• Οικονομία

    Πώς είδαν ΣΕΒ-ΣΕΤΕ-ΕΣΕΕ την αύξηση του κατώτατου μισθού

    • NewsRoom
    Θεόδωρος Φέσσας ΣΕΒ

    Θεόδωρος Φέσσας. Πρόεδρος ΣΕΒ


    Οι φορείς της αγοράς εξέφρασαν την άποψή τους σχετικά με την απόφαση της κυβέρνησης να αυξήσει τον κατώτατο μισθό από την 1η Φεβρουαρίου. Συγκεκριμένα, θετικά προσκείμενοι ως προς την αναπροσαρμογή προς τα πάνω του κατώτατου μισθού, με ταυτόχρονη όμως μείωση φόρων και μη μισθολογικού κόστους της εργασίας εμφανίζονται, με ανακοίνωσή τους, οι ΣΕΒ και ΣΕΤΕ.

    “Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατώτατος μισθός των εργαζομένων πρέπει να βελτιωθεί. Για να συμβεί αυτό χωρίς επιπτώσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας και της απασχόλησης, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη:

    -Να μειωθεί η φορολογία της εργασίας.
    -Να συγκρατηθεί το μη μισθολογικό κόστος με τη μείωση των εισφορών.
    -Να αποσυνδεθεί η αύξηση του κατώτατου μισθού από τον μέσο μισθό, με τον εξορθολογισμό της υποχρεωτικής διαιτησίας.

    “Το ύψος των μισθών”, συνεχίζουν οι δύο εργοδοτικές ενώσεις, “που μπορεί να πληρώνει μία οικονομία και μια κοινωνία στα εργαζόμενα μέλη της δεν είναι κάτι που εξαρτάται από τις επιθυμίες ή τις καλές προθέσεις της Κυβέρνησης. Η πραγματικότητα είναι ότι το ύψος των μισθών, και μεταξύ αυτών το ύψος των κατώτατων μισθών, που μπορεί να αντέξει η οικονομία, συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της, το μέγεθος της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας”.

    ΕΣΕΕ: Θετική η αύξηση αλλά να είναι σταδιακή

    “Η ΕΣΕΕ πάντοτε αποτιμούσε με θετικό τρόπο και δεν είδε ποτέ φοβικά την αύξηση του κατώτατου μισθού”, αναφέρει ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Γιώργος Καρανίκας σε δήλωση του μετά την εξαγγελία του πρωθυπουργού για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα €650.

    Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ θέτει όμως ταυτόχρονα δύο προϋποθέσεις:
    •Πρώτον, η αύξηση να είναι σταδιακή –μέχρι το 2022- και να ανταποκρίνεται στις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας και της αγοράς.

    •Δεύτερον, να είναι σε θέση οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να την αντιμετωπίσουν, με μία αντίστοιχη ουσιαστική μείωση στο μη μισθολογικό κόστος, κάτι το οποίο κατ’ επανάληψη έχουμε επισημάνει.

    Όπως επισημαίνει “το ανακοινωθέν ποσοστό του 11% ξεπέρασε το όριο των προσδοκιών και των αντοχών που έχει η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και η ελληνική οικονομία. Να μην ξεχνάμε ότι, το αυξημένο κόστος καλείται και πάλι να καταβληθεί από το ίδιο πορτοφόλι, το οποίο παραμένει κενό τραπεζικής χρηματοδότησης και παράλληλα καλύπτει παράλογη φορολόγηση, αυξημένα εργοδοτικά κόστη, ασφαλιστικές εισφορές, μισθούς, ενοίκια, δημοτικά τέλη, ρυθμίσεις ή καταβολές δανείων, ενώ ο κάτοχός του προσπαθεί στο τέλος κάθε μήνα να ισορροπήσει ψυχολογικά μεταξύ του διλήμματος, αν αξίζει να κρατά την επιχείρησή του ανοιχτή ή όχι.

    Θα προτιμούσαμε ο κατώτατος μισθός να αυξηθεί πιο λελογισμένα, ρίχνοντας, τουλάχιστον προς το παρόν, το βάρος του σε χαμηλότερες εισφορές και φόρους στην εργασία.

    Πάγια θέση της ΕΣΕΕ παραμένει ότι, για να υπάρξει πραγματική βελτίωση στο οικονομικό κλίμα και αντίστοιχα στην αύξηση των κατώτατων αμοιβών με ορίζοντα διατήρησης και αύξησης των θέσεων εργασίας, χρειάζονται περισσότερο δομικές παρεμβάσεις και ένα συντονισμένο σχέδιο επανεκκίνησης της ανάπτυξης”.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Αχτσιόγλου: Δεν έχουμε ανάγκη το «ναι» των δανειστών για τον κατώτατο μισθό

    ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: ΝΔ: Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα έπρεπε να είχε δοθεί από το 2017



    ΣΧΟΛΙΑ