• Business

    Τι σηματοδοτεί η απόφαση του Εφετείου για τα 200 στρέμματα της Κέκροψ στο Παλαιό Ψυχικό ως προς τον χαρακτηρισμό «δασικά»

    • Της Τέτης Ηγουμενίδη
    Τι βλέπει η αγορά πίσω από το ράλι της Κέκροψ

    Πέτρος Σουρέτης. Διευθύνων Σύμβουλος Intrakat


    Με περαιτέρω ενέργειες διοικητικές και πιθανότατα δικαστικές θα ξεκαθαρίσει η διοίκηση της Κέκροψ, με επικεφαλής τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, Πέτρο Σουρέτη, το επόμενο διάστημα το τμήμα της έκτασης των περίπου 200 στρεμμάτων στο Παλαιό Ψυχικό (Τουρκοβούνια) που είναι αξιοποιήσιμο.

    Η τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών με την οποία αναγνωρίζεται ότι ιδιοκτήτης της έκτασης είναι η Κέκροψ, έπειτα από δικαστική διαμάχη με το δημόσιο που διήρκεσε 31 χρόνια, αναφέρεται αναλυτικά και ιστορικά στο τι υπήρχε στην έκταση αυτή, κάνοντας λόγο για «χορτολιβαδική βλάστηση», ωστόσο, δεν κρίνει τον χαρακτήρα της έκτασης.

    Να σημειωθεί ότι όπως η ίδια η εταιρεία έχει ενημερώσει με παλιότερες ανακοινώσεις της τμήμα 185 στρεμμάτων της έκτασης κηρύχθηκε αναδασωτέο με την με αριθμό 678/09.03.1998 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής. Η αίτηση της Κέκροψ για την ακύρωση της ως άνω απόφασης απερρίφθη με την με αριθμό 2763/2006 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.

    Όπως εκτιμάται τώρα που η κατάσταση ως προς την κυριότητα έχει ξεκαθαρίσει η Κέκροψ θα επιδιώξει εκ νέου αποφάσεις της διοίκησης (δασαρχείο) για το τμήμα της έκτασης που δύναται να αξιοποιήσει.

    Είναι προφανές ότι η αξία της έκτασης αυτής είναι πολύ μεγάλη καθώς βρίσκεται σε ένα από τα πιο ακριβά προάστια της Αττικής το Παλαιό Ψυχικό.

    Στα λογιστικά βιβλία της Κέκροψ η αξία του οικοπέδου αυτού δεν αποτυπώνεται. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η Κέκροψ το 2017 αποτιμήθηκε μεταξύ 67,4 και 74 εκατ. ευρώ.

    Σε κάθε περίπτωση στην παρούσα συγκυρία δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί πόσος χρόνος θα χρειασθεί για να ξεκαθαρίσει το τι θα μπορέσει τελικά να οικοδομήσει η Κέκροψ στο Παλαιό Ψυχικό, ενώ εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την στάση που θα τηρήσει και η νέα δημοτική αρχή της περιοχής.

    Σημειώνεται ότι ο διευθύνων σύμβουλος της Intracom, Δημήτριος Κλώνης, πριν λίγη ώρα μιλώντας στους μετόχους της και απαντώντας στην φημολογία περί παιχνιδιού στη μετοχή της Κέκροψ (η Intracomείναι βασικός μέτοχος στην εταιρεία realestate) προέτρεψε όσους γνωρίζουν κάτι να προβούν σε καταγγελία στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

    Παραθέτουμε ένα αυτούσιο κομμάτι της απόφασης του Εφετείου που έκρινε την κυριότητα της έκτασης:

    «…από κανένα από τα προαναφερόμενα στοιχεία δεν προκύπτει ότι η επίδικος έκταση ήταν δασικής μορφής, ούτε από το πόρισμα της τεχνικής έκθεσης του δασολόγου Κόκκα Δημητρίου, που ορίστηκε ως πραγματογνώμονας με την 656/2001 μη οριστική απόφαση του Σ.τ.Ε., χωρίς ωστόσο να υιοθετηθεί το πόρισμά του αυτό από την επακολουθήσασα 2763/2006 οριστική απόφαση του Σ.τ.Ε., σύμφωνα με το οποίο «η όλη επίδικη έκταση ανέκαθεν είχε την ίδια περίπου μορφή, αρχής γενομένης από τους χάρτες του Κάουπερτ 1878/1879 στη συνέχεια στις Α/Φ ΥΠΕΧΩΔΕ 1929 και 1978. ΓΥΣ 1939, 1945, 1960 και 1988 και στην αυτοψία που πραγματοποιήσαμε στις 30.10.2001, παρατηρούμε ότι όλη η επίδικη έκταση έχει χορτολιβαδική μορφή με ελάχιστους δασικούς θάμνους και μεμονωμένα δένδρα σε ποσοστό πολύ μικρότερο του 15% της όλης έκτασης, τα οποία δεν είναι δυνατόν να προσδώσουν σε κάποιο τμήμα της πολύ δε περισσότερο σε όλη την έκταση τον δασικό χαρακτήρα… ο χαρακτήρας της επίδικης έκτασης από το 1878-1879 μέχρι και την κήρυξή της αναδασωτέας με την 678/09/03.1998 απόφαση του Γ.Γ. Περιφέρειας Αττικής είναι μη δασική έκταση (χορτολιβαδική) εμπίπτουσα στην παρ.6β του άρθρου 3 του ν.998/1979», αφού και οι αμέσως ανωτέρω τεχνικές εκθέσεις, όπως και όλες οι προηγούμενες εκτιμούν ότι η επίδικη έκταση δεν είχε δασικό χαρακτήρα, όχι κατά τον κρίσιμο για την προκειμένη διαφορά χρόνο, δηλαδή το έτος 1833, οπότε παραχωρήθηκε η Αττική στο Ελληνικό Κράτος και τα δάση που ανήκαν στο οθωμανικό δημόσιο περιήλθαν κατά κυριαρχικό δικαίωμα στο Ελληνικό Δημόσιο, εφόσον στη συνέχεια και μέσα στην ενιαύσια προθεσμία των άρθρων 1,2 και 3 του Β.Δ. της 17/29 Νοεμβρίου 1836 κανένας Έλληνας δεν προσκόμισε το απαιτούμενο για την αναγνώριση της κυριότητας του επί του δάσους «ταπί», αλλά πολύ μεταγενέστερα και δη. κατά τα έτη 1878/1879 και επόμενα, οπότε όμως κατά τα προαναφερόμενα είχε ήδη αρχίσει η σταδιακή υποβάθμιση της συμπαγούς δασικής βλάστησης από κωνοφόρα (πεύκα) με υπόροφο αείφυλλων -πλατύφυλλων δασικών φυτών στην ανατολική κυρίως πλευρά των «Τουρκοβουνίων», όπου η επίδικη έκταση, σε δασική χορτολιβαδική από άγρια ξυλώδη και θαμνώδη αείφυλλα – πλατύφυλλα δασικά είδη, που με την πάροδο του χρόνου αλλοιώθηκε σε χορτολιβαδική βλάστηση από ποώδη φυτά.»



    ΣΧΟΛΙΑ