• Άρθρα

    Κυριάκος Μητσοτάκης: Οι τρεις πληγές της κυβέρνησης του

    Αντώνης Κεφαλάς

    Αντώνης Κεφαλάς


    Στο επόμενο Σαββατοκύριακο, στη ΔΕΘ, θα περιμένουμε τη ρελάνς Τσίπρα στις εξαγγελίες Μητσοτάκη. Θα είναι άκρως ενδιαφέρον να δούμε αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορέσει να ξεφύγει από την επωδό των πλουσιοπάροχων υποσχέσεων και τις προτάσεις για εύκολες λύσεις, αποφεύγοντας την παγίδα και παίζοντας πολιτικά χαρτιά απέναντι στο οικονομικό όφελος που έριξε στο τραπέζι ο πρωθυπουργός.

    Για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν έχουμε να γράψουμε πολλά. Ο αρχηγός του πήρε θείο δώρο με την υπόθεση της παρακολούθησης του τηλεφώνου του και το έχει εργαλειοποιήσει στο μέγιστο, αλλά η μονοθεματική αντιπολίτευση δεν αποδίδει. Μόνο αν ο Νίκος Χριστοδουλάκης έχει κάποιο άσσο στο μανίκι, μπορεί το κόμμα ίσως κάπως να ανακάμψει δημοσκοπικά.

    Όλα αυτά δεν σημαίνουν, όμως, πως για τη Ν.Δ. τα πράγματα είναι μόνο ρόδινα. Υπάρχουν θέματα που… βγάζουν μάτι, κι αν η κυβέρνηση δεν τα αντιμετωπίσει με σαφήνεια και αποφασιστικότητα, θα έχει κόστος στις κάλπες.

    Εξαίρετο το πακέτο των πρόσθετων μέτρων στήριξης που εξαγγέλθηκε στη ΔΕΘ από τον πρωθυπουργό. Η ελληνική κοινωνία, όμως, έχει συνειδητοποιήσει τι σημαίνει δημοσιονομικός εκτροχιασμός και τον φοβάται.

    Μπορεί να ζητά επιδόματα και άλλες ενισχύσεις αλλά ας μην παραβλέπεται η σημασία του γεγονότος ότι οι άπλετες υποσχέσεις του Τσίπρα έχουν πέσει το απόλυτο κενό. Ο κόσμος έμαθε το μάθημα του -εξάλλου είχε δέκα χρόνια για να το αφομοιώσει.

    Μαζί με τις παροχές των 5,5 δισ. ευρώ, η κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει με τρόπο απλό ώστε να είναι κατανοητός, πως και γιατί αυτές δεν οδηγούν σε νέες περιπέτειες.

    Επιπλέον, στην κυβέρνηση εναπόκειται να πείσει ότι αυτές δεν είναι προεκλογικές παροχές. Στο παρελθόν αυτή η τακτική απέτυχε. Ο Γιώργος Ράλλης την πλήρωσε σκληρά με τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις που μοίρασε στους αγρότες,  ο Ανδρέας Παπανδρέου απλά έπεσε πιο μαλακά με το «Τσοβόλα δώστα όλα»– και γι’ αυτό ας έχει χάρη ο μακαρίτης Κουτσόγιωργας. Θα χρειαστεί σκληρή δουλειά, έξυπνη στρατηγική και ικανούς υποστηρικτές για να πεισθεί ο πολίτης πως δεν ζει ξανά το ίδιο, χιλιοπαιγμένο έργο.

    Το θέμα των υποκλοπών θα καταδιώκει την κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός έχει δίκαιο που δεν θέλει να άρει το απόρρητο. Είναι που είναι η ΕΥΠ σουρωτήρι, αν γίνει και επίσημη αρχή δεν υπάρχει σταματημός. Καλύτερα να ξεχάσουμε ότι έχουμε μυστικές υπηρεσίες.

    Το πρόβλημα δεν θα φύγει, όμως, όσο συνεχίζονται οι διαρροές και όσο η κυβέρνηση δεν προχωρά στις αλλαγές που επαγγέλλεται—π.χ. αντιγράφοντας την Αγγλία. Αλλά, θα θυμίσουμε τότε, ότι η Αγγλία όπως και οι ΗΠΑ έχουν δύο υπηρεσίες – μία για το εσωτερικό και μία για το εξωτερικό. ΜΙ5 και ΜΙ6 η Αγγλία, FBI και CIA η Αμερική. Θα τολμήσει ο πρωθυπουργός ή θα συνεχίσουμε να παίζουμε τις κουμπάρες;

    Το πρόβλημα, στο τέλος-τέλος, είναι οι εντυπώσεις που δημιουργούνται. Και στον τομέα αυτόν η κυβέρνηση δεν τα πάει και τόσο καλά. Παράδειγμα, το φιάσκο με την πανεπιστημιακή αστυνομία. Είναι τέτοιο το ρεζιλίκι, που κανονικά θα όφειλαν να είχαν παραιτηθεί και οι δύο αρμόδιοι υπουργοί καθώς και 2-3 υπηρεσιακά στελέχη. Πρόκειται για ευτελισμό του κράτους και των υπηρεσιών που ασχολούνται με την προστασία του πολίτη. Όσο για την ελευθερία στην διακίνηση ιδεών–προσπαθώ να υπολογίσω τι έχει κάνει η κυβέρνηση στο θέμα αυτό και δεν βρίσκω ούτε δάχτυλο να σηκώσω για το μέτρημα.

    Οι ίδιες παρατηρήσεις μπορεί να γίνουν  για τον χώρο της δικαιοσύνης. Είναι σαν να είχε προαποφασίσει ο πρωθυπουργός πως στον τομέα αυτόν δεν θα γίνει τίποτα. Η αναφορά δεν είναι στην όποια ψηφιοποίηση που διενεργείται σιγά και βασανιστικά.

    Είναι στην αίσθηση του πολίτη ότι δεν μπορεί να βρει το δίκαιο του αν προσφύγει στην δικαιοσύνη. Στην σχεδόν βάσιμα υποθάλπτουσα αίσθηση ότι δεν λειτουργεί το κράτος δικαίου – μία από τις δύο θεμελιώδεις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

    Αυτά τα τρία θέματα—το ερώτημα αν κινδυνεύουμε ξανά δημοσιονομικά, η απίστευτη εικόνα της ανίσχυρης αστυνομίας και η αίσθηση πως δικαιοσύνη δεν υπάρχει –αποτελούν, τούτη την συγκεκριμένη στιγμή  επικίνδυνες πληγές για την κυβέρνηση. Στον πρωθυπουργό και το κόμμα εναπόκειται η συνειδητοποίηση του προβλήματος και η πράξη για την – έστω και όψιμα—αντιμετώπισή του.

    Διαβάστε επίσης

    Η σημερινή νομισματική πολιτική είναι ανήθικη



    ΣΧΟΛΙΑ