Ο αρχικός συγκρατημένος ενθουσιασμός δεν άργησε να αντικατασταθεί από οργή καθώς επενδυτές και πολιτικοί ηγέτες μελετούσαν το προσχέδιο της συμφωνίας της ΕΕ με τις ΗΠΑ.

Το νέο εμπορικό προσχέδιο  περιλαμβάνει βασικό δασμό 15% στα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ, αυξημένο σε σύγκριση με το 10% που ίσχυε τον Απρίλιο και πολλαπλάσιο από τον μέσο όρο του 1,2% πριν την προεδρία Τραμπ.

1

Οι ευρωαγορές διέγραψαν όλα τα κέρδη του ανοίγματος, με τον γερμανικό Dax να κλείνει με απώλειες άνω του 1%, ενώ ο γαλλικός Cac έκλεισε με απώλειες 0,4%. Στην Wall Street ήταν μεικτά τα αποτελέσματα, με οριακές μεταβολές, καθώς οι επενδυτές έχουν στρέψει το βλέμμα τους στα εταιρικά αποτελέσματα των τεχνολογικών εταιρειών, στη Fed και τις διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με Κίνα.

Αντιδράσεις

Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης, η Γαλλία και η Γερμανία δεν υποδέχθηκαν θερμά τη συμφωνία που έφερε η Κομισιόν.

«Είναι μία θλιβερή ημέρα, όταν μία συμμαχία ελεύθερων λαών που έχουν ενωθεί για να προάγουν τις κοινές τους αξίες και να υπερασπιστούν τα κοινά τους συμφέροντα, υποκύπτει στην υποταγή», ανέφερε σε δραματικό τόνο ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού.

Ο Γερμανός Καγκελάριος Φρέντριχ Μέρτζ αν και δήλωσε ότι δεν συμφωνεί με τους όρους, υποστήριξε ότι η Ευρώπη απέφυγε μία εμπορική σύγκρουση που θα έπληττε σοβαρά την εξαγωγική οικονομία της Γερμανίας.

Σε ήπιους τόνους διαφώνησε και ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος ανέφερε ότι «εκτιμάει τις προσπάθειες της Κομισιόν και πώς θα στηρίξει αυτή τη συμφωνία, αλλά όχι με ενθουσιασμό.

Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν ήταν πολύ πιο σκληρός στη τοποθέτησή του, κατηγορώντας την Πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν ότι είναι «πολύ ελαφριά» στις διαπραγματεύσεις έναντι του «βαρέων βαρών» Ντόναλντ Τραμπ.

Μεταξύ των επικριτών ήταν και τα ακροδεξιά κόμματα στη Γαλλία και τη Γερμανία, τα οποία υποστήριξαν ότι η συμφωνία εξέθεσε την αδυναμία του μπλοκ να επιβληθεί.

Διαφωνίες εκφράστηκαν και από τις βιομηχανίες της Γαλλίας και της Γερμανίας, με την Ομοσπονδία Γερμανικών Βιομηχανιών να κάνει λόγο για μία «ανεπαρκή συμφωνία», ενώ η μεγαλύτερη ομοσπονδία επιχειρήσεων της Γαλλίας, η Medef, υποστήριξε ότι η Ευρώπη «δεν μπορεί πλέον να αποτελεί παράπλευρη απώλεια των πολιτικών κινήσεων των ΗΠΑ και της Κίνας».

Επίσης, ο κλάδος των παραγωγών χάλυβα της ΕΕ δήλωσε ότι ένας αμερικανικός δασμός 15% στις περισσότερες εισαγωγές από την ευρωζώνη θα προσθέσει «τεράστιο βάρος» στα μέλη του

Τα γκρίζα σημεία της συμφωνίας

Ο συντελεστής 15% ήταν ανακούφιση για τα κράτη μέλη που εξαρτώνται από τις εξαγωγές, ιδίως η Γερμανία, η οποία εξήγαγε 34,9 δισεκατομμύρια δολάρια σε καινούργια αυτοκίνητα και ανταλλακτικά αυτοκινήτων στις ΗΠΑ το 2024.

Χωρίς συμφωνία, το Bloomberg Economics εκτιμούσε ότι ο συνολικός μέσος πραγματικός δασμολογικός συντελεστής των ΗΠΑ θα ανέρχονταν σε σχεδόν 18% την 1η Αυγούστου από 13,5% σύμφωνα με τις τρέχουσες πολιτικές. Η νέα συμφωνία μειώνει τον αριθμό αυτό στο 16%.

Υπάρχουν όμως κλάδοι που αναμένεται να πληγούν βαριά από τους νέους δασμούς. Παράγοντες της βιομηχανίας της Γερμανίας προειδοποίησαν ότι η συμφωνία αφήνει την αυτοκινητοβιομηχανία εκτεθειμένη και θα κάνει τις εταιρείες στην Ευρώπη λιγότερο ανταγωνιστικές.

«Η συμφωνία είναι ένας ανεπαρκής συμβιβασμός και στέλνει ένα καταστροφικό μήνυμα στις στενά συνδεδεμένες οικονομίες και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού», δήλωσε ο Βόλφγκανγκ Νιντερμάρκ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της γερμανικής βιομηχανικής ομοσπονδίας BDI. «Η ΕΕ αποδέχεται επώδυνους δασμούς. Ακόμη και ένας δασμός 15% θα έχει τεράστιες αρνητικές συνέπειες για τη γερμανική εξαγωγική βιομηχανία».

Η βιομηχανία του φαρμάκου είναι ένας ακόμα κλάδος που κινδυνεύει με αναλυτές να εκτιμούν ότι βάσει του νέου συντελεστή, το κόστος στον κλάδο θα αυξηθεί από 13 έως και 19 δισ. δολάρια.

Τα φαρμακευτικά προϊόντα διαχρονικά είχαν απαλλαγεί από δασμούς. Τα φάρμακα αποτελούν την μεγαλύτερη εξαγωγή της Ευρώπης προς τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αξία και η ΕΕ αντιπροσωπεύει περίπου το 60% του συνόλου των εισαγωγών φαρμακευτικών προϊόντων στις ΗΠΑ.

Το πρόσθετο κόστος θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές για τους καταναλωτές, εκτός εάν οι φαρμακευτικές εταιρείες λάβουν μέτρα για να περιορίσουν τον αντίκτυπο των δασμών.

Διαβάστε επίσης:

Ο Ζελένσκι επαινεί τον Τραμπ για το τελεσίγραφο που έδωσε στη Ρωσία

ΗΠΑ: Ο Τραμπ ζητά άμεση κατάθεση του Μέρντοχ για συκοφαντική δυσφήμιση σχετικά με την υπόθεση Έπσταϊν

Ευρωπαϊκή Επιτροπή: Πρόταση να ανασταλούν χρηματοδοτήσεις για τις ισραηλινές start ups