• Οικονομία

    Άρθρο Παρέμβαση – S&P: Όταν οι ξένοι ψηφίζουν Ελλάδα

    Standard and Poor's

    Standard and Poor’s


    Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον αμερικανικό οίκο Standard & Poor’s ούτε αυτονόητη, ούτε τυχαία είναι. Εν μέσω πολέμου στην περιοχή και ισχυρών κλυδωνισμών στην ευρωπαϊκή οικονομία, το να αποφασίζει ένας, κατά κανόνας συντηρητικός, οίκος να αναβαθμίσει τον «αδύναμο κρίκο» της ευρωζώνης, είναι μέτρο της μεγάλης προόδου της Ελλάδας, που δεν αντιμετωπίζεται πια από τους ξένους ως ο “παρίας” ο οποίος ταρακουνούσε το ευρώ το 2010 και το 2015.

    Αυτό που λέει η Standard & Poor’s, και το οποίο δυστυχώς αποσιωπούν ή και υποτιμούν και εγχώριες πολιτικές δυνάμεις, είναι πως η Ελλάδα αξίζει της εμπιστοσύνης των επενδυτών.

    Φέρνοντας τη χώρα ένα σκαλί πριν την επενδυτική βαθμίδα σε μια αντικειμενικά δύσκολη συγκυρία, ο οίκος λέει στη διεθνή επενδυτική κοινότητα, πως δεν έχει λόγο να φοβάται να βάλει χρήμα σε ελληνικά ομόλογα, μετοχές και άλλες επενδύσεις, καθώς στη χώρα γίνεται ότι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να παραμείνει συνεπής με τις υποχρεώσεις της.

    Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως είναι αυτοί οι επενδυτές, ειδικά οι μακροπρόθεσμοι, που κυνηγούμε εδώ και πολλές δεκαετίες, ελπίζοντας να φέρουν εδώ τα κεφάλαια και την τεχνογνωσία τους, δημιουργώντας πλούτο, δουλειές και προοπτική.

    Με το φίλτρο του λαϊκισμού, που είναι εξαιρετικά προσφιλές στις μέρες μας εντός και εκτός συνόρων, πολλοί θα πουν καλά τα λόγια, αλλά δεν γεμίζουν τις τσέπες.

    Ναι, δεν γεμίζουν τις τσέπες.

    Σήμερα

    Το σήμα όμως που δίνει σήμερα ένας οίκος τέτοιας εμβέλειας, είναι αυτό που θα πυροδοτήσει επενδύσεις οι οποίες θα γεμίζουν τις τσέπες αύριο και τα επόμενα χρόνια.

    Το δυστύχημα είναι πως αυτή η διαδικασία απαιτεί χρόνο, επιμονή και διαρκή προσπάθεια και τα αποτελέσματα της θα γίνουν σταδιακά αισθητά στην πραγματική οικονομία.

    Δεν θα επιτύχει χωρίς πολιτική ωριμότητα, σε όλα τα έδρανα, και χωρίς την αποφασιστική συστράτευση ΟΛΩΝ των συστημικών πολιτικών δυνάμεων για έναν κοινό στόχο: Τη θωράκιση της οικονομίας, γρήγορα και αποτελεσματικά, σε έναν κόσμο που γεννά, και θα γεννά κρίσεις με μεγαλύτερη τακτικότητα τις επόμενες δεκαετίες.

    Ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο είναι οι μεταρρυθμίσεις, η δημοσιονομική ορθότητα, η αταλάντευτη αξιοποίηση, σήμερα, όλων, των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει, ευτυχώς, η οικονομία.

    Δηλαδή, των ευρωπαϊκών πόρων, που με τη μόχλευση των ιδιωτικών κεφαλαίων μπορούν να ανέλθουν και στα 70 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια, του ενδιαφέροντος ισχυρών ξένων επενδυτών για τομείς αιχμής όπως η ενέργεια και το real estate στη χώρα, του υψηλής κατάρτισης ανθρώπινου δυναμικού που διαθέτει η Ελλάδα και φυσικά της εμπιστοσύνη των εταίρων μας στην Ευρώπη.

    Την πορεία αυτή, δυστυχώς, θα τη διανύσουμε σε ένα δύσκολο περιβάλλον εξαιτίας της νέας κρίσης, η οποία μάλιστα διαδέχεται την πολυετή δημοσιονομική κρίση και την πανδημία.

    Τα ελληνικά νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις δοκιμάζονται πάλι σκληρά και είναι σωρρευτική η πίεση στην κοινωνία μετά από πολυετείς κρίσεις που με τη σειρά της γεννά πολιτικό κόστος.

    Είναι όμως ενθαρρυντικό και σημαντικό πως το κλίμα για τη χώρα στο εξωτερικό έχει αλλάξει και μόλις εκτονωθεί η πίεση από εξωγενείς παράγοντες η οικονομία είναι σε poll position να κάνει το άλμα.

    Φορείς όπως η S&P η εκτίμηση των οποίων είναι καθοριστική για τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων παγκοσμίως, αναγνωρίζουν σήμερα πως έπιασαν τόπο οι θυσίες και η κόπωση των Ελλήνων που πέτυχαν τιτάνια δημοσιονομική προσαρμογή, προκειμένου η χώρα να παραμείνει μέλος της ευρωζώνης, δηλαδή μιας από τις ισχυρότερες οικονομικές ζώνες του κόσμου.

    Αυτό είναι προφανές στο σκεπτικό της αναβάθμισης με τον ξένο οίκο να εντοπίζει την ισχυρή δύναμη πυρρός που διαθέτει η χώρα για να κάνει το άλμα, πετυχαίνοντας ανάπτυξη με διάρκεια στο χρόνο.

    Μόνο έτσι θα ελέγξει η Ελλάδα τα δημόσια οικονομικά της, δεν θα φέρει πάλι την επενδυτική κοινότητα ενώπιον ενός κουρέματος όπως το 2010, και θα εξασφαλίζει φθηνό χρήμα για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους της και για το δανεισμό των ελληνικών επιχειρήσεων.

    Μεταξύ των σημαντικών λόγων που φαίνεται πως έπαιξαν ρόλο στην απόφαση του οίκου είναι η ρητή διαβεβαίωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πως θα στηρίξει και τα ελληνικά ομόλογα παρά το ότι είναι τα μοναδικά στην ευρωζώνη εκτός επενδυτικής βαθμίδας, η προσήλωση της κυβέρνησης σε μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομική σύνεση, το προφίλ του ελληνικού χρέους (προϊόν μιας καλής διαχείρισης από τον ΟΔΔΗΧ και επωφελών συμφωνιών με τους εταίρους), το υψηλό ταμειακό απόθεμα, ένα από τα υψηλότερα εάν όχι το υψηλότερο στον κόσμο, και φυσικά η δεξαμενή των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης και των διαρθρωτικών ταμείων.

    Όλα καλώς επομένως;

    Φυσικά όχι. Οι δυσκολίες είναι τεράστιες. Οι προκλήσεις παραμένουν μεγάλες και διαρκείς ενώ είναι πολλά όσα πρέπει να γίνουν σε πολλά επίπεδα. Ωστόσο έχουμε διανύσει μεγάλη απόσταση ως χώρα από τις μαύρες μέρες των τριων (!) μνημονίων και μπορούμε πια να ελπίζουμε σε μια επιταχυνόμενη βελτίωση, με το ρυθμό που θα υπαγορεύσει η γεωπολιτική κρίση και οι διεθνείς εξελίξεις.

    Αυτό είναι που πρακτικά μας λέει ένας ξένος.

    Και καλά θα κάνουμε να το πιστέψουμε και εμείς.

    Διαβάστε επίσης:

    Κυριάκος Μητσοτάκης: Είμαστε μια ανάσα από την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα, συνεχίζουμε σταθερά

    S&P: Αναβάθμισε την Ελλάδα στο BB+ με σταθερό το outlook



    ΣΧΟΛΙΑ