• Πολιτική

    Ν. Ανδρουλάκης: Το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ δεν είναι αντάξιο της ιστορίας του

    • NewsRoom
    Νίκος Ανδρουλάκης - ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ

    Νίκος Ανδρουλάκης


    Τα πυρά του προς την πολιτική ηγεσία του ΚΙΝΑΛ έστρεψε ο ευρωβουλευτής Νίκος Ανδρουλάκης, κατά την ομιλία του στο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ.

    Στην ομιλία του ο κ. Ανδρουλάκης θέλησε να προσδιορίσει το πολιτικό και ιδεολογικό πλαίσιο για τις προκλήσεις της παράταξης ως μιας νέας σοσιαλδημοκρατικής προοπτικής, τονίζοντας πως  το Κίνημα Αλλαγής χρειάζεται να διατυπώσει ένα πρωτοποριακό πολιτικό λόγο που θα είναι μπροστά από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ευρωβουλευτής κάλεσε μάλιστα την ηγεσία να πάρει τις σχετικές πρωτοβουλίες.

    Ο κ. Ανδρουλάκης άσκησε αυστηρή κριτική για τους χειρισμούς της κ. Γεννηματά και της ηγεσίας επειδή δεν αξιοποίησαν τη μαζική συμμετοχή των 212.000 πολιτών που ανταποκρίθηκαν στην ίδρυση του ΚΙΝΑΛ. Εμφανίστηκε ωστόσο αισιόδοξος υποστηρίζοντας ότι «μπορούμε να τα καταφέρουμε. Μας δίνει περιθώριο η επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στην πρακτική των μπαχαλάκηδων και της ΝΔ στη πελατειακή πολιτική της Δεξιάς. Αρκεί η προηγούμενη περίοδος των χαμηλών ποσοστών να είναι μικρό διάλλειμα».

    Όσο για τη διεκδίκηση της ηγεσίας το 2021, ο Νίκος Ανδρουλάκης σημείωσε πως «το που θα βρίσκεται τότε ο καθένας είναι προσωπική επιλογή. Το που θα είναι οι ψηφοφόροι είναι στοίχημα για όλους».

    «Θλιβερό να συγκρίνουμε τα ποσοστά του ΚΙΝΑΛ με τα ποσοστά του διασπασμένου ΠΑΣΟΚ. Γιατί η ανασφάλεια ήταν χειρότερη από την προοπτική», είπε ο κ. Ανδρουλάκης και πρόσθεσε ότι «ο Στ. Θεοδωράκης ήρθε για να φύγει και οι κ. Ραγκούσης, Μπίστης κι άλλοι που αποχώρησαν έκαναν μαθήματα σ΄ όσους κράτησαν όρθια την παράταξη».

    «Ποιος έφερε τον Δούρειο Ίππο εδώ μέσα; Θα κάναμε τα ίδια λένε; Μάλλον δεν κατάλαβαν τίποτα», υπογράμμισε ο ευρωβουλευτής του Κινήματος Αλλαγής.

    Ο Νίκος Ανδρουλάκης ανέφερε ακόμη ότι τα όσα επεσήμανε πρόσφατα για «τον κίνδυνο η παράταξη να γίνει ΚΚΕ του Κέντρου», δεν συνιστούσαν παρά τη προειδοποίηση ότι αντίθετα με αυτό, η διαφορετική άποψη ήταν κατάκτηση επί Ανδρέα Παπανδρέου και Κώστα Σημίτη.

    Επίσης υποστήριξε ότι το συνέδριο, όπως γίνεται, δεν αρμόζει στην ιστορία του ΠΑΣΟΚ. «Είναι συνέδριο fast track, χωρίς συμμετοχή της βάσης, αντάξιο της ιστορίας του. Στο συνέδριο θα έπρεπε να συζητήσουμε για το εκλογικό αποτέλεσμα πολιτικά και για να καθορίσουμε τη στρατηγική μας», σημείωσε

    Κατέθεσε ένα συνολικό προβληματισμό για τις ιδεολογικές και πολιτικές προκλήσεις του χώρου και τα μεγάλα ζητήματα προοπτικής της χώρας. «Πρέπει να επινοήσουμε μια νέα πολιτική αναγέννησης της σοσιαλδημοκρατίας. Πρέπει να κατανοήσει η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ότι ο αγώνας για τη Δημοκρατία είναι συνεχής αγώνας. Πρέπει να εμπνεόμαστε από τον Ανδρέα Παπανδρέου που ήταν αντισυστημικός μέσα στο σύστημα», είπε ο κ. Ανδρουλάκης.

