• Πολιτική

    Νίκος Δένδιας: Υπό ποιες προϋποθέσεις θα πηγαίναμε σε διάλογο με την Τουρκία

    • NewsRoom
    Νίκος Δένδιας: Τη λίστα επιλογών για την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία θα παρουσιάσει ο Ζ. Μπορέλ

    Ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας


    Αυστηρό μήνυμα προς την Τουρκία ότι η Ελλάδα δεν θα ακολουθήσει τη «διπλωματία των κανονιοφόρων» στέλνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, λίγες ώρες πριν από την έναρξη των εργασιών του εκτάκτου Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ και τη συνάντησή του με τον Αμερικανό ομόλογό του Μάικ Πομπέο.

    Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο», ο κ. Δένδιας τονίζει πως οι δηλώσεις της Άγκυρας για προσφυγή σε διμερή διάλογο είναι προσχηματικές, ενώ κάνει ειδική μνεία στις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα μπορούσε να καταστεί δυνατή η προσφυγή στη Χάγη.

    Ερωτηθείς αν υπό τις παρούσες συνθήκες, δηλαδή την τουρκική παραβατικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, μπορεί να διεξαχθεί διάλογος και αν υπάρχει δυνατότητα προσφυγής στη Χάγη, ο υπουργός Εξωτερικών απάντησε:

    «Η Τουρκία επέλεξε να αποσυρθεί από τον διάλογο, πριν ακόμη αυτός επανεκκινήσει. Ωστόσο, οι διερευνητικές είναι ένας σημαντικός δίαυλος επικοινωνίας που συντελεί και προς την κατεύθυνση αποφυγής κλιμάκωσης. Γι’ αυτό τον λόγο, είμαστε καταρχήν υπέρ της επανέναρξής τους, όπως και των μηχανισμών τακτικών πολιτικών διαβουλεύσεων και των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Όμως, υπάρχουν αυτονόητες προϋποθέσεις για να υπάρξει αυτός ο διάλογος. Και αυτές αφορούν τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και την αρχή των σχέσεων καλής γειτονίας. Δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος υπό το κράτος προκλήσεων και παραβατικών ενεργειών.

    » Αν υπάρξει διάλογος υπό αυτές τις αυτονόητες προϋποθέσεις, ο οποίος δεν οδηγήσει σε συμφωνία, η προσφυγή στη Χάγη, όπως δήλωσε προ ημερών και ο Πρωθυπουργός, μπορεί να αποτελέσει επόμενο βήμα. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει η Τουρκία να αποδεχθεί το πλαίσιο συζήτησης της διαφοράς που δεν μπορεί να είναι άλλο από το Διεθνές Δίκαιο και το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας».

    Εξάλλου, ο κ. Δένδιας σημειώνει πως η Άγκυρα οφείλει να αντιληφθεί πως «οι απειλές και οι προκλήσεις απέναντι στην κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα χωρών της ΕΕ θα έχουν συνέπειες».

    Εργαζόμαστε για να μη φτάσουμε σε «θερμό» επεισόδιο

    Ερωτηθείς, ειδικότερα για την κατάσταση που σοβεί τα τελευταία εικοσιτετράωρα στην Ανατολική Μεσόγειο, ο υπουργός Εξωτερικών σημειώνει πως η ελληνική πλευρά εργάζεται διά της διπλωματικής οδού, ώστε να αποφευχθεί ένα «θερμό» επεισόδιο.

    Λέει χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας: «Η τουρκική ηγεσία εμμένει στην παραβατικότητά της και επέλεξε να αντιδράσει με πρόσχημα μια καθ’ όλα νόμιμη συμφωνία κλιμακώνοντας την ένταση και επιδιώκοντας τη στρατιωτικοποίηση της κατάστασης. Είναι δυστυχώς μια επαναλαμβανόμενη έκφανση της παρωχημένης αντίληψης που έχει η Αγκυρα για το πώς λειτουργούν οι διεθνείς σχέσεις, με όλους βέβαια τους κινδύνους που αυτή εγκυμονεί. Πρόκειται για διπλωματία των κανονιοφόρων.

    » Εμείς δεν θα ακολουθήσουμε την Τουρκία σε αυτόν τον ολισθηρό δρόμο. Πυξίδα της εξωτερικής μας πολιτικής είναι πάντοτε η διεθνής νομιμότητα, η οποία επιτάσσει την ειρηνική επίλυση των διαφορών. Παράλληλα βεβαίως, η χώρα μας βρίσκεται σε επιχειρησιακή ετοιμότητα. Η Ελλάδα είναι μία χώρα φιλειρηνική, αλλά πάντοτε έτοιμη να προασπίσει στο έπακρο την εθνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Και η διπλωματία της εργάζεται ώστε να μη χρειαστεί να φτάσουμε σε “θερμό επεισόδιο”».

    Ο ίδιος εκτιμά πως η Τουρκία είναι εκείνη που «επιλέγει την απόπειρα δημιουργίας τετελεσμένων αντί του διαλόγου. Το δίκαιο του ισχυρού – όπως αυτή το αντιλαμβάνεται – αντί των διεθνών κανόνων. Αυτό αποδυναμώνει τη θέση της στο διεθνές πεδίο και, στον αντίποδα, ενισχύει ακόμη περισσότερο τα επιχειρήματά μας και τα διπλωματικά ερείσματα που καλλιεργούμε».

    «Η Τουρκία έχει εισβάλει στρατιωτικά σε τέσσερις χώρες της περιφέρειάς της»

    Ο Νίκος Δένδιας δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στον τρόπο που πραγματεύονται Αθήνα και Άγκυρα σε διπλωματικό επίπεδο.

    «Είναι πλέον προφανές σε όλους ότι από τη μία πλευρά έχουμε μία χώρα η οποία, βασιζόμενη στο Διεθνές Δίκαιο, στο Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και στους κανόνες καλής γειτονίας, ήρθε μετά από καλόπιστες διαπραγματεύσεις σε συμφωνία με γείτονες χώρες για την οριοθέτηση της ΑΟΖ. Γεγονός που προσδίδει και την απαιτούμενη – αν θέλετε – αξιοπιστία στις δηλώσεις μας για ετοιμότητα για διάλογο, ώστε να προχωρήσουμε σε οριοθετήσεις με τους υπόλοιπους γείτονές μας, πάντα με βάση το διεθνές δίκαιο της θάλασσας. Από την άλλη πλευρά, έχουμε μία χώρα που παραβιάζει καθ’ έξιν το Διεθνές Δίκαιο, αποσπά εκβιαστικά από αδύναμα καθεστώτα παράνομα «μνημόνια», έχει εισβάλει στρατιωτικά σε τέσσερις χώρες της περιφέρειάς της και γυρνά προκλητικά την πλάτη στην προοπτική του διαλόγου. Δεν μπορώ να δω πώς αυτό θα την ωφελήσει μακροπρόθεσμα», σημειώνει.

    Στο τραπέζι η επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία

    Σχετικά με το εάν πιστεύει ότι στο ΣΕΥ θα τεθεί θέμα ενεργοποίησης του άρθρου 42 των Συνθηκών της ΕΕ (σ.σ. επιβολή κυρώσεων) ο κ. Δένδιας απαντά πως «αναλόγως των εξελίξεων παραμένει μια επιλογή». Και προσθέτει: «Σε μια τέτοια κρίσιμη συγκυρία η ΕΕ πρέπει να στείλει το μήνυμα ότι έκνομες συμπεριφορές δεν μπορούν να είναι αποδεκτές και πρέπει να τερματισθούν».

    «Καθ’ όλα νόμιμη η Συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου»

    «Καθ’ όλα νόμιμη» χαρακτηρίζει ο Νίκος Δένδιας τη συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου για τη χάραξη ΑΟΖ, ενώ σχολιάζοντας τις επικρίσεις που έχει εκφράσει η Άγκυρα γι’ αυτή καθώς και το γεγονός ότι η σύναψή της οδήγησε στις παρούσες εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, ο ίδιος λέει:

    «Εντάσσεται στη συνήθη πρακτική της Τουρκίας να επιρρίπτει σε τρίτους την ευθύνη για τις παράνομες πράξεις της. Τονίζω το παράνομες γιατί αυτές οι πράξεις προκαλούν την κρίση. Αλώστε, εξυπακούεται ότι η συνέχιση και ολοκλήρωση μιας διαπραγμάτευσης που διαρκεί 15 χρόνια και πλέον, όπως αυτή με την Αίγυπτο, δεν μπορεί να προκαλεί έκπληξη ούτε στην Άγκυρα -που εκφράζει τώρα την αντίδρασή της αλλά είχε επιδιώξει την επίτευξη αντίστοιχης συμφωνίας με το ίδιο κράτος- ούτε σε οποιονδήποτε άλλον.

    » Οι επαφές Ελλάδας και Αιγύπτου τούς τελευταίους μήνες ήταν συνεχείς και υπό το φως της δημοσιότητας. Αλλωστε, ακόμη κι αν είχαν ξεκινήσει οι συνομιλίες, η Ελλάδα δεν θα ήταν δυνατόν να αποδεχθεί τη λογική μια καθ’ όλα νόμιμη συμφωνία της με τρίτη χώρα να τελεί υπό την αίρεση των αντιρρήσεων της Τουρκίας και την απειλή της αποχώρησής της από τον διάλογο.

    » Αλίμονο αν δεχόμασταν τέτοια ενυποθήκευση της εθνικής μας κυριαρχίας. Εξυπακούεται επίσης ότι δεν μπορεί να γίνει η παραμικρή σύγκριση ανάμεσα στην παράνομη, ανυπόστατη και γεωγραφικά αβάσιμη συμφωνία της Τουρκίας με τη διοίκηση της Τρίπολης στη Λιβύη, δηλαδή δύο κρατών που οι θαλάσσιες ζώνες τους δεν γειτνιάζουν και στη συμφωνία μας με την Αίγυπτο, ένα κράτος με το οποίο έχουμε αντικείμενες ακτές.

    » Να υπενθυμίσω ότι η Ελλάδα έχει εκφράσει τη βούλησή της για οριοθετήσεις με όλα τα γειτονικά μας κράτη, της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης, στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας».

    Σε ό,τι αφορά τον ρόλο της Μέρκελ στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, σημειώνει: «Καθώς η Γερμανία αυτήν την περίοδο ασκεί την Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, είναι επόμενο να απασχοληθεί με ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια των κρατών – μελών, αλλά και της Ένωσης στο σύνολό της. Η καγκελάριος Μέρκελ είναι ηγέτης με ισχυρή ευρωπαϊκή συνείδηση. Μπορεί να διαδραματίσει έναν εποικοδομητικό ρόλο στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης των εντάσεων».

    Τέλος, αναφερόμενος στον ρόλο της Γαλλίας και τις δηλώσεις Μακρόν για ενίσχυση της γαλλικής στρατιωτικής παρουσίας στη Μεσόγειο, ο Νίκος Δένδιας σημειώνει: «Η Γαλλία αντιλαμβάνεται ότι η τουρκική επιθετικότητα επηρεάζει ολόκληρη τη Μεσόγειο και την Ευρώπη. Οι θέσεις της Γαλλίας αντικατοπτρίζουν το πνεύμα σεβασμού της διεθνούς νομιμότητας και των κανόνων καλής γειτονίας και αυτονόητα μας βρίσκουν σύμφωνους. Είναι δε σημαντικό ότι ακούγονται από μία χώρα που έχει ιστορικά αναπτύξει έναν σημαντικό ρόλο στην περιοχή. Η Γαλλία υπήρξε διαχρονικά ένας σταθερός σύμμαχος και εταίρος της Ελλάδας. Έχουμε μία στρατηγική σχέση σε στέρεες βάσεις, η οποία εδράζεται στην ιστορική φιλία των δύο λαών και σε κοινές αρχές, ενώ έχει βάθος και έκταση που υπερβαίνουν κατά πολύ την όποια αμυντική προμήθεια».



    ΣΧΟΛΙΑ