• Top Stories

    Φαινόμενο Trump: Τι μπορούν να μάθουν ΗΠΑ και Ευρώπη


    Τα σχόλια του υποψηφίου για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών Donald Trump κατά των μουσουλμάνων θα μπορούσαν απλώς να απορριφθούν ως ανόητα, αστήρικτα ή απλώς ανάξια λόγου. Ωστόσο, δεν είναι ανάξια λόγου: αποτελούν ακραίες, ρατσιστικές δηλώσεις, που είναι επικίνδυνο να τις εκλαμβάνει κανείς ως κάτι διαφορετικό από αυτό που είναι – και αυτό το ξέρει πλέον από πρώτο χέρι κάθε Ευρωπαίος.

    Όπως σημειώνει σε άρθρο του στο Slate ο H. A. Hellyer, συγγραφέας του βιβλίου Muslims of Europe: The ‘Other’ Europeans, για πολλά χρόνια τα ΜΜΕ και το πολιτικό κατεστημένο σε πολλές χώρες της Ευρώπης αντιμετώπιζαν τα ακροδεξιά κόμματα ως «ανωμαλίες» του συστήματος, παράξενα περιθωριακά μορφώματα που θα παρέμεναν για πάντα στο περιθώριο. Μόνο που αυτά τα κόμματα όχι μόνο δεν έμειναν στο περιθώριο, αλλά όλο και περισσότερο σταθεροποιούνται στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης.

    Και μπορεί τα κόμματα αυτά να μην ανήκουν ακόμα σε αυτό που λέμε mainstream πολιτική σκηνή, όμως οι ιδέες τους φαίνονται να έχουν ενσωματωθεί σε αυτήν. Η ρητορική τους βασίζεται σε μία απλή και ελκυστική αφήγηση ενός «πολιτισμικού πολέμου» εναντίον του ευρωπαϊκού πολιτισμού, όπου πάντα ο κίνδυνος είναι ο ίδιος: η δημιουργία μίας Ευρω-Αραβίας και η καταστροφή του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η ρητορική αυτή δεν είχε ιδιαίτερη απήχηση στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, κι έτσι οι άλλες πολιτικές δυνάμεις δεν ασχολήθηκαν τότε σοβαρά με το να αντιμετωπίσουν την ξενοφοβική τους αφήγηση, μία στάση που αποδεικνύεται ότι έχει σήμερα σοβαρές επιπτώσεις.

    Ο Hellyer αναφέρει ως παράδειγμα την περίπτωση του Anders Breivik, του Νορβηγού μακελάρη που το 2011 σκότωσε δεκάδες νεαρούς στο νησί Utoya, και ο οποίος στο μανιφέστο του καθιστούσε σαφές πως τα κίνητρά του σχετίζονταν με τον φόβο αυτό της Ευρω-Αραβίας. Ο ίδιος επικαλείτο ακροδεξιούς Ευρωπαίους συγγραφείς, αλλά και συντηρητικούς Αμερικανούς συγγραφείς, όπως οι Robert Spencer και Pamela Gellar, στους οποίους έχει απαγορευθεί η είσοδος στη Μεγάλη Βρετανία λόγω των προκλητικών τους απόψεων.

    Κατά τον ίδιο, η επιτυχία του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία αποδίδεται εν μέρει στην αποτυχία των παραδοσιακών γαλλικών κομμάτων να αποκηρύξουν συστηματικά τις ιδέες που ενίσχυσαν το Εθνικό Μέτωπο, αλλά και στην αποτυχία τους να υλοποιήσουν τις υποσχέσεις τους. Αναφέρει επίσης τις περιπτώσεις του Τσέχου προέδρου Milos Zeman, που τον Νοέμβριο συμμετείχε σε συλλαλητήριο κατά των μουσουλμάνων, νομιμοποιώντας τους διοργανωτές του, και του Ούγγρου πρωθυπουργού Viktor Orban, που έχει φέρει τις ακραίες ιδέες της ακροδεξιάς στη mainstream πολιτική σκηνή.

    Όπως σημειώνει, μάλιστα, ακόμα και ο συντηρητικός Βρετανός πρωθυπουργός David Cameron έκανε πρόσφατα λόγο για «σμήνη» προσφύγων, προσεγγίζοντας επικίνδυνα τη ρητορική του λαϊκιστικού Κόμματος Ανεξαρτησίας του Nigel Farage και δείχνοντας πώς η ιδεολογία των άκρων περνά και στα πιο μετριοπαθή κόμματα.

    «Αν είχε καταβληθεί μεγαλύτερη προσπάθεια να αντιμετωπιστεί και να εκτεθεί ο ρατσισμός αυτών των φωνών όταν πρωτοεμφανίστηκαν, πιθανόν τα μηνύματά τους να μην είχαν ενσωματωθεί στο χώρο της αποδεκτής συζήτησης», υποστηρίζει, και επισημαίνει ότι σε αυτόν τον τομέα τα έχει καταφέρει καλύτερα η Γερμανία, με την ευαισθησία της σε κάθε είδους ρατσισμό και ξενοφοβία, όμως και εκεί η ισχύς του αντιμεταναστευτικού και αντιμουσουλμανικού κινήματος Pegida δείχνει να αυξάνεται.

    «Είναι απίθανο ο Trump να πιστεύει ότι η απαγόρευση των μουσουλμάνων από τις αμερικανικές ακτές θα μπορούσε ποτέ να γίνει νόμος. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Η ζημιά έχει ήδη γίνει, γιατί άλλαξε τους όρους του διαλόγου. Όταν ένας ισχυρός υποψήφιος ενός παραδοσιακού κόμματος μπορεί να εισηγηθεί τόσο ρατσιστικές πολιτικές, το κέντρο βάρους της αμερικανικής πολιτικής μετακινείται. Αυτό ευνοεί την περαιτέρω ενίσχυση της αντιμουσουλμανικής προκατάληψης στη mainstream σκηνή, όπως έχει ήδη γίνει στην Ευρώπη. Τίποτα καλό δε βγαίνει από αυτό – και αρκετά κακά», καταλήγει.



    ΣΧΟΛΙΑ