• Business

    Eλληνικές Tράπεζες: Με το βλέμμα προς την κανονικότητα – Η πρόκληση των NPLs

    • NewsRoom


    Τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει ο τραπεζικός κλάδος στην Ελλάδα, μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, περιγράφει σε σχετικό του αφιέρωμα το διεθνούς κύρους περιοδικό The Banker. «Το σοβαρότερο θέμα που επηρεάζει τις ελληνικές τράπεζες είναι τα υψηλά ποσοστά των NPEs» επισημαίνεται στο δημοσίευμα, όπου περιλαμβάνονται και δηλώσεις του επικεφαλής οικονομολόγου της Εθνικής Τράπεζας, Ιωάννη Κυριακόπουλου. «Η βασική ανησυχία είναι το πως θα αντιμετωπιστεί το υψηλό επίπεδο των NPLs. Η Εθνική Τράπεζα έχει το χαμηλότερο ποσοστό μεταξύ των ανταγωνιστών της αλλά παραμένει σχεδόν στο 40%, ενώ άλλοι παρουσιάζουν 50%. Είναι ένα συστημικό θέμα» επισημαίνει ο κ. Κυριακόπουλος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζα της Ελλάδας, στο τέλος Ιουνίου, τα NPEs διαμορφώθηκαν στο 47,6% της συνολικής έκθεσης του τραπεζικού τομέα, αλλά το βάρος των NPEs έχει στην πραγματικότητα μειωθεί κατά 6,1% σε σχέση με το τέλος Δεκεμβρίου του 2017.
    Οι τράπεζες έχουν έναν φιλόδοξο στόχο του 37% όσον αφορά τη μείωση των NPEs μεταξύ Ιουνίου 2017 και τέλος του 2019, ενώ ο στόχος για τα NPLs είναι η μείωση τους κατά 47%.
    Κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2018, οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να πετυχαίνουν τους στόχους με την Alpha Bank να μειώνει τα NPEs σε 24,3 δισ. ευρώ έναντι στόχου 24,6 δισ. ευρώ, την Εθνική Τράπεζα σε 16 δισ. ευρώ (πετυχαίνοντας τον στόχο για το σύνολο του 2018), ενώ τόσο η Τράπεζα Πειραιώς όσο και η Eurobank παρουσίασαν μειώσεις μεγαλύτερες από το αναμενόμενο με τα NPEs να διαμορφώνονται στα 29,4 δισ. ευρώ και 17,3 δισ. ευρώ, αντίστοιχα.

    Το μεγάλο ελληνικό sell off

    Σύμφωνα με το The Banker, οι ελληνικές τράπεζες σε μια προσπάθεια να «καθαρίσουν» τους ισολογισμούς τους, προχώρησαν στην πώληση των κόκκινων δανείων σε funds..
    Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, οι τράπεζες έχουν πουλήσει δάνεια αξίας 6,9 δισ. ευρώ μετά τον Ιούνιο του 2017 και σχεδιάζουν να πουλήσουν ακόμα 4,7 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2019.
    Έπειτα από μια διαδικασία υποβολής προσφορών, τον Ιούλιο του 2018, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες συνήψαν μια καινοτόμο συμφωνία εξυπηρέτησης με την doBank, πιστωτικό ίδρυμα που ειδικεύεται στην εξυπηρέτηση μη εξυπηρετούμενων δανείων.
    Σύμφωνα με τη συμφωνία, η doBank θα στηρίξει τις τράπεζες στη διαχείριση κοινών NPEs από περισσότερες από 300 ΜΜΕ επιχειρήσεις αξίας 1,8δι. ευρώ, διευκολύνοντας παράλληλα την αναζήτηση βιώσιμων λύσεων αναδιάρθρωσης.
    «Η συμφωνία με την doBank είναι σημαντική επειδή δείχνει ότι οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες μπορούν να συνεργαστούν αποτελεσματικά για να αντιμετωπίσουν τα NPEs», λέει η Χρυσάνθη Μπερμπάτη της Τράπεζας της Πειραιώς.

    Η εξυγίανση

    Τόσο, η Τράπεζα Πειραιώς όσο και η Εθνική Τράπεζα έχουν μηδενίσει την εξάρτηση του από το ELA, ενώ η Eurobank έχει μειώσει τη χρηματοδότηση από 6,1 δισ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2018, σε 1,8 δισ. ευρώ και η Alpha Bank από 7 δισ. ευρώ σε 1,1 δισ. ευρώ.
    Αυτή η μείωση έχει άμεση σχέση με τη επιστροφή των καταθέσεων.

    «Τη στιγμή που δεν αναμένονται ανακεφαλαιοποιήσεις, οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να αισθάνονται πιο άνετα με το τραπεζικό σύστημα, κι έτσι όσοι απέσυραν τα χρήματα τους και τα κράτησαν σε χρηματοκιβώτια στα σπίτια τους τώρα λένε ότι θα τα επιστρέψουν στις τράπεζες» επισημαίνει o Jonas Floriani της AXIA Ventures Group και προσθέτει «Υπάρχει τώρα μια σταθερή ώθηση από την πλευρά των καταθέσεων, και αυτός ήταν ένας από τους οδηγούς της μείωση της εξάρτησης από τον ELA, καθώς όταν οι τράπεζες έχουν καταθέσεις δεν χρειάζονται τον ELA».

    Η χαλάρωση των capital controls

    Στο ίδιο δημοσίευμα περιλαμβάνονται και δηλώσεις του διευθύνοντος συμβούλου της Eurobank, Φωκίων Καραβία, με αφορμή τη χαλάρωση των capital controls.
    «Τα capital controls εφαρμόστηκαν στον αποκορύφωμα της ελληνικής κρίσης, σε μια περίοδο που αμφισβητούνταν η παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη» επισημαίνει ο κ. Καραβίας και προσθέτει «τώρα όλες οι στρατηγικές αποφάσεις έχουν ληφθεί, οι δημοσιονομικές ανισορροπίες αντιμετωπίζονται με βιώσιμο τρόπο και το ερώτημα “εάν η Ελλάδα παραμείνει στο ευρώ” δεν βρίσκεται στο τραπέζι».

    Σύμφωνα με τον κ. Καραβία, αυτό που χρειάζεται τώρα η Ελλάδα είναι η ώθηση της ανάπτυξης, που απαιτεί σημαντική χρηματοδότησή, προερχόμενη κυρίως από τις ξένες επενδύσεις.
    «Οι διεθνείς επενδυτές γνωρίζουν τους κεφαλαιακούς περιορισμούς.
    Κατά συνέπεια η άρση των τελευταίων περιορισμών θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και θα κάνει πιο εύκολη τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων» τονίζει ο κ. Καραβίας.
    Ωστόσο, υποστηρίζει ότι τα capital controls δεν είναι το βασικό πρόβλημα της Ελλάδα, γι’ αυτό και η άρση τους πρέπει να συνδυαστεί με μια συστηματική προσπάθεια δημιουργίας ενός περιβάλλοντος πιο ευνοϊκό για τις επιχειρήσεις, «κυρίως με την εφαρμογή συμφωνιών με τους ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές μας, με την επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, με την προώθηση μιας μεταρρυθμιστικής ατζέντας για την αναμόρφωση του δημόσιου τομέα και την επιτάχυνση των δικαστικών διαδικασιών».

    Το ενδιαφέρον για τον κλάδο

    Στο δημοσίευμα του The Banker επισημαίνεται ότι ακόμα ένα θετικό σημάδι για τον τραπεζικό τομέα στο σύνολο του είναι η εκδήλωση νέου ενδιαφέροντος.
    Το 2018, άρχισε η λειτουργία της Praxia Bank.

    «Είμαστε της άποψης ότι η αγορά μπορεί να επωφεληθεί από ένα νέο, αποτελεσματικό ανταγωνιστή που μπορεί να εξυπηρετήσει συγκεκριμένα τις ανάγκες του τομέα των ΜΜΕ επιχειρήσεις» υποστηρίζει Αναστασία Σακελλαρίου, διευθύνουσα σύμβουλος της Praxia Bank και διευκρινίζει «τράπεζα θα επωφεληθεί από το γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις μεγάλες συστηματικές τράπεζες, δεν χρειάζεται να ασχοληθεί με παλιότερα ζητήματα όπως η μείωση των NPLs».

    Πρέπει να γίνει δουλειά ακόμα

    Η Ελλάδα έχει ένα cash buffer 24 δισ. ευρώ, που είναι αρκετό για τις χρηματοδοτικές ανάγκες δύο ετών και περιορίζει σημαντικά τις ανησυχίες για τη ρευστότητα και τη χρηματοδότηση.

    Ωστόσο, υπάρχει ακόμα μεγάλη αβεβαιότητα για τον τραπεζικό τομέα, που συνδέεται με τη συνεχιζόμενη αναδιάρθρωση αλλά και με τις δημόσιες δαπάνες και την οικονομική ανάπτυξη, καθώς και με τις εκλογές του 2019, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά την πολιτική.
    «Το πρόγραμμα διάσωσης μπορεί να έχει λήξει, αλλά οι δεσμεύσεις παραμένουν.
    Ακόμα πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις, όχι στον χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά συνολικά και αυτό πρέπει να συνεχιστεί», λέει ο κ. Κυριακόπουλος της Εθνικής Τράπεζας.
    Ωστόσο, προσθέτει ότι δεν είναι τραπεζική χρηματοδότηση αλλά έλλειψη νέων επενδύσεων και νέων επιχειρηματικών ευκαιριών που περιορίζουν την ανάπτυξη.
    «Αυτό θα φέρει την ανάπτυξη της οικονομίας και θα αυξήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
    Ο ελληνικός τραπεζικός τομέας δεν μπορεί να αναπτυχθεί μόνος του εάν η χώρα δεν αναπτύσσεται» υποστηρίζει ο ίδιος.



    ΣΧΟΛΙΑ