• ΑΓΟΡΕΣ

    ΗΠΑ: Κατέρρευσε η First Republic Bank – Στην JPMorgan περνούν οι καταθέσεις

    • NewsRoom
    First Republic Bank - Jamie Dimon, CEO JP Morgan

    First Republic Bank – Jamie Dimon, CEO JP Morgan


    Η First Republic Bank (FRB) έγινε η τρίτη μεγάλη αμερικανική τράπεζα που κατέρρευσε μέσα σε δύο μήνες.

    Οι αμερικανικές αρχές έθεσαν σήμερα υπό τον έλεγχό τους την τράπεζα First Republic και μεταπώλησαν το μεγαλύτερο μέρος της στην JPMorgan Chase, ελπίζοντας να βάλουν τέλος με αυτό τον τρόπο στο επεισόδιο τραπεζικής κρίσης που προέκυψε το Μάρτιο.

    Το ίδρυμα δεχόταν ισχυρή πίεση μετά τις πτωχεύσεις δύο ιδρυμάτων παρόμοιου προφίλ στις αρχές Μαρτίου, της Silicon Valley Bank και της Signature.

    Με βάση το ύψος του ενεργητικού (229 δισεκ. δολάρια στις 13 Απριλίου), πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη τραπεζική πτώχευση στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών (πλην των τραπεζών επενδύσεων, όπως η Lehman Brothers) έπειτα από εκείνη της Washington Mutual το Σεπτέμβριο 2008.

    Βάσει της συμφωνίας, η JPMorgan θα πάρει όλες τις καταθέσεις της τράπεζας, καθώς και «σχεδόν» όλο το ενεργητικό της, σύμφωνα με την ανακοίνωση της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για την εγγύηση των τραπεζικών καταθέσεων (FDIC).

    «Η κυβέρνησή μας, μας κάλεσε, καθώς και άλλους, να παρέμβουμε και το πράξαμε», ανέφερε ο Τζέιμι Ντάιμον, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της JPMorgan, σε χωριστή ανακοίνωση.

    «Η χρηματοπιστωτική σταθερότητά μας, οι δυνατότητές μας και το επιχειρηματικό μοντέλο μας, μας επέτρεψαν να προτείνουμε μια προσφορά που επιτρέπει να εκτελέσουμε τη συναλλαγή με τρόπο που να ελαχιστοποιεί τα κόστη για το ταμείο ασφάλισης καταθέσεων», τη FDIC, πρόσθεσε.

    Στο πλαίσιο του εγχειρήματος, τα δάνεια της First Republic πρόκειται να επανεκτιμηθούν προς τα κάτω και η FDIC δέχθηκε να αναλάβει ένα μέρος αυτών των απωλειών: η υπηρεσία εκτιμά πως η επιχείρηση αυτή θα της κοστίσει περίπου 13 δισεκ. δολάρια.

    Τα καταστήματα της τράπεζας θα μπορέσουν να ανοίξουν σήμερα όπως συνήθως.

    Το τραπεζικό ίδρυμα βρισκόταν σε αναταραχή μετά τις πτωχεύσεις της SVB και της Signature, τη λειτουργία των οποίων ανέλαβαν οι ρυθμιστικές αρχές έπειτα από μαζικές αποχωρήσεις πελατών που ανησυχούσαν για τη βιωσιμότητά τους.

    Οι αρχές και άλλες μεγάλες τράπεζες είχαν σπεύσει τότε να διασώσουν την First Republic για να αποφύγουν να έχει την ίδια τύχη, με 11 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να δέχονται να εκταμιεύσουν συνολικά για το σκοπό αυτό 30 δισεκ. δολάρια.

    Όμως αυτό δεν στάθηκε αρκετό για να καθησυχάσει τους επενδυτές και η μετοχή συνέχισε να πέφτει στη Γουόλ Στριτ.

    Η τράπεζα δεν κατάφερε να βρει ένα ικανοποιητικό σχέδιο διάσωσης και, όταν επιβεβαίωσε, την περασμένη Δευτέρα, πως πολλοί πελάτες είχαν αποσύρει τις καταθέσεις τους το πρώτο φετινό τρίμηνο, συνολικά περισσότερα από 100 δισεκ. δολάρια, η μετοχή της σημείωσε κάθετη πτώση.

    Στο κλείσιμο του Χρηματιστηρίου την Παρασκευή, η αξία της First Republic δεν ήταν πλέον παρά 654 εκατομμύρια δολάρια, ενώ στην αρχή της χρονιάς άξιζε περισσότερα από 20 δισεκ. δολάρια και περισσότερα από 40 δισεκατομμύρια στην καλύτερη περίοδό της, το Νοέμβριο 2021.

    Οι αρχές, οι οποίες έμοιαζαν απρόθυμες να σπεύσουν προς διάσωση άλλης μιας τράπεζας, ανέλαβαν τελικά δράση.

    Η FDIC και το υπουργείο Οικονομικών ζήτησαν στα μέσα της περασμένης εβδομάδας από τράπεζες να εκδηλώσουν ενδιαφέρον και την Παρασκευή επέτρεψαν σε λίγες απ’ αυτές να έχουν πρόσβαση σε περισσότερες χρηματοπιστωτικές πληροφορίες για τη First Republic.

    Η διαδικασία της υποβολής προσφορών ήταν «πολύ ανταγωνιστική» και κατέληξε σε μια συναλλαγή «συμβατή με την απαίτηση για μικρότερο κόστος», διαβεβαίωσε η FDIC.

    Σημειώνεται ότι η First Republic βρισκόταν ήδη από τον περασμένο μήνα στο επίκεντρο των ανησυχιών λόγω της τραπεζικής κρίσης, ενώ είχαν εκφραστεί εκτιμήσεις ότι θα ήταν η επόμενη στο ντόμινο των καταρρεύσεων.

    Η First Republic, με έδρα το Σαν Φρανσίσκο, ιδρύθηκε το 1985 και είναι η 14η μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ, με γραφεία στην Καλιφόρνια αλλά και στην ανατολική ακτή (Νέα Υόρκη, Μασαχουσέτη, Κονέκτικατ, Φλόριντα) καθώς και στις Πολιτείες Όρεγκον, Ουάσιγκτον και Ουαϊόμινγκ.

    Διαβάστε επίσης:

    Τράπεζες: Πολιτικό «βαρόμετρο» η πορεία των μετοχών τους μέχρι τις εκλογές



    ΣΧΟΛΙΑ