    Αναλυτικά η ομιλία του κ. Αναδρουλάκη

    Φίλες και φίλοι,

    Βρισκόμαστε σήμερα όλοι μαζί εδώ στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας για το Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ. Ένα συνέδριο, το οποίο -όπως προαναγγέλθηκε και διοργανώθηκε- σε καμία περίπτωση δεν αρμόζει στην ιστορία μας. Ένα συνέδριο fast track, με διαδικασίες χωρίς διάλογο και κείμενα. Χωρίς μια βαθιά πολιτική συζήτηση για το πού βρισκόμαστε και πού θέλουμε να πάμε, αλλά πολύ περισσότερο για το πώς θα φτάσουμε στο στόχο μας.

    Ας μην είμαστε όμως αρνητικοί, και ας δούμε το συνέδριο αυτό όχι ως πεδίο διαξιφισμού, αλλά ως μια ευκαιρία προβληματισμού, αναστοχασμού και στοχοθεσίας.

    Τουλάχιστον αυτό έχω επιλέξει να κάνω.

    Σε παγκόσμιο επίπεδο οι συνθήκες αλλάζουν, και δυστυχώς όχι προς την κατεύθυνση που θα επιθυμούσαμε.

    Ο κόσμος πλέον χαρακτηρίζεται από πολυπολικότητα και από μία συντηρητική στροφή που μεταφράζεται σε χαμηλής ποιότητας δημοκρατία και στην κυριαρχία των fake news.

    Η εποχή της μίας ή δύο υπερδυνάμεων έχει περάσει. Όμως αντί να ενισχυθεί το πολυμερές σύστημα διακυβέρνησης, με ενίσχυση των Διεθνών Οργανισμών και κανόνων, βλέπουμε την απαξίωσή τους και την καταστρατήγηση του Διεθνούς Δικαίου από παγκόσμιους παίχτες όπως η ΗΠΑ και η Ρωσία αλλά και μικρότερους, όπως η Τουρκία με την παράνομη εισβολή της στην Συρία αλλά και τις έρευνες στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας.

    Παράλληλα, η προσπάθεια εξεύρεσης παγκόσμιων λύσεων σε παγκόσμια προβλήματα υπονομεύεται με χαρακτηριστικό παράδειγμα την στάση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στην κλιματική αλλαγή και την αποχώρησή τους από την συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα.

    Οι αξίες της διεθνούς συνεργασίας και της τήρησης των κοινώς αποδεχόμενων κανόνων που σφυρηλατήθηκαν μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου, αντί να ενισχυθούν μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου βρίσκονται σε συνεχή άμυνα.

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση μπαίνει πιο αποδυναμωμένη σε αυτή τη νέα εποχή. Έχει επικρατήσει η λογική της στασιμότητας, οι εθνικές στρατηγικές, οι ιδεοληψίες που την καθιστούν αδύνατη να απαντήσει στις προκλήσεις του σήμερα. Μέσα από παρασκηνιακές διαβουλεύσεις που απαξιώνουν το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα επιβλήθηκε μία παντελώς άγνωστη μέχρι σήμερα Γερμανίδα πολιτικός, η κυρία Von der Layen για να διαδεχθεί τον Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ως Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

    Εμείς όμως θέλουμε μία Ευρώπη, ισχυρή, που θα προτάσσει το κοινό συμφέρον απέναντι στις εθνικές στρατηγικές των μεγάλων Κρατών όπως Γερμανίας και Γαλλίας.

    Μία Ευρώπη που θα αποτελεί τον πρωτοπόρο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, 

    Μία Ευρώπη που θα αντιμετωπίζει τον αθέμιτο φορολογικό ανταγωνισμό μεταξύ των Κρατών Μελών και θα διασφαλίζει ότι ο πλούτος θα φορολογείται εκεί που παράγεται.

    Μία Ευρώπη που θα προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και θα λειτουργεί βάσει των αρχών της αλληλεγγύης, του κράτος δικαίου, της δημοκρατίας.

    Μεγάλη ευθύνη όμως για την σημερινή κατάσταση έχει και η ηγεσία της δικής μας πολιτικής ομάδας. Στηρίξαμε την επιλογή Γαλλίας και Γερμανίας για μία αδύναμη Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απαξιώνοντας τον θεσμό του spietzenkandidat και ό,τι λέγαμε προεκλογικά.  Προτιμήσαμε να συμβιβαστούμε ακολουθώντας τις προτροπές των Ισπανών συντρόφων μας, αυτών που είχαν υπερψηφίσει τον κ. Μπαρόζο αλλά καταψηφίσει τον Πρόεδρο Γιούνκερ ο οποίος και στήριξε τη χώρα μας σε δύσκολες στιγμές αλλά και ήταν πάντα υπέρμαχος μίας ισχυρής και ενιαίας Ευρώπης.

    Η σοσιαλδημοκρατία όμως δεν είναι η παράταξη των συμβιβασμών. Αποτελεί την πλούσια σε τάσεις παράταξη που θέτει ως προτεραιότητα της τη μεταρρύθμιση του παρόντος προς όφελος των πολιτών, που προσπαθεί να θέσει κανόνες και να ρυθμίσει τη δυναμική της ανεξέλεγκτης οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Αυτός πρέπει να παραμείνει ο στόχος μας σήμερα.

    Το παγκόσμιο ΑΕΠ συγκεντρώνεται πλέον σε χώρες με αυταρχικά καθεστώτα, οι οποίες εισβάλουν οικονομικά και επιβάλουν με αποικιοκρατικό τρόπο τους κανόνες τους σε χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου. 

    Η ιστορία δεν τελείωσε με την πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989. Αντιθέτως ξεκίνησε ένα νέο κεφάλαιο που χαρακτηρίζεται από χαμηλής ποιότητας δημοκρατία, ενίσχυση των ανισοτήτων και διεύρυνση του χάσματος μεταξύ των πολύ φτωχών και των πολύ πλουσίων.

    Δεν είναι τυχαία τα φαινόμενα σκληρής κρατικής καταστολής στη Λατινική Αμερική ή απαξίωσης των πολιτικών για το κλίμα στις αναπτυσσόμενες οικονομικά χώρες.

    Η Σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί λοιπόν να συμπεριφέρεται ως στρουθοκάμηλος στο φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, αλλά πρέπει να παλεύει για να μειώσει τις αρνητικές της συνέπειες, εφευρίσκοντας νέα εργαλεία. Ένα παράδειγμα είναι ένας νέος τύπος προστατευτισμού, για την προστασία παγκόσμιων αρχών όπως η προστασία του περιβάλλοντος και των κοινωνικών δικαιωμάτων. Προσθέτοντας δηλαδή στην αξία των προϊόντων που εισάγονται από χώρες που δεν σέβονται τους κανόνες αυτούς, το επιπλέον κόστος που θα είχαν αν τους τηρούσαν.

    Ας περάσουμε όμως και στα δικά μας και ας δούμε καταρχήν τα δεδομένα. Και ποια είναι αυτά;

    Έχουμε ένα ΚΙΝΑΛ στο 8%, ποσοστό το οποίο νομίζω ότι δεν ικανοποιεί –ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να ικανοποιεί- κανέναν σε αυτή την αίθουσα. Παράλληλα, έχουμε έναν ΣΥΡΙΖΑ που κάθε άλλο παρά έχασε τις δυνάμεις του. Το 32% το οποίο του έδωσε ο ελληνικός λαός –γεγονός που θα πρέπει να μας προβληματίζει ιδιαίτερα- του δίνει πλέον τη δυνατότητα να διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στον χώρο της κεντροαριστεράς. Γιατί, το ποσοστό των εθνικών εκλογών, δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αυτοπροσδιορίζεται μόνο ως κεντροαριστερά, αλλά έχει καταφέρει να λεηλατήσει το παραδοσιακό κοινό μας. Τους ψηφοφόρους που διαχρονικά έβλεπαν εμάς ως εκφραστές του. Και αυτό είναι κάτι το οποίο δυστυχώς στην παρούσα φάση, δεν μπορούμε να παραβλέπουμε. 

    Από την άλλη, έχουμε μια ΝΔ, υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη ο οποίος πέρα από τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη που απολαμβάνει στο πρόσωπό του ως νέος Πρωθυπουργός, φαίνεται να έχει καταλάβει πως για να εδραιωθεί, χρειάζεται να φορέσει τον μανδύα του κεντρώου πολιτικού. Του πολιτικού που λειτουργεί ως εκφραστής της προόδου και των μεταρρυθμίσεων. Άλλο ένα προπύργιο του χώρου μας φαίνεται να «πέφτει».

    Αλλά ο κ. Μητσοτάκης θεωρεί μεταρρυθμιση μόνο, ότι κόβουμε καθολικα το τσιγαρο, κάτι που θα έπρεπε να έχει γίνει δεκαετίες τώρα.

    Πώς φτάσαμε όμως στο σημείο αυτό; Πώς φτάσαμε στο σημείο να αναγκαζόμαστε να εκφράζουμε τις θέσεις μας μέσω της λογικής «ούτε με τον έναν, ούτε με τον άλλο»; Γιατί, αν έχεις εγκλωβιστεί μέσα σε αυτή τη διαδικασία να σε ρωτούν “με ποιον συμφωνείς περισσότερο και με ποιον λιγότερο”, τότε το μόνο σίγουρο είναι ότι ή δεν έχεις δικές σου θέσεις (κάτι το οποίο δεν ισχύει), ή ότι έχεις ακολουθήσει λανθασμένη τακτική. 

    Συντρόφισσες και σύντροφοι, 

    ας παραδεχτούμε έστω και τώρα ότι ακολουθήσαμε λανθασμένη τακτική. Ότι το αφήγημά μας, δεν άγγιξε τον ελληνικό λαό,  και αυτό αποτυπώθηκε στις κάλπες. Δύο μήνες πριν τις εκλογές αποφασίσαμε να «υποσχεθούμε» στον ελληνικό λαό ότι θα κάνουμε εποικοδομητική αντιπολίτευση. Αρκεστήκαμε σε αυτόν τον ρόλο και δεν προβάλλαμε τη δική μας εναλλακτική για τη διακυβέρνηση του τόπου, ως οφείλαμε, ως ένα από τα κατεξοχήν κόμματα εξουσίας. Και το σχέδιο αυτό, ας είμαστε ειλικρινείς, απέτυχε παταγωδώς. 

    Το 2012, υποστηρίζαμε ότι δεν υπάρχει πλέον δικομματισμός στη χώρα, ενώ το 2015 ισχυριζόμασταν ότι μόλις καταρρεύσει η λογική «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», οι προοδευτικοί πολίτες του τόπου θα δουν καθαρά και θα ξανάρθουν στον παραδοσιακό τους χώρο∙ θα τρέξουν πίσω σε εμάς. Και τώρα που το αφήγημα αυτό αποδείχθηκε λανθασμένο, έχουμε μπροστά μας την ζοφερή πραγματικότητα ενός σκληρού δικομματισμού δεξιάς-αριστεράς που όμως δεν μας περιλαμβάνει.  

    Πώς θα αντέξουμε, φίλες και φίλοι, σε αυτήν την πίεση; Πώς θα αντιστρέψουμε αυτήν την εικόνα; Πώς θα πείσουμε ξανά τους προοδευτικούς δημοκρατικούς πολίτες να μας εμπιστευτούν; 

    Μα, μόνο ένας τρόπος υπάρχει και δεν είναι άλλος από το να προκρίνουμε τη δική μας ατζέντα. Δεν μπορούμε ες αεί να τοποθετούμαστε για τα θέματα που απασχολούν την κοινωνία βάσει «μεζούρας». Η πολιτική της μεζούρας είναι αδιέξοδη! Πρέπει επομένως, να παρουσιάσουμε στον κόσμο την δική μας πρόταση. Μια πρόταση, που να στέκεται επάξια απέναντι στην ιστορικότητα του χώρου, που να εκφράζει τις ανησυχίες του μέλλοντος και να μπορεί να πείσει τους πολίτες ότι δεν αρκούμαστε στο να είμαστε θεατές των εξελίξεων, αλλά είμαστε εδώ για να συν-διαμορφώσουμε το αύριο. 

    Είμαστε εδώ, με το πρόγραμμά μας που αφουγκράζεται τις ανησυχίες των νέων, που δεν αναπαράγει παρωχημένες αντιλήψεις και συνθήματα, που δεν μένει αγκιστρωμένο σε πολιτικές ξεπερασμένων εποχών. 

    Φίλες και φίλοι, 

    η ελληνική οικονομία εισέρχεται πλέον σε μια περίοδο σταθερότητας, και οι αγορές, η διεθνής κοινότητα δείχνουν να το αναγνωρίζουν. Τα μηνύματα για την οικονομία είναι θετικά, όχι όμως και για τους πολίτες. Για τους πολίτες που πασχίζουν να τα βγάλουν πέρα στην καθημερινότητά τους, ενώ ταυτόχρονα υπερφορολογούνται, και είναι υπερχρεωμένοι σε τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία. 

    Ποια είναι η θέση μας για τα κόκκινα δάνεια και τις τράπεζες; Πρέπει να αποδεχτούμε το κόστος διατήρησης των τεσσάρων τραπεζών της χώρας μας; Γιατί, να πληρώνει ο ελληνικός λαός το μάρμαρο, χωρίς ρευστότητα που θα αναζωογονήσει την οικονομία.

    Πώς επιτρέπουμε οι τράπεζες οι οποίες ζουν χάριν της γενναιοδωρίας του ελληνικού λαού να πουλάνε τα δάνειά του σε ξένα funds και τώρα αυτά να είναι σε θέση να τα διαχειριστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να έχουν τη μεγαλύτερη κερδοφορία; Πώς, θα προστατεύσουμε τον έλληνα δανειολήπτη; Τον πολίτη που πριν την κρίση ανήκε στην μεσαία τάξη, τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, τους χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους που βλέπουν το κράτος ως εχθρό αντί για σύμμαχο των προσπαθειών τους;

    Η απάντηση είναι μία και ακούει στο όνομα της ανάπτυξης. Μια ανάπτυξης που θα στηρίζεται στις αρχές της βιωσιμότητας και της αειφορίας. Να στηριχθούν, οι πράσινες επενδύσεις, η νεοφυής επιχειρηματικότητα και η καινοτομία. 

    Επενδύσεις στον τουρισμό. Στον αειφόρο, βιώσιμο, ποιοτικό τουρισμό και όχι στον φτηνό υπερτουρισμό που αλλοιώνει σταδιακά τα τοπικά χαρακτηριστικά των περιοχών και επιβαρύνει τα οικοσυστήματά τους. Στόχος μας, θα πρέπει να είναι η μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους και της ευημερίας των περιοχών. 

    Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ, συντελείται ήδη και κανείς θα έπρεπε να είναι από άλλον πλανήτη για να μην έχει ακούσει κάτι γι΄αυτήν. Είναι καιρός να αντιμετωπίσουμε σοβαρά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να προωθήσουμε ως χώρα το δικό μας Green New Deal. Οι κοινωνίες δεν είναι πλέον αδιάφορες και ανενημέρωτες για την κλιματική αλλαγή. Ευαισθητοποιημένοι πολίτες σε ολόκληρο τον κόσμο, διαδηλώνουν ολοένα και συχνότερα υπέρ της κλιματικής δικαιοσύνης πιέζοντας τις αρχές -σε όποιο επίπεδο διοίκησης- να αναλάβουν δραστικά μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος. Και αυτήν την τάση, αυτόν τον παλμό της κοινωνίας οφείλουμε ως παράταξη να τον αφουγκραστούμε και να πρωτοστατήσουμε.

    Πέρα όμως από την οικονομία, την ανάπτυξη, την κλιματική αλλαγή, πρέπει να αρθρώσουμε καθαρό πολιτικό λόγο και για μια σειρά άλλων θεμάτων που παραδοσιακά ως ΠΑΣΟΚ εκφράζαμε. Εμείς ήμασταν αυτοί, που καινοτομήσαμε στη δημόσια διοίκηση, στους θεσμούς, στο κράτος. Παρά τα λάθη μας, κανείς δε μπορεί να μας παραγνωρίσει το γεγονός ότι στα χρόνια διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ η χώρα άλλαξε όψη, αναδιοργανώθηκε και προόδευσε. Και τώρα, εμείς είμαστε αυτοί οι οποίοι πρέπει να μιλήσουμε για την επιτακτική ανάγκη ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης, και μετάβασής της στη νέα εποχή. 

    Να δομήσουμε ένα κράτος σύμμαχο των προσπαθειών της νέας γενιάς, που θα μπορεί πλέον να διεκδικεί με αξιώσεις τον επαναπατρισμό των νέων του που το έχουν εγκαταλείψει αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο. 

    Συντρόφισσες και σύντροφοι, 

    Ας πάμε τώρα και σε ένα θέμα που ιδιαίτερα απασχολεί την ελληνική κοινωνία, το προσφυγικό-μεταναστευτικό. 

    Εκεί, είδαμε μέχρι τώρα την αδυναμία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να αξιοποιήσει την πρωτοφανή χρηματοδότηση που διατέθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση για το σκοπό αυτό. Συνολικά η χώρα μας έλαβε έμμεσα ή άμεσα 2,2 δις ευρώ τα τελευταία 5 χρόνια, όμως οι άνθρωποι που έφταναν στη χώρα μας ζούσαν και συνεχίζουν να ζουν υπό απαράδεκτες συνθήκες. 

    Όμως και σήμερα, παρά τα μεγάλα λόγια και τις διακηρύξεις της Νέας Δημοκρατίας, η μεγάλη αύξηση που παρατηρήθηκε τους τελευταίους μήνες απέδειξε ότι μόνο έτοιμη δεν ήταν.

    Μαγικό ραβδί όμως δεν έχει κανένας. Η Ελλάδα αυτή τη στιγμή έχει ουσιαστικά καταστεί όμηρος του Προέδρου Ερντογάν που εργαλειοποιεί το προσφυγικό και εκβιάζει την σιωπή της Ευρώπης για την εισβολή στη Βόρεια Συρία και τις παράνομες ενέργειές του στην Κυπριακή ΑΟΖ. 

    Είναι αναγκαίο πλέον να διαμορφώσουμε μία εθνική στρατηγική για το θέμα αυτό, μακριά από συνθηματολογία και μικροπολιτικές αντιθέσεις. Και επειδή η εσωτερική μετεγκατάσταση είναι μόνο λύση έκτακτης ανάγκης για την αποσυμφόρηση των νησιών, πρέπει να απαιτήσουμε την άμεση δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού προγράμματος μετεγκατάστασης προσφύγων παράλληλα με την αναθεώρηση του Κανονισμού Δουβλίνο ΙΙΙ. Ακόμα, όμως, και με ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα μετεγκατάστασης, ένα ποσοστό προσφύγων θα παραμείνει στη χώρα μας, και αυτούς πρέπει να τους ενσωματώσουμε στην κοινωνία μας. 

    Η προσφυγική-μεταναστευτική κρίση βρίσκει την Ελλάδα αντιμέτωπη με το πιο σοβαρό ίσως πρόβλημα από συστάσεώς της, και δεν είναι άλλο από αυτό της γήρανσης του πληθυσμού και της υπογεννητικότητας. Ένα πρόβλημα το οποίο αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, ελλοχεύει ο κίνδυνος διατάραξης της συνοχής του κοινωνικού ιστού. 

    Για το τέλος, άφησα την αναφορά μου στα εθνικά θέματα. Η ατζέντα ΠΑΣΟΚ που ξεκίνησε το 1999 και αφορούσε την δημιουργία μιας ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, έχει τελειώσει. Μπροστά στις νέες διεθνείς εξελίξεις είναι η ώρα να αναλάβουμε δράση. Να θέσουμε τα συμφέροντα του ελληνικού λαού στο προσκήνιο, να μη μείνουμε προσκολλημένοι στο παρελθόν και να γίνουμε συνδιαμορφωτές της μετα-εποχής όσον αφορά τις σχέσεις Τουρκίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί, αν δεν το κάνουμε εμείς, θα το κάνουν μόνες τους οι ισχυρές χώρες της ΕΕ με μια πολιτική που θα είναι πιο κοντά στα δικά τους συμφέροντα, ενώ στην πραγματικότητα εμείς είμαστε αυτοί που θα πρέπει να έχουμε τον κύριο λόγο, εξαιτίας της άμεσης γειτνίασής μας με την Τουρκία. 

    Συντρόφισσες και σύντροφοι,

    Αυτές τις ημέρες, συμπληρώνονται δύο χρόνια από την μεγάλη προσπάθεια που ξεκινήσαμε τον Νοέμβριο του 2017 με την συμμετοχή 212.000 προοδευτικών πολιτών για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς και περίμενα από κάποιους να έχουν αποδεχθεί τα λάθη τους και όχι να θέλουν να τα επαναλάβουν συνειδητά.

    Παρά την μεγάλη συμμετοχή στις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου, στις οποίες είχα την τύχη να συμμετάσχω, η δυναμική που δημιουργήθηκε γρήγορα ξεθύμανε και απογοητεύσαμε αυτούς τους χιλιάδες πολίτες.

    Άνθρωποι που κράτησαν το ΠΑΣΟΚ στα δύσκολα τέθηκαν στο περιθώριο για να πάρουν τη θέση τους οι κύριοι Ραγκούσης, Μπίστης, Μωραϊτης.

    Αυτό δεν είναι αξιοκρατία, είναι η επιβράβευση των καιροσκόπων.

    Και βεβαίως κανένας δε θέλει να θυμάται τι έγινε μία μέρα πριν τις με πρωτόγνωρους χειρισμούς που δεν τιμούν τις αρχές και την ιστορία της παράταξης σχετικά με το ψηφοδέλτιο Επικρατείας της παράταξης. 

    Πριν από περίπου 7 μήνες, στο Συνέδριο του ΚΙΝΑΛ, όταν είχε τεθεί το θέμα του Ήλιου του ΠΑΣΟΚ είχα ξεκαθαρίσει ότι  δεν είναι ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ ο λόγος που ο Ελληνικός λαός μας γύρισε την πλάτη αλλά η αλαζονεία και ο καθεστωτισμός και ο μη σεβασμός γραπτών και άγραφων κανόνων.

    Δυστυχώς αυτά τα φαινόμενα όχι μόνο δεν έχουν αντιμετωπιστεί αλλά φαίνεται για μία ακόμη φορά να κυριαρχούν.

    Είχα την τιμή να διατελέσω Γραμματέας του ΠΑΣΟΚ σε μία από τις πιο δύσκολες περιόδους του.

    Είμαι εδώ για να λειτουργήσω ως καταλύτης ενότητας της παράταξης και των προοπτικών της που δεν πρέπει να χαθούν.

    Ενότητα σημαίνει σεβασμός του κόσμου της παράταξης, των στελεχών και των οργάνων της παράταξης.

    Ναι, μηδενική ανοχή. Όχι όμως στη διαφορετική άποψη, αλλά στην αμετροέπεια και στον αυταρχισμό, στον διχαστικό λόγο και στον μη σεβασμό των στελεχών και των κανόνων της παράταξης.

    Είναι προφανές ότι πρέπει να έχουμε ενιαία στρατηγική αλλά και προφανές ότι αυτή την ενιαία στρατηγική πρέπει να τη χαράζουμε όλοι μαζί, στα δημοκρατικώς εκλεγμένα θεσμικά μας όργανα.

    Όσο ουτοπικό και αν ακούγεται αυτό, πιστεύω ότι η δημοκρατική παράταξη μπορεί να ξανά κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή του τόπου μας.

    Αλλά για να γίνει θα πρέπει να είναι ο εκπρόσωπος της προόδου και του ορθού λόγου, του λόγου που είναι χρήσιμος ριζοσπαστικός και υπηρετεί τα συμφέροντα του λαού και της πατρίδα μας.

    Αξίζει λοιπόν στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, σε αυτό το μεγάλο κόμμα μία καλύτερη προοπτική. Γι΄αυτήν διψούν τα μέλη μας. Δεν μπορούμε να είμαστε ένα κόμμα χαμηλών προσδοκιών. Δεν μας επιτρέπεται να περιοριζόμαστε στο ρόλο του «ΚΚΕ του κέντρου». Και δεν το λέω αυτό μόνο για την στασιμότητά μας σε μονοψήφια ποσοστά, αλλά για την νοοτροπία που αυτό συμβολίζει: ότι όποιο αποτέλεσμα και να φέρουμε είμαστε ευχαριστημένοι και όποια άποψη αντίθετη σε αυτήν της ηγεσίας ποινικοποιείται  και εξοστρακίζεται. Κάποτε το κόμμα αυτό ήταν στην πρωτοπορία των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων εξελίξεων. Ας πιστέψουμε ότι η περίοδος αυτή και όλα αυτά που έγιναν ήταν ένα μικρό διάλειμμα και θα γίνει ξανά μεγάλο για να αμφισβητήσει τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα ντόπια ή ξένα προς όφελος του λαού και της πατρίδας.

    Το 2021, το που θα βρίσκεται ο καθένας μας, είναι προσωπική του επιλογή. Το που όμως θα βρίσκονται οι ψηφοφόροι της παράταξης, είναι συλλογική μας ευθύνη και μόνη μου προτεραιότητα και αγωνία  είναι να βρίσκονται δίπλα μας!



    ΣΧΟΛΙΑ