• Business

    H κατάθλιψη του Έλληνα τραπεζίτη. Η καθημερινότητα που οδηγεί σε μαρασμό


    Ένα αδιέξοδο περιβάλλον, το οποίο οδηγεί σε μαρασμό τις τράπεζες αν δεν ξεκολλήσουν άμεσα οι εξελίξεις, περιγράφουν οι Έλληνες τραπεζίτες. Βιώνοντας την κρίση τα προηγούμενα χρόνια, οι τράπεζες μετά και την τελευταία ανακεφαλαιοποίηση διατηρούν ικανοποιητική κεφαλαιακή επάρκεια, αλλά παραμένουν ζόμπι, όπως επισημαίνουν στο mononews υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, οι οποίοι αναφέρονται σε μια καθημερινότητα καταθλιπτική.

    Ελλείψει τραπεζικών εργασιών και δη χορηγήσεων, όπως επίσης και ελλείψει εισροών καταθέσεων, οι οποίες θα αργήσουν αρκετά να επιστρέψουν ακόμη και αν κλείσει επιτυχώς η αξιολόγηση, οι τράπεζες επικεντρώνονται στις αναδιαρθρώσεις. Τα αποτελέσματα τετάρτου τριμήνου καταγράφουν θετικές ενδείξεις στη συγκράτηση των νέων καθυστερήσεων από όλες τις τράπεζες αλλά το στοκ κόκκινων δανείων παραμένει υψηλό και ανακυκλώνεται αφού τα ρυθμισμένα δάνεια σε μεγάλο βαθμό, υπό τις παρούσες συνθήκες, επανέρχονται σε καθυστέρηση.

    Από τα γραφεία τους στα επιτελεία των τραπεζικών ομίλων τα στελέχη του κλάδου επεξεργάζονται τρόπους αποτελεσματικής αναδιάρθρωσης των ΝPLs, οι οποίοι «υπονομεύονται» από την αβεβαιότητα και την ύφεση. Στις κατ΄ιδίαν συζητήσεις αυτό που δεν κρύβεται είναι η ανησυχία ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται για αναδιαρθρώσεις, και οι οποίες συχνά περιλαμβάνουν ριζικές κινήσεις, όπως κούρεμα οφειλών, είναι πιθανό να προκαλέσουν «μπελάδες» – και νομικής φύσεως-  για τα τραπεζικά στελέχη.

    Τραπεζικές πρακτικές έχουν ποινικοποιηθεί, επισημαίνουν στο mononews τραπεζίτες, που βλέπουν είτε πολιτικές σκοπιμότητες, είτε κόντρες ανταγωνιστών πίσω από επιθέσεις κατά των αναδιαρθρώσεων μεγάλων επιχειρήσεων. Ποιο στέλεχος διοίκησης ή ακόμη και μεσαίο στέλεχος που παίρνει μέρος σε επιτροπές θα υπογράψει για μια αναδιάρθρωση με το φόβο να βρεθεί κατηγορούμενος απλώς γιατί εφάρμοσε μια κοινή τραπεζική πρακτική; είναι η ερώτηση που θέτουν μεταξύ τους οι τραπεζίτες.

    Την ίδια στιγμή, στην άχαρη δουλειά των ρυθμίσεων, προστίθεται στις τράπεζες η ακόμη πιο άχαρη δουλειά της συλλογής και αποστολής στοιχείων σε μια σειρά από αποδέκτες. Πέραν της αναγκαστικής συγκέντρωσης και κατάθεσης μεγάλου όγκου στοιχείων προς τους επόπτες, Τράπεζα της Ελλάδος, SSM, Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, διάφορες υπηρεσίες του δημοσίου ζητούν επίσης στοιχεία κυρίως για τη διερεύνηση κυρίως υποθέσεων φοροδιαφυγής.

    Όπως έχει αποκαλύψει το mononews, κάθε μήνα οι τράπεζες καλούνται να «απαντήσουν» σε 15.000 αιτήματα από διάφορες υπηρεσίες. Το χαρτομάνι και ο φόρτος εργασίας κάνει τις διοικήσεις των τραπεζών να διαμαρτύρονται αφού το αποτέλεσμα των ελέγχων δεν φαίνεται να οδηγεί σε ανάλογη αποκάλυψη παράνομων δραστηριοτήτων.

    Εφορία, οικονομικοί εισαγγελείς, οικονομική αστυνομία, ελεγκτικές υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών, αρχή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εισαγγελέας Εγκλημάτων Διαφθοράς είναι ορισμένοι από τους φορείς που απευθύνονται στις τράπεζες και ζητούν στοιχεία προκειμένου να διερευνήσουν υποθέσεις φοροδιαφυγής και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων. Ενώ πρόθεση, και υποχρέωση των τραπεζών, είναι να παράσχουν κάθε συνδρομή, ο όγκος των στοιχείων που ζητώνται αλλά και η συχνότητα των αιτημάτων μετατρέπουν τα πιστωτικά ιδρύματα σε ερευνητές που κάνουν τη δουλειά του δημοσίου, τη στιγμή που οι επιδόσεις των αρχών αποδεικνύονται μάλλον «φτωχές».

    Ελλείψει συντονισμού και τεχνογνωσίας, οι φορείς του δημοσίου ζητούν δύο και τρεις φορές τα ίδια στοιχεία ενώ η αλλαγή προσώπων τους κάνει να ξεκινούν από την αρχή, επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη. Ετσι, έλεγχοι που έχουν φθάσει σε κάποιο σημείο ξεκινούν από μηδενική βάση όταν αλλάξουν οι πολιτικές ηγεσίες ή ακόμη και οι επικεφαλής των φορέων, ενώ τα ίδια στοιχεία ζητούν περισσότεροι του ενός φορείς και δεν τα ανταλλάσσουν μεταξύ τους παρά απευθύνονται εκ νέου στις τράπεζες.



    ΣΧΟΛΙΑ