• Business

    ΙΟΒΕ: Τρεις κατευθύνσεις για την ενίσχυση της αποταμίευσης

    • NewsRoom


    Μια πρόταση  με τρεις κατευθύνσεις παρουσίασε σήμερα το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών για την ενίσχυση της αποταμίευσης με μοχλούς την ασφαλιστική μεταρρύθμιση και το Χρηματιστήριο Αθηνών.

    Η ενδεικτική πρόταση του ΙΟΒΕ εκτιμάται ότι θα δημιουργήσει νέα αποθεματικά προς επένδυση έως και 99 δισ. ευρώ μέσα σε 40 χρόνια. Συνεπώς, κατά το ΙΟΒΕ κρίνεται σκόπιμο μέτρα πολιτικής τόνωσης της εγχώριας αποταμίευσης να αποτελούν προτεραιότητα στο πλαίσιο της αξιοποίησης του «δημοσιονομικού χώρου».

    Η  τρεις κατευθύνσεις περιλαμβάνουν  στοχευμένα φορολογικά κίνητρα για μακροχρόνιες επενδύσεις ιδιωτών σε εγχώριους τίτλους και τομείς προτεραιότητας όπως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, εταιρείες με προσανατολισμό σε καινοτομία, οχήματα Venture Capital, «πράσινες» επενδύσεις και υποδομές στη βάση καλών πρακτικών της ΕΕ, αλλά και μια προσεκτική ασφαλιστική μεταρρύθμιση με ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων του συνταξιοδοτικού συστήματος.

    Συγκεκριμένα, το ΙΟΒΕ, το Χρηματιστήριο Αθηνών και η Ένωση Θεσμικών Επενδυτών διοργάνωσαν συνέντευξη τύπου για την παρουσίαση της μελέτης του ΙΟΒΕ «Ενίσχυση της αποταμίευσης και ανάπτυξη με μοχλό την κεφαλαιαγορά».

    Η εν λόγω μελέτη επισημαίνει το αποταμιευτικό και επενδυτικό «κενό» που καταγράφηκε πρόσφατα στην Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες και αναδεικνύει τη σημασία για τόνωση των εγχώριων επενδύσεων μέσα από πρωτοβουλίες για την ενδυνάμωση της εγχώριας κεφαλαιαγοράς.

    Το 2018, οι επενδύσεις σε σχηματισμό πάγιου κεφαλαίου στην Ελλάδα υποχώρησαν σε μόλις 11,1% του ΑΕΠ, από 21%-26% πριν το 2009 και έναντι 21% κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη.

    Όπως προκύπτει από τη μελέτη, τα ελληνικά νοικοκυριά παραδοσιακά επενδύουν μεγάλο μέρος των αποταμιεύσεών τους στην αγορά ακινήτων και πολύ μικρό μέρος σε προϊόντα της κεφαλαιαγοράς. Ως αποτέλεσμα, το μέγεθος των ελληνικών επενδύσεων σε κινητές αξίες μέσα από θεσμικούς επενδυτές είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, το συνολικό ενεργητικό των διαχειριστών αμοιβαίων κεφαλαίων περιορίζεται σε μόλις 4,2% του ΑΕΠ στην Ελλάδα και η χώρα καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στην κατάταξη, υψηλότερα μόνο σε σχέση με τη Βουλγαρία (1,4% του ΑΕΠ). Αντίθετα, στην Ολλανδία και στη Μάλτα, το ενεργητικό των θεσμικών επενδυτών ξεπερνά σε μέγεθος το ΑΕΠ των αντίστοιχων οικονομιών.

    Όπως ανέφερε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Καθηγητής Νίκος Βέττας, το «κενό» παραγωγικών επενδύσεων στην Ελλάδα την περίοδο 2000-2018 κυμάνθηκε κατά μέσο όρο σε 2,6% του ετήσιου ΑΕΠ, σωρευτικά περί τα 94 δισ. ευρώ. Κατά τον ίδιο, το μέγεθος των Ελληνικών επενδύσεων σε κινητές αξίες μέσα από θεσμικούς επενδυτές είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ, ενώ τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων που είναι επενδεδυμένα στην κεφαλαιαγορά αντιστοιχούν σε μόλις 8% του ΑΕΠ, το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.

    Στη μελέτη του ΙΟΒΕ εξετάζεται η ευρωπαϊκή εμπειρία για την παροχή φορολογικών κινήτρων για εγχώριες επενδύσεις ιδιωτών μέσω της κεφαλαιαγοράς, και διατυπώνεται ενδεικτική πρόταση για την παροχή παρόμοιων κινήτρων στην Ελλάδα.

    Σύμφωνα με τη μελέτη, τα κίνητρα αυτά μπορούν να έχουν την μορφή έκπτωσης στο φόρο εισοδήματος ή μείωση στο φορολογητέο εισόδημα φυσικών προσώπων, ανάλογη με το ύψος των επιλέξιμων επενδύσεων.

    Άλλα πιθανά μέτρα περιλαμβάνουν απαλλαγή ή έκπτωση στη φορολογία μερισμάτων, τόκου και υπεραξίας κεφαλαίου από στοχευμένες τοποθετήσεις, διατήρηση μηδενικού φόρου υπεραξίας από μερίδια σε Α/Κ εσωτερικού ή εφαρμογή φοροαπαλλαγών σε τόκους από ομολογίες σε (εισηγμένες και μη) εταιρείες. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τεθούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις ως κριτήρια επιλεξιμότητας επενδύσεων, προς αποφυγή δημιουργίας ευκαιριών μετατόπισης φορολογητέας ύλης (tax shifting) και ανάληψης αδικαιολόγητα υψηλού κινδύνου επένδυσης.



    ΣΧΟΛΙΑ