ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Την ώρα που οι ηγέτες του ΝΑΤΟ συγκεντρώνονταν στη Χάγη στα τέλη Ιουνίου για να καταρτίσουν ένα σχέδιο ισχυρής αύξησης των αμυντικών δαπανών, οι τραπεζίτες στο Λονδίνο ήταν απασχολημένοι με το μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον για ένα ομόλογο που προσέφερε μια, σχετικά άγνωστη, τσέχικη εταιρεία κατασκευής θωρακισμένων οχημάτων και πυρομαχικών.
Ο τελικός απολογισμός: Συγκεντρώθηκαν πάνω από 10 δισεκατομμύρια δολάρια για μια πώληση ομολόγου που αρχικά δεν αναμένονταν να ξεπεράσει το 1 δισεκατομμύριο. Ενθουσιασμένοι οι τραπεζίτες διπλασίασαν αμέσως το μέγεθος της έκδοσης σε πάνω από 2 δισεκατομμύρια και μείωσαν σημαντικά τα επιτόκια που προσέφεραν.
Μόλις λίγες ημέρες νωρίτερα, η περιγραφή «κατασκευαστής εκρηκτικών» δίπλα στο όνομα μιας ισπανικής εταιρείας που ετοιμαζόταν να πουλήσει ομόλογα υψηλού κινδύνου (junk bonds) προκάλεσε μικρή φρενίτιδα. Η εταιρεία, Maxam Prill, παρουσιάζεται ως προμηθευτής της εξορυκτικής βιομηχανίας, αλλά οι επενδυτές επικεντρώθηκαν στις πιθανές στρατιωτικές χρήσεις των συσκευών, και έσπευσαν να συμμετάσχουν στην πώληση των 1,4 δισ. δολαρίων.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν λίγες επενδυτικές επιλογές παγκοσμίως πιο δυναμικές από τη στροφή προς την ευρωπαϊκή στρατιωτική ανασυγκρότηση. Και παρόλο που οι αγορές μετοχών –με τις εκρηκτικές ανόδους 100% και 200% σε εταιρείες άμυνας– είναι αυτές που τραβούν τα φώτα της δημοσιότητας, οι αγορές χρέους (ομόλογα και δανεισμός) είναι αυτές που θα προσφέρουν το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης που χρειάζονται οι ευρωπαίοι κατασκευαστές για να αυξήσουν την παραγωγή τους και να ανταποκριθούν στις παραγγελίες τρισεκατομμυρίων ευρώ από κυβερνήσεις για τανκς, βόμβες και όπλα.
Ακόμα και εταιρείες που αντιμετωπίζουν προβλήματα ή έχουν μόνο έμμεση σχέση με τη βιομηχανία άμυνας προσελκύουν τους επενδυτές.
Τα ομόλογα της Eutelsat Communications SA —μιας εταιρείας που εμπίπτει και στις δύο αυτές κατηγορίες— έχουν εκτοξευτεί τους τελευταίους μήνες λόγω της νέας στρατηγικής σημασίας της δορυφορικής εταιρείας, με αποτέλεσμα να πάψει να περιλαμβάνεται σε αυτές που βυθίζονται στην οικονομική δυσχέρεια. Ακόμα και επιχειρήσεις πολύ μικρές για να εκδώσουν ομόλογα —μια κατηγορία που περιλαμβάνει χιλιάδες εταιρείες σε όλη την ήπειρο— έχουν πλέον δεκάδες υποψήφιους δανειστές από την αγορά ιδιωτικής πίστης, πρόθυμους να τους προσφέρουν χρηματοδότηση.
Όλοι, από επενδυτικούς κολοσσούς όπως η Carlyle Group Inc. και η Ares Management Corp. μέχρι εξειδικευμένα γραφεία όπως η Pemberton Asset Management, επιδιώκουν να δανείσουν περισσότερα σε εταιρείες άμυνας.
Η επικρατούσα άποψη στους επενδυτικούς κύκλους είναι ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες, συγκλονισμένοι από την πίεση του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, είναι πλέον τόσο αποφασισμένοι να μειώσουν την εξάρτησή τους από την αμερικανική στρατιωτική ισχύ, ώστε η αναβάθμιση της άμυνας στην Ευρώπη θα διαρκέσει χρόνια —αν όχι δεκαετίες.
«Πρόκειται για μια μη αναστρέψιμη τάση», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής εταιρείας της Deutsche Bank AG, DWS Group, Stefan Hoops, σε συνέντευξή του στο Bloomberg TV. Η εταιρεία είναι «πολύ επικεντρωμένη» στην ενίσχυση της χρηματοδότησης προς τις αμυντικές επιχειρήσεις, είπε. «Οι ευρωπαϊκές χώρες δεσμεύονται ξεκάθαρα να δαπανήσουν πολύ περισσότερα για την άμυνα, οπότε το τρένο έχει ήδη ξεκινήσει.»
Ο γενικός ενθουσιασμός γύρω από τον κλάδο μπορεί, βέβαια, να καθυστερήσει λίγο μέχρι να μεταφραστεί σε συμφωνίες στον χώρο της ιδιωτικής πίστης.
Οι άμεσοι δανειστές συνήθως χρειάζονται χρόνο για να διοχετεύσουν κεφάλαια, ειδικά όταν εισέρχονται σε νέους κλάδους, και τα funds που δημιουργήθηκαν πριν από μερικά χρόνια ενδέχεται να έχουν περιορισμούς περιβαλλοντικού και κοινωνικού χαρακτήρα ή εταιρικής διακυβέρνησης (ESG), που αποκλείουν κάποιες αμυντικές επιχειρήσεις.
Ένας διαχειριστής κεφαλαίων ανέφερε ότι περιμένει ουσιαστική αύξηση των επενδύσεων στον αμυντικό τομέα μέσα σε λίγα χρόνια —ίσως δύο— και όχι μέσα σε λίγους μήνες.
Αυτό εξηγεί, εν μέρει, γιατί η ζήτηση για τα ομόλογα που βγήκαν στην αγορά τις τελευταίες εβδομάδες ήταν τόσο έντονη: προσφέρουν στους επενδυτές μια ευκαιρία να συμμετάσχουν άμεσα στο «παιχνίδι» της αμυντικής βιομηχανίας.
Η Czechoslovak, προμηθευτής της Ουκρανίας στον πόλεμο κατά της Ρωσίας, συγκέντρωσε εντυπωσιακά κεφάλαια ύψους 5,6 δισ. ευρώ (6,5 δισ. δολάρια) για το σκέλος του ομολόγου σε ευρώ και 4,1 δισ. δολάρια για το σκέλος σε δολάρια, σύμφωνα με άτομο που γνωρίζει τη συμφωνία.
«Πρόκειται για μια συμφωνία που δεν θα ήταν εφικτή πριν από δύο χρόνια», δήλωσε ο Daniel Rudnicki Schlumberger, επικεφαλής χρηματοδότησης μέσω δανεισμού υψηλού κινδύνου για την περιοχή EMEA (Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική) στην JPMorgan Chase & Co., μία από τις τράπεζες που διαχειρίστηκαν την πώληση.
«Οι ανάγκες στον τομέα της άμυνας είναι απλώς τεράστιες», είπε σε συνέντευξή του στο Bloomberg TV. Εκπρόσωπος της Czechoslovak επιβεβαίωσε την υψηλή ζήτηση για την έκδοση ομολόγων, χωρίς να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.
Η εταιρεία, που έχει έδρα στην Πράγα, εξετάζει τώρα και το ενδεχόμενο αρχικής δημόσιας προσφοράς (IPO), επιδιώκοντας αποτίμηση άνω των 30 δισ. ευρώ, σύμφωνα με δημοσίευμα του Bloomberg που επικαλείται καλά πληροφορημένες πηγές.
Στο μεταξύ, η Maxam δέχθηκε “βροχή” ερωτήσεων από επενδυτές σχετικά με τις στρατιωτικές εφαρμογές των εκρηκτικών της κατά τη διάρκεια της πώλησης των ομολόγων της, αναφέρει το Bloomberg. Εκπρόσωπος της Maxam ανέφερε ότι η εταιρεία πούλησε τον αμυντικό της κλάδο πριν από δύο χρόνια και ότι παρουσιάστηκε στους επενδυτές ομολόγων αποκλειστικά ως εταιρεία που δραστηριοποιείται στα πολιτικά (μη στρατιωτικά) εκρηκτικά.
