• Κοινωνία

    Η τελευταία «απόδραση» του Βαγγέλη Ρωχάμη – Η παρανομία, οι φυλακές, οι μεταμφιέσεις, η ιστορία με τον Νάσιουτζικ


    Ο Βαγγέλης Ρωχάμης, ο οποίος πέθανε χθες σε ηλικία 73 ετών, δεν ήταν ένας οποιοσδήποτε κακοποιός. Ηταν μια φιγούρα της ελληνικής εγκληματικότητας που έμεινε στην ιστορία για τις 10 αποδράσεις του, για τις μεταμφιέσεις του, για το γεγονός ότι στις δεκαετίες του ‘80 και του ’90 οι εφημερίδες έγραφαν πολύ συχνά γι’ αυτόν.

    Και είχε γίνει ο μόνιμος πονοκέφαλος για την Αστυνομία, όχι μόνο όταν ήταν έξω από τη φυλακή, αλλά και πίσω από τα κάγκελα.

    Μετρ των αποδράσεων, εικάζεται ότι έφυγε από τις φυλακές 10 φορές. Αλλοτε κλέβοντας τα κλειδιά, βάζοντάς τα σε πλαστελίνη και φτιάχνοντάς τα στη συνέχεια.

    Αλλοτε ντυμένος γυναίκα περνώντας από την κεντρική πύλη του Κορυδαλλού, άλλοτε παριστάνοντας τον δικηγόρο.

     

     

    Γεννημένος το 1951 ο Ρωχάμης ήταν στην παρανομία για 31 ολόκληρα χρόνια ενώ βρέθηκε στα κάτεργα 22 χρόνια, μέχρι να αποφυλακιστεί οριστικά το 2000. Τότε πήρε «σύνταξη» από τις παρανομίες, πήγε στο Λευκαντί της Εύβοιας, παντρεύτηκε, άνοιξε κι ένα μαγαζί κι έζησε ήσυχα μέχρι χθες που πέθανε από ανακοπή καρδιάς κατά τη διάρκεια αιμοκάθαρσης.

    Η πρώτη του απόδραση έγινε το 1971 στη Σύρο κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας. Όταν δεν του έδωσαν άδεια να πάει να δει τη νεογέννητη κόρη του, απέδρασε από το στρατόπεδο.

    Η… σταδιοδρομία του στην παρανομία περιελάμβανε άπειρες κλοπές και ληστείες, για πυροβολισμούς, εξέγερση στις φυλακές, ναρκωτικά, οπλοχρησία. Αλλά ποτέ δεν σκότωσε άνθρωπο.

    Οι αποδράσεις του από τις φυλακές Κορυδαλλού, Χαλκίδας, Κέρκυρας και Αλικαρνασσού, του έδωσαν τον τίτλο του «Φαντομά» και του κινηματογραφικού «Πεταλούδα».

    Ο ροκ σταρ ληστής

    Στη λαϊκή συνείδηση απέκτησε –κακώς πολλές φορές- και χαρακτηριστικά ήρωα. Πολλοί ήταν αυτοί που τον συμπάθησαν κυρίως επειδή ξέφευγε από τα κάτεργα, κάνοντας άνω – κάτω τις αρχές.

    Αλλά και για την ευστροφία του, την χοντροκομμένη μαγκιά του, σε μια εποχή που ο κόσμος διασκέδαζε στα μπουζούκια και άκουγε βαριά λαϊκά όπως «οι άντρες δεν υπάρχουν πια, τους πάτησε το τρένο».

    Αυτή η συμπάθεια προς το πρόσωπό του στάθηκε η αιτία π.χ. να μην τον καταδώσουν στην Αστυνομία όταν οι αρχές είχαν κινητοποιηθεί για να τον συλλάβουν, αλλά ο Ρωχάμης διασκέδαζε σε νυχτερινό κέντρο, άνετος και χωρίς κανείς να τον καταδώσει.

    Η πολυετής δράση του στην παρανομία έφτασε για να γραφτεί στην ιστορία και η φράση «μα ποιος είσαι; Ο Ρωχάμης;»

    Πολλές οι ιστορίες γύρω από το πρόσωπό του και τη δράση του. Ο ίδιος στην τελευταί συνέντευξη που είχε δώσει στον Πέτρο Κωστόπουλο πριν από μια 8ετία είχε πει ότι δεν μετάνιωσε για τη ζωή του, για τις παρανομίες και για αποδράσεις του. «Μικρός έβλεπα γουέστερν. Πάντα μου άρεσαν οι κακοί, τα παλικάρια», έλεγε τότε με τη μάγκικη φωνή του.

     

     

    Για τη λεία εκατομμυρίων δραχμών από τις ληστείες είχε πει ότι δεν του έμεινε τίποτε γιατί τα έτρωγε όλα. Η πιο επικερδής ληστεία του είχε αποφέρει 60 εκατ. δραχμές και υποστήριξε δεν χάλασε ούτε μια δραχμή. «Τα έτρωγα, τα έδινα… είχα βοηθήσει παιδάκια που είχαν καψίματα και ήθελαν πλαστικές, άλλα που χρειάζονταν εγχειρίσεις».

    Είχε πει επίσης: «Το να είσαι κακοποιός είναι “ακριβό σπορ”. “Έπρεπε να νοικιάζω 12-13 διαμερίσματα ταυτόχρονα. Ήμουν υποχρεωμένος να πληρώνω ανθρώπους για να μου φέρνουν αυτοκίνητα, τα όπλα».

     

     

    Περιέγραψε και μια απόδραση από τον Κορυδαλλό. «Για να πάμε στο επισκεπτήριο περνούσαμε τουλάχιστον δέκα πόρτες. Άλλες ήθελαν κλειδιά και άλλες όχι. Όταν περνούσαμε από την γραμματεία, είδα ότι τα κλειδιά ήταν περασμένα σε ένα ταμπλό. Όταν τα είδα την πρώτη φορά, φρόντισα να έχω ένα κομμάτι πλαστελίνης μαζί μου. Πέρασαν δέκα μήνες, ίσως και χρόνος, για να πάρω τα 5 – 6 κλειδιά που χρειαζόμουν. Τα έδινα σε κάποιον έξω και μου τα έφτιαχνε. Το να ανοίξεις όλες τις πόρτες ήταν θέμα υπομονής. Τις δύο τελευταίες τις άνοιξαν μόνοι τους, από εκεί που έφευγαν οι δικηγόροι, γιατί έτσι έφυγα. Είχα ντυθεί σαν δικηγόρος». Στην ίδια συνέντευξη, ο Ρωχάμης ανέφερε ένα περιστατικό από τα πρώτα στάδια της εγκληματικής του δραστηριότητας. Μαζί με έναν συνεργό έκλεψαν ένα χρηματοκιβώτιο. Πήγαν σε ένα ποτάμι και το άνοιξαν με πέτρες. Όμως τα περισσότερα χρήματα τα πήρε ο αέρας.

     

     

    Μια άλλη ιστορία που έχει γίνει μύθος, αφορά στη σχέση του με τον Αθανάσιο Νάσιουτζικ, τον άνθρωπο που καταδικάστηκε για τη δολοφονία με 97 σφυριές στο κεφάλι του Αθανάσιου Διαμαντόπουλου. Ένα έγκλημα που έμεινε γνωστό ως το «έγκλημα του Κολωνακίου» και απασχολούσε για καιρό την κοινή γνώμη.

    Η κόρη του καταδικασμένου ως δολοφόνου, Παυλίνα, αποκάλυψε πριν από χρόνια αυτή την ιστορία. Ο Νάσιουτζικ είχε γνωριστεί με τον Ρωχάμη στη φυλακή κι έγιναν φίλοι και ο πρώτο τον περιέγραφε ως Ρωχάμη ως «Ρομπέν των Δασών».

    Σε μια δίκη στο Εφετείο για τον Νάσιουτζικ ο «Ελληνας πεταλούδας» είχε αποδράσει. Μέσα στο δικαστήριο, λοιπόν, με πλήθος αστυνομικών και δημοσιογράφων, μια ηλικιωμένη γυναίκα πλησιάζει τον κατηγορούμενο και του μιλά συνέχεια. Ο Νάσιουτζικ της απαντά και γίνεται ένας αρκετά μακρύς διάλογος που είχε προξενήσει εντύπωση. Η συμπαθητική ηλικιωμένη ήταν ο Ρωχάμης μεταμφιεσμένος και μάλιστα είχε πει στον Νάσιουτζικ: «Αν θέλεις σε παίρνω και φεύγουμε, έχω τέσσερις – πέντε απ’ έξω».

    Ο κατηγορούμενος το εξομολογήθηκε στις κόρες του και την ιστορία έφερε στο φως αργότερα η Παυλίνα Νάσιουτζικ.

    Η απόδραση σαν… κύριος

    Το 1986 ο Ρωχάμης… κατοικεί στον Κορυδαλλό, μεταφερόμενος από την Κέρκυρα. Στις 7 Απριλίου δέχεται επισκεπτήριο από τον κουνιάδο του όπως και όλοι οι κρατούμενοι. Μόνο που ο διασημότερος Ελληνας ληστής δεν επιστρέφει στο κελί του.

    Με κάποιο… μαγικό τρόπο φεύγει από την κεντρική είσοδο, όχι φορώντας τη φόρμα του φυλακισμένου, αλλά κοστούμι και προσποιούμενος τον δικηγόρο ξεγελά τους φρουρούς και αποδρά.

     

     

    Για μια εξέγερση στις φυλακές Κέρκυρας ο Ρωχάμης διηγείται ότι είχαν φάει πολύ ξύλο από τους δεσμοφύλακες αλλά «πήραμε τη φυλακή αναίμακτα».

    Στις φυλακές της Χαλκίδας, τον είχαν βάλει να βάψει ένα τοίχο. Από εκείνο το σημείο, ωστόσο, ο Ρωχάμης μπορούσε εύκολα να δει τον δρόμο προς την ελευθερία του. Δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Πήδηξε από την ταράτσα στη σκοπιά, από τη σκοπιά στο δρόμο και… «τα λέγαμε»! Ο Ρωχάμης δεν είχε πει πως έγινε η απόδραση για να μην εκτεθεί ο διευθυντής των φυλακών που είχε βάλει τον «Πεταλούδα» να βάψει. Το είπε πολλά χρόνια αργότερα. Μόνο από τις φυλακές Πατρών δεν απέδρασε ποτέ και ο λόγος ήταν απλός: Έμεινε δυόμιση χρόνια εκεί και όλο αυτό το χρονικό διάστημα ήταν μέσα στην απομόνωση. Πάντως, «ακόμη κι όταν ήμουν στην απομόνωση, ένιωθα ελεύθερος» έλεγε ο ίδιος.

    Διαβάστε επίσης:

    Νέα κατάληψη στη Νομική του ΑΠΘ – Έληξε στην Ιατρική Αλεξανδρούπολης



    ΣΧΟΛΙΑ