• Οικονομία

    S&P: Αναβάθμισε την Ελλάδα στο BB+ με σταθερό το outlook

    • NewsRoom
    Standard and Poor's

    The offices of Standard and Poor’s


    Σε αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στο BB+, ένα σκαλοπάτι μακριά από την επενδυτική βαθμίδα, προχώρησε η S&P. Έθεσε δε σταθερό το outlook.

    Υπενθυμίζεται πως τον Απρίλιο του 2021 η S&P είχε αναβαθμίσει την Ελλάδα στο ΒΒ από ΒΒ- με θετικές προοπτικές. Αντίθετα, στις 22 Οκτωβρίου 2021 ο ίδιος οίκος είχε τηρήσει στάση αναμονής και δεν είχε προχωρήσει στην αξιολόγηση για το ελληνικό αξιόχρεο.

    Έτσι, η S&P γίνεται ο τρίτος οίκος αξιολόγησης, και δεύτερος από τους επιλέξιμους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που τοποθετεί τη χώρα ένα, μόλις, σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα.

    Πρόκειται δε για την 9η – κατά σειρά – αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία δυόμισι χρόνια, παρά τις διαδοχικές και επάλληλες κρίσεις.

    Σύμφωνα με την S&P, η νέα αναβάθμιση αντανακλά την προσδοκία για συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής της Ελλάδα. Θεωρεί δε αντιμετωπίσιμες τις επιπτώσεις από την κρίση στην Ουκρανία, καθώς υπάρχουν σημαντικά αποθέματα ασφαλείας τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στον δημόσιο τομέα.

    Τι προβλέπει η S&P για την ελληνική οικονομία

    Για την ανάπτυξη, η S&P προβλέπει επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης από το 8,3% το 2021 στο 3,4% το 2022, λόγω των υψηλότερων τιμών ενέργειας και τον αυξημένο πληθωρισμό. Το ΑΕΠ  αναμένεται να είναι  κατά μέσο όρο πάνω από 3% κατά την περίοδο 2023-2025, χάρη στο Ταμείο Ανάκαμψης αλλά και την ισχυρή ανάκαμψη του τουρισμού (αν και, παρά τη σημαντική βελτίωση το 2021, δεν προβλέπει επιστροφή στα επίπεδα του 2019 στον κλάδο, μέχρι το 2023-2024).

    Σύμφωνα με τον οίκο, η αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης, από το 2020, έχει λάβει ώθηση μέσω της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και της δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΕ.

    Η υποστηρικτική νομισματική πολιτική της ΕΚΤ διευκόλυνε την πρόσβαση στην αγορά για κρατικό δανεισμό με σχετικά χαμηλό κόστος λόγω της συμπερίληψης των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο Πρόγραμμα Έκτακτης Αγοράς PEPP και ως collateral στις πράξεις επαναγοράς της ΕΚΤ. Πριν από τον τερματισμό του PEPP τον Μάρτιο του 2022, η ΕΚΤ διευκρίνισε ότι θα μπορούσε να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά κρατικά ομόλογα πέρα από τις επαναγορές, εάν καταγράψει επιδείνωση στη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής στην Ελλάδα, ενώ η οικονομία εξακολουθεί να ανακάμπτει από την πανδημία.

    Σημαντική βελτίωση υπήρξε και στην ποιότητα του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών, καθώς το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στο σύνολο των δανείων του τραπεζικού τομέα μειώθηκε στο 12,8% το 2021, από 31% το 2020. Η S&P εκτιμά ότι θα είναι κάτω του 8% έως το τέλος του 2022.

    Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας συνεχίζει να επωφελείται από τα σημαντικά δημοσιονομικά αποθέματα ασφαλείας της κυβέρνησης και την ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους.

    Η S&P εκτιμά πως τα  τρέχοντα ταμειακά διαθέσιμα ισοδυναμούν με το τριπλάσιο των αναγκών δανεισμού τα επόμενα δύο χρόνια. Μαζί με τις χαμηλές απαιτήσεις εμπορικής αναχρηματοδότησης, αυτό θα βοηθήσει στην «ανοσία» των δημόσιων οικονομικών έναντι της αύξησης των επιτοκίων παγκοσμίως. Πάντως, η αύξηση των πραγματικών επιτοκίων θα μπορούσε να ασκήσει πτωτική πίεση στα δημόσια οικονομικά, επιβαρύνοντας την αύξηση του ΑΕΠ.

    Όσον αφορά τη διάρκεια και το μέσο κόστος επιτοκίων, Η Ελλάδα έχει ένα ευνοϊκό προφίλ τόσο στη διάρκεια όσο και στο μέσο κόστος των επιτοκίων. Η S&P αναμένει πως το  τμήμα του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης της Ελλάδας που θα βρίσκεται στον ιδιωτικό τομέα θα αντιπροσωπεύει περίπου το 25% του συνολικού χρέους ή λίγο περισσότερο από το 50% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022.

    Επίσης προβλέπει πως οι δείκτες ακαθάριστου και καθαρού χρέους της Ελλάδας προς το ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης θα συνεχίσουν να έχουν πτωτική τάση κατά την περίοδο 2022-2025.

     

    Η ανακοίνωση του Υπουργείου Οικονομικών

    Με ανακοίνωσή του το Υπουργείο Οικονομικών σημειώνει πως «η παραπάνω θετική εξέλιξη είναι αποτέλεσμα – και, ταυτοχρόνως, επιστέγασμα – της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, της διορατικής εκδοτικής στρατηγικής, των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων, της υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών, της βελτίωσης της ποιότητας του πλούτου της χώρας μέσω της αύξησης επενδύσεων και εξαγωγών, της μείωσης των “κόκκινων” δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, της συρρίκνωσης της ανεργίας, της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
    Ωστόσο, δεν παραγνωρίζουμε τις μεγάλες προκλήσεις, τους κινδύνους και τα νέα δεδομένα που διαμορφώνουν το τελευταίο διάστημα οι διεθνείς εξελίξεις.

    Γι’ αυτό, συνεχίζουμε με υπευθυνότητα και σύνεση να ενισχύουμε νοικοκυριά και επιχειρήσεις στον βέλτιστο εφικτό βαθμό, ενώ παράλληλα παραμένουμε πιστοί στην κεντρική μας στόχευση για την επίτευξη ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης, τη δημιουργία πολλών, καλών θέσεων εργασίας και την περαιτέρω ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής».

     



    ΣΧΟΛΙΑ