Στην ταινία–«ορόσημο» Citizen Kane (Πολίτης Κέιν), ο πανίσχυρος εκδότης Τσάρλς Φόστερ Κέιν αφήνει την τελευταία του πνοή, μόνος στον πύργο του «Ξαναντού». Προλαβαίνει να ξεστομίσει την τελευταία του αινιγματική λέξη: «Rosebud» (Ροδανθός), ένα μυστήριο που θέλουν όλοι να λύσουν: Τι νοσταλγούσε, τι καθόρισε τη ζωή του μεγιστάνα των media και αν αυτό αποτελούσε το κεντρικό «τοπόσημο» της άγνωστης «χώρας» των παιδικών του χρόνων…
Ο ρεπόρτερ Τόμσον «οργώνει» την Αμερική παίρνοντας συνεντεύξεις, αλλά κανείς δεν του δίνει την πλήρη απάντηση. Μόνο στο φινάλε, όταν τα προσωπικά αντικείμενα του Κέιν γίνονται παρανάλωμα του πυρός, βλέπουμε ένα παιδικό έλκηθρο με χαραγμένη τη λέξη «Rosebud» (η εταιρεία κατασκευής του). Η χαμένη αθωότητα, το όνειρο που τον όρισε.
Για τον Γιάννη Αλαφούζο –που, ευτυχώς, είναι ολοζώντανος– θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο δικός του «Ροδανθός» (ή έστω ένας από τους πολλούς – Περιβάλλον, Αναδασώσεις, Μουσικές Συναυλίες, Ντοκιμαντέρ) ήταν η εκπομπή «Όπου Υπάρχει Ελλάδα». Ήταν το προσωπικό του όραμα να βγει ο ΣΚΑΪ από τα στιλιζαρισμένα πλατό και να ταξιδέψει στη «ζωντανή» χώρα: στα ακριτικά χωριά, στις άγονες περιοχές, στα μέρη που δεν φτάνει ο φακός των δελτίων και που οι πολιτευτές θυμούνται μόνο την προεκλογική περίοδο. Ο ΣΚΑΪ θα ήταν εκεί, να τους έδινε φωνή και να τους ακούσει στο… ενδιάμεσο.
Too good to be True…
Παραμονές Χριστουγέννων του 2024, ο ΣΚΑΪ έκανε την πρεμιέρα με τρόπο που θύμιζε μίνι γκαλά: όχι στο Φάληρο, αλλά σε πολυτελές εστιατόριο της Μητροπόλεως. Στο κέντρο της αίθουσας, ο Κωνσταντίνος Ζούλας –τότε ακόμη φρέσκος CEO– και η έμπειρη διευθύντρια προγράμματος Άλκηστη Μαραγκουδάκη, πλαισιωμένοι από τα «πρόσωπα» της νέας προσπάθειας: την Ευλαμπία Ρέβη και τον Γιώργο Κουρδή. Και οι δύο άφησαν πίσω τους σίγουρες θέσεις και καλούς μισθούς (σε Open και Alpha αντίστοιχα) για να ποντάρουν σε αυτό το νέο ξεκίνημα.
Το όραμα ήταν σαφές: μια καθαρά δημοσιογραφική, ρεπορταζιακή εκπομπή που θα έβγαζε τον ΣΚΑΪ έξω από τα στούντιο και μέσα στην κοινωνία. Στόχος ήταν να μιλήσει για την εγκατάλειψη της περιφέρειας, το μεταναστευτικό, την «υγειονομική έρημο» στα νησιά, την αγροτική παραγωγή. Το budget πέρασε από το τμήμα Προγράμματος – στρατηγική επιλογή, ώστε να εξασφαλίσει διαφημιστικά έσοδα και να αποφύγει τις εσωτερικές τριβές της Ενημέρωσης.
Στην πρεμιέρα της, η εκπομπή έφτασε έως και 450.000 τηλεθεατές· στη συνέχεια διατηρούσε κατά μέσο όρο 250.000, σαφώς υψηλότερα από το Live U και τους Αταίριαστους. Άρα, το επιχείρημα της χαμηλής τηλεθέασης για αλλαγή πλεύσης δεν πολύ-στέκει – και ήδη από το γκαλά της παρουσίασης μάς είχαν ξεκαθαρίσει ότι τα εμπορικά κριτήρια δεν είναι το ζητούμενο, αφού το πρότζεκτ έχει τη στήριξη του Γιάννη Αλαφούζου.
Το καλοκαίρι, η Ευλαμπία Ρέβη ενημέρωσε τη διοίκηση ότι διανύει τον πέμπτο μήνα της εγκυμοσύνης της. Η εκπομπή απέκτησε στούντιο – αλλά εκείνη δεν ήταν μέσα. Στο τιμόνι μπήκε ο ηθοποιός Γιάννης Τσιμιτσέλης, σε ρόλο «συντονιστή», ενώ οι δύο δημοσιογράφοι θα μετακινούντο on the road ως παρουσιαστές δρόμου. Η διάρκεια της εκπομπής κόπηκε στο μισό.
Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε ο κατήφορος. Ρέβη και Κουρδής αντέδρασαν, μίλησαν για βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας τους, και σύμφωνα με πληροφορίες, ξεκίνησε πόλεμος εξωδίκων μεταξύ διοίκησης και συντελεστών τα σκάγια του οποίου θα δούμε από…βδομάδα. Η ΕΣΗΕΑ παρακολουθεί στενά την υπόθεση εκδίδοντας ανακοίνωση για την αλλοίωση της φυσιογνωμίας των ενημερωτικών εκπομπών με την ένθεση εξω-δημοσιογραφικών στοιχείων.
Η υπόθεση έχει πλέον αποκτήσει και νομική διάσταση, με τις δύο πλευρές να προετοιμάζονται για δικαστική αντιπαράθεση.
Η διοίκηση αναμένεται να στηρίξει την επιχειρηματολογία της στο ότι προσέφερε πολλαπλές εναλλακτικές στους δημοσιογράφους, τις οποίες εκείνοι απέρριψαν, καθώς και στο ότι οι αλλαγές έγιναν αποκλειστικά με στόχο την ενίσχυση της τηλεθέασης. Από την άλλη πλευρά, οι δημοσιογράφοι κάνουν λόγο για προσβολή της επαγγελματικής τους αξιοπρέπειας και αθέτηση όρων των συμβολαίων τους.
Παραμένουν καθημερινά στις εγκαταστάσεις του σταθμού – άλλωστε, είναι εργαζόμενοι με σύμβαση αορίστου χρόνου – αλλά η ατμόσφαιρα είναι τεταμένη. Απέναντι από τα γραφεία τους βρίσκεται το γραφείο του Γιάννη Τσιμιτσέλη· κι όμως, όπως λένε οι συγκάτοικοί τους, δεν έχουν ανταλλάξει ούτε μια κουβέντα μαζί του, σε μια σιωπηλή συνύπαρξη που υπογραμμίζει το κλίμα αποστασιοποίησης.
Η απογεματινή ζώνη: Το λιμάνι … της αγωνίας
Κι αν η υπόθεση της εκπομπής για την περιφέρεια είναι ηθικό και νομικό αγκάθι, η απογευματινή ζώνη είναι καθαρά εμπορικό πρόβλημα. Το «Το ’χουμε» του Κώστα Τσουρού κινείται στο 3,9% στο δυναμικό κοινό και στο 5% στο γενικό. Μικρές αυξομειώσεις ανά τέταρτο δεν αλλάζουν τη συνολική εικόνα: το κοινό δεν μένει.
Ακολουθεί το Power Talk της Τατιάνας Στεφανίδου, που, παρά το δυναμικό της όνομα και το ανανεωμένο συμμετοχικό concept, καταγράφει χαμηλότερες επιδόσεις: 3,5% στο δυναμικό κοινό και 5,1% στο γενικό. Υπάρχουν στιγμές που αγγίζει το 6,3%, αλλά η συνολική εικόνα προκαλεί προβληματισμό στη διοίκηση.
Το αποτέλεσμα είναι η Σία Κοσιώνη να βγαίνει κάθε βράδυ με ένα lead–in τόσο αδύναμο. Παρ’ όλα αυτά, το κεντρικό δελτίο συγκρατεί αξιοπρεπή νούμερα – γύρω στο 5% στο 18–54 – και συχνά αντί για παραλήπτης κοινού, όπως αρχικά ήταν ο στόχος, γίνεται ο «αιμοδότης» για τις εκπομπές που ακολουθούν. Ή και για αυτές που προηγούνται αν υποθέσουμε ότι οι τηλεθεατές περιμένουν τη Σία να ξεκινήσει.
Νέα στούντιο: Too Big to Fail
Την ίδια στιγμή, ο ΣΚΑΪ επενδύει σε στούντιο και τεχνολογία, ένα τέτοιο κανάλι δεν μπορεί να μείνει πίσω από τις εξελίξεις: ολοκληρώθηκε η αναβάθμιση του στούντιο στο Φάληρο, ενώ απέκτησε για τρία χρόνια δύο τεράστια στούντιο στις Ολυμπιακές Εγκαταστάσεις του Γαλατσίου. Σχέδια υπάρχουν ακόμη και για νέο στούντιο στον Βοτανικό, δίπλα στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, που θα δώσει ακόμη μεγαλύτερη παραγωγική ευελιξία.
Όμως, τα στούντιο δεν φτιάχνουν μόνα τους τηλεθέαση. Ο σταθμός δεν έχει σειρές, δεν επιδοτείται από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου Οπτικοακουστικών Μέσων και Δημιουργίας – Creative Greece (ΕΚΚΟΜΕΔ) (το πρόγραμμα επιστροφής φόρου που ενισχύει τη μυθοπλασία) και έτσι δεν υπάρχει «ένεση» ρευστότητας όπως στους ανταγωνιστές. Το πρόγραμμα παραμένει ένα υβρίδιο – μισό σοβαρό (Prime Time, ντοκιμαντέρ Παπαχελά, πρωϊνές εκπομπές), μισό διασκεδαστικό – και κάποιες φορές μοιάζει σαν μίξερ που γύρισε πολύ και έχασε γεύση.
Στελέχη στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
Στις πρωινές συσκέψεις, το κλίμα θυμίζει meeting πολεμικού συμβουλίου. Ο Κωνσταντίνος Ζούλας ανακατεύεται με το πρόγραμμα (προφανώς CEO γαρ), η Άλκηστη Μαραγκουδάκη μπαίνει στα χωράφια της ενημέρωσης– άλλωστε το «Όπου Υπάρχει Ελλάδα» φιγουράρει στη σχετική τυπολογία με τον Τσιμιτσέλη πλέον πρώτο βιολί, με τους τηλεθεατές να αναρωτιούνται τι να γυρεύει ένας ηθοποιός στην Ενημέρωση. Ο έμπειρος Βασίλης Παπαδρόσος (γενικός διευθυντής ειδήσεων και ενημέρωσης) προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες. Στο control room ανεβοκατεβαίνουν φωνές, στα γραφεία οι συσκέψεις μοιάζουν με group therapy, ενώ οι τεχνικοί προτείνουν αγχολυτικές αλλαγές. Και κάθε πρωί, λίγο πριν από τις 10:00, φτάνει η «καμπάνα» της Nielsen — τα περιβόητα ραβασάκια τηλεθέασης, που διαβάζονται με την αγωνία εφήβου που ανοίγει το πρώτο του μήνυμα και συνειδητοποιεί ότι είναι… χυλόπιτα. Τα νούμερα καθορίζουν τη διάθεση της ημέρας: αν είναι μονοψήφια, η ατμόσφαιρα θυμίζει κηδεία· αν είναι έστω και λίγο καλύτερα, πέφτουν high-fives στους διαδρόμους. Το πρόβλημα είναι ότι, τελευταία, οι καμπύλες μένουν χαμηλά.
Ο ΣΚΑΪ παραμένει ζωντανός και εξαιρετικά ενεργός ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός: ρισκάρει, επενδύει, δοκιμάζει. Αλλά το ερώτημα μένει: μπορεί να ξαναβρεί τον «Ροδανθό» του; Μπορεί να ξαναθυμηθεί γιατί ξεκίνησε;
Ίσως, στο τέλος της ημέρας, όταν καούν όλα τα «παλιά έλκηθρα» του προγράμματος, να απομείνει η λέξη που ψάχνει ο Αλαφούζος: όχι Rosebud – αλλά ταυτότητα. Αυτό πρέπει να βρει και τότε το πιστό και καλό κοινό θα έρθει, θα επικροτήσει… Θα φανεί …στο χειροκρότημα (τηλεθέαση και έσοδα).
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