Τον περασμένο μήνα, και η γερμανική κατασκευάστρια ραντάρ Hensoldt AG μπήκε εισήλθε στην “καυτή” αγορά. Κατάφερε να συγκεντρώσει υπερδιπλάσιο ποσό από τον αρχικό της στόχο των τουλάχιστον 150 εκατομμυρίων ευρώ μέσω συμφωνίας δανείου Schuldschein, μετά από πολύ μεγάλη υπερκάλυψη της προσφοράς.
Ωστόσο, υπάρχουν μόνο λίγες ευρωπαϊκές εταιρείες άμυνας που είναι αρκετά μεγάλες ώστε να έχουν πρόσβαση στις δημόσιες αγορές ομολόγων, ενώ υπάρχουν χιλιάδες μικρές επιχειρήσεις που είναι ζωτικής σημασίας για τις αλυσίδες εφοδιασμού. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης θα προέλθει τελικά από από την αγορά ιδιωτικής πίστης (private credit).
«Οι μικρές επιχειρήσεις χρειάζονται κι αυτές χρηματοδότηση και μερικές από αυτές είναι οικογενειακές επιχειρήσεις που θέλουν να αναπτυχθούν», δήλωσε η αναλύτρια της Morningstar DBRS, Andrea Petroczi-Urban. «Γι’ αυτό η ιδιωτική πίστη μπορεί να αποκτήσει δυναμική, επειδή οι άμεσοι δανειστές είναι πιο ευέλικτοι από τις παραδοσιακές τράπεζες».
Ιστορικά, τα funds ιδιωτικής πίστης δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία στον αμυντικό τομέα, ενώ και τα κριτήρια ESG (Περιβάλλον, Κοινωνία και Διακυβέρνηση) καθιστούσαν ακόμη πιο περίπλοκη τη συμμετοχή τους. Όμως οι στάσεις και οι κανόνες αλλάζουν σε όλο το χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς η Ευρώπη επιδιώκει να επανεξοπλιστεί, και αρκετοί ιδιώτες δανειστές δήλωσαν στο Bloomberg ότι το ενδιαφέρον εντός των εταιρειών τους έχει αυξηθεί σημαντικά.
Για ορισμένες από τις εταιρείες, οι επιχειρήσεις που σχετίζονται με την άμυνα είναι ιδιαίτερα ελκυστικές, δεδομένου ότι οι κανόνες ESG εξακολουθούν να περιορίζουν τα επενδυτικά τους πεδία. Αρκετοί κορυφαίοι δανειστές, όπως η Ares και η Blackstone Inc., βλέπουν αυξανόμενες ευκαιρίες σε τομείς όπως η κυβερνοασφάλεια, το λογισμικό που σχετίζεται με την άμυνα, τα ηλεκτρονικά εξαρτήματα και οι αισθητήρες, ο προστατευτικός εξοπλισμός και οι λύσεις εκπαίδευσης, σύμφωνα με άτομα που έχουν γνώση του θέματος.
Άλλοι, όπως η Sixth Street, δεν έχουν ακόμη διαμορφώσει επίσημη άποψη σχετικά με την ευρωπαϊκή άμυνα, αλλά αφιερώνουν χρόνο σε αυτό το θέμα.
Ο Taj Sidhu, επικεφαλής της ιδιωτικής πίστης για την Ευρώπη και την Ασία στην Carlyle, δήλωσε ότι βλέπει «ελκυστικές ευκαιρίες» σε εταιρείες του μεσαίου μεγέθους που βρίσκονται στην εφοδιαστική αλυσίδα της άμυνας, «όπου υπάρχει σαφής ζήτηση για την ασφάλεια υλοποίησης και την ευελιξία που μπορεί να προσφέρει η ιδιωτική πίστη». Ο συνιδρυτής και διευθύνων εταίρος της Pemberton, Symon Drake-Brockman, είπε ότι η εταιρεία του έχει επίσης δει αυξημένη ζήτηση για επενδύσεις σε εταιρείες άμυνας ή σχετιζόμενες με την άμυνα και προβλέπει μακροπρόθεσμη ανάπτυξη για τον τομέα.
Η συνολική δυναμική του τομέα είναι τεράστια, με την Carlyle να εκτιμά ότι οι ευρωπαϊκές δαπάνες για την άμυνα και τις σχετικές υποδομές θα φτάσουν τα 14 τρισεκατομμύρια ευρώ μέσα στην επόμενη δεκαετία, μετά την απόφαση των μελών του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τους στόχους δαπανών στο ισοδύναμο του 5% του ΑΕΠ.
Οι κυβερνήσεις, επίσης, ενθαρρύνουν τη συμμετοχή ιδιωτών δανειστών: μια Λευκή Βίβλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής νωρίτερα φέτος περιλάμβανε προτάσεις για την κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων με σκοπό την προσπάθεια επανεξοπλισμού της ηπείρου.
Μεταξύ των λίγων επενδυτικών funds που έχουν ήδη δημιουργηθεί βρίσκεται ένα νέο επενδυτικό όχημα της Tikehau Capital SCA, σε συνεργασία με τρεις ασφαλιστικές εταιρείες, το οποίο επικεντρώνεται στην άμυνα, την κυβερνοασφάλεια και την ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Το συγκεκριμένο fund, με αρχική δέσμευση ύψους 150 εκατομμυρίων ευρώ, είναι παρόμοιο με ένα προηγούμενο private equity fund της Tikehau αφιερωμένο στην αεροδιαστημική και την άμυνα, αλλά περιλαμβάνει και κατανομή 30% σε ιδιωτικό χρέος (private debt), σύμφωνα με τον Raphael Thuin, επικεφαλής στρατηγικής κεφαλαιαγορών, της γαλλικής διαχειρίστριας περιουσιακών στοιχείων.
Το Συμβούλιο Εναλλακτικής Πίστωσης (Alternative Credit Council), το οποίο εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εταιρειών ιδιωτικής πίστης, προσπαθεί να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ δανειστών και μικρών αμυντικών επιχειρήσεων στην Ευρώπη. «Οι δεσμοί μεταξύ ιδιωτικής πίστης και άμυνας είναι πιο εδραιωμένοι στις ΗΠΑ», δήλωσε ο Jiří Król, παγκόσμιος επικεφαλής του ACC.
Έτσι, ο ίδιος και η ομάδα του συνεργάζονται με κλαδικούς φορείς, όπως είπε, «για να βοηθήσουν τις ιδιωτικές πιστωτικές εταιρείες να κατανοήσουν καλύτερα τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες των αμυντικών εταιρειών».
Ο Hoops, διευθύνων σύμβουλος της DWS, δήλωσε ότι είναι θέμα χρόνου να χρειαστούν κεφάλαια αυτές οι μικρότερες εταιρείες. «Καθώς αυξάνονται οι παραγγελίες για τις μεγάλες εταιρείες», είπε, «όλες οι μικρότερες, μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες θα πρέπει επίσης να αυξήσουν τη δυναμικότητά τους».
Διαβάστε επίσης:
CNBC: Γιατί η Ελλάδα είναι από τις πέντε κορυφαίες χώρες του ΝΑΤΟ σε αμυντικές δαπάνες
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Νέα Στύρα: Ελεύθερος με περιοριστικούς όρους ο καπετάνιος που έριξε σε ξέρα το φέρι μποτ
- Τουρκία: Καταδικάζει την απόφαση του Ισραήλ για πλήρη στρατιωτικό έλεγχο της Γάζας
- Meta: Mega deal ύψους $29 δισ. για υποδομές Τεχνητής Νοημοσύνης στη Λουιζιάνα
- Λένα Σαμαρά: Τι αναφέρει η επίσημη ανακοίνωση του Υπ. Υγείας – Από τη διακομιδή μέχρι την τραγική κατάληξη
