• Οικονομία

    ΓΣΕΕ: 3 στους 10 πτυχιούχους σε θέσεις εργασίας κατώτερες των προσόντων τους

    • Αργυρώ Μαυρούλη


    Περισσότεροι από 3 στους 10 απασχολούμενοι με υψηλά προσόντα καλύπτουν θέσεις εργασίας, για τις οποίες απαιτούνται χαμηλότερου επιπέδου προσόντα, όπως καταδεικνύει έρευνα του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ,  που αποτυπώνει την εξέλιξη των βασικών δεικτών της αγοράς εργασίας και των εκροών του εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα την περίοδο 2001- 2018, καθώς και τη συσχέτισή τους με τους αντίστοιχους μέσους δείκτες στα κράτη-μέλη της  ΕΕ-28.

    Ειδικότερα, η Ελλάδα κατέχει την 3η θέση στην ΕΕ των 28, με ποσοστό 33,9% στην αναντιστοιχία προσόντων και δεξιοτήτων, σε εργαζόμενους αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, η θέση εργασίας των οποίων υπολείπεται του μορφωτικού τους επιπέδου, με το χάσμα να διευρύνεται σημαντικά την περίοδο εντός κρίσης (2010-2018).

    Στην μελέτη, η οποία παρουσιάστηκε πριν από λίγο από το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ, στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Ερευνών του ΑΠΘ, στη Θεσσαλονίκη, επισημαίνεται ότι από τα σημαντικότερα προβλήματα της ελληνικής αγοράς εργασίας είναι η αναντιστοιχία μεταξύ των προσόντων που διαθέτουν οι απασχολούμενοι και αυτών που απαιτούνται για την επαρκή κάλυψη των θέσεων εργασίας και, κατ΄ επέκταση, οι χαμηλές αμοιβές, παρά τις πανεπιστημιακές σπουδές.

    Τα προβλήματα αυτά οδηγούν στο φαινόμενο του brain drain, καθώς, όπως αναφέρει η έκθεση, ένας εξειδικευμένος απόφοιτος επαγγελματικού λυκείου πληρώνεται με μισθό ανειδίκευτου εργάτη ως απόφοιτος γυμνασίου!

    Σύμφωνα με την έκθεση, η αγορά εργασίας στην Ελλάδα δεν ανταμείβει το επίπεδο τεχνολογικής εξειδίκευσης των αποφοίτων της εκπαίδευσης, που είναι προσανατολισμένο σε σύγχρονα επιστημονικά πεδία σπουδών (με μικρές αποκλίσεις από τις μέσες τιμές της ΕΕ-28). Άτυπα, όμως, όπως αναλύει, έχει υιοθετήσει ένα μοντέλο, που προκρίνει ως ικανοποιητικά προσόντα εργασίας:

    (α) τον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών,

    (β) τη γνώση της Αγγλικής σε επίπεδο Proficiency (αναγνωρισμένο δίπλωμα επάρκειας για διδασκαλία της Αγγλικής) και

    (γ) την τριετή προϋπηρεσία στο αντικείμενο.

    Ωστόσο, συνήθως, το αντικείμενο εργασίας που προσφέρεται αντιστοιχεί «σε εξειδικευμένο απόφοιτο Επαγγελματικού Λυκείου & IEK», ενώ η προσφερόμενη εργασία αμείβεται με μισθό κατώτερο του αποφοίτου Γυμνασίου (ανειδίκευτου εργαζόμενου).

    Η συγκεκριμένη τάση διογκώνει τα φαινόμενα του brain-drain (διαρροή εγκεφάλων στο εξωτερικό) και brain-waist (σπατάλη εγκεφάλων στην αγορά– αναντιστοιχία δεξιοτήτων), που ισχυροποιούνται κυρίως στις περιπτώσεις όπου το επίπεδο τεχνολογικής εξειδίκευσης της επιχείρησης (και τελικά του κλάδου και της αγοράς) είναι χαμηλότερο της προσφερόμενης.

    Παράλληλα, αναδεικνύεται η αδυναμία της οικονομίας να δημιουργήσει υψηλής προστιθέμενης αξίας θέσεις εργασίας, ενώ, ταυτόχρονα, η μεγάλη έκταση του φαινομένου διαμορφώνει συνθήκες περαιτέρω εγκλωβισμού της οικονομίας στον αρνητικό της κύκλο. Η μεγάλη πλειονότητα των θέσεων εργασίας δημιουργούνται σε κλάδους και επαγγέλματα χαμηλής προστιθέμενης αξίας, που απαιτούν μεσαία και χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες, όταν είναι γενικά αποδεκτό ότι η χώρα, για να βγει με ασφάλεια από την κρίση, χρειάζεται να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας υψηλής προστιθέμενης αξίας, με υψηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες.

    Με άλλα λόγια, να δημιουργηθούν διαφορετικές θέσεις εργασίας από αυτές που δημιουργούνται. Αναδεικνύεται η κρισιμότητα αύξησης της δημόσιας δαπάνης, με σκοπό την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού και, ταυτόχρονα, η αναγκαιότητα αύξησης των επενδύσεων των επιχειρήσεων, για την ανάπτυξη των γνώσεων και δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού τους.

    Κλείνουν οι επιχειρήσεις

    Για τις επιχειρήσεις σημειώνεται ότι, την περίοδο 2008-2014, οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα υπέστησαν ισχυρότατο πλήγμα από την οικονομική κρίση.

    Συγκεκριμένα, το 2014, έναντι του 2008, έχασαν το 1/5 της δυναμικής τους (175.844 επιχειρήσεις), οδήγησαν στην ανεργία το 25,0% των εργαζομένων τους (498.486 εργαζόμενους) και απώλεσαν το 35,3% της προστιθέμενης αξίας τους (14,7 δισ.€). Ας σημειωθεί ότι στην κατηγορία των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων ανήκουν οι καινοφανείς επιχειρήσεις έντασης γνώσης, οι νεοφυείς επιχειρήσεις (startup) και οι τεχνοβλαστοί (spin-offs), αλλά και ευρύτερα η νεανική επιχειρηματικότητα, καθώς και το σύνολο των φορέων της κοινωνικής & αλληλέγγυας οικονομίας στη χώρα.



    ΣΧΟΛΙΑ