• ΥΓΕΙΑ

    Χρόνιες παθήσεις: Βελτιώνεται η συμμόρφωση των χωρών στις συστάσεις του ΠΟΥ

    που

    Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας


    Περίπου οι μισές από το σύνολο των συστάσεων του Παγκόσμιoυ Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για τη μείωση της επίπτωσης των χρόνιων ασθενειών τίθενται σε εφαρμογή, σύμφωνα με νέα μελέτη,  που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Global Health.

    Όπως καταδεικνύουν τα  ευρήματά της, η εφαρμογή των συστάσεων παρουσιάζει προοδευτική βελτίωση, απέχει όμως πολύ από το στόχο, με λιγότερο διαδεδομένες να παραμένουν οι πολιτικές για το αλκοόλ και την χρήση προϊόντων καπνού.

    Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, οι μη μεταδοτικές ασθένειες, όπως ο καρκίνος και οι καρδιακές παθήσεις, αντιπροσωπεύουν το 73% των θανάτων παγκοσμίως. Το 2015, 193 χώρες δεσμεύθηκαν να μειώσουν τους θανάτους αυτούς κατά ένα τρίτο, έως το 2030, μέσω 18 πολιτικών για τη βελτίωση της παροχής υγειονομικής περίθαλψης καθώς και της δημόσιας υγείας, μέσω της διατροφής, της σωματικής άσκησης και του περιορισμού της χρήσης καπνού και αλκοόλ.

    «Πρέπει να καταλάβουμε ποιες πολιτικές δεν εφαρμόζονται συστηματικά και ποιες συγκεκριμένες ομάδες χωρών μπορεί να χρειαστούν πρόσθετη υποστήριξη για να μπορέσουμε να βοηθήσουμε στην προστασία του πληθυσμού από αυτές τις καταστάσεις», δήλωσε ο  επικεφαλής ερευνητής, Luke Allen από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στο Ηνωμένο Βασίλειο.

    Οι ερευνητές ανέλυσαν τις εκθέσεις του Οργανισμού που αφορούν στην παρακολούθηση της προόδου των χωρών για την περίοδο 2015 – 2017, προκειμένου να υπολογίσουν τις βαθμολογίες εφαρμογής των 18 πολιτικών σε 151 χώρες.

    Το 2017, το μέσο σκορ ήταν στο 49%, με την Κόστα Ρίκα και το Ιράν να έχουν τις υψηλότερες βαθμολογίες, εφαρμόζοντας το 86% των συστάσεων. Τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στην Αϊτή και το Νότιο Σουδάν, εφαρμόζοντας μόλις το 5,5% των συνιστώμενων πολιτικών. Συνολικά, οι βαθμολογίες αυξήθηκαν σε 109 χώρες κατά την περίοδο αυτή, ενώ μειώθηκαν σε 32 χώρες.

    Σε γενικές γραμμές, η εφαρμογή αυξήθηκε στο σύνολο των 18 πολιτικών, με εξαίρεση τις εκστρατείες ενημέρωσης των ΜΜΕ που αφορούν στη σωματική δραστηριότητα και τις απαγορεύσεις σχετικά με τη διαφήμιση για το αλκοόλ. Οι πολιτικές που εφαρμόζονταν συνηθέστερα ήταν οι προειδοποιήσεις στις συσκευασίες καπνού, οι έρευνες για τους παράγοντες κινδύνου των ασθενειών και οι εθνικές κατευθυντήριες οδηγίες. Οι λιγότερο αναπτυγμένες πολιτικές συμπεριέλαβαν τη φορολογία του καπνού, τις αντικαπνιστικές εκστρατείες μέσω των ΜΜΕ και την παροχή θεραπειών για τις καρδιαγγειακές παθήσεις.

    «Τα ποσοστά τείνουν να είναι υψηλότερα στις πλούσιες χώρες που επενδύουν στην υγειονομική περίθαλψη και στην εκπαίδευση», σημειώνουν οι συντάκτες. Οι χώρες της Ευρώπης και της Κεντρικής Ασίας, για παράδειγμα, είναι αυτές που βρέθηκαν συχνότερα στις 20 πρώτες θέσεις. Οι αδυναμίες τους συχνά περιλάμβαναν αλλαγές που σχετίζονται με την αγορά, όπως η αποτυχία στη μείωση της προώθησης των προϊόντων καπνού και αλκοόλ.

    Μεταξύ των 20 ουραγών χωρών, οι 17 βρίσκονταν στην Αφρική και καμία από αυτές δεν εφάρμοσε πολιτικές παρεμβάσεων γύρω από τα λίπη, την εμπορία παιδικών τροφών ή τις θεραπείες για την καρδιά. «Αυτό επισημαίνει έναν τομέα στον οποίο θα μπορούσε να παρασχεθεί οικονομική και τεχνική υποστήριξη», γράφουν οι συντάκτες της μελέτης.

    Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός χωρών χαμηλού εισοδήματος καθώς και ορισμένες χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης βρέθηκαν στην κορυφή της λίστας.

    «Δεν ήταν αναμενόμενο το Ιράν, η Κόστα Ρίκα, η Μολδαβία και η Εσθονία να προσφέρουν τα υψηλότερα πρότυπα πολιτικών για την υγεία στους πληθυσμούς τους, αλλά φαίνεται ότι πραγματικά δεν είναι τόσο μεγάλο το κόστος. Είναι απλώς ζήτημα πολιτικής βούλησης  να δοθεί προτεραιότητα στην υγεία », σημείωσε ο Allen. “Και οι 151 χώρες έχουν επανειλημμένα δεσμευτεί και έχουν εγκρίνει δημοσίως τον πλήρη κατάλογο των πολιτικών, ωστόσο καμία από αυτές δεν τις έχει υλοποιήσει στο σύνολό τους”.

    “Οι μελλοντικές μελέτες πρέπει να εξετάσουν την επίδραση των πολιτικών που εφαρμόζονται”, δήλωσε ο Robert Beaglehole του Πανεπιστημίου του Ώκλαντ στη Νέα Ζηλανδία. Σύμφωνα με τον ίδιο θα έπρεπε να δοθούν συγκεκριμένες προτεραιότητες έτσι ώστε να καταστεί εφικτή η εφαρμογή των συστάσεων.

    «Ίσως οι χώρες καλούνται να κάνουν πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Εντούτοις, μπορεί να έχουν καλύτερα αποτελέσματα αν επικεντρωθούν σε τρεις ή τέσσερις υψηλές προτεραιότητες με μεγαλύτερες πιθανότητες να βελτιώσουν πραγματικά την υγεία του πληθυσμού», καταλήγει ο Beaglehole .



    ΣΧΟΛΙΑ