• Κοινωνία

    Κορονοϊός: Πέντε συλλήψεις για φροντιστήρια που λειτουργούσαν παρά την απαγόρευση

    • NewsRoom


    Σε πέντε συλλήψεις έχουν προχωρήσει μέχρι στιγμής οι Αρχές σε όλη την επικράτεια για την παραβίαση των περιοριστικών μέτρων που έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση για την πανδημία του κορονοϊού.

    Οι τρεις συλλήψεις αφορούν ιδιοκτήτες φροντιστηρίων, μία καθηγητή σε φροντιστήριο και μία σύλληψη καθηγήτρια που έκανε μαθήματα κατ’ οίκον.

    Οι πέντε συλλήψεις έγιναν το απόγευμα της Πέμπτης.

    Στα Ιωάννινα πρόκειται για ιδιοκτήτη φροντιστηρίου που, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της ΕΛΑΣ, «διαπιστώθηκε ο κατηγορούμενος να λειτουργεί, ως ιδιοκτήτης, φροντιστήριο μέσης εκπαίδευσης, παρά την προσωρινή απαγόρευση λειτουργίας των εκπαιδευτικών δομών της χώρας».

    Στην Κοζάνη συνελήφθησαν τρεις Έλληνες, ηλικίας 43, 56 και 57 ετών. Ο πρώτος είναι καθηγητής σε φροντιστήριο και οι άλλοι δύο είναι οι ιδιοκτήτες της επιχείρησης.

    Στην Κομοτηνή, συνελήφθη επίσης μια γυναίκα, καθώς διαπιστώθηκε πως «λειτουργούσε οικοδιδασκαλείο, παρά την προσωρινή απαγόρευση λειτουργίας των εκπαιδευτικών δομών της χώρας».

    Μέχρι και ισόβια σε όσους παραβιάζουν τα μέτρα

    Παρέμβαση πραγματοποίησε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Βασίλης Πλιώτας, σχετικά με τις προβλέψεις του νόμου για όσους παραβιάζουν τα μέτρα για την προφύλαξη της δημόσιας υγείας.

    Ο ανώτατος εισαγγελικός λειτουργός ζητεί από τους συναδέλφους του εισαγγελείς να παρεμβαίνουν άμεσα σε περίπτωση που πολίτες δεν συμμορφώνονται με τις υποδείξεις των αρμόδιων υπηρεσιών για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορονοϊού.

    Στην εγκύκλιο που εξέδωσε, ο κ. Πλιώτας τονίζει πως σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις οδηγίες του ΕΟΔΥ (όπως π.χ. στην περίπτωση της Ηλείας, όπου ο δήμαρχος κατήγγειλε πως άτομα που είναι θετικά στον ιό δεν τηρούν τις οδηγίες περί καραντίνας και έκαναν βόλτες σε καφενεία της περιοχής), τότε οι εισαγγελικές αρχές θα πρέπει να εφαρμόζουν τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα περί «παραβίασης μέτρων για την πρόληψη ασθενειών».

    Συγκεκριμένα, το άρθρο 285 του Ποινικού Κώδικα προβλέπει πως «όποιος παραβιάζει τα μέτρα που έχει διατάξει ο νόμος ή η αρμόδια αρχή για να αποτραπεί η εισβολή ή η διάδοση μιας μεταδοτικής ασθένειας τιμωρείται με φυλάκιση (σ.σ.: έως 5 έτη) και χρηματική ποινή αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος μετάδοσης της ασθένειας σε αόριστο αριθμό ανθρώπων».

    Μάλιστα, σε περίπτωση που ο δράστης μεταδώσει, τελικά, την ασθένεια και αυτό οδηγήσει στο θάνατο άλλου πολίτη, η ίδια διάταξη αναφέρει πως έχει διαπράξει έγκλημα σε βαθμό κακουργήματος: Η ποινή που επιβάλλεται στην περίπτωση αυτή είναι κάθειρξη πέντε έως δέκα ετών.

    Εάν, μάλιστα, από την αδιαφορία ή έστω από την έλλειψη συμμόρφωσης στις οδηγίες προκληθεί ο θάνατος μεγάλου αριθμού ανθρώπων, ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στο δικαστήριο να επιβάλει ποινή ισόβιας κάθειρξης!

    Ο εισαγγελέας, μάλιστα, κάνει ειδικά μνεία στις «εξαιρετικά αυξημένες ποινικές κυρώσεις εναντίον όσων παραβιάζουν τα μέτρα που νομίμως έχουν διαταχθεί για να αποτραπεί η διάδοση της νόσου», αναφέροντας πως δικαιολογούνται από τις περιστάσεις, αφού οι τυχόν δράστες που θα αγνοούν τις οδηγίες του ΕΟΔΥ και των άλλων φορέων «προσβάλλουν, με τη συμπεριφορά τους, θεμελιώδη προστατευόμενα έννομα αγαθά (ζωής, σωματικής υγείας κ.λπ.) ή τα θέτουν αυτά σε κίνδυνο».

    Η διάταξη αυτή δίνει τη δυνατότητα στις εισαγγελικές αρχές να διατάσσουν την άμεση σύλληψη όποιου δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες του ΕΟΔΥ, ενώ ο νόμος προβλέπει ειδική ρύθμιση για τη μετάδοση ασθενειών σε ζώα, κάτι που (απ’ ό,τι φαίνεται) δεν αφορά την περίπτωση του κορονοϊού.

    Η επισήμανση του κ. Πλιώτα για τις αυστηρές ποινές είναι αυτονόητη και οι εισαγγελείς της χώρας γνωρίζουν πολύ καλά τις προβλέψεις του νόμου και τον τρόπο εφαρμογής τους. Ωστόσο, η εγκύκλιος όφειλε να εκδοθεί περισσότερο για «εκπαιδευτικούς» λόγους προς τους πολίτες που δεν έχουν πάρει όσο σοβαρά θα έπρεπε τον κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Πλέον, κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί «άγνοια νόμου» στην περίπτωση των μέτρων για τον κορονοϊό και όλοι οφείλουν να πειθαρχήσουν στις εντολές που δίνουν οι αρμόδιοι φορείς, είτε αφορούν σε καραντίνα είτε σε άλλους περιορισμούς.



    ΣΧΟΛΙΑ