• Οικονομία

    Ανάφλεξη στην αγορά ομολόγων – Κίνδυνος να καθυστερήσει η επενδυτική βαθμίδα

    Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ

    Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ


    Την κλιμακούμενη πίεση των αγορών, λόγω της τριπλής κρίσης, του πολέμου, των τιμών ενέργειας και της πανδημίας, αισθάνεται ήδη η ελληνική οικονομία και η Ευρώπη.

    Η ανησυχία για την ελληνική οικονομία κλιμακώνεται καθώς η χώρα είναι η μοναδική στην ευρωζώνη που βρίσκεται σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη περίοδο: Έχει ανάγκη την  επενδυτική βαθμίδα, το ταχύτερο δυνατό, καθώς η στήριξη της ΕΚΤ σταδιακά  αποσύρεται από τον περασμένο Μάρτιο ενώ ο πόλεμος με τις υψηλές τιμές ενέργειας περιορίζουν την προοπτική της ανάπτυξης.

    Η διατήρηση αυτών, των κάθε άλλο παρά ευνοϊκών συνθηκών μέχρι τα τέλη του έτους, μπορεί να τινάξει στον αέρα τις όποιες προβλέψεις του αναθεωρημένου προϋπολογισμού και σε ένα πιο ακραίο σενάριο να καθυστερήσει την ένταξη της οικονομίας στην επενδυτική κατηγορία.  

    Σε διαρκή πίεση οι τιμές των ομολόγων

    Την Παρασκευή  το ελληνικό δεκαετές ομόλογο έκλεισε στο 3,4%, σημειώνοντας άνοδο άνω των 20 μονάδων βάσης, το ιταλικό δεκαετές προσέγγισε το 3%, ενώ η απόδοση του ισπανικού και του πορτογαλικού κινούνταν πέριξ του 2%.

    Οι δικαιολογημένες πιέσεις λόγω πολέμου και φυσικά ενόψει της ανόδου των επιτοκίων από την ΕΚΤ έχουν ήδη οδηγήσει σε διπλασιασμό του κόστους δανεισμού και ο κίνδυνος είναι να δούμε το επιτόκιο στο δεκαετές να ξεφεύγει στο 4% βραχυπρόθεσμα.  Μία τέτοια εξέλιξη είναι ανεπιθύμητη  καθώς δεν θα δράσει υποστηρικτικά σε δύο μεγάλους στόχους που έχει θέσει η κυβέρνηση:

    • Ο πρώτος είναι στο Eurogroup της 16ης Ιουνίου να κλειδώσει η έξοδος της χώρας από την ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία και
    • ο δεύτερος, η χώρα να αποσπάσει μια αναβάθμιση από τη Fitch στις 8 Ιουλίου. Εάν ο ξένος οίκος μας αναβαθμίσει η χώρα θα έχει αναβαθμιστεί δέκα φορές τα τελευταία δυόμιση χρόνια, με τρεις από τους πέντε οίκους (μαζί με τη Standard & Poors και τη DBRS) να την έχουν μόλις ένα σκαλί κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.

    Υπό αυτές τις συνθήκες είναι πολύ σημαντικό τις επόμενες εβδομάδες να υπάρχει ένα σερί θετικών ειδήσεων και να μη σταλούν λάθος σήματα που θα παραπέμπουν σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, προκειμένου να διατηρηθεί το θετικό κλίμα για την Ελλάδα στο εξωτερικό και να μην ενταθούν περαιτέρω οι πιέσεις στις αγορές.

    Η 16η Μαΐου με τη δημοσιοποίηση των εαρινών προβλέψεων της Κομισιόν είναι ένα κομβικό σημείο, ενώ δύο μέρες μετά δημοσιοποιείται η έκθεση της 14ης αξιολόγησης. Το Eurogroup της 16ης Ιουνίου θα αποφασίσει εάν θα είναι και η τελευταία. Θα έχει προηγηθεί στις 6 – 8 Ιουνίου η συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που είναι κρίσιμη για την πορεία αύξησης των επιτοκίων.

    Το οικονομικό επιτελείο αξιολογεί καθημερινά τις αγορές χρέους και θα “διπλοζυγίσει” πότε θα βγει και πως πάλι στις αγορές. Η τελευταία επανέκδοση του επταετούς ομολόγου, αν και σε γενικές γραμμές θεωρείται επιτυχημένη, προβλημάτισε λόγω του αυξημένου κόστους, το οποίο θα ενισχυθεί περαιτέρω μέχρι τα τέλη του έτους.

    Ισχυρή παρακαταθήκη παραμένει φυσικά, η διατυπωμένη εκτίμηση των ξένων οίκων πως η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και πράττει με συνέπεια ότι απαιτείται για να μην επαναλάβει δημοσιονομικά λάθη του παρελθόντος. Παρά δε το ότι το  χρέος της είναι υψηλό, η χώρα έχει λόγους να αναμένει μια αξιοπρεπή ανάπτυξη την προσεχή πενταετία ενώ η διάρθρωση του χρέους είναι διευκολυντική για την βιώσιμη εξυπηρέτηση του.

    Είναι επίσης σημαντικό κατά την αξιολόγηση της χώρας από τους ξένους οίκους πως μιλούμε για ένα χρέος που ο μεγάλος του όγκος οφείλεται στους επίσημους πιστωτές, δηλαδή στους εταίρους μας στην ευρωζώνη, οι οποίοι λόγω της συνεπούς συμπεριφοράς της χώρας, παρέχουν αθρόα στήριξη, όπως πρόσφατα κατέστησε σαφές και η Κριστίν Λαγκάρντ. Ταυτόχρονα η χώρα καταφέρνει και έχει τακτική παρουσία στις αγορές ως εκδότης, αδιάλειπτα παρά τον πόλεμο και με σχετική επιτυχία τηρουμένων πάντα των αναλογιών.

     



    ΣΧΟΛΙΑ