• ΥΓΕΙΑ

    Καθηγητής Σαρόγλου: Με τηλεϊατρική η αντιμετώπιση στα πρώτα στάδια της Covid-19

    Ο ομότιμος καθηγητής Παθολογίας- Λοιμώξεων ΕΚΠΑ, Γεώργιος Σαρόγλου


    Σημαντικός φαίνεται ότι θα είναι ο ρόλος της τηλεϊατρικής στον έλεγχο της πανδημίας, μέσω της εξ αποστάσεως διαχείρισης των περιστατικών Covid-19, κατά τα πρώτα στάδια της λοίμωξης.

    Όπως τόνισε ο ομότιμος καθηγητής Παθολογίας – Λοιμώξεων, Γεώργιος Σαρόγλου, σε εκδήλωση του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου, ακολουθώντας την παγκόσμια τάση, η τηλεϊατρική αναμένεται να γίνει “καθεστώς” και στη χώρα μας, προκειμένου να αποφεύγονται οι επισκέψεις των ασθενών στα νοσοκομεία και κατ’ επέκταση η μετάδοση του Sars-Cov-2 στους ευαίσθητους αυτούς χώρους.

    Η διαχείριση των περιστατικών μέσω τεχνικών τηλεϊατρικής γίνεται βάσει ειδικών αλγορίθμων που προτείνονται από τη διεθνή βιβλιογραφία, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις, οι τεχνικές αυτές συμπληρώνονται από προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης.

    Ο αλγόριθμος διαχείρισης

    Η αντιμετώπιση της λοίμωξης που προκαλείται από το νέο κορονοϊό  έχει διαβαθμίσεις και στάδια, τα οποία διαχειρίζονται οι γιατροί με τη χρήση των διαγνωστικών και θεραπευτικών αλγορίθμων.

    Όπως σημείωσε ο καθηγητής, έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια έτσι ώστε να καθοριστεί από τη βιβλιογραφία η αντιμετώπιση της ήπιας (εκτός νοσοκομείου) και της σοβαρής (εντός νοσοκομείου) Covid 19, ενώ οι αλγόριθμοι τροποποιούνται ανάλογα με τα διαθέσιμα δεδομένα.

    «Πρωταρχική σημασία για τις αποφάσεις που θα ληφθούν έχει η ομάδα στην οποία ανήκει ο ασθενής: Αν είναι υψηλού ή  χαμηλού κινδύνου και αν έχει συμπτώματα ή όχι. Εάν είναι αυσυμπτωματικός ή εμφανίζει ήπια συμπτώματολογία μπορεί να παρακολουθείται στο σπίτι. Εάν είναι ενδιάμεσου κινδύνου (π.χ. χαμηλός πυρετός, με υποκείμενο νόσημα ή ηλικία άνω των 65 ετών ή θετική ακτινογραφία), τότε προτείνεται η μεταφορά του στα εξωτερικά ιατρεία ή στα ΤΕΠ του νοσοκομείου, αλλά όχι απαραίτητα η εισαγωγή του. Εναλλακτική επιλογή αποτελεί η παραπομπή του σε Κέντρα Υγείας Covid 19, ένα δίκτυο που αναπτύσσεται στην Ελλάδα, όπου γίνεται πλέον η συστηματική διάγνωση και αποφασίζεται το αν θα γίνει εισαγωγή ή όχι”, ανέφερε ο καθηγητής,

    Ο ίδιος τόνισε ότι σε άτομα υψηλού κινδύνου (πυρετός άνω 38,5, δύσπνοια, υποκείμενα νοσήματα ή ηλικία άνω των 65 ετών), γίνεται κατευθείαν η παραπομπή στο νοσοκομείο αναφοράς. Εάν η κατάσταση του ασθενούς συνεχίσει να επιβαρύνεται αποφασίζεται η εισαγωγή σε ΜΕΘ του νοσοκομείου και η διασωλήνωση. Σε περίπτωση που οι δείκτες δείξουν σύνδρομο αύξησης της ανοσολογικής αντίδρασης, τότε συνιστάται και η χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων.

    Ο ρόλος της τηλεϊατρικής

    Με βάση τον αλγόριθμο για το πρώτο στάδιο της Covid-19 έχει παρουσιαστεί η εφαρμογή συστημάτων τηλεϊατρικής, έτσι ώστε να μην υπάρχει επαφή του ασθενούς με το νοσοκομείο και να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού σε ιατρονοσηλευτικό προσωπικό ή νοσηλευομένους. Όπως σημείωσε ο καθηγητής, πολλά ιδρύματα, κυρίως στο εξωτερικό, προσφέρουν την ψηφιακή υπηρεσία απομακρυσμένης ιατρικής περίθαλψης τηλεφωνικά. Εντούτοις, διευκρίνισε ότι, εάν χρειαστεί, μπορεί να γίνει και κλινική εκτίμηση του ασθενούς μέσα από κάμερα τηλεόρασης, ή να σταλεί συνεργείο στο σπίτι για ακτινογραφίες, αιμοληψίες, καρδιογραφήματα ή άλλες εξετάσεις.

    «Σε όλο τον κόσμο, και σιγά σιγά και στη χώρα μας, γίνεται καθεστώς η χρήση τεχνικών τηλεϊατρικής, για την αντιμετώπιση των πρώτων σταδίων της λοίμωξης και την αποφυγή επίσκεψης του ασθενούς στα ΤΕΠ των νοσοκομείων.

    Πολλές φορές για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε εκ του μακρόθεν τι συμβαίνει στον άρρωστο, εφαρμόζουμε και προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης, ώστε λαμβάνοντας στοιχεία από την οξυγόνωση, τα εργαστηριακά και απεικονιστικά δεδομένα και την κλινική εικόνα, να μπορεί να γίνει η πρόβλεψη πότε ο άρρωστος θα πρέπει να μεταφερθεί σε κλινική Covid-19», εξήγησε ο κος Σαρόγλου.

    Η ρεμδεσιβίρη δε λύνει το πρόβλημα

    Αναφερόμενος στις θεραπευτικές επιλογές, ο καθηγητής, σημείωσε ότι κανένα φάρμακο δεν έχει αλλάξει μέχρι στιγμής το θεραπευτικό τοπίο. Μιλώντας για τη ρεμδεσιβίρη, το πρώτο φάρμακο που εγκρίθηκε κατά της Covid-19, σημείωσε πως ναι μεν έχει δείξει καλά κλινικά αποτελέσματα, μειώνοντας τη θνητότητα, αλλά δεν είναι ένα φάρμακο που θα λύσει το πρόβλημα.  Σημειώνεται ότι η ρεμδεσιβίρη έχει εγκριθεί σε όλο τον κόσμο για παιδιά άνω των 12 ετών και ενήλικες με πνευμονία και ανάγκη οξυγόνωσης.

    Όσον αφορά στο πλάσμα αναρρωνύοντος, σημείωσε ότι τα αποτελέσματα από τις μελέτες -μεταξύ των οποίων και μία ελληνική- είναι ενθαρρυντικά, καταδεικνύοντας πιθανή μείωση της θνητότητας. Η θεραπεία έχει λάβει επείγουσα έγκριση από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA), αλλά δεν υπάρχει πλήρης τεκμηρίωση.

    Ο καθηγητής, αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στα κοκτέιλ αντισωμάτων, τα οποία βρέθηκαν πρόσφατα στο προσκήνιο, όχι μόνο λόγω της ανακοίνωσης κάποιων πρώιμων αποτελεσμάτων αλλά και λόγω της χρήσης τους στη θεραπεία του Αμερικανού προέδρου, Ντόναλτ Τραμπ, τονίζοντας ότι θα προσφέρουν σημαντική ωφέλεια κατά την αρχική φάση της λοίμωξης, σε ασθενείς που δεν μπορούν να εμφανίσουν αποτελεσματική ανοσολογική απάντηση στον ιό.

    «Τις περισσότερες φορές χάνουμε τους ασθενείς όχι από τη πνευμονία που προκαλεί ο κορονοϊός αλλά από τη φλεγμονώδη αντίδραση, η οποία οφείλεται στη παραγωγή αυτοαντισωμάτων που μπλοκάρουν τη δραστηριότητα της ιντερφερόνης στην καταπολέμηση του ιού. Αυτά τα αυτοαντισώματα είναι πολύ πιο συχνά στους άνδρες από ότι στις γυναίκες και έτσι εξηγείται πιθανώς και η διαφορά των δύο φύλων στα σοβαρά κρούσματα.

    Η δεξαμεθαζόνη είναι η 2η ουσία που χρησιμοποιείται στα νοσοκομεία μας για την αντιφλεγμονώδη δράση. Υπάρχουν πολλές κλινικές μελέτες, σχετικά με την αποτελεσματικότητά της, γι’ αυτό και οι κατευθυντήριες οδηγίες σε Ευρώπη και Αμερική αλλά και ο ίδιος ο ΠΟΥ συνιστούν τη χορήγησή της για την αντιμετώπιση της πνευμονίας στην Covid-19», κατέληξε ο καθηγητής.

    Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση



    ΣΧΟΛΙΑ