• bloomberg

    Financial Times

    Τράπεζες: «Κόντρα» EKT-SRB για τις «bad bank» ενόψει του νέου κύματος «κόκκινων» δανείων

    WarningExclamation mark in a circleΑπαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
    • NewsRoom

    Έλκε Κένιγκ, πρόεδρος του SRB


    Οι ευρωπαϊκές τράπεζες πρέπει να προετοιμάσουν τους ισολογισμούς τους για τα νέα «κόκκινα» δάνεια που θα δημιουργηθούν λόγω της πανδημίας. Κίνδυνο που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν από το νέο έτος, σύμφωνα με την επικεφαλής του Ενιαίου Συμβουλίου Εξυγίανσης (SRB), της ευρωπαϊκής αρχής που είναι υπεύθυνη για τη διασφάλιση της εύρυθμης εξυγίανσης των προβληματικών τραπεζών.

    Η Έλκε Κένιγκ, πρόεδρος του SRB, απορρίπτει τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για δημιουργία δικτύου «bad banks» για τη διαχείριση των υψηλότερων μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), αλλά προειδοποίησε ότι οι τράπεζες πρέπει να κάνουν εντατική δουλειά για να διαχωρίσουν τα βιώσιμα δάνεια από τα μη βιώσιμα.

    Σε συνέντευξή της στους Financial Times, η κ. Κένιγκ προτρέπει επίσης την ΕΕ να εναρμονίσει καλύτερα τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις στην περίπτωση των προβληματικών τραπεζών με το πλαίσιο «εξυγίανσης» του SRB, στόχος του οποίου είναι να προλαμβάνει την πρόκληση συστημικών χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Η κ. Κένινγκ υποστηρίζει ότι, όπως είναι η κατάσταση σήμερα, υπάρχει «κακή ευθυγράμμιση» στο σύστημα.

    Το SRB ιδρύθηκε μετά την κρίση χρέους της Ευρωζώνης για να διασφαλίζει την εύρυθμη εξυγίανση των προβληματικών τραπεζών, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα οικονομική σταθερότητα και συνεπή μεταχείριση των τραπεζών της περιοχής. Όμως, με τις ρυθμιστικές Αρχές να «ζυγίζουν» τώρα τους κινδύνους από την αύξηση των NPLs, το SRB εξακολουθεί να εργάζεται με ένα ελλιπές ευρωπαϊκό σύστημα κανόνων για τις τραπεζικές κρίσεις, το οποίο καλείται να λειτουργεί πάνω σε ένα συνονθύλευμα διαφορετικών ρυθμίσεων σε κάθε κράτος μέλος.

    Τον περασμένο μήνα, ο επικεφαλής του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία, έγραψε στους FT ότι, σε ένα «σοβαρό αλλά εύλογο» σενάριο, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών της Ευρωζώνης θα μπορούσαν να φτάσουν τα 1,4 τρισ. ευρώ, πολύ πάνω από τα επίπεδα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και της επακόλουθης κρίσης χρέους στην ΕΕ.

    Η κ. Κένιγκ υποστηρίζει ότι είναι πάρα πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε πόσο άσχημη θα είναι η κατάσταση με τα NPLs, γιατί αυτό θα εξαρτηθεί από τη φύση της ύφεσης και της ανάκαμψης. Ωστόσο, τα μέτρα που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις αυτήν τη στιγμή, όπως τα προγράμματα κρατικών εγγυήσεων, λειτουργούν προστατευτικά για τις τράπεζες, λέει.

    Σύμφωνα με την ίδια, όμως, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μπορεί να αρχίσουν να σκάνε το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του ερχόμενου έτους. Υπό το πρίσμα αυτό, το μήνυμά της προς τις τράπεζες ήταν «να γνωρίζετε ότι έρχονται NPLs και το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να τα αντιμετωπίσετε νωρίς… Αυτό είναι το καλύτερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε προς το παρόν και στη συνέχεια είναι να δούμε πώς θα προχωρήσουμε μέσα στην ομίχλη».

    Τον ερχόμενο μήνα, η Κομισιόν θα υποβάλει τις δικές της προτάσεις για τον χειρισμό της -όπως τη χαρακτήρισε ο Βάλντις Ντομπρόφσκις, εκτελεστικός αντιπρόεδρος υπεύθυνος για την οικονομική πολιτική- «πιθανής αύξησης» των NPLs. Αυτές περιλαμβάνουν την περαιτέρω ανάπτυξη δευτερογενών αγορών στις οποίες θα αγοράζονται και θα πωλούνται «κόκκινα» δάνεια και τη μεταρρύθμιση των πλαισίων αφερεγγυότητας και ανάκτησης χρεών.

    Ο κ. Ενρία της ΕΚΤ υποστήριξε από την πλευρά του τη δημιουργία είτε μιας ευρωπαϊκής «εταιρείας διαχείρισης στοιχείων ενεργητικού», είτε ενός δικτύου τέτοιων εταιρειών που θα αναλάβουν τα NPLs. Η κ. Κένινγκ εφιστά προσοχή στο θέμα αυτό και υποστηρίζει ότι ο ευκολότερος τρόπος για να αντιμετωπιστεί το θέμα είναι οι τράπεζες να έχουν προετοιμαστεί κατάλληλα.

    «Από όλη αυτή τη συζήτηση…. λείπει πάντα ένα συστατικό: ποιος πληρώνει τον λογαριασμό», λέει. Η κ. Κένιγκ προσθέτει ότι «μερικές φορές επικρατεί η αίσθηση ότι υπάρχει ένα μαγικό σύστημα», όπου οι ζημίες υποτίθεται ότι θα εξαϋλωθούν, κάτι κάτι «που δεν πρόκειται να συμβεί».

    Οι τράπεζες πρέπει να εξασφαλίσουν την απόλυτη διαφάνεια αυτών των χαρτοφυλακίων, σημειώνει. «Πρέπει να είναι σε θέση να διαχωρίσουν ένα χαρτοφυλάκιο και να καθορίσουν πώς θα ήθελαν να το εξυπηρετήσουν, ποια θα ήταν η ιδέα τους, πώς θα το αντιμετωπίσουν».

    Πρόσθεσε ότι στην τρέχουσα κρίση εξακολουθεί να υπάρχει μια αγορά για τα «κόκκινα» στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια. Σε ό,τι αφορά δε τα δάνεια προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και τους πελάτες λιανικής, αυτά παραδοσιακά «τα διαχειρίζεται επαγγελματικά κάθε τράπεζα στο πλαίσιο μιας συνεχιζόμενης σχέσης».

    Η κ. Κένιγκ υπογράμμισε πως έχει γίνει πολλή δουλειά από τις σκοτεινές μέρες της κρίσης στην Ευρωζώνη και μετά για να ενισχυθεί η ανθεκτικότητα των τραπεζών και να διασφαλιστεί ότι μπορούν να εξυγιανθούν με ασφάλεια εάν αντιμετωπίσουν σοβαρό πρόβλημα. Η δουλειά αυτή περιελάμβανε τη διασφάλιση ότι τα χρήματα μπορούν να συγκεντρωθούν με τη διαγραφή των ομολογιούχων των τραπεζών, προστατεύοντας έτσι τους φορολογούμενους από την πιθανότητα να πληρώσουν εκείνοι τον λογαριασμό.

    Σημείωσε ότι ένα από τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή του ο οργανισμός του οποίου ηγείται είναι η δυνατότητα «διαχωρισμού περιουσιακών στοιχείων», ώστε να απομακρύνονται τα επισφαλή δάνεια από τους ισολογισμούς των προβληματικών τραπεζών.

    Ωστόσο, τόνισε ότι το σύστημα της ΕΕ για τον χειρισμό των προβληματικών τραπεζών εξακολουθεί να είναι μια διαδικασία σε εξέλιξη. Ένα βήμα που ζήτησε να γίνει είναι η δημιουργία ενός «εργαλείου προρευστοποίησης» που θα επιτρέπει στον οργανισμό της να παρεμβαίνει νωρίτερα σε μια κρίση για να σώσει το καλό κομμάτι μιας τράπεζας, αποτρέποντας την άσκοπη καταστροφή αξίας.

    Το SRB και το ευρύτερο σύστημα που εποπτεύει βρίσκονται σε πλήρη λειτουργία από το 2016 και στο διάστημα αυτό ο οργανισμός έχει χειριστεί μία πτώχευση τράπεζας: της ισπανικής Banco Popular.

    Ένα πρόβλημα που εξακολουθεί να υπάρχει, λέει, είναι ότι οι όροι που διέπουν τις τράπεζες που μπαίνουν σε εθνικές διαδικασίες αφερεγγυότητας διαφέρουν από εκείνους που συνδέονται με τις παρεμβάσεις του οργανισμού της. Αυτό το ζήτημα ξεκίνησε το 2017 όταν δύο περιφερειακές ιταλικές τράπεζες έλαβαν κρατική ενίσχυση στο πλαίσιο της διαδικασίας πτώχευσης, ενώ οι κάτοχοι των senior ομολόγων τους προστατεύθηκαν από ζημίες.

    Το γεγονός αυτό προκάλεσε εκείνη την εποχή την αντίδραση του Βερολίνου και άλλων κυβερνήσεων που διαμαρτυρήθηκαν ότι τα μέτρα ισοδυναμούσαν με «παραθυράκι» το οποίο επέτρεπε στις ανήσυχες κυβερνήσεις να παρακάμψουν την αρχή που υιοθέτησε η ΕΕ μετά την οικονομική κρίση, η οποία λέει ότι οι επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων των κατόχων senior ομολόγων, πρέπει να εγγράφουν απώλειες πριν από τους φορολογούμενους.

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόκειται να επανεξετάσει το σύστημα εξυγίανσης τραπεζών το ερχόμενο έτος.

    Copyright The Financial Times Limited 2020

    © 2020 The Financial Times Ltd. All rights reserved.

    Ακολουθήστε το mononews.gr στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση


    © The Financial Times Limited 2024. All Rights Reserved. Not to be redistributed, copied or modified in any way.
    mononews.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation.




    ΣΧΟΛΙΑ