• ΥΓΕΙΑ

    Κορονοϊός: Έλεγχο με δειγματοληψίες στο σπίτι δρομολογούν οι υγειονομικές Αρχές


    Εργαστηριακό έλεγχο για την ανίχνευση της λοίμωξης από το νέο κορονοϊό (COVID-19) με δειγματοληψία στο σπίτι περιλαμβάνει ο σχεδιασμός του υπουργείου Υγείας για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, όπως ανακοίνωσε κατά την τακτική ενημέρωση της Τρίτης (17/3/2020) ο εκπρόσωπός του για το θέμα, καθηγητής Παθολογίας – λοιμωξιολόγος, Σωτήρης Τσιόδρας.

    Η πρακτική αυτή, η οποία θα εφαρμόζεται στο πλαίσιο ενός συστήματος καταγραφής, «κατά το δυνατό» και «σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού», έχει στόχο την αποφυγή της μετάδοσης του ιού εντός του συστήματος Υγείας.

    «Ένας μαζικός εργαστηριακός έλεγχος, ο οποίος δεν γίνεται με τρόπο συγκεκριμένο, που να μην φέρνει σε επαφή τον ύποπτο με άλλους υπόπτους ή το σύστημα υγείας, ενέχει τον κίνδυνο διασποράς του ιού ή και έκθεσης στον ιό ατόμων που έχουν κάτι άλλο, όπως μια κοινή εποχική ίωση ή γρίπη, η οποία συνεχίζεται.

    Γίνεται αυτή τη στιγμή ειδικός σχεδιασμός ενός συστήματος καταγραφής περιστατικών στην κοινότητα, ο οποίος δεν θα ενέχει αυτό τον κίνδυνο και θα γίνεται κατά το δυνατόν σε δειγματοληψία στο σπίτι», ανέφερε ο κος Τσιόδρας.

    Προβληματισμός για τα κριτήρια

    Αναφορικά με τα κριτήρια βάσει των οποίων επιλέγονται τα περιστατικά που θα υποβληθούν σε εργαστηριακό έλεγχο, ένα θέμα σχετικά με το οποίο διεξάγεται έντονος διάλογος τις τελευταίες ημέρες, ο κος Τσιόδρας διευκρίνισε  ότι η εξέταση γίνεται με επιδημιολογικά κριτήρια και για συγκεκριμένες ομάδας του πληθυσμού.

    Προτεραιότητα δίνεται πλέον στα άτομα με σοβαρή αναπνευστική νόσο καθώς και σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας με χρόνια προβλήματα υγείας.  Σε πολίτες που εμφανίζουν ήπια συμπτώματα δεν συνιστάται έλεγχος, με εξαίρεση τα άτομα με υποκείμενα νοσήματα, τα οποία θα καθοδηγούνται από το γιατρό τους.

    «Η στρατηγική μας παραμένει ο περιορισμός κατ’ οίκον των ελαφρών περιπτώσεων, με την κατά το δυνατόν μηδενική επαφή με άλλους, με ταυτόχρονη επικοινωνία με το γιατρό τους και αποφυγή του εργαστηριακού ελέγχου, ο οποίος  μπορεί να είναι αρνητικός, ιδίως την περίοδο επώασης.

    Η καταγραφή της επιδημίας συνεχίζεται με την παρακολούθηση όλων των περιστατικών για τα οποία έχουμε θετικό έλεγχο, καθώς και ιχνηλάτηση των επαφών τους, όπως επίσης και με την καταγραφή των σοβαρών περιστατικών και των νοσηλευομένων σε ΜΕΘ», σημείωσε ο κος Τσιόδρας.

    Παράλληλα, επεσήμανε ότι διενεργείται έλεγχος και στα ιδιωτικά εργαστήρια, ο οποίος «δεν απαγορεύεται για όποιον το επιθυμεί και όποιον αγνοεί τις συστάσεις για παραμονή κατ’ οίκον».  Ωστόσο, θα πρέπει να δηλώνεται στον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ), μέσω ειδικής φόρμας, ώστε να ιχνηλατείται και να συμπεριλαμβάνεται στην καταγραφή της επιδημίας.

    «Μαθηματικά μοντέλα που δημοσιεύτηκαν εχθές (σ.σ. 16/3/2020) από το Imperial College στο Λονδίνο και αφορούσαν την επιδημία της Γουχάν της επαρχίας Χουμπέι, έδειξαν ότι μόλις το 15% των αληθινών περιστατικών καταγράφονταν στην επιδημία», υπογράμμισε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας.

    Σημειώνεται, ότι τα κριτήρια με βάση τα οποία επιλέγονται τα περιστατικά που θα υποβληθούν σε εργαστηριακή εξέταση, αποτελούν πεδίο προβληματισμού σε παγκόσμιο επίπεδο, με πολλούς επιστήμονες να τάσσονται υπέρ του μαζικού ελέγχου και άλλους να αμφισβητούν αυτήν την προσέγγιση.

    Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, πάντως, απεύθυνε τη Δευτέρα έκκληση να αυξηθούν οι έλεγχοι στον πληθυσμό διότι είναι απαραίτητοι για τον έλεγχο της επιδημίας. «Δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις τη φωτιά με δεμένα μάτια»,  ανέφερε χαρακτηριστικά.

    «Οικονομία» στα αντιδραστήρια

    Σε παγκόσμιο επίπεδο, παρατηρείται έλλειψη αντιδραστηρίων, ιδιαίτερα για τεχνικές που αφορούν στα προκαταρκτικά στάδια ανίχνευσης του ιού.

    Όπως ανέφερε ο κος Τσιόδρας, στην Ελλάδα υπάρχει επάρκεια για τα εργαστήρια αναφοράς, εντούτοις, δεν θα πρέπει να ξοδεύονται άσκοπα.

    «Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να μην ξοδεύονται άσκοπα σε δοκιμασίες, οι οποίες δεν έχουν κανένα νόημα, σε ασυμπτωματικούς, σε ανθρώπους οι οποίοι είναι επαφές και δεν έχουν συμπτώματα και να μην καταστρατηγείται η στρατηγική μας.

    Θεωρώ ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει επάρκεια και πρέπει να υπάρξει επάρκεια μέχρι τέλους», ανέφερε ο καθηγητής και  κατέληξε:

    «Ξέρω ότι έχουν γίνει κάποιες συμφωνίες να υπάρχει επαρκής ποσότητα και αντιδραστηρίων και τεχνικών, ιδιαίτερα για τους σοβαρά νοσούντες. Αυτό είναι το πιο σημαντικό αυτή τη στιγμή και αυτό πρέπει να το καταλάβουμε όλοι μας».



    ΣΧΟΛΙΑ