αναμορφώσει» το λογισμικό και, μετά από τρεις μήνες, επανενεργοποίησε το αυτόματο μπλοκάρισμα λογαριασμών.

    Ένας πληροφοριοδότης εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ελήφθη η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της Revolut, αλλά δεν υπήρχαν ισχυρισμοί για πληρωμές σε άτομα στα οποία είχαν επιβληθεί κυρώσεις, δήλωσε ο Storonsky. Μια επακόλουθη έρευνα του συμβουλίου διαπίστωσε ότι δεν είχαν παραβιαστεί κανονιστικές απαιτήσεις, είπε.

    Αν και είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί η ζημιά, η Revolut βρίσκεται υπό πίεση ώστε να προσλάβει πιο έμπειρους (και γηραιότερους) τραπεζίτες για να ενισχύσει την αξιοπιστία της, σύμφωνα με έναν επενδυτή με άμεση γνώση, ο οποίος αρνήθηκε να κατονομαστεί. Για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της ολοκαίνουργιας τραπεζικής της άδειας, η Revolut προσέλαβε αρκετούς βετεράνους του χρηματοπιστωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένου του πρώην εκτελεστικού στελέχους της Silicon Valley Bank, Bruce Wallace, ο οποίος θα διαχειρίζεται την επιτροπή κινδύνου και συμμόρφωσης του συμβουλίου.

    Για τον Storonsky, η προτεραιότητα είναι ακόμα να κάνει τη Revolut «μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στον κόσμο», αλλά παραδέχεται ότι ο τραπεζικός κόσμος θέτει προκλήσεις που ακόμα και οι πιο τολμηροί πρόδρομοι στη Silicon Valley δεν αντιμετώπισαν.

    «H προχειρότητα απλώς δεν είναι εφικτή στο περιβάλλον μας», δήλωσε.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ:  Στην Τυνησία οι εκκολαπτόμενοι επιχειρηματίες μπορούν να πάρουν άδεια ενός χρόνου από τη δουλειά τους

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:  Your Directors Club (YDC): Τα διευθυντικά στελέχη κορυφαίων εταιρειών αποκτούν το δικό τους Club

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ:  Με λιγότερο από 5% η Schroders στην Alpha Bank



    ΣΧΟΛΙΑ