Η βιωσιμότητα δεν αποτελεί πλέον ένα αφηρημένο ιδανικό ή μια επικοινωνιακή τάση. Αντίθετα, έχει εξελιχθεί σε μια στρατηγική αναγκαιότητα για τις επιχειρήσεις, τις κοινωνίες και τα κράτη που θέλουν να επιβιώσουν, να εξελιχθούν και να παραμείνουν ανταγωνιστικά σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, γίνεται ξεκάθαρο ότι η βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι μια επιλογή, αλλά μια υποχρέωση απέναντι στο περιβάλλον, την οικονομία και την κοινωνία.

1

Παρά τη θετική προοπτική, η μετάβαση στη βιώσιμη επιχειρηματικότητα δεν είναι χωρίς δυσκολίες.

Το νέο αυστηρό ευρωπαϊκό πλαίσιο βιωσιμότητας, που αναμένεται να εφαρμοστεί πλήρως τα επόμενα χρόνια —μέσω οδηγιών όπως η Corporate Sustainability Reporting Directive (CSRD) και η CSDDD)— επιβάλλει αυξημένες υποχρεώσεις διαφάνειας και περιβαλλοντικών κριτηρίων στις επιχειρήσεις, αλλά και πρόστιμα.

Πολλές εταιρείες εκφράζουν δυσαρέσκεια και ανησυχία, υποστηρίζοντας ότι το νέο πλαίσιο συνεπάγεται υψηλό διοικητικό και οικονομικό κόστος, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους ή τεχνογνωσία.

Ορισμένες επιχειρηματικές ενώσεις ζητούν αναβολή ή σταδιακή εφαρμογή των νέων κανόνων, ώστε να υπάρξει ο απαιτούμενος χρόνος προσαρμογής.

H Corporate Sustainability Due Diligence Directive (CSDDD) της European Union, θα εφαρμόζεται τόσο σε εταιρείες της ΕΕ όσο και σε μη-ΕΕ εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στην ΕΕ/έχουν σημαντικό τζίρο στην ΕΕ.

Οι υποχρεώσεις περιλαμβάνουν: ενσωμάτωση της «due-diligence» στην εταιρική διακυβέρνηση, εντοπισμό, αποτροπή, καταστολή ή ελάφρυνση αρνητικών επιπτώσεων στα ανθρώπινα δικαιώματα και στο περιβάλλον — τόσο στη δική τους δραστηριότητα όσο και σε ολόκληρη την αλυσίδα αξίας.

Η οδηγία προβλέπει ότι τα κράτη-μέλη πρέπει να θεσπίσουν «οικονομικές κυρώσεις» η/και «naming & shaming», όπου τα πρόστιμα υπολογίζονται με βάση τον “καθαρό παγκόσμιο κύκλο εργασιών” της εταιρείας στην προηγούμενη χρήση. Το ανώτατο όριο έχει οριστεί τουλάχιστον στο 5 % του παγκόσμιου τζίρου της εταιρείας.

Η εφαρμογή της θα γίνει σε φάσεις: Από 26 Ιουλίου 2027 για εταιρείες με πάνω από 5.000 εργαζόμενους και ετήσιο καθαρό κύκλο εργασιών άνω των €1,5 δισ.  Από 26 Ιουλίου 2028 για εταιρείες με πάνω από 3.000 εργαζόμενους και καθαρό κύκλο εργασιών άνω των €900 εκ.   Από 26 Ιουλίου 2029 για εταιρείες με πάνω από 1.000 εργαζόμενους και καθαρό κύκλο εργασιών άνω των €450 εκ.

Από τη θεωρία στην πράξη

Για πολλά χρόνια, η βιωσιμότητα αντιμετωπιζόταν ως θεωρητική έννοια ή ως «πολυτέλεια» των μεγάλων επιχειρήσεων. Πλέον, όμως, περνά από τα λόγια στις πράξεις και μάλιστα με αυτηρότητα.

Οι εταιρείες καλούνται να ενσωματώσουν πρακτικά τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης στη λειτουργία τους — από την παραγωγή και την κατανάλωση ενέργειας, έως τη διαχείριση αποβλήτων και την κοινωνική τους ευθύνη.

Η βιωσιμότητα στηρίζεται σε τρεις πυλώνες:

1. Περιβάλλον (Environmental): Μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος, ανακύκλωση, χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και προστασία των φυσικών πόρων.

2. Κοινωνία (Social): Προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ίσες ευκαιρίες, ασφάλεια στην εργασία και συμβολή στις τοπικές κοινότητες.

3. Διακυβέρνηση (Governance): Διαφάνεια, ηθική διοίκηση και υπεύθυνη λήψη αποφάσεων.

Αυτοί οι τρεις άξονες —γνωστοί ως κριτήρια ESG (Environmental, Social, Governance)— αποτελούν σήμερα δείκτες επιτυχίας και αξιοπιστίας για κάθε οργανισμό.

Η βιωσιμότητα έχει πάψει να είναι «προαιρετική». Είναι ένα νέο επιχειρηματικό μοντέλο που καθορίζει ποιοι θα παραμείνουν ενεργοί και ποιοι θα μείνουν πίσω στη νέα εποχή